Πολλές φορές μπαίνω σε μια παράδοξη συνθήκη -και σίγουρα δεν είμαι μόνο εγώ που το νιώθω. Είναι εκείνες τις στιγμές που ενώ κάνω κάτι που με ευχαριστεί, ή έτσι νομίζω τουλάχιστον, νιώθω τύψεις.

Στα 37 μου, και έτσι όπως έχει δομηθεί πλέον η ζωή μου, αυτό το ένοχο συναίσθημα -σαν τα guilty pleasure τραγούδια- παρουσιάζεται όταν απασχολούμαι για κάποια ώρα στα social media ενώ μπορεί να είμαι με την κόρη μου ή όταν έχω ελεύθερο χρόνο, και ενώ δεν είναι απαραίτητο να ενημερωθώ για την ειδησεογραφία και τις εξελίξεις, κάθομαι και διαβάζω τι έχουν ανεβάσει οι New York Times στην εφαρμογή τους.

Παλαιότερα, αυτό συνέβαινε όταν καθόμουν με τις ώρες παίζοντας Playstation. Μπορεί να ήξερα ότι έπρεπε να διαβάσω, αλλά εγώ προσπαθούσα να τερματίσω το Silent Hill ή να πάρω το πρωτάθλημα στο Master League του Pro –χωρίς να καπνίζω μπάφους, όπως τραγουδάνε οι Locomondo.

Είναι, όμως, όλα αυτά λανθασμένες επιλογές; Είναι το σωστό για μένα; Και αν ναι, γιατί νιώθω τύψεις;

Η αλήθεια είναι πως ο χρόνος είναι ένας σημαντικός “πόρος” της ζωής –αν και η ζωή μπορεί να είναι στον Πόρο– και σπαταλώντας τον με διάφορους μη παραγωγικούς τρόπους δεν εξελίσσομαι, χάνω ουσιαστικές στιγμές και εμπειρίες που μπορεί να μην παρουσιαστούν ποτέ ξανά μπροστά μου. Βέβαια, μου αρέσει όταν “βουτάω” στις συνήθειές μου, όπως ένα τελευταίο σκρολάρισμα στο Facebook πριν κλείσω τα μάτια μου το βράδυ, και νιώθω ότι αυτό είμαι. Πως είμαι ο εαυτός μου. Επιστημονικά μπορεί αυτό να μην υφίσταται αφού ακόμη δεν έχει ανακαλυφθεί, αλλά αυτό που κάνω με συνέπεια και σταθερά με χαρακτηρίζει, ίσως να με καθορίζει κιόλας.

Αφού μου αρέσει, λοιπόν, γιατί νιώθω ότι πρέπει να αλλάξω κάτι; Και, κυρίως, αναρωτιέμαι πώς θα το καταφέρω.

Από τότε που ξεκίνησε η επαγγελματική μου σταδιοδρομία, συμβιβάστηκα και προσαρμόστηκα στην έννοια της παραγωγικότητας. Κάτι που έπρεπε να ισχυει και στα σχολικά μου χρόνια, αλλά πού μυαλό. Τέλος πάντων. Έτσι, ξεκίνησα να μην βρίσκω ιδιαίτερα ευχάριστες τις στιγμές αδράνειας, με ό,τι κι αν σημαίνει αυτό. Νιώθω ότι μπαίνω σε flight mode, όπως αυτό που έχουν τα κινητά μας, και αποσυνδέομαι από τα πάντα. Έμαθα πως αυτό που κάνω «πρέπει να αξίζει». Αλλά αυτή η αξία, πολλές φορές, μας εγκλωβίζει.

Κάθε φορά που με ταλαιπωρεί κάτι, οτιδήποτε, έχω την ανάγκη να το κάνω να αξίζει. Διαφορετικά νιώθω ότι ο κόπος μου, η προσπάθειά μου, οι ώρες που αφιέρωσα, η σωματική ή πνευματική μου κούραση, η επένδυσή μου εν ολίγοις, πήγε στράφι. Τι έμεινε, στο τέλος; «Ας κερδίσω κάτι απ’ αυτό», σκέφτομαι.

Στην πραγματικότητα, όλο αυτό έχει να κάνει με τις συνήθειες. Το σώμα μου και το μυαλό μου στην πραγματικότητα με βοηθάνε να απολαμβάνω κάθε είδους δραστηριότητα που έχω συνηθίσει να κάνω και τα τελευταία αρκετά χρόνια όλα σχετίζονται με την παραγωγικότητα και την αξία. Γι’ αυτό όταν διαβάζω με τις ώρες tweets ή βουλιάζω στον καναπέ σε στάση binge watching παρακολουθώντας Netflix, νιώθω ενοχές. Είναι επειδή εκπαίδευσα τον εαυτό μου να υποστηρίζει την πιο δυνατή μου συνήθεια.

Αν αντί να δουλεύω 8 – 10 ώρες την ημέρα έπαιζα ακόμη, αντίστοιχες ώρες, Age of Empires στον υπολογιστή, ο οργανισμός μου αυτό θα είχε συνηθίσει, αυτό θα αναγνώριζε ως αποδεκτό για μένα και θα με υποστήριζε. Θα ένιωθα cool και όμορφα με την επεκτατική στρατηγική της αυτοκρατορίας μου και δεν θα πλημμύριζα με ενοχές.

Αντίστοιχα, αν το βράδυ έκλεινα το Wi-Fi στο κινητό μου και αντί για Instagram reels διάβαζα βιβλία, θα το είχα συνηθίσει και αυτή θα ήταν η κανονικότητά μου. Τώρα, όμως, οι τύψεις ανά περιόδους με κυριεύουν και σκέφτομαι πώς κάτι δεν κάνω καλά. Οι ειδικοί μας συμβουλεύουν να τα κλείνουμε όλα το βράδυ και να περιηγούμαστε σε λογοτεχνικούς κόσμους, όχι στο TikTok (που δεν έχω). Πώς να μη νιώσω άσχημα;

Οι συνήθειες είναι τόσο ισχυρές, που γινόμαστε αυτό που κάνουμε με συνέπεια. Και οι συνήθειες που κρατάνε χρόνια, που χαράζονται στο DNA των μηχανικών κινήσεών μας, πεθαίνουν δύσκολα. Επομένως, οτιδήποτε έξω απ’ αυτές γυρνάει πίσω ως μπούμεραγνκ, που φέρει επάνω του αρνητικά συναισθήματα.

Κάπου είχα διαβάσει πως οι πρώτες 14 ή 21 ημέρες θα είναι δύσκολες αν προσπαθήσουμε να αλλάξουμε συνήθειες, αλλά μετά από αυτό το χρονικό διάστημα, το σώμα και το μυαλό μας θα μάς υποστηρίξουν στη διαμόρφωση της νέας συνήθειας που επιλέξαμε. Μπορώ να πω ότι το επιβεβαιώνω. Μέχρι πριν λίγο καιρό ξυπνούσα το πρωί «τσίμα-τσίμα», που λένε, για να ετοιμαστώ και να πάω στο γραφείο. Δεν προλάβαινα ούτε πρωινό να φτιάξω. Αποφάσισα, λοιπόν, να αναδιαμορφώσω το πρόγραμμά μου -τη ρουτίνα μου ουσιαστικά. Aν και ζορίστηκα, τα κατάφερα. Ήταν δύσκολο, αλλά έγινε πράξη. Και όντως, κάπου εκεί, ανάμεσα στις 14 με 21 ημέρες, ο οργανισμός που προσαρμόστηκε σε αυτό και πλέον είναι μια αυτοματοποιημένη διαδικασία, μια συνήθεια δηλαδή, που όταν παρεκλλίνω νιώθω ενοχές. Πάλι ενοχές, ναι, γιατί απ’ αυτές δεν θα ξεφύγουμε ποτέ, αλλά τι να κάνεις.

Δεν είμαστε ούτε οι φίλοι μας, ούτε το φαγητό που τρώμε, ούτε οι πεποιθήσεις και οι ιδέες μας. Είμαστε οι συνήθειές μας. Αν νιώθετε, λοιπόν, ότι κάτι δεν πάει καλά, ότι κάποιες επιλογές σας σας δυσκολεύουν, είτε πρακτικά είτε συναισθηματικά, τότε έχετε τις απαραίτητες ενδείξεις ότι πρέπει να προχωρήσετε σε αλλαγές. Χτίστε νέες συνηθείες για ανακαλύψετε εκ νέου τον εαυτό σας. Ποτέ δεν είναι αργά και ποτέ οι αλλαγές δεν είναι αρκετές.