Είναι παραμονή Χριστουγέννων, χρόνια πολλά παρεμπιπτόντως, και τα πάντα κινούνται σε εορταστικούς ρυθμούς. Ίσως να είσαι κάπου καλεσμένος/η το βράδυ, να περιμένεις κόσμο στο σπίτι σου για φαγητό, συζητήσεις, γέλια και επιτραπέζια, μπορεί όμως αυτά τα Χριστούγεννα να είναι και μοναχικά (άλλωστε, όλα μπορούν να συμβούν στη ζωή). Όπως και να ‘χει και σε οποιαδήποτε συνθήκη, η τηλεόραση θα ανοίξει έστω και στο mute. Τι θα δούμε λοιπόν; Από εμένα είναι «όχι» στα εορταστικά προγράμματα των καναλιών και ψηφίζω ντοκιμαντέρ. Ναι. Αθλητικό κιόλας, μπασκετικό. Θα σου πω και κάτι ακόμα: Ένα ντοκιμαντέρ καλύτερο του “Beckham“. Σε έψησα; Θα το προσπαθήσω, τουλάχιστον.

Το κανάλι Action 24 εξασφάλισε την προβολή (ώρα 22:00) του πολυβραβευμένου αθλητικού ντοκιμαντέρ “The Last Dance” του ESPN. Ξεκινώντας σήμερα, από την παραμονή Χριστουγέννων με το πρώτο επεισόδιο, κάθε Δευτέρα και Τρίτη θα έχουμε τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε τα βήματα μιας μοναδικής μπασκετικής χορογραφίας, έναν «τελευταίο χορό» που αξίζει να χορέψουμε.

Γιατί πρέπει να δεις το “The Last Dance”

Ήταν Δευτέρα του Πάσχα, 20 Απριλίου 2020. Ώρα Ελλάδος 10:00 π.μ. Σαν μια μελωδία κάποιος εξαίσιας μουσικής ορχήστρας, τα ξυπνητήρια χτυπήσανε ταυτόχρονα σε αρκετά σπίτια. Κανένα snooze, κατευθείαν καφέ και Netflix.

Το πολυαναμενόμενο ντοκιμαντέρ “The Last Dance”, τίτλος εμπνευσμένος από το playbook του προπονητή Phil Jackson για την τελευταία του σεζόν (1997-1998) στην ομάδα των Chicago Bulls, είχε ανέβει στη δημοφιλή πλατφόρμα και όλος ο μπασκετικός κόσμος έζησε μεγαλειώδεις στιγμές. Σπάνιο αρχειακό υλικό που δεν είχε ξαναπροβληφθεί και εξιστόρηση των γεγονότων που σημάδεψαν μια ολόκληρη (μπασκετική και μη) γενιά. Οι Chicago Bulls και ο Michael Jordan στις οθόνες μας. Μυθικές καραντινάτες στιγμές που θα θυμόμαστε για πάντα.

Ήταν επίσης η ημέρα που ο γνωστός -και για τον εριστικό του λόγο- αμερικανός αθλητικογράφος Skip Bayless, μόνο με τέσσερις λέξεις σε ένα tweet κατάφερε να περιγράψει αυτό που λίγο ή πολύ, αρκετοί ή οι περισσότεροι, σκεφτόμαστε όταν γίνονται συζητήσεις περί GOAT στο μπάσκετ. Στο δίλημμα «Jordan ή Lebron», το πετσόκομμα του Bayless ήταν σφραγίδα που χρειαζόταν να μπει για να κλείσει το θέμα.

Από την άλλη, δε χρειαζόμασταν κανένα ντοκιμαντέρ για να επιχειρηματολογήσουμε στη συζήτηση για τον καλύτερο παίχτη ever στο μπάσκετ. Απλά πλέον, μετά την κυκλοφορία του “The Last Dance”, δεν υπάρχει κάποιος που μπορεί να πει «δεν τον έζησα τον Jordan» ή να επιμένει (εμμονικά) σε κάποια διαφορετική άποψη. Και αφού το έχει παραδεχθεί και ο δεύτερος καλύτερος, τότε δεν χρειάζεται να πούμε κάτι παραπάνω.

Και κάτι ακόμα: όταν η κουβέντα περιστρέφεται γύρω από τους Bulls και τον MJ, τότε ακόμα και ο πρώτος μαύρος πρωθυπουργός των ΗΠΑ είναι απλώς ένας «πρώην κάτοικος του Σικάγο», τίποτα περισσότερο -για τέτοιο impact μιλάμε.

Στιγμιότυπο από το “The Last Dance”

Το ESPN όλα αυτά τα χρόνια μας έχει χαρίσει μερικά από τα καλύτερα αθλητικά ντοκιμαντέρ που έχουμε δει, με αποκορύφωμα την σειρά “30 for 30”. Όμως οι προσδοκίες με το “The Last Dance” ήταν αρκετά υψηλές. Θα μπορούσαν να αποτυπώσουν με ακρίβεια, τοποθετώντας σε σωστή χρονολογική σειρά, τα σημαντικά σημεία της δυναστείας των Chicago Bulls υπό την καθοδήγηση του Michael Jordan και της παρέας του;

Τελικά τα κατάφεραν και το αποτέλεσμα ήταν -το λιγότερο- εξαιρετικό. Αδιαμφισβήτητα, σε όλα τα επεισόδια (10 στον αριθμό) το περιεχόμενο και η αφήγηση είναι καθηλωτικά, δε βαριέσαι ούτε μία στιγμή, υπάρχουν άπειρα highlights από μπασκετικές στιγμές των ένδοξων 90s, ενώ τα πιο συναρπαστικά σημεία είναι όταν οι πρωταγωνιστές, οι παίχτες δηλαδή των Bulls, παράγοντες της ομάδας και οι αντίπαλοί τους, μιλάνε στην κάμερα και μας εξιστορούν καταστάσεις που δε γνωρίζαμε. Ωστόσο, ο άνθρωπος που ξεχωρίζει -εκτός του Jordan- είναι ο Phil Jackson, ο Zen Master της αυτοκρατορίας που έχτισαν οι «ταύροι του Σικάγο» παίζοντας ψυχεδελικό μπάσκετ.

Η ολιστική προσέγγιση ενός προπονητή που άλλαξε για πάντα το μπάσκετ

Στα πρώτα τέσσερα επεισόδια του The Last Dance, αναπτύσσονται σχεδόν όλες οι σημαντικές προσωπικότητες των Chicago Bulls (MJ, Scottie Pippen, Dennis Rodman, Jerry Krause), αλλά σαν ένα κύμα που το παρατηρείς από μακριά να έρχεται και όσο σε πλησιάζει τόσο δυναμώνει, η προσωπικότητα του Phil Jackson ξεδιπλώνεται σταδιακά. Η κορύφωση όλων, βέβαια, έρχεται στα επόμενα επεισόδια και το ντοκιμαντέρ μας προετοιμάζει γι’ αυτήν με ένα σύντομο storytelling. Παρ’ όλα αυτά το “άστρο” του Jackson, του πιο επιτυχημένου προπονητή στην ιστορία του NBA, φωτίζει ήδη τα πάντα.

Τα πρώτα χρόνια του Phil Jackson

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο απομακρυσμένο Deer Lodge της Montana. Οι γονείς του βαθιά θρησκευόμενοι, είχαν αναπτύξει μια δυνατή σχέση με την Χριστιανική Εκκλησία και προσπαθούσαν να την μεταβιβάσουν και στα τέσσερα παιδιά τους. Μέσα σε ένα αυστηρό περιβάλλον, όπως αναφέρει και ο αδερφός του Chuck Jackson, ο μόνος τρόπος να έχουν μια επαφή με την πραγματικότητα και των υπολοίπων παιδιών της περιοχής, ήταν η ενασχόληση τους με τον αθλητισμό. O Phil Jackson, για πρώτη φορά στην ζωή του ήρθε σε επαφή με την τηλεόραση, όταν βρέθηκε στην τελευταία τάξη του Λυκείου.

Ο άνθρωπος που έχει στην κατοχή του 13 δαχτυλίδια NBA -2 ως παίχτης των New York Knicks, 6 ως προπονητής των Chicago Bulls και 5 με τους Los Angeles Lakers-, μπήκε στην σχολική ομάδα του Williston της North Dakota, όπου εκεί τον εντόπισε ο προπονητής Bill Fitch και του έδωσε μια θέση στην ομάδα του Πανεπιστημίου της περιοχής, την περίοδο 1965 – 1966. Το ύψος, η μαχητικότητα και τα μακριά του άκρα του έδωσαν μια θέση στο roster της ομάδας των New York Knicks το ’67, όταν και επιλέχθηκε στον δεύτερο γύρο των draft στην 17η θέση. Εκείνη την χρονιά ξεκίνησαν την καριέρα τους στο NBA οι Earl Monroe (1st round – 2nd pick, Baltimore Bullets), Walt Frazier (1st round – 5th pick, New York Knicks) και Pat Riley (1st round – 7th pick, San Diego Rockets).

Ο Phil Jackson γιορτάζει την επιλογή του στα draft του NBA

Οι πρώτες 6 σεζόν του στο NBA δεν είναι ακριβώς απογοητευτικές αλλά ούτε και επιτυχημένες. Δε βρίσκει θέση στην βασική πεντάδα της ομάδας και μόλις την τρίτη του χρονιά, χάνει όλη τη σεζόν (1969 – 1970) από έναν τραυματισμό στη μέση που θα τον ταλαιπωρούσε σε όλη του τη ζωή. Συνολικά μέχρι τότε, είχε μέσο όρο 6.6  πόντους και 4.3 ριμπάουντ, αλλά ήταν απ’ τoυς αγαπημένους παίχτες στο Madison Square Garden.

Η hippie περίοδος

Αν και το Summer of Love και το κίνημα των hippies είχε τελειώσει, στους κεντρικούς δρόμους της Νέας Υόρκης, ακόμα υπήρχε στην ατμόσφαιρα μια ελευθεριάζουσα αίσθηση. Η πόλη είχε μυηθεί σε underground φιλοσοφίες μέσω fanzine και εφημερίδων όπως η East Village Other, είχε ζήσει ανατρεπτικές/επαναστατικές καταστάσεις την περίοδο των διαδηλώσεων κατά του πολέμου στο Βιετνάμ -όταν για πρώτη φορά σε δημόσια προβολή διαδηλωτές έκαψαν τα διαβατήρια τους τον Μάιο του ’64-, το Woodstock του 1969 είχε πραγματοποιηθεί στο Bethel που ανήκει στη Νέα Υόρκη και, τέλος, ο John Lennon με την Yoko Ono μετακομίζουν στο Big Apple τον Αύγουστο του 1971.

Ο Phil Jackson εκείνη την περίοδο αρχίζει να εξερευνεί τον εσωτερικό του κόσμο επηρεαζόμενος απ’ το μοναδικό vibe της πόλης και αποκτά τον χαρακτηρισμό του hippie. Η σχετική φήμη που τον συνοδεύει στις ανάλογες κοινότητες, επηρεάζει το πώς αντιμετωπίζεται από μια μερίδα κόσμου, κάτι που θα αποτρέψει και ομάδες του NBA να τον προσλάβουν ως head/assistant coach.

H hippie πλευρά του Phil Jackson

Τα πρώτα ψυχεδελικά δαχτυλίδια ως παίχτης

Το πρώτο δαχτυλίδι μπαίνει στα δάχτυλα του το ’70 με τους Knicks και το δεύτερο έρχεται το ’73. Το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς, έρχεται η στιγμή που θα βιώσει το πέρασμα στις πύλες της ενόρασης, μέσα απ’ τη χρήση LSD όσο βρίσκεται στο Malibu. Ο ίδιος κατέγραψε αυτές τις στιγμές στο βιβλίο του “Maverick: More Than a Game” (εκδόσεις Playboy Press, 1975) και τις χαρακτήρισε ως «μοναδικές», που τον βοήθησαν «να αγαπήσει ακόμα περισσότερο το μπάσκετ» αλλά και να «εκτιμήσει βαθύτατα το ομαδικό πνεύμα».

Η χρήση, περιστασιακή ή συχνή, ψυχεδελικών ναρκωτικών, αποδεδειγμένα έχει βοηθήσει αρκετούς ανθρώπους στο να έρθουν σε επαφή με τον ψυχισμό τους και να συνδεθούν μαζί του. Όταν αυτή συνδυάζεται και με τεχνικές ή φιλοσοφίες της Ανατολής, όπως yoga, tantra και tai-chi, τότε η ένωση σώματος-ψυχής-νου, πραγματοποιείται με επιτυχία και ο άνθρωπος περνάει σε κάποιο άλλο επίπεδο συνειδητότητας. Ο Phil Jackson μυείται και σε αυτόν τον κόσμο, που τόσο απέχει απ’ τον ταχύτατο τρόπο ζωής του Δυτικού πολιτισμού, και ανακαλύπτει σημεία του εαυτού του που δεν γνώριζε ότι υπήρχαν. Η ανάγνωση του βιβλίου “Zen and the Art of Motorcycle Maintenance”, του συγγραφέα και φιλόσοφου Robert Pirsig, θα τον επηρεάσει ακόμα περισσότερο. Επιστρέφει στα παρκέ με καλύτερα στατιστικά και τις επόμενες δυο σεζόν έχει μέσο όρο 11 πόντους και 6.7  ριμπάουντ.

Πλέον είναι ικανός να περιορίζει τους εξωτερικούς περισπασμούς της ζωής και ταυτόχρονα πετυχαίνει μια εσωτερική κατάσταση γαλήνης και ανεξαρτησίας. Ένα αίσθημα που στην πορεία θα γίνει το προπονητικό του δόγμα και έτσι θα καταφέρει να διαχειριστεί τεράστιες προσωπικότητες (Jordan, Pippen, Rodman, Kobe, Shaq, Odom, Malone, Payton κ.λπ.) αλλά και να καταφέρει να οδηγήσει τις ομάδες του στις επιτυχίες μέσα από δύσβατους αθλητικούς και μιντιακούς δρόμους.

Το «διαφωτισμένο μπάσκετ» του προπονητή Phil Jackson

Από τις πρώτες μέρες του ως head coach, πριν ακόμη δουλέψει σε τέτοιον ρόλο στο NBA, αναπτύσσει μια συγκεκριμένη δική του φιλοσοφία προσέγγισης του αθλήματος, το λεγόμενο «enlightened basketball», που βασίζεται στην πεποίθηση ότι η σωστή νοοτροπία σε συνδυασμό με το ομαδικό πνεύμα συνεργασίας είναι αυτά που σου δίνουν τα κλειδιά της νίκης. Οι αριθμοί θα τον επιβεβαιώσουν. Στα χρόνια του ως προπονητής στο NBA, σε αγώνες της regular season έχει 70% νίκες και 68.7% στα playoff. Σε αυτά τα ποσοστά συμβάλλει και η επιρροή της «τριγωνικής επίθεσης» του Τex Winter, με τον οποίο συνεργάζεται στενά στους Chicago Bulls αλλά και στους LA Lakers στην συνέχεια.

Προστατεύει με τον τρόπο του τους παίχτες, καλλιεργεί ένα κλίμα εμπιστοσύνης, απομακρύνει τις πιέσεις και τους μεταβιβάζει μέσω mindfulness την πεποίθηση ότι μαζί μπορούν να επιτύχουν το οτιδήποτε. Συμμετέχει ενεργά στις προετοιμασίες της ομάδας πριν αντιμετωπίσουν τους αντιπάλους τους οργανώνοντας προβολές ταινιών [σ.σ. η ταινία “American History X” έπαιξε σημαντικό ρόλο στα playoff του 2000 – 2001, όταν αντιμετώπισαν τους Sacramento Kings των Williams- Webber- Divac- Stojakovic], ακούγοντας μουσική, δίνοντας εμψυχωτικές ομιλίες στα αποδυτήρια. Θεωρεί πως δεν αρκούν μόνο οι τακτικές και η γυμναστική για ενδυνάμωση, οπότε προσθέτει στο πρόγραμμα της προπόνησης την yoga και το tai-chi, ενώ θέτει ως απαραίτητη διαδικασία τον ομαδικό διαλογισμό. Ονομάζει επίσης κάποιες μέρες ως «silent day», στις οποίες οι παίχτες κατά την διάρκεια της προπόνησης απαγορεύεται να μιλάνε προκειμένου «να ακούσουν την σιωπή».

Οι Chicago Bulls κάνουν tai-chi υπό την καθοδόγηση του Phil Jackson

Στο “The Last Dance” ακούμε τον MJ να αναφέρει το βέτο του, πως χωρίς τον Phil Jackson δε θα παρέμενε ούτε ο ίδιος στην ομάδα, και αντίστοιχα στο μέλλον ο Kobe Bryant θα δήλωνε πως:

«Ο τρόπος που προσεγγίζω τα πράγματα, ο τρόπος που σκέφτομαι, όχι μόνο στο μπάσκετ αλλά και στην ζωή, προέρχονται απ’ αυτόν [τον Phil Jackson]».

Η προσωπικότητα και το πνεύμα του Phil Jackson συνέβαλλαν τα μέγιστα στο να χτιστούν δυο μπασκετικές αυτοκρατορίες (Bulls και Lakers), και υπό την καθοδήγηση του, αυτές οι ομάδες, βοήθησαν το NBA να γίνει μια διοργάνωση με παγκόσμια απήχηση. Στα αιώνια ερωτήματα «Τι θα ήταν ο Jordan χωρίς τον Pippen;» και «Πόσους τίτλους θα είχε ο Kobe χωρίς τον Shaq;», εγώ απαντάω με το «Τι θα είχαν καταφέρει όλοι αυτοί χωρίς τον Zen Master;»