Κάτι συνταρακτικό συνέβη στη νεολαία του δυτικού κόσμου πριν από 56 χρόνια. Το καλοκαίρι του 1967 ένας τεράστιος αριθμός Αμερικανών εφήβων – κανείς δεν γνωρίζει το ακριβές νούμερο, αλλά κάποιοι εκτιμούν μεταξύ 100.000 και 200.000 – δραπέτευσαν από αυτό που θεωρούσαν ως τις «φυλακές των προαστίων» και συγκεντρώθηκαν στην αστική συνοικία Haight-Ashbury του Σαν Φρανσίσκο.

Σήμερα αναπολούμε το «Καλοκαίρι της Αγάπης» ως μια χαμένη χρυσή εποχή ευδαιμονίας, ενθουσιασμού και περιπέτειας- έναν παράδεισο που δεν μπορεί ποτέ να ξαναδημιουργηθεί. Αλλά στην πραγματικότητα, αυτό το σημαντικό κομμάτι της δεκαετίας του ’60 εξακολουθεί να δεσπόζει στη λαϊκή κουλτούρα και τα κοινωνικά ήθη μέχρι και σήμερα.

Βασιζόμενο σε ουτοπικές παραδόσεις που χρονολογούνται από τους ιδρυτές της, και τροφοδοτούμενο από τις ευφορικές και παραισθησιογόνες δυνάμεις της μαριχουάνας και του LSD, το καλοκαίρι του 1967 είδε μια εξαιρετική πολιτιστική άνθιση  σε εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα.

Υπήρξε μια δημιουργική έκρηξη στις τέχνες, τη μουσική και τη μόδα σε συνδυασμό με την πεποίθηση ότι ο κόσμος θα μπορούσε να γεννηθεί εκ νέου. Χαρακτηριζόμενη από τα ζωντανά, ιριδίζοντα χρώματα της ψυχεδελικής τέχνης και την αντίληψη ότι η αγάπη ήταν η λύση σε όλα τα προβλήματα, η κουλτούρα των χίπις έβαλε στόχο να μεταμορφώσει τον κόσμο απορρίπτοντας κάθε κοινωνικό, πολιτικό, οικονομικό και αισθητικό χαρακτηριστικό της κυρίαρχης δυτικής κοινωνίας.

Η επανάσταση των χίπις έγινε αισθητή στα μέσα ενημέρωσης με την κυκλοφορία του τραγουδιού του Σκοτ Μακένζι, “San Francisco”, τον Μάιο του 1967, το οποίο αποτέλεσε τεράστια επιτυχία στις ΗΠΑ και σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης.

Η ιστορία λέει ότι ένας παράδεισος ειρήνης και αγάπης απλώθηκε πάνω το Σαν Φρανσίσκο, που δυστυχώς δεν διήρκησε για πολύ. Αυτός ο νέος κήπος της Εδέμ καταστράφηκε σταδιακά από τον τεράστιο αριθμό των εφήβων που κατέβηκαν στο Haight-Ashbury. Κάποιος περιέγραψε το χάος που προέκυψε ως «ζωολογικό κήπο».

Η εμπορευματοποίηση του χίπικου ονείρου επιδείνωσε το πρόβλημα, φέρνοντας μια γενική αίσθηση απογοήτευσης. Το διπλό σοκ των δολοφονιών του Μάνσον τον Αύγουστο του 1969 και η άγρια δολοφονία από τους Hells Angels ενός μέλους του κοινού στη συναυλία των Rolling Stones στο Altamont λίγους μήνες αργότερα, αποτέλεσαν τον επικήδειο μιας ολόκληρης εποχής.

Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή, οι «επιζώντες» απαρνήθηκαν την ψυχεδέλεια, εγκατέλειψαν τη μάταιη πεποίθηση ότι η αγάπη θα έλυνε τα πάντα και στράφηκαν στην πολιτική δράση – την απελευθέρωση των γκέι, το δεύτερο κύμα φεμινισμού και τον περιβαλλοντισμό. Ή βρήκαν γκουρού και έγιναν new agers. Η δεκαετία του ’60 σφραγίστηκε, και συντηρήθηκε στη συλλογική μνήμη ως μια χαμένη χρυσή εποχή, μια εποχή αθωότητας.

Ωστόσο, όπως όλες οι ιστορίες περί χρυσής εποχής, έτσι κι αυτή η αφήγηση είναι σε μεγάλο βαθμό ψεύτικη και παραπλανητική.

Φωτ.: Jim Marshall Photography LLC

Ευτυχισμένοι μαζί

Η κριτική στη μυθολογία του Summer of Love χρονολογείται από το ίδιο το 1967, από τους Diggers – που πήραν το όνομά τους από τους Άγγλους ριζοσπάστες του 1649-50. Αυτή η θεατρική ομάδα του δρόμου θεωρούσε το φαινόμενο των χίπις ως δημιούργημα των μέσων ενημέρωσης, έναν αντιπερισπασμό από την πραγματική προσπάθεια οικοδόμησης μιας νέας και πιο δίκαιης κοινωνίας. Κατήγγειλαν το ανεύθυνο κήρυγμα του γκουρού της ψυχεδέλειας Τίμοθι Λίρι, ο οποίος προέτρεπε τους εφήβους να πάρουν LSD και να απαρνηθούν την εργασία και τη μόρφωση, και επιτέθηκαν στην πιασάρικη ανοησία του τραγουδιού του Μακένζι ως τέχνασμα μάρκετινγκ.

Η αλήθεια είναι ότι όπως όλα τα φαινομενικά απλά πολιτιστικά φαινόμενα, έτσι και το Καλοκαίρι της Αγάπης ήταν πολύπλοκο. Υπήρχε μια βαθιά ένταση μεταξύ του back-to-basics ιδεαλιστικού κομμουνισμού των Diggers, της εμπορευματοποίησης των χίπηδων καπιταλιστών που πουλούσαν χαϊμαλιά και χάντρες, των υποστηρικτών του ψυχεδελικού μετασχηματισμού και των πολιτικάντηδων της νέας αριστεράς με έδρα το Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνια.

Το μοναδικό θέμα στο οποίο αντιτάχθηκαν όλες αυτές οι ομάδες ήταν η αμερικανική εμπλοκή στο Βιετνάμ. Όταν ο πόλεμος έληξε με την ειρηνευτική συμφωνία του Παρισιού το 1973, δεν υπήρχε πλέον ένας δεσμευτικός εξωτερικός εχθρός. Η ψευδαίσθηση μιας κοινής αντικουλτούρας εξαφανίστηκε.

Φωτ.: Jim Marshall Photography LLC

Λουλούδια στα μαλλιά σου

Στην πραγματικότητα, δεν υπήρχε μια ενιαία «δεκαετία του ’60», ούτε χρυσή εποχή, ούτε τίποτα για να τελειώσει. Αντίθετα, υπήρχαν τρεις κουλτούρες που συνέπεσαν όλες μαζί και άρχισαν να αλλάζουν τις αξίες της κοινωνίας.

Η πρώτη από αυτές τις κουλτούρες βασιζόταν στη μόδα και τη μουσική. Άνδρες που έμοιαζαν με παγώνια – μακριά μαλλιά και έντονα χρώματα – και γυναίκες με μίνι φούστες και ψυχεδελικά πάτερνς και χίπικα ρούχα. Η δεύτερη ομάδα ήταν οι πολιτικοί επαναστάτες, μετα- και νεομαρξιστές για τους οποίους ο μετασχηματισμός των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών ήταν η επιτακτική προτεραιότητα. Η τρίτη ομάδα πίστευε στην εσωτερική μεταμόρφωση και απελευθέρωση που επιτυγχάνεται μέσω της μαριχουάνας και του LSD.

Αν και οι προτεραιότητες των τριών ομάδων ήταν θεμελιωδώς διαφορετικές, μοιράζονταν την πεποίθηση ότι το παρελθόν ήταν κάτι παλιό, ξεπερασμένο και παρωχημένο, μαζί με τη ροπή προς μηα αχαλίνωτη ατομικότητα. Βέβαια, όλα αυτά σε μεγάλο βαθμό αλληλεπιδρούσαν μεταξύ τους, και όταν η ψυχεδελική κουλτούρα συναντήθηκε με τη ριζοσπαστική αριστερά, η έννοια της διαμαρτυρίας ως παιχνίδι, περφόρμανς και καλλιτεχνική έκφραση, βρέθηκαν στο επίκεντρο.

Μισό αιώνα μετά το αποκορύφωμα του Summer of Love, και οι τρεις αυτές κουλτούρες έχουν επιβιώσει, αλλά με διαφορετική σημασία. Η ατομικότητα και η αυτοέκφραση στη μόδα και τη μουσική συνεχίστηκαν απρόσκοπτα. Οι παραδόσεις της πολιτικής διαμαρτυρίας ανθίζουν καθώς νέοι στόχοι βρίσκονται στον περιβαλλοντικό ακτιβισμό και την πολιτική για τα σεξουαλικά δικαιώματα. Και οι νέες γενιές που καταπιάνονται με την πνευματική αναζήτηση βρίσκουν έμπνευση και εξακολουθούν να πειραματίζονται με ψυχεδελικά ναρκωτικά, που τώρα είναι επίσης γνωστά ως ενθεογόνα. Η λέξη «εν-θεο-γονο» -εν, Θεός, γενέσθαι, σημαίνει «το μέσο που γεννάτο θείο συναίσθημα».

Ο προσδιορισμός της δεκαετίας του ’60 ως μιας μοναδικής περιόδου, μιας χαμένης χρυσής εποχής, την αποκλείει από τη σύγχρονη εμπειρία. Μπορεί ο ήλιος να έδυσε στο Καλοκαίρι της Αγάπης, αλλά η ζεστασιά των ακτίνων του είναι αισθητή ακόμη και σήμερα.

Δείτε επίσης: Πού είναι το “Summer of Love” που μας υποσχέθηκαν;