«Δεν ήθελα να κάνω αυτό το ντοκιμαντέρ για μένα. Ήθελα να το κάνω για την οικογένειά μου, για τα παιδιά μου, για τα εγγόνια μου, για τη μαμά και τον μπαμπά μου, να κοιτάξουν πίσω και να έχουν κάτι να αγαπήσουν, γιατί ήταν ένα ταξίδι. Είναι απίστευτο αυτό που κατάφερα να κάνω στη ζωή μου», λέει ο David Beckham στο ομώνυμο ντοκιμαντέρ του Netflix. Και, όντως, είναι απίστευτα όλα αυτά που κατάφερε να κάνει στη ζωή του.

Δεν μπορώ να πω με σιγουριά πότε άκουσα για πρώτη φορά το όνομά του. Όταν έκανε το ντεμπούτο του στην Manchester United, στις 2 Απριλίου του 1995, εγώ ήμουν 9 χρονών (εκείνος 20) και τότε είχα το μυαλό μου στο μπάσκετ -βλέπεις, υπήρχαν ο Michael Jordan και οι Chicago Bulls στη ζωή μας. Φυσικά και είχαμε αστέρες στο ποδόσφαιρο εκείνη την περίοδο, όπως οι Roberto Baggio, Romario, Alan Shearer, Jürgen Klinsmann, Iván Zamorano, Gabriel Batistuta και άλλοι καλλιτέχνες της στρογγυλής θεάς, όμως τους έλειπε αυτό το «κάτι» για να εκτοξεύσουν τη φήμη τους στα ύψη και να μην υπάρχει κανείς στον πλανήτη που να μην τους γνωρίζει. Αυτό το «κάτι» που έλειπε από το ποδόσφαιρο και την ποπ κουλτούρα, ξεχείλιζε από τον David Beckham.

Αργότερα, και αφού ως έφηβος ξεπέρασα τους παιδικούς μου έρωτες με διάφορους αθλητές και καλλιτέχνες, κρατώντας πάντα την αγάπη μου γι’ αυτούς (όσους δεν απομυθοποίησα), ο δεξιός μέσος της Manchester United είχε όσα, εμείς τα αγόρια, επιθυμούσαμε: ταλέντο και ικανότητα, ήταν επιτυχημένος, έβγαζε πολλά λεφτά, είχε παντρευτεί μια όμορφη και διάσημη γυναίκα -την Victoria “Posh” Adams των Spice Girls-, στα 24 του έκανε παιδί, ήταν πρόσωπο της μόδας και στυλάτος, έκανε με το μαλλί του ότι διάολο ήθελε.

Τι άλλο να θέλει κανείς από τη ζωή του, θα σκεφτεί κάποιος. Πολλά περισσότερα, θα του απαντούσε ο Beckham, και σίγουρα να βρίσκεται σε μια συνεχής εγρήγορση, να εκμεταλλεύεται κάθε ευκαιρία που του δίνεται. «Σε όλη μου τη ζωή, πάντα έκανα τα πράγματα στο έπακρο» λέει ο ίδιος στο ντοκιμαντέρ. «Αν έπρεπε να κάνω κάτι, έπρεπε να το κάνω σωστά». Και ο άτιμος τα έκανε όλα και σωστά.

Η σχέση του με τον “Fergie”

Ο Sir Alex Ferguson, ο άνθρωπος που έκανε τη Manchester United ένα από τα πιο δυνατά brand στον πλανήτη, τον εντόπισε από πιτσιρικά και, όπως βλέπουμε στο ντοκιμαντέρ, τον έβαλε από νωρίς να μυηθεί στην κουλτούρα του σωματείου. Ο Ferguson για πολλούς, αθλητές και δημοσιογράφους, ήταν ένας στριφνός, απόλυτος, αυστηρός άνθρωπος. Ωστόσο, κανείς δε μπορεί να πει ότι δεν ήταν οραματιστής και γνώστης του αντικειμένου. Ήθελε η United να μην είναι απλώς μια ποδοσφαιρική ομάδα αλλά «football club», όπως ο ίδιος λέει στο ντοκιμαντέρ. Για να το πετύχει αυτό έπρεπε να επενδύσει σε παίχτες που ανδρώνονται εντός περιβάλλοντος -που ο ίδιος έχει χτίσει- και εξελίσσονται όχι μόνο ως ποδοσφαιριστές αλλά και ως προσωπικότητες. Ο Beckham για τον Ferguson ήταν σαν παιδί του και στον “Fergie” ο Beckham αναγνώρισε στοιχεία του πατέρα του. Οι δυο τους δέθηκαν, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι οι σχέσεις του ήταν ειδυλλιακές, με αποκορύφωμα τον καταλάθος τραυματισμό του “Becks” μετά από μια έκρηξη του Ferguson στα αποδυτήρια, επειδή η United έχασε και κατά τη γνώμη του ο DB είχε αλλού το μυαλό του, που κλώτσησε ένα σωρό με εμφανίσεις που βρισκόντουσαν στο πάτωμα και ανάμεσά τους ήταν ένα ποδοσφαιρικό παπούτσι. Αυτό προσγειώθηκε στο φρύδι του Beckham, μάτωσε, και ο καθρέφτης ράγισε.

Ο Sir Alex Ferguson και ο David Beckham

Η σχέση του με την “Posh” Spice

Όταν ξεκίνησε να παίζει βασικός στη Manchester United, την περίοδο 1995-1996, ξεχώρισε αμέσως. Ξεκινώντας ως βασικός στα 26 από τα 33 παιχνίδια που έπαιξε εκείνη τη σεζόν στην Premier League, ο κόσμος τον αγάπησε για τον τρόπο που έπαιζε, για τις σέντρες ακριβείας, για τη μαχητικότητά του, για τα χτυπήματα φάουλ και, εννοείται, για εκείνο το γκολ πίσω από τη σέντρα το οποίο σημείωσε στο πρώτο παιχνίδι της επόμενης σεζόν (1996-1997) εναντίον της Wimbledon. «Δεν τον άφησαν ποτέ μόνο του μετά από αυτό» λέει ο Ferguson στο ντοκιμαντέρ του Netflix. Ανάμεσα σε αυτούς και η Victoria Adams (Beckham) των Spice Girls.

Ο έρωτας ανάμεσά τους ήταν αυτό που ονομάζουμε κεραυνοβόλος. Συναντήθηκαν για πρώτη φορά στη λήξη ενός ποδοσφαιρικού αγώνα φιλανθρωπικού σκοπού το 1997, όταν η Victoria και η Mel B πήγαν στο γήπεδο για να δουν από κοντά την United. Η Victoria είχε ήδη “σταμπάρει” τον David από τις εφημερίδες και τα περιοδικά, ήθελε να τον γνωρίσει, αλλά ποτέ δεν φανταζόταν ότι θα προέκυπτε ένα instant crush μεταξύ τους. Αρχικά, προσπάθησαν να κρατήσουν τη σχέση τους κρυφή, όμως, αργότερα, το ζεύγος “Becks & Posh” κατέληξε να πάρει βασιλικές διαστάσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο. Παντρεύτηκαν στα μωβ, έκαναν 3 παιδιά, δεν χώρισαν ποτέ αλλά η σχέση τους κλονίστηκε όταν ο DB πήγε με μεταγραφή το 2003 στη Ρεάλ Μαδρίτης των Galacticos. Μέσα σε μια νύχτα, κυριολεκτικά, η ζωή των Beckham άλλαξε. Η Ισπανία, εκτός του ότι έδινε μεγάλη προοπτική στην καριέρα του Becks, μπορούσε να προσφέρει στην οικογένειά τους μια αίσθηση ηρεμίας.

Το μεσογειακό ταμπεραμέντο και τα γιουχαρίσματα

Στην Αγγλία, τα ταμπλόιντ ασχολιόντουσαν συνέχεια με τη ζωή τους, οι παπαράτσι ήταν καθημερινά έξω από το σπίτι τους και ο DB είχε υποστεί έναν άνευ προηγουμένου δημόσιο εξευτελισμό με την αποβολή του στο παιχνίδι με την Αργεντινή στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998, που «στοίχισε», σύμφωνα με τον προπονητή της Εθνικής Αγγλίας Glenn Hoddle, την πρόκριση της ομάδας στην επόμενη φάση. Η Εθνική Αγγλίας, υπό την καθοδήγηση του βετεράνου ποδοσφαιριστή Hoddle -ένα από τα πρότυπα του Beckham-, είχε ένα αρκετά αξιόλογο και μαχητικό ρόστερ, με παίχτες όπως Sol Campbell, Paul Ince, Gareth Southgate, David Beckham, Alan Shearer, Steve McManaman, Gary Neville, Paul Scholes, Rio Ferdinand και Michael Owen να γεμίζουν ελπίδα -τι πιο σύνηθες- τους Άγγλους για την κατάκτηση του Μουντιάλ.

Σε εκείνη την διοργάνωση, ο DB ίσως ήταν το μεγάλο αστέρι της Αγγλίας, ο παίχτης που μπορεί να οδηγήσει την ομάδα στον τελικό. Όμως, όπως βλέπουμε στο ντοκιμαντέρ, ο Diego Siemone ήθελε να ωθήσει τον Becks στα όριά του. Τελικά, τα κατάφερε με ένα σκληρό μαρκάρισμα που έφερε ως αποτέλεσμα -σε συνδυασμό με την πίεση που ένιωθε ο ίδιος από τον Hoddle και τα βρετανικά Μέσα- την άμεση αντίδραση του Beckham. Πήρε κόκκινη κάρτα, αποχώρησε για τα αποδυτήρια και για τα επόμενα χρόνια, σε κάθε ματς που έπαιζε εντός Αγγλίας, ο κόσμος τον γιούχαρε. Ο David Beckham έχασε το χαμόγελό του, ένιωσε ασφαλής μόνο στην αγκαλιά της Posh Spice, ζορίστηκε ψυχολογικά όσο ποτέ άλλοτε και συνέχισε να κάνει αυτό που ήξερε καλύτερα: να οργώνει τη δεξιά πλευρά των γηπέδων με το τρέξιμό του, να πετυχαίνει εντυπωσιακά γκολ με μακρινά σουτ, να έχει ηγετική παρουσία στο γρασίδι, να έχει το καλύτερο χτένισμα του πλανήτη, να αρέσει στις γυναίκες, να φωτογραφίζεται για εξώφυλλα και να κυκλοφορεί με στυλ που όμοιό του, στα 90s, δεν είχαμε ξαναδεί. Οπότε, τι είχε αλλάξει; Ο Becks πλέον χαμογελούσε μόνο εκτός γηπέδων.

Η Ρεάλ Μαδρίτης, για εκείνον, ήταν το ιδανικό καταφύγιο, η κατάλληλη διέξοδος από την βρετανική τοξικότητα -παρόλο που δεν ήθελε να αποχωρήσει από την United. Εκεί, θα συναντούσε τον Zinedine Zidan, τον Raul, τον Ronaldo, τον Louis Figo, τον Roberto Carlos, τον Iker Casillas. Οι καλύτεροι παίχτες του κόσμου συγκεντρωμένοι σε μία ομάδα. Η Victoria δεν τον ακολούθησε τον πρώτο καιρό, αφού έμεινε πίσω στην Αγγλία με τα παιδιά τους, αλλά μετακόμισε μετέπειτα στη Μαδρίτη. Λίγο τα δημοσιεύματα που ήθελαν τον Beckham να έχει εξωσυζυγικές σχέσεις, λίγο το εκρηκτικό μεσογειακό ταπεραμέντο των Μέσων, η πίεση που ασκούσαν οι οπαδοί στην ομάδα των Galacticos να κατακτήσουν ό,τι βρουν μπροστά τους, δημιούργησε περαιτέρω ένταση εντός του αλλά και στο ζευγάρι.

Μετά από 3 σεζόν χωρίς πρωτάθλημα και Champions League στη Μαδρίτη, ο Beckham έπρεπε να βρει τρόπο να “δραπετεύσει” από ένα ασφυκτικό περιβάλλον. Την τελευταία χρονιά, την περίοδο 2006-2007, και ενώ είναι ο μοναδικός μεγάλος σταρ από τους Galacticos -μαζί με τον Roberto Carlos και τον Raul- που έχει μείνει στην ομάδα, η Real κατακτάει τη La Liga στην ισοβαθμία με την Barcelona. Ο Fabio Capello, ο προπονητής που έδωσε νέα πνοή στην ομάδα, και ο φίλαθλος κόσμος της Μαδρίτης θέλουν τον DB να συνεχίσει στην ομάδα αλλά το μυαλό του είναι στις ΗΠΑ.

David Beckham, Louis Figo, Ronaldo, Zinedine Zidan και Raul

Το σύγχρονο British Invasion

Ό,τι και να έκαναν οι Beatles στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ευρώπη, ποτέ δεν θα είχαν καταφέρει να γίνουν αυτό που είναι αν δεν είχαν ταξιδέψει στις ΗΠΑ το 1964. Κάτι αντίστοιχο δεν ισχύει μόνο για τον David Beckham αλλά και για το ποδόσφαιρο στο σύνολό του. Όχι ότι το πιο δημοφιλές άθλημα του κόσμου δεν ήταν ο κυρίαρχος των σπορ μέχρι να πάει ο Becks στην Αμερική, αλλά πηγαίνοντας εκεί αντιμετωπίστηκε ως Μεσσίας και δημιούργησε μια νέα αγορά για αυτό που αποκαλούν όλοι «football» και οι Αμερικανοί «soccer» -εξωφρενικό, αλλά OK.

Η MLS αναγκάστηκε να αλλάξει τους κανόνες του μέσου όρου των απολαβών των ποδοσφαιριστών για να παίξει ο Beckham στην ομάδα των LA Galaxy και το πάρτι που διοργανώθηκε για την υποδοχή του ήταν ένα οσκαρικό πανηγύρι. Tom Cruise, Bruce Willis, Will Smith, Stevie Wonder, Jim Carrey και άλλα τεράστια ονόματα της βιομηχανίας του θεάματος μαζεύτηκαν εκείνο το βράδυ για να δουν από κοντά το «φαινόμενο» Beckham και να πάρουν λίγο από τη λάμψη του.

Και ενώ οι Becks & Posh φαινόντουσαν ευτυχισμένοι με την προοπτική της ζωής στο Λος Άντζελες, τα πράγματα για τον ίδιο δεν ήταν τόσο ευχάριστα σε αυτή την στροφή της καριέρας του. Στις ΗΠΑ, ο Beckham, συνάντησε κάτι που… έμοιαζε με ποδόσφαιρο: ορισμένοι αγώνες γινόντουσαν σε γήπεδα αμερικανικού ράγκμπι (football) και ο Becks μπερδευόταν με τις γραμμές, οι συμπαίχτες του ήταν κηπουροί και καθαριστές πισίνας, οι φίλαθλοι δεν είχαν γνώσεις για τους κανόνες του παιχνιδιού, όπως αντίστοιχα ο κόσμος στην Ευρώπη. Έπαιξε στους LA Galaxy σε 30 αγώνες και πήρε μεταγραφή στη Milan -κάτι που δεν άρεσε καθόλου στην Victoria.

Στην Ιταλία, ο DB ένιωσε ότι βρίσκεται σε γνώριμα μέρη. Ήταν πολύ ευχαριστημένος με τη δυνατότητα που του δόθηκε να επιστρέψει στα ευρωπαϊκά γήπεδα και να παίξει σε υψηλό επίπεδο, εξέφρασε δημόσια την επιθυμία του να παραμείνει στη Milan αλλά ο ιδιοκτήτης των LA Galaxy δεν συμφωνούσε. Στο τέλος της σεζόν 2008-2009 γύρισε στις ΗΠΑ και, αφού διευθετήκαν εσωτερικές κόντρες, κυρίως με τον συμπαίκτη του Landon Donovan, οι LA Galaxy κατέκτησαν το πρωτάθλημα -κάτι που επαναλήφθηκε και την επόμενη χρονιά.

Πλέον, ο Becks είχε σπείρει για τα καλά το μικρόβιο του ποδοσφαίρου στις ΗΠΑ και η λίγκα της MLS απέκτησε κύρος. Οι Αμερικανοί ξεκίνησαν να παίζουν soccer και αγκάλιασαν ζεστά την κουλτούρα του, ενώ ο ίδιος κατάφερε να αποκτήσει τη δική του ποδοσφαιρική ομάδα: τους Inter Miami.

Η επιρροή του ποδοσφαίρου, και κυρίως του David Beckham, στις ΗΠΑ είναι τόσο μεγάλη που πλέον οι Inter Miami βρίσκονται στο #4 της κατάταξης των ομάδων (από όλα τα σπορ) με τους περισσότερους followers στο Instagram. Πιο συγκεκριμένα: οι Golden State Warriors (NBA) έχουν 30,7 εκατ. ακόλουθους, οι Los Angeles Lakers (NBA) έχουν 22,9, οι Cleveland Cavaliers (NBA) έχουν 15,8, οι Inter Miami 15,3 εκατ. followers και οι Chicago Bulls έχουν 9,7. Επίσης, ακόμα μια ένδειξη για την επιτυχία που σημειώνουν οι Inter Miami σε όλα τα επίπεδα, είναι τα ονόματα που έχουν υπογράψει στην ομάδα λόγω του οράματος του David Beckham -αλλά και για τα λεφτά που υπάρχουν στις ΗΠΑ: Blaise Matuidi, Gonzalo Higuaín, Sergio Busquets, Jordi Alba και Lionel Messi.

 

View this post on Instagram

 

A post shared by Inter Miami CF (@intermiamicf)

Το παρεξηγημένο brand με το όνομα Beckham

Για πολλούς, ο David Beckham ήταν μόνο ένα «ωραίο μαλλί και καλό φάλτσο». Για άλλους, ήταν μόνο «για εκτελέσεις στημένων και εξώφυλλα». Η αλήθεια είναι πως ενώ «ίδρωνε τη φανέλα» από την πρώτη στιγμή που πάτησε στο γήπεδο μέχρι και την τελευταία του, με την Paris Saint-Germain τη σεζόν 2012-2013, στο μυαλό ενός μεγάλου ποσοστού του κόσμου ο ποδοσφαιριστής Beckham δεν υπήρξε ποτέ. Και αν υπήρξε, ήταν τόσο σύντομο το πέρασμά του που λίγοι θυμούνται τι προσέφερε στις ομάδες του και στους συμπαίχτες του.

Ο Becks ήταν αυτό που λέμε «σκυλί», αλλά με τη φινέτσα ενός δεξιού μέσου που ξέρει ότι είναι όμορφος. Συνήθιζε να φτιάχνει το μαλλί του κατά τη διάρκεια των αγώνων -εκτός από τις περιόδους που το είχε πολύ κοντό- αλλά και τι μ’ αυτό; Ποιος μπορεί να του αφαιρέσει όλα αυτά που κατέκτησε με την αξία του; Κανείς. Όταν το απαιτούσαν οι συνθήκες έβγαινε στο προσκήνιο, πίεζε, φώναζε, κατεύθυνε, σκόραρε -όπως σε εκείνο το αξέχαστο παιχνίδι της Εθνικής Αγγλίας απέναντι στη δική μας ομάδα του Ότο Ρεχάγκελ. Είχε την αποδοχή των συμπαικτών του, αν και όχι πάντα των προπονητών του.

Όπως και στην περίπτωση του Neymar, στον Beckham πιστώθηκαν πολύ λιγότερα από αυτά που κατάφερε και κατηγορήθηκε, σε αρκετές περιπτώσεις, ότι δεν ήταν αντάξιος των προσδοκιών. Αλλά για ποιες προσδοκίες μιλάμε; Ο ίδιος ποτέ δεν βγήκε να πει ότι είναι ο καλύτερος παίκτης στον κόσμο, ποτέ δεν είπε ότι θα κατακτήσει τα πάντα στις ομάδες που έπαιξε.

Ίσως δεν ήμασταν ποτέ έτοιμοι για το πάντρεμα του ποδοσφαίρου με την ποπ κουλτούρα, σε τέτοιο βαθμό, αλλά μπορούμε να δώσουμε τα credits στον Becks ότι ήταν ο πρώτος που άνοιξε αυτόν τον δρόμο για να τον διασχίσουν όλοι οι υπόλοιποι μετέπειτα.

Ακόμη και σήμερα, στα 48 του, παραμένει όμορφος, επιτυχημένος, στυλάτος, οικογενειάρχης και με ένα χαμόγελο που μαγνητίζει, όπως κολλούσε και η μπάλα στο δεξί του πόδι πριν καταλήξει στα δίχτυα των αντιπάλων και στα κεφάλια των συμπαικτών του.