Τον Ζήση Ανδριόπουλο τον γνωρίζω πάνω από 15 χρόνια. Εχω πιεί μαζί του, έχω κάτσει στην ίδια μπάρα ενός μαγαζιού, έχουμε μεθύσει μαζί και του έχω πει μέχρι και τα γκομενικά μου.

Eπιβεβαιώνω λοιπόν ότι ο «Ζησάκος» (όπως τον αποκαλούν όλοι χαϊδευτικά) ή Zade Adez ή σκέτο Zade (όπως είναι το alias του στους Lip Forensics) είναι ένα από τα καλύτερα παιδιά εκεί έξω και πάντα, ό,τι και αν κάνει, σε μουσικό επίπεδο, είναι άξιο αναφοράς και αξιοπρόσεκτο γιατί είναι εκλεκτικό και ποιοτικό, χωρίς ο ίδιος να κάνει εκπτώσεις (κάνει εκπτώσεις σε καλούς φίλους, όταν τους εκπροσωπεί στο δικαστήριο, όπως μαθαίνω, γιατί είναι και εξαιρετικός δικηγόρος συν τοις άλλοις, εκτός από ψυχάρα).

Το έτερο μέλος των Lip Forensics, τον Κώστα Μουρούλη, δηλαδή τον Ekelon, δεν τον γνωρίζω προσωπικά. Φυσικά γνωρίζω την εξαιρετική πορεία του ως ηχολήπτη και παραγωγού (είναι και ο in-house engineer της νεοσύστατης και άκρως ελπιδοφόρας δισκογραφικής εταιρείας Veego Rec), τις κατά καιρούς συνεργασίες του με τον Blend Mishkin, τους Kepler Is Free, τον Sigmataf, αλλά και με τη Μαρίνα Σάττι, της οποίας επιμελείται την παραγωγή στα live της.

Η μόνη φορά που ήρθα «κοντά», που λέμε, με τον συνονόματό μου ήταν στο προ ημερών άρθρο μου για τη Μαρίνα Σάττι, όταν ο Ekelon με «έκραξε» δημοσίως στα σχόλια κάτω από το Facebook post του κειμένου, αποκαλώντας με «γέρο» ή «γερομπαμπαλή που κάθεται σε ένα καφενέ και γκρινιάζει» ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων.

Γιατί τα λέω όλα αυτά;

Γιατί και η εγχώρια μουσική, όπως και όλα στην Ελλάδα, είναι πρωτίστως πλέον «δημόσιες σχέσεις». Να μάθεις, ως μουσικός, να πλοηγείσαι με επιτυχία (με ή χωρίς εισαγωγικά) ανάμεσα στους σκοπέλους και υφάλους αυτού του αχανούς υδάτινου οικοσυστήματος που αποκαλείται «ελληνική μουσική» ή «ελληνική δισκογραφία», παραμερίζοντας όλους τους δυνητικούς «καρχαρίες» [σαν και αυτούς για τους οποίους μιλούσε ο Freddie Mercury στο τραγούδι «Death On Two Legs» των Queen].

Και ο Ekelon – και αυτός είναι ένας από τους λόγους που ήδη τον συμπαθώ, χωρίς καν να τον έχω γνωρίσει – δεν είναι διατεθειμένος να παίξει με όρους δημοσίων σχέσεων και της λογικής «ω, να μην γράψουμε κάτι κακό ή ασχημο για κάποιον, γιατί μετά αυτός ενδεχομένως να μας το κρατάει μανιάτικο και να μην γράψει για το νέο άλμπουμ μας ή να μας θάψει».

(Που και να συνέβαινε, σιγά το ζήτημα δηλαδή, ποιος νοιάζεται στο κάτω κάτω για τους κριτικούς).

Όχι. Ο Κώστας αδιαφορεί για όλα αυτά και μπράβο του και έτσι πρέπει να είναι γιατί πρέπει να υπερασπιζόμαστε αυτούς με τους οποίους επιλέγουμε να δουλεύουμε μαζί (τη Μαρίνα Σάττι εν προκειμένω) γιατί αυτό θα έκανα και εγώ αν κάποιος, αντίστοιχα, έλεγε κάτι κακό για ένα συνάδελφό μου.

Ο Κώστας είπε την γνώμη του για μένα δημοσίως χωρίς να νοιαστεί για τα πιθανά repercussions και τις επιπτώσεις, αποδεικνύοντας ότι δεν «παίζει» με όρους δημοσίων σχέσεων.

Κάποια στιγμή βέβαια, θα ήθελα να μιλήσω μαζί του, αν είχα την ευκαιρία, και να κάναμε μια κουβέντα για την περίπτωση της Σάττι, πάντα σε άκρως πολιτισμένα πλαίσια και με συγκεκριμένα μουσικά επιχειρήματα και όχι μια εκ του μακρόθεν διαδικτυακή επικοινωνία εδραζόμενη στη λογική «είσαι γέρος και γερομπαμπαλής γιατί δεν “πιάνεις” αυτό που “πιάνω” εγώ».

Μόνο έτσι έχει νόημα να γίνεται μια δημιουργική ζύμωση και ανταλλαγή απόψεων ανάμεσα σε όλους τους εμπλεκόμενους στο χώρο. Αλλιώς ας μοιράζουμε όλοι διαδικτυακούς «ψόφους» να τελειώνουμε και ας μην ξαναμιλήσουμε ποτέ μεταξύ μας και ας προσποιηθούμε ότι δεν είδαμε ο ένας τον άλλον όταν βρισκόμαστε δίπλα δίπλα στα ίδια μαγαζιά.

Επειδή όμως, εγώ προσωπικά, έχω σκοπό και να συναντηθώ, αλλά και να ξαναμιλήσω με όλους τους εγχώριους μουσικούς που εκτιμώ και που ακούω τους δίσκους τους, εννοείται ότι θα γράψω την γνώμη και τις εντυπώσεις μου από το νέο άλμπουμ των Lip Forensics, με τίτλο «Apophenia». Δηλαδή «αποφένια», στα ελληνικά.

Tι είναι «αποφένια»;

Έχετε κοιτάξει ποτέ τα σύννεφα και βλέπετε το σχήμα ενός ζώου;

Έχετε ποτέ ξεφλουδίσει μια πατάτα και καθώς την κοιτάτε ξεφλουδισμένη, βλέπετε σε αυτή το πρόσωπο του μακαρίτη του θείου σας που πέθανε το 2012;

Θυμάστε στην ταινία «Στενές Επαφές Τρίτου Τύπου» του Στίβεν Σπίλμπεργκ που ο πρωταγωνιστής, ο Ρόι, βλέπει πάντου γύρω του το σχήμα ενός ψηλού βουνού – ένα σχήμα που ο ίδιος θεωρεί ότι σημαίνει κάτι πολύ σημαντικό;

«Αποφένια» λοιπόν είναι η τάση εύρεσης μοτίβων γύρω μας και η σύνδεση πραγμάτων και γεγονότων μεταξύ τους ακόμα και όταν αυτά δεν συνδέονται ορθολογικά.

Η πάθηση, που πήρε το όνομά της ονομάστηκε από τον Γερμανό ψυχίατρο Κλάους Κόνραντ, που την ονόμασε «Apophenia» από την ελληνική λέξη «αποφαίνω», συμβαίνει κυρίως σε ασθενείς που βλέπουν παντού συνομωσίες σε απλά καθημερινά γεγονότα ή πράγματα γύρω τους, ενώ η αποφένια θα μπορούσε να είναι σύμπτωμα κάποιας ψυχικής νόσου, όπως η σχιζοφρένεια.

Ο πιο συχνός τύπος αποφένιας ονομάζεται «παρειδωλία» και είναι η συσχέτιση τυχαίων εικόνων ή ήχων με εικόνες ή ήχους που έχουν κάποιο νόημα.

Ακόμη και τα τέστ Ρόρσαχ που χρησιμοποιούν οι ψυχίατροι, στηρίζονται πάνω σε αυτή την λογική της αποφένιας.

Διόλου τυχαία, δυο από τα καλύτερα τραγούδια του άλμπουμ των Lip Forensics ονομάζονται «Pareidolia» και «Rorschach». 

Πολλοί, στο παρελθόν, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό, έχουν προσπαθήσει να «πατήσουν» πάνω στους ιστορικούς Suicide και τους μουσικούς επιγόνους αυτών, δηλαδή τους Primal Scream εποχής «XTRNTR» (2000) ή το electro-clash της ίδιας περίπου εποχής, αρχές ’00s.

Πολλοί επεδίωξαν να «παντρέψουν» τα ηλεκτρονικά beats με τις φαζαρισμένες (προηχογραφημένες ή μη) κιθάρες της απόλυτης παραμόρφωσης και το μουσικό κακοφωνικό drone, αλλά ελάχιστοι το κατάφεραν πραγματικά τα τελευταία χρόνια, με τρανότερο παράδειγμα τους σπουδαίους Fuck Buttons (και το εξίσου σπουδαίο side project των Blanck Mass).

Και εδώ στην Ελλάδα είχαμε κάποιες εξαιρετικές απόπειρες (τους ηλεκτρονικούς μινιμαλιστές Rattler Proxy του Μάκη Παπασημακόπουλου ή ακόμη και τους πιο industrial droners Mech_animal του διευθυντή του Olafaq, του Γιάννη Παπαϊωάννου) και οι Lip Forensics συνεχίζουν αυτό το εξαιρετικό σερί με μπάντες που ενστερνίζονται δημιουργικά το όψιμο coldwave και synth-punk μουσικό κλίμα, περνώντας το μέσα από τα προσωπικά τους φίλτρα και παραδίδοντάς μας κάτι που είναι, κατά βάση, ελληνικό μέσα στην διεθνικότητα του και, την ίδια στιγμή, διεθνές μέσα στην ελληνικότητά του.

Ο διπλός έλικας των Lip Forensics

Το «Apophenia» είναι ένα εξαιρετικό άλμπουμ γιατί καταφέρνει, εκτός από το πάντρεμα των beats με τις κιθάρες, να φέρει κοντά σε μουσικά «γενετικό επίπεδο», σαν το double helix, τον διπλό έλικα, τις επιρροές των δυο συνδημιουργών του: ο Ζade, με πιο ροκ και indie παρελθόν, έχει το αυτί του στραμμένο στην δημιουργία των quiet/LOUD/quiet ατμόσφαιρων που διατρέχουν το άλμπουμ, ενώ ο μπασμένος γερά μέσα στην ηλεκτρονική φάση και τις κονσόλες Ekelon, από την πλευρά του, είναι, την ίδια στιγμή, ο «μετρονόμος» της μπάντας και ο ρυθμολόγος της, αυτός που κρατάει το «μουσικό πιεσόμετρο» των bpm.

Τα απότομα ξεσπάσματα της κιθάρας διαδέχονται τα μπάσα και τις «μπότες» που προκύπτουν από τα σινθεσάιζερ και τα laptop, η παραμόρφωση εισβάλλει αδίστακτα στα αυτιά, απειλώντας να σοδομήσει τα τύμπανά τους, ενώ πίσω από κάθε τραγούδι του άλμπουμ κρύβεται και μια έκπληξη, μια αλλαγή εκεί που δεν το περιμένεις – μια εναλλαγή που με την σειρά της μπορεί ενδεχομένως να μην είναι πάντα η ιδανική και «για τον καθένα», που λέμε, αλλά σίγουρα τής πιστώνεις το στοιχείο της εξέλιξης και του διαρκώς κλιμακούμενου modus operandi του «προς τα μπροστά» που επιχειρεί το ντουέτο, με το βλέμμα και το αυτί τους στραμμένο στο επόμενο δευτερόλεπτο ή λεπτό του εκάστοτε κομματιού τους.

Τι κάνουν λοιπόν, άκρως επιτυχημένα, οι Lip Forensics;

Επιχειρούν μια, τρόπον τινά, μουσική «παρειδωλία», συσχετίζοντας τυχαίους ήχους με εικόνες που τους δημιουργούνται στον εγκέφαλο.

Στη συνέχεια παίρνουν αυτούς τους ήχους, και είναι σαν να κλείνουν τα μάτια και να δημιουργούν ένα ηχητικό κολάζ από ήχους που προκύπτουν μετά από διαδοχικές θεάσεις διαφόρων τεστ Ρόρσαχ.

Η πάντα εξαιρετική Γεωργία Καλαφάτη ή Sugahspank! απογειώνει το «Unrest (Rise Up)»  που είναι και το πρώτο single του δίσκου, ενώ το ίδιο κάνει και η Ειρήνη Σκυλακάκη με το «Different». Οι Lip Forensics [που μας έδωσαν στο Olafaq και μια ωραία συνέντευξη πριν λίγο καιρό] ξεκινάνε πάντα τις συνθέσεις τους με γνώμονα να καταφέρουν να κουνήσουν ρυθμικά (πρωτίστως τα δικά τους και μετέπειτα και) τα πόδια των ακροατών τους αλλά οδηγούν, εντελώς ηθελημένα, το κάθε τους τραγούδι προς μια, δυνητικά, επικίνδυνη κατεύθυνση.

Και εκεί που νομίζεις ότι το όχημα των Lip Forensics θα εκτροχιαστεί, ξαφνικά ξαναμπαίνει, μαγικώ τω τρόπω, ξανά πάνω στις ράγες.

Αλλά και να εκτροχιαστούν, «δικός τους είναι ο λογαριασμός» στο κάτω κάτω γιατί ο Zade και ο Ekelon τουλάχιστον θα μπορούν να επαίρονται ότι «έγραψαν και συνέθεσαν μόνοι τους την αυτοκαταστροφή τους», που τραγούδησαν προ 15ετίας και οι Of Montreal.

Σε όλο αυτό το υπέροχα χορταστικό μουσικό combo που λέγεται «Apophenia» υπάρχει και κάτι που πρέπει να αναφερθεί, χωρίς φυσικά αυτό να είναι κακό (ή «ευθύνη» των ίδιων των Lip Forensics): ότι, σε επίπεδο ζωντανής παρουσίασης του άλμπουμ τους, όπως τουλάχιστον το είδαμε προ ημερών στο Release Athens Festival 2023, όπου και «άνοιξαν» την συναυλία κατά την ημέρα των Primal Scream και των Prodigy, οι Lip Forensics είναι έτη φωτός μπροστά από οτιδήποτε άλλο στην Ελλάδα σήμερα.

Το απόγευμα εκείνο ο Κώστας με τον Ζήση βγήκαν στη σκηνή α λα Justice [τιμώντας και την αγαπημένη τους γαλλική σχολή του σπουδαίου Vitalic και της δισκογραφικής εταιρείας Ed Banger, στην οποία ο ήχος τους χρωστάει πολλά], με full-face μάσκες ξιφομάχων και κοντομάνικα φούτερ που έφεραν γραμμένο το λογότυπό τους και συμπαρέσυραν όσους είχαν την τύχη να τους δούνε live, με την Kit Kido να βγαίνει στη σκηνή λίγο μετά μαζί τους και το κύμα να γίνεται τσουνάμι.

Μετά τους Lip Forensics εμφανίστηκαν οι Primal Scream, όπως τα αυτιά μου βούιζαν ακόμη (ευχάριστα) από την ζωντανή «αποδόμηση» που επεφύλαξαν οι Zade και Ekelon στο ίδιο τους το άλμπουμ, το οποίο, σχεδόν νομοτελειακά, αδυνατεί να ακουστεί το ίδιο σε «οικιακές» συνθήκες και σε επίπεδο live [κοινώς, το «Apophenia» σχεδόν… εκλιπαρεί να ακουστεί από δυνατά σπιτικά ηχοσυστήματα και εξίσου ισχυρά ηχεία].

Η ζωντανή εκδοχή του «Apophenia» αναδεικνύει την ομορφιά του εν λόγω άλμπουμ ακόμη περισσότερο σε σχέση με την στουντιακή του βερσιόν, όπως αντίστοιχα και τα άλμπουμ των αγαπημένων μου Soulwax ακούγονται πολύ πολύ καλύτερα live απ’ ότι στην «δισκογραφική» τους μορφή.

Το παρακάτω τραγούδι, ας πούμε [που θα μπορούσε κάλλιστα να διασκευαστεί κάποια στιγμή από τους Lip Forensics], το έχω δει ζωντανά σε μεγάλη σκηνή, με δυο συνθεσάιζερ και ισάριθμες ηλεκτρικές κιθάρες και διπλά σετ ντραμς και έχω προσκυνήσει, που λένε.

Όπως και να’ χει, μιλάμε ήδη για ένα από τα καλύτερα ντεμπούτα άλμπουμ της τελευταίας δεκαετίας στην εγχώρια μουσική σκηνή και ασφαλώς μια εξαιρετικά δυνατή υποψηφιότητα για άλμπουμ της χρονιάς.

*Tο ντεμπούτο των Lip Forensics «Apophenia» μόλις κυκλοφόρησε από τη Veego Records.

Follow Lip Forensics:

Bandcamp

Facebook

Instagram

YouTube

Spotify