Η καθημερινότητα έχει δυσκολέψει. Κίνηση, υποχρεώσεις και σαν κερασάκι στην τούρτα, πυρκαγιές, πλημμύρες, ακρίβεια, συνθέτουν ένα ζοφερό σκηνικό που σκοτεινιάζει ακόμα περισσότερο τον ψυχισμό μας. 

Σε συζητήσεις που κάνω με φίλους και γνωστούς τελευταία, συνειδητοποιώ πόσο λίγοι είναι ευχαριστημένοι με τη δουλειά τους.  Η πλειοψηφία είχε να μοιραστεί μαζί μου και ένα εργασιακό “τραύμα”. Άγχος, ανταγωνισμός, συνεχείς απολύσεις, μη υποστηρικτικό περιβάλλον, ατελείωτες ώρες δουλειάς και τοξικότητα που επιβαρύνουν την ψυχική τους υγεία και την ποιότητα ζωής τους. 

Ευρωπαϊκή δημοσκόπηση που διενήργησε ο EU-OSHA δείχνει ότι σχεδόν το ήμισυ των εργαζομένων πιστεύει ότι το εργασιακό άγχος αποτελεί συνηθισμένη κατάσταση στον χώρο εργασίας τους

Σύμφωνα με μια μελέτη που διεξήχθη με χιλιάδες εργαζόμενους σε διαφορετικά τμήματα της αγοράς, μια αύξηση 10% στις εβδομαδιαίες ώρες εργασίας όχι μόνο δεν αύξησε την παραγωγικότητα αλλά ευθύνεται για πτώση απόδοσης 2,4%!

Πρόκειται για ανησυχητικά δεδομένα και το χειρότερο είναι οι εταιρείες συχνά δεν συνειδητοποιούν ότι η λεγόμενη κουλτούρα «υψηλών επιδόσεων» και η λογική των εργαζομένων να είναι διαθέσιμοι με ένα  email ή zoom κλήση 24 ώρες το 24ωρο, 7 ημέρες την εβδομάδα, στην πραγματικότητα κάνει τους ανθρώπους να αρρωσταίνουν. 

Παρ’όλα αυτά, σε όποιον είπα, κάνε αιτήσεις αλλού και φύγε, η μόνιμη απάντηση που έπαιρνα ήταν  «Δε γίνεται ρε συ». Οι περισσότεροι καταλαβαίνουν απόλυτα ότι βρίσκονται σε μία τοξική δουλειά. Νιώθουν ότι η εργασία τους, τους απομυζεί την ενέργειά τους και οι ολοένα και πιο αυξανόμενες, χωρίς λογική, απαιτήσεις ενισχύουν το άγχος και δημιουργούν ένα τοξικό εργασιακό περιβάλλον.

Τότε, γιατί είναι τόσο δύσκολο να παραιτηθούν;

Δεν είναι ότι δε θα βρουν δουλειά. Άνθρωποι με περγαμηνές και πτυχία, με χρόνια προϋπηρεσίας, είναι σίγουρο ότι σε λιγότερο από μήνα θα έχουν βρει μία θέση να τους καλύπτει τις απαιτήσεις και τις ανάγκες και να ανταποκρίνεται στις δεξιότητες και γνώσεις τους. 

Φαίνεται να είναι ψυχολογικοί κυρίως οι λόγοι.  Και σε μία κοινωνία που εδώ και δέκα χρόνια περνάει από τη μία κρίση στην άλλη και έχει κάψει τις παραγωγικές γενιές της σε χαμηλόμισθες θέσεις, έχοντας στείλει στο εξωτερικό τους περισσότερους για μία ζωή πιο αξιοκρατική και αξιοπρεπή, η παραίτηση μοιάζει κόλαση. 

Ειδικά η γενιά των 30 με 40, βγήκε στην αγορά εργασίας μία περίοδο που στην Ελλάδα η οικονομική κρίση είχε χτυπήσει κόκκινο. Οι εταιρείες ήταν λίγες και οι ευκαιρίες μετρημένες. Πολλοί αναγκάστηκαν να φύγουν στο εξωτερικό και όσοι έμειναν εδώ αναγκάστηκαν να δουλέψουν σε εξαιρετικά άσχημα αμοιβόμενες θέσεις, και οι δεξιότητές τους ήταν πολύ ανώτερες από τις απαιτήσεις. 

Ανέπτυξαν μία νοοτροπία, “πάλι καλά που έχω και αυτή τη δουλειά”. Έμαθαν να υπομένουν και να μην αντιδρούν γιατί οποιαδήποτε δουλειά, από τηλεφωνικό κέντρο, γραμματειακή υποστήριξη ή ερευνητική θέση θα έπρεπε να υπάρχει βύσμα για να μπουν να δουλέψουν. Αναγκάστηκαν να συμμορφώνονται με ένα αξιακό σύστημα που είναι μακριά από το δικό τους τρόπο σκέψης καθώς η προσφορά εργασίας είναι που διαμορφώνει τους κανόνες.

Όλη αυτή η κοινωνική και οικονομική ανασφάλεια, δημιούργησε γενιές ανθρώπων που δουλεύουν ατελείωτες ώρες, σε τοξικό περιβάλλον, με λίγα χρήματα και φοβούνται να φύγουν. 

Καλλιεργείται με τα χρόνια η λεγόμενη αδράνεια, που ονομάζεται επίσης προκατάληψη του status quo. Οι άνθρωποι έχουν μια φυσική τάση να μένουν εκεί που είναι ακόμα και όταν γνωρίζουν ότι μπορεί να υπάρχει κάτι καλύτερο εκεί έξω.

Το να παραιτηθείς από τη δουλειά, σημαίνει η καθημερινότητά σου δε θα είναι ίδια. Θα αλλάξουν πολλά πράγματα, μπορεί και απλά ένα, αλλά σίγουρα κάτι θα αλλάξει. Και αυτό είναι συχνά τρομακτικό, ακόμα και όταν ξέρεις ότι μάλλον θα είναι προς το καλύτερο. 

Το οικείο και το γνώριμο μας είναι εύκολα, μας ηρεμούν. Η αλλαγή, το διαφορετικό το άγνωστο έρχεται πάντα με ένα άγχος και συναισθήματα δυσφορίας. Με την αγωνία του “δεν ξέρω τι θα αντιμετωπίσω” και έτσι συχνά διστάζουμε από το να κάνουμε το βήμα και να πάμε παρακάτω, ακόμα και αν εκεί που είμαστε δεν είναι καλά. 

Καθώς ο τοξικός χώρος εργασίας συχνά στραγγίζει όλη την ενέργεια που έχει κάποιος, είναι λογικό να νιώθει κάποιος τόσο καταβεβλημένος ψυχικά που ενώ ξέρει ότι πρέπει να παραιτηθεί παραλύει γιατί νιώθει ανίκανος να κάνει το οτιδήποτε

Η αναζήτηση νέας εργασίας είναι κάτι που απαιτεί άλλωστε πολλή ενέργεια  στην πραγματικότητα, η αναζήτηση νέας εργασίας είναι από μόνη της ένα είδος δουλειάς.

Θέλει χρόνο να τσεκάρεις τι θέσεις υπάρχουν  για σένα , να ζυγιάσεις ποια εταιρεία και ποια θέση είναι ιδανική για την ιδιοσυγκρασία σου, να βρεις το μισθό που σε ικανοποιεί, να ενημερώσεις βιογραφικό, να γράψεις cover letters, να περάσεις από tests και συνεντεύξεις. Είναι χρονοβόρο και ψυχοφθόρο. Κρίνεσαι και απαιτείται ψυχική ηρεμία και σθένος, κάτι που δεν είναι δεδομένο καθημερινά. 

Ένα πολύ σημαντικό κοινωνικοπολιτικό ζήτημα είναι το κοινωνικό στίγμα που υπάρχει γύρω από την παραίτηση.

Η κυρίαρχη ιδεολογία ενισχύει την άποψη ότι μόνο οι ικανοί προοδεύουν και οι σκληρά εργαζόμενοι μπορούν να εξελιχθούν στην κοινωνική διαστρωμάτωση. 

Σύμφωνα με αυτό το αφήγημα, ο πιο σίγουρος δρόμος για την επιτυχία της σταδιοδρομίας είναι η σκληρή δουλειά, η επιμονή και ακόμη και η προθυμία να υποφέρουν για ένα καλύτερο τελικό αποτέλεσμα. Με άλλα λόγια, χαρακτηριστικά που κάποιος που παραιτείται δεν φαίνεται να έχει.

Έρευνες δείχνουν ότι το στίγμα αυτο επηρεάζει περισσότερο τους ανθρώπους που εγκαταλείπουν ένα μία θέση χωρίς άλλη δουλειά. Όσοι παραιτούνται επειδή έχουν βρει καλύτερη θέση στον κοινωνικό περίγυρο φαίνονται ως καριερίστες που κυνηγούν το όνειρό τους. 

Μια μελέτη του 2018 έδειξε ότι οι επαγγελματίες του HR και το ευρύτερο κοινό αντιλαμβάνονταν τους ανθρώπους που είχαν εγκαταλείψει την εργασία τους ως λιγότερο ικανούς, και θεωρούσαν ότι είχαν λιγότερες πιθανότητες να προσληφθούν από τη στιγμή που έμειναν άνεργοι.  Ο μόνος τρόπος για να μετριαστεί αυτό το στίγμα ήταν να αποδείξουν ότι άφησαν τη δουλειά τους λόγω εξωτερικών παραγόντων.

Το στίγμα αυτό έρχεται και ενισχύεται από τα κοινωνικά πρότυπα. Όλοι ανήκουμε σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες: συνάδελφοι, γείτονες, λάτρεις της ρωσικής λογοτεχνίας, οπαδοί μιας αθλητικής ομάδας κ.λπ.
Σε αυτό το πλαίσιο η παραίτηση γίνεται πιο δύσκολη γιατί είναι μια απόφαση που έρχεται σε αντίθεση με τις πιθανές προσδοκίες των κοινωνικών μας ομάδων. Πώς θα εξηγήσετε στους φίλους και την οικογένειά  ότι μια “συναρπαστική” δουλειά ουσιαστικά μας αρρωσταίνει ; Ο φόβος μη φανούμε αδύναμοι, ή και συχνά αγνώμονες μας κρατά έρμαια στην ίδια τοξική θέση. 

Η αξιολόγηση μιας θέσης εργασίας όμως, θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη πτυχές όπως η υγεία και η ευημερία και να μην εξαρτάται από τον τίτλο και το κύρος της, ούτε από το επίπλαστο γόητρο της εταιρείας .

Είναι σημαντικό να πιστέψουμε στις δυνατότητές μας, να πατήσουμε γερά στα πόδια μας και να βάλουμε τέλος σε οποιαδήποτε τοξικότητα μπορεί να απομυζεί την ενέργεια και τον ψυχισμό μας. 

Η ζωή δεν μπορεί να είναι μόνο δουλειά. Ακόμα και ένα σκασμό λεφτά να δίνει, αν η ψυχική σου υγεία κλονίζεται, κανένα ποσό δεν θα μπορέσει να καλύψει τα κενά και τις ζημιές που αυτό θα προκαλέσει στην καθημερινότητά σου. 

Το θετικό είναι ότι σύμφωνα μελέτη της Randstad, οι νεότερες γενιές φαίνεται να σπάνε αυτήν την κουλτούρα εγασιακής τοξικότητας.  Το 56% των νέων που ανήκουν στην γενιά Ζ υποστήριξαν ότι θα άφηναν τη δουλειά τους εάν αυτή παρουσίαζε ανάμειξη με την προσωπική τους ζωή καθώς ότι δεν θα δέχονταν μια δουλειά η οποία δεν συμφωνεί με τις προσωπικές τους αξίες σχετικά με τα κοινωνικά και τα περιβαλλοντολογικά θέματα.

Προτιμούν να μείνουν άνεργοι απο το να υπομένουν ένα εργασιακό καθεστώς το οποίο δεν ανταποκρίνεται στις αξίες τους, δεν ενστερνίζεται τις απόψεις τους, είναι καταχρηστικό, άδικο και στο τέλος της ημέρας -αλλά και κατά τη διάρκειά της- τους κάνει γκρινιάρηδες και δυστυχισμένους.

 

Με πληροφορίες από: Medium, BBC, Institute for Research on Labor and Employment