Το παιδί δεν φταίει ποτέ, αυτή είναι μία παραδοχή που όλοι έχουμε ακούσει και κάποια στιγμή, ίσως έχουμε πει. Το μυαλό τους είναι σαν σφουγγάρι και απορροφά οποιαδήποτε πληροφορία και ερέθισμα. Ο απορροφητικός νους είναι μια έννοια που προτάθηκε από τη διάσημη παιδαγωγό Μαρία Μοντεσσόρι, σύμφωνα με την οποία τα παιδιά μεταξύ 0 και 6 ετών μαθαίνουν με μεγάλη ευκολία. Η οικογένεια είναι η πρώτη και η μεγαλύτερη πηγή ερεθισμάτων για ένα παιδί, από την ημέρα της γέννησής τους και αυτά τα ερεθίσματα απορροφούνται μέσω του μιμητισμού. Το 90% όλης της διαπαιδαγώγησης γίνεται τα πρώτα έξι χρόνια της ζωής, ενώ στη συνέχεια υπάρχουν κυρίως μετεξελίξεις. Αυτός είναι και ο λόγος που τα πρώτα χρόνια είναι και τόσο σημαντικά.

Έχω την ατυχία να μένω απέναντι από ένα δημοτικό σχολείο, το οποίο ακόμα και όταν δεν λειτουργεί, πάντα έχει παιδιά όλων των ηλικιών, που είτε παίζουν μπάσκετ, είτε συνομιλούν. Η δύναμη της αντήχησης και η κακή ηχομόνωση βοηθάνε εξαιρετικά στο να φτάνουν όλες οι συνομιλίες στα αυτιά μου. Υπάρχουν επαναλαμβανόμενες φράσεις που μπορούν να κάνουν στον καθένα εντύπωση, αφού δεν αναπαράγονται από μία μικρή μερίδα, αλλά από πολλές και διαφορετικές φωνές. Ενδεικτικά τέτοιες φράσεις είναι: “θα σου δείξω τι θα πάθεις, άμα σε πιάσω”, “θα κάνεις αυτό που σου λέω εγώ”, “σου το έχω πει 100 φορές, αλλά δεν καταλαβαίνεις” και εννοείται κάθε λογής βρισιά που μπορεί να έχουν ακούσει ανά διαστήματα, από διαφορετικές πηγές. Το highlight όλων αυτών το συνάντησα, πριν μερικές μέρες καθώς περπατούσα. Έξω από ένα φροντιστήριο πέτυχα δύο εφήβους Γυμνασίου, να φιλιούνται και να αποχαιρετιούνται. “Τι γλυκιά γεμάτη έρωτα ανοιξιάτικη εικόνα!” σκέφτηκα στιγμιαία και χαμογέλασα. Αυτή η χαρωπή διάθεση κράτησε γύρω στα πέντε δευτερόλεπτα. Η κοπέλα γύρισε από την άλλη για να προχωρήσει, ενώ το αγόρι σε κλάσματα δευτερολέπτου έφτυσε σε ένα παρτέρι, σαν να τελείωσε μόλις κάποιον ποδοσφαιρικό αγώνα.

Μία άγνωστη λέξη ή συμπεριφορά διεγείρουν τον εγκέφαλο ενός παιδιού, το οποίο επιθυμεί να ανακαλύψει την σημασία ή το αποτέλεσμα μίας πράξης. Για παράδειγμα, οι φωνές, οι τσακωμοί και οι απειλές ανάμεσα σε ένα ζευγάρι ή ακόμα και προς το ίδιο το παιδί, το επηρεάζουν άμεσα ψυχολογικά και συναισθηματικά. Τέτοιου είδους επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές, εγγράφονται στους νευρώνες του εγκεφάλου και υιοθετούνται συμπεριφορικά μέσω της μίμησης. Εκτός αυτού, είναι πιθανό να περάσουν ως τραυματικές εμπειρίες και να δημιουργηθεί μία χρόνια κατάσταση άγχους. Είναι πολύ πιθανό, αργότερα και το παιδί να έχει αντίστοιχο τρόπο αντιμετώπισης και επίλυσης των προβλημάτων, δηλαδή να προβάινει σε ένεργειες που θα εκπέμπουν ένταση και θυμό. Η συναισθηματική κατάσταση των γονιών αποτελεί και συναισθηματική πυξίδα για το παιδί. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι οποιαδήποτε ενέργεια, ακόμα και αν έχει έναν άγνωστο σκοπό, υπάρχουν πολλές πιθανότητες να αντιγραφεί, ειδικά αν είναι καινούργια. Αυτός είναι και ένας τρόπος και ένα μέσο που μπορεί να αναπτυχθεί και να διαδοθεί ο πολιτισμός. Σύμφωνα με τον ιστότοπο HealthyChildren.org, “τα παιδιά μαθαίνουν παρακολουθώντας τους πάντες γύρω τους, ιδίως τους γονείς τους. Όταν χρησιμοποιείτε τρόπους και καλές στρατηγικές αντιμετώπισης, μαθαίνετε στα παιδιά σας να κάνουν το ίδιο”.

Η αντιγραφή αρνητικών συμπεριφορών, μπορεί να γίνει ιδιαίτερα επιζήμια και να έχει κοινωνικό αντίκτυπο. Μην ξεχνάμε, ότι μέσω της παρατήρησης και της μίμησης γίνεται και η διαμόρφωση του χαρακτήρα του παιδιού. Συνέχεια ακούμε για φαινόμενα bullying και βίαιες συμπεριφορές σε σχολεία. Οι ρατσιστικές και οι ομοφοβικές αντιλήψεις προέρχονται, και από το οικογενειακό περιβάλλον, εκτός από τους συνομίληκους και από το περιέχόμενο, το οποίο εντοπίζουν μέσω του ίντερνετ. Η διάδοση τέτοιων ιδέων θα έπρεπε να έχει εκλείψει, όμως συνεχίζουν να υπάρχουν ακόμα. Αυτό είναι ένα από τα μεγάλα προβλήματα, που συνεχίζει να υπάρχει, διαιωνίζεται και μεταφέρεται σαν ιός. Λέξεις όπως πούστης, αδερφή, μαύρος, καθυστερημένος και χοντρός μπορούν να ακουστούν σε διαλείμματα ή κατά τη διάρκεια κάποιας διένεξης, μεταξύ των παιδιών. Τα υπόλοιπα παιδιά, όπως είναι φυσικό, τις ακούνε, με αποτέλεσμα να ελλοχεύει ο κίνδυνος υιοθέτησή τους, αν δεν υπάρξει συζήτηση και φιλτράρισμα με τη βοήθεια ενός δασκάλου ή γονιού.

μιμητισμός
Φωτ.: Mikhail Nilov / Pexels

“Παιδί είναι, δεν καταλαβαίνει”. Καταλαβαίνει και μάλιστα πολλά περισσότερα, απ’ όσα πιστεύετε. Η αντιληπτική ικανότητα λειτουργεί από πολύ μικρή ηλικία και αυτός είναι ο λόγος που τα παιδιά έχουν τόσο ανεπτυγμένη τη μαθησιακή ικανότητα. Η μόνη διαφορά είναι ότι η αντίληψη τους δεν είναι τόσο ανεπτυγμένη, όσο αυτή των ενηλίκων, αφού δεν μπορούν να έχουν τις αντίστοιχες εμπειρίες και ερεθίσματα. Φράσεις που μπορούν να μειώσουν ή να υπονοήσουν ότι ένα παιδί δεν καταλαβαίνει, υπονομεύουν το ίδιο το παιδί και υπάρχει κίνδυνος να νιώσει μειονέκτικά για τον εαυτό του. Η κυριότερη χρήση τους, ωστόσο, είναι να λειτουργούν ως επανάπαυση για τους ίδιους τους γονείς, προκειμένου να συνεχίζουν να συμπεριφέρονται με απρέπεια, οποιαδήποτε στιγμή χωρίς ενοχές. Ο στίχος “πως να κρυφτείς από τα παιδιά, έτσι κι αλλιώς τα ξέρουν όλα”, όπως καταλαβαίνετε, μόνο τυχαίος δεν είναι.

Συγκλίνουσες ενδείξεις από τους σύγχρονους κλάδους της αναπτυξιακής ψυχολογίας και της γνωστικής νευροεπιστήμης καταδεικνύουν ότι η μίμηση που βασίζεται στην κατοπτρική νευρική δραστηριότητα και την αμοιβαία διαπροσωπική συμπεριφορά είναι αυτό που καθοδηγεί και πλαισιώνει την ανθρώπινη ανάπτυξη από την αρχή της ζωής, επηρεάζοντας σημαντικά την ανάδυση και τη λειτουργία της νοητικής αναπαράστασης, της επικοινωνίας και της γλώσσας, της ενσυναίσθησης, της διαφοροποίησης του εαυτού από τον άλλον, και της θεωρίας του νου. Η μίμηση όχι μόνο λειτουργεί δυναμικά στη δυάδα μητέρας-βρέφους για να επιφέρει την εξαρτώμενη από την εμπειρία νευρογνωστική ανάπτυξη, αλλά θεωρείται ότι ευδοκιμεί στην ενήλικη ζωή ως ένα από τα πιο οργανωτικά χαρακτηριστικά των ανθρώπινων κοινωνικών σχέσεων. Επιπλέον, ερευνητές από τις νευροεπιστήμες και την εξελικτική ψυχολογία υποστηρίζουν τον ουσιαστικό ρόλο της μιμητικής αμοιβαιότητας σε μια ευρεία κλίμακας εγκεφαλική αναδιοργάνωση του εγκεφάλου, επιτρέποντας την εξέλιξη πιο σύνθετων κοινωνικών, πολιτισμικών και αναπαραστατικών ικανοτήτων από τα παλαιότερα πρωτεύοντα θηλαστικά στον άνθρωπο.

Η μίμηση συνεχίζει να υπάρχει στην εφηβεία και εν συνεχεία και στην ενήλικη ζωή. Όπως και τα παιδιά έτσι και οι ενήλικες υιοθετούν μέσω της μίιμησης, κοινωνικές συμπεριφορές που έχουν και αρνητική χροιά. Τα τσίγαρα που πετάει κάποιος κάτω, η επικίνδυνη οδήγηση, η εγκατάλειψη των σκουπιδιών σε κάποιο χώρο χωρίς να μαζευτούν, είναι μόνο κάποια παραδείγματα που έχουν υιοθετηθεί μέσω της μίμησης. Όλα αυτά επιβεβαιώνουν ότι πράγματι, έτσι μεταφέρεται ο “πολιτισμός” μας και διαιωνίζεται από γενιά σε γενιά. Δεν φταίει το ελληνικό DNA, όπως κάποιοι θέλουν να υποστηρίζουν με σθένος, ο μιμητισμός φταίει. Δεν τον κατηγορούμε, γιατί είναι μία διαδικασία που είμαστε προγραμματισμένοι να κάνουμε, προκειμένου να επιβιώσουμε, να είμαστε ενταγμένοι στο υπόλοιπο κοινωνικό σύνολο και να συνυπάρχουμε αρμονικά. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να προσέχουμε τη δική μας συμπεριφορά, η οποία επηρεάζει σε πολύ μεγάλο βαθμό το παιδί αλλά και την κοινωνία, αφού όλα λειτουργούν υπό τη μορφή της αλυσίδας και είναι αλληλένδετα.