Πριν πούμε για το φλερτ, επιτρέψτε μου μια εισαγωγή, πιθανώς άσχετη, κατ’ εμέ απολύτως σχετική με το περιεχόμενο του κειμένου που θα διαβάσετε. Είναι αυτό ένα «κωστοπουλικό» κείμενο; Να κι αν είναι, να κι αν δεν είναι. Λες και δεν ξεκλείδωσαν τα περιοδικά του Κωστόπουλου (στα οποία έγραφαν εμπνευσμένες πένες) κομμάτια της καθημερινής τριβής των ανθρώπων της πόλης με τους εαυτούς τους και με τους άλλους. Ζούμε σε πολύ πιο κάλπικους και χαλεπούς καιρούς από τα 90s και τα early 00s, ας μην κρυβόμαστε. Επειδή οι σελέμπς φοράνε φόρμες και όχι πούλιες, φτερά και σατέν σακάκια δεν σημαίνει ότι το χούντι τους δεν στοιχίζει όσο ένα μηνιάτικο ενός μέσου εργαζόμενου. Επειδή συζητήσαμε πολύ για τον φεμινισμό και την γυναίκα από νέα σκοπιά, αυτό δεν σημαίνει ότι οι χρυσοθήρισσες δεν βγαίνουν παγανιά με άλλους τρόπους και μέσα-έχοντας μάλιστα την απαίτηση να γίνονται σεβαστές ως «υπέρoοχες θηλυκότητες», απολύτως ίσες βεβαίως με έτερες θηλυκότητες που αναγκάζονται να κάνουν τρεις δουλειές για να βοηθήσουν το σπίτι και την οικογένειά τους και απολύτως ίσες με τρανς φτωχοπουτάνες που κάνουν πιάτσα για να πληρώνουν το νοίκι και το σουβλάκι τους. Η εποχή μας έχει αποτινάξει δεσμά και ζυγούς του παρελθόντος, έχουμε γράψει λίγο στ’ αρχίδια μας το τι λέει ο κόσμος και ερχόμαστε σε στενότερη επαφή με το μέσα μας, αλλά φυσικά δεν είναι η εποχή ελευθερίας που ονειρευόμασταν ορισμένες και ορισμένοι. Η ελευθεριότητα έχει έρθει ως Δούρειος Ίππος και μέσα ένα σωρό καπιταλιστικές κρεμάλες περιμένουν τις ψυχές και τα κορμιά μας. Κάποτε, ο Δούρειος Ίππος ήταν ο Έρωτας-και μέσα, ένα σωρό υποχρεώσεις και ψιλά γράμματα: βιάγκρα, κυριλέ ρεστοράν, ρούχα μάρκες, αμάξι-εξοχικό-σκάφος και δε συμμαζεύεται. Τώρα, το ”καρότο” άλλαξε κι από πίσω φυσάει πολλή, πολλή μοναξιά.

Αυτό είναι κοινός τόπος. Δεν είναι δηλαδή απλώς η γκρίνια μιας μιλένιαλ. Πώς να μην φυσάει μοναξιά όταν έχουμε μπαζώσει και φράξει με υποχρεώσεις τόσες μα τόσες ελεύθερες ώρες μας; Οι φρενήρεις ρυθμοί στους οποίους έχουμε μπει είναι κατά βάση πλασματικοί. Δεν ”τρέχουμε” όσο θέλουμε να πιστεύουμε. Απλώς, όλα είναι πανάκριβα και υπολογίζουμε 2, 3, 4 ώρες από την ζωή μας καθημερινά να αφιερώνονται στο Internet και στην ζωή μας εκεί, που είναι μια ζωή με δικές της απαιτήσεις, ανάγκες και υπόσταση. Τρέχουμε, επειδή ζούμε, κατά κάποιον τρόπο, δύο ζωές. Κατά την άποψή μου, η εποχή μας έχει κρίνει ότι το φλερτ ταιριάζει καλύτερα στην δεύτερη, την ψηφιακή ζωή. Κατά την άποψή μου, και ο όρος ”ψηφιακή” θα εκλείψει, όπου να είναι. Θα θεωρείται ακριβέστερο κάτι σε στιλ ”μετα-αναλογική”. Συζητώντας τις προάλλες πού στο καλό έχει πάει η καύλα και η όρεξη για ζωή, γνωριμίες, καυλαντίσματα, η παρέα (ετερόκλητη γαρ, από άποψης φύλων, οικονομικού στάτους και ηλικιών) είχε πολλά και διαφορετικά να καταθέσει. Καταρχάς, ακυρωτικές και τσουβαλιαστικές ατάκες τύπου «χάθηκε το φλερτ» δεν έγιναν αποδεκτές. Άνθρωποι γνωρίζονται ακόμα σε στάσεις λεωφορείων, σε μπαρ, σε καφέ, σε εκθέσεις ζωγραφικής και σε διπλανά καθίσματα αεροπλάνων. Την καθήλωση (και αποκαθήλωση) που μπορεί να πετύχει ένα συγκεκριμένο βλέμμα όταν συνατά ένα άλλο συγκεκριμένο βλέμμα, δεν μπορεί αν την μιμηθεί κάποια εφαρμογή προς ώρας. Και, σύντομα, θα συμβεί μια επαν-άνθιση του φλερ ”α λα παλαιά”, όπως ήδη ανθίζουν σε μικρά χωριά της χώρας ξεπερασμένοι και πλήρως αραχνιασμένοι θεσμοί του στιλ προξενιό, προίκας, αρραβωνιάσματα. Ο μισός κορμός της κοινωνίας ανέρχεται, αποσυντηρικοποιείται, φρεσκάρει μυαλά και ευρωπαϊκεύει και ο άλλος μισός θάβεται βαθιά στη γης, κλείνεται, φοβάται, εκφασίζεται και εκφασίζει. Η κοινωνία διαμελίζεται και από τα χυμένα της σπλάχνα ξεχύνεται η πρώτη ύλη του (αληθώς) θαυμαστού καινούργιου κόσμου που περιμένει κάποια επόμενη, μελλοντική (μελλοντικότατη!) γενιά.

Και αυτή η μελλοντική κοινωνία και γενιά μπορεί και να νοσταλγεί το Instagram. Μπορεί να το θεωρεί την τελευταία εκδοχή αλληλογραφίας μεταξύ γήινων. Μπορεί να το θεωρεί ένα ύστατο στάδιο ανθρώπινου ρομαντισμού. Μπορεί να μας θεωρεί τους τελευταίους των προ-γλωσσικών ανθρώπων, όπου γλώσσα θα νοείται η Νέα Γλώσσα, μια Άλλη Γλώσσα που δεν μπορούμε να διανοηθούμε, όπως δεν διανοούνταν επουδενί οι αρχαίοι Έλληνες ότι οι Νέοι Έλληνες θα άρθρωναν λέξεις όπως ”μπρο”, ”τσίτα” και ”κοκομπλόκο”. Θα τους φαινόταν γλώσσα βαρβάρων-και μπορεί και να είναι. Αλλά είναι η δική μας, η τωρινή μας γλώσσα που μας δημιουργεί ζεστά κύματα οικειότητας και μας συνδέει με τους γύρω μας ανθρώπους, με τους οποίους συνεννοούμαστε. Η αισθητική υποχωρεί για χάρη της χρησιμότητας, της ταχύτητας, ενδεχομένως και της ουσίας, του κουκουτσιού των πραγμάτων. Στην λογική, λοιπόν, του μάνιουαλ περισσότερο, και όχι της υπερ-ανάλυσης (ήδη αναλύσαμε αρκετά, θαρρώ), μπορούμε σαν ιστορικοί του παρόντος, να καταγράψουμε πέντε-δέκα πραγματάκια τα οποία αποτελούν αλάνθαστες κινήσεις για φλερτ σήμερα, όπου και αν αυτό λαμβάνει χώρα. Κάποτε, φλέρταραν στην πλατεία Αγάμων νυν Αμερικής. Μέχρι πρόσφατα, στα μπαρ και στα κλαμπ. Σήμερα, στις εφαρμογές.

φλερτ
AI Artwork: @artificial_vandalism

Οι τρεις βασικές εντολές του σύγχρονου (μεταξύ ετερυφυλόφιλων, κατά βάση) φλερτ και πώς να τις καταπατήσετε:

1. Τα κορίτσια μιλούν πιο πολύ στ’ αγόρια, από ό, τι τα αγόρια στα κορίτσια, στις μέρες μας. Ας το δεχθούμε και ας το αφουγκραστούμε αυτό το πράγμα. Τα αγόρια σκανάρουν και ψάχνουν στα σόσιαλ, ιδίως στο Insta, μέσω του location όπου έχει γίνει τσεκ ιν ή κάποιου hashtag. Είναι η εποχή που τα κορίτσια ανακλύπτουν και εορτάζουν τις δικές τους αμαζονικές, κυνηγετικές τάσεις. Μετά από αιώνες σιωπής και διακριτικής επιλογής συντρόφου από τους όσους την διεκδικούσαν, τώρα η γυναίκα διεκδικεί. Τα αγόρια φοβούνται λιγάκι, δεν είναι μαθημένα στο να τα φλερτάρουν-δεν είναι θέμα φύσης, είναι θέμα ανατροφής. Κάποια αγόρια αγχώνονται στον ρόλο του ”θηράματος”. Αλλά θα στρώσει το πράγμα, θα ισορροπήσει. Χιλιάδες 20χρονα σήμερα απολαμβάνουν κάτι που οι σημερινοί 50ρηδες δεν θα μπορούσαν ποτέ να πιστέψουν: κάποτε, το κόρτε ξεκίναγε με κερασμένα ποτά, με επιμοενή ημερών, εβδομάδων και μηνώ για τον ”στόχο”. Τώρα, κάτι τέτοιο θα ήταν κριντζ. Και εφόσον τα αγόρια έχουν να αντιμετωπίσουν φοβισμένα κορίτσια, σου λέει, ας τις αφήσουμε να επιλέξουν απευθείας εκείνες, είναι πιο πιθανό να περάσουμε καλά στο φινάλε, κι ας αγχωθούμε πρώτα λιγάκι γιατί μπορεί να μην ξέρουμε τι να πούμε και πώς να αντιδράσουμε.

Αν τα αγόρια προσέξουν πώς φλερτάρουν τα κορίτσια, θα βελτιωθούν στο δικό τους, ενεργητικό φλερτ. Τα κορίτσια δυσκολότερα λέμε ανοησίες τύπου ”πώς και μόνος απόψε;” και ”χαμογέλα λίγο, τόσο ωραίο αγόρι”.

2. Κανείς, ποτέ, σε κανένα σύμπαν δεν δυσαρεστείται από ένα ευγενικό κομπλιμέντο ή κέρασμα. Κανείς ποτέ, και καμιά, σε αυτό το σύμπαν δεν χαλιέται από μια φιλοφρόνηση. Τα νέα άτομα κομπλάρουν να μιλήσουν για μάτια, χαμόγελο και τα συναφή, γιατί η ποπ κουλτούρα έχει διαστρεβλώσει αυτό τον προθάλαμο του έρωτα, ως cheesy και παντελώς ψευδεπίγραφο. Ενώ δεν ισχύει πάντοτε.

Μπορεί να είναι ευκολότερο και πιο αναίμακτο να σχολιάσει κανείς το ”ωραίο στιλ” κάποιου, αλλά αυτό το λέει και ο Κουδουνάρης στο My Style Rocks. Η αλήθεια κερδίζει, ας μην φοβόμαστε να πούμε ”τι ωραία μαλλιά”. Σιγά!

3. Είναι αντικειμενικά παράλογο να σ’ αρέσει κάποια ή κάποιος που βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής και να μην του μιλάς δια ζώσης, αλλά λίγες ώρες μετά, στο Instagram ή στο Messenger. Από την άλλη, είναι και αντικειμενικά ρομαντικό. Είναι αλληλογραφικό. Ο γραπτός λόγος προτάσσεται του προφορικού.

Αν είναι να γίνει μια πρώτη επαφή στο Internet (είτε έχεις δει κάποιον, είτε όχι), ας μην αργεί πολύ η δια ζώσης. Ποιο το νόημα ατελείωτων μηνυμάτων που διαρκούν εβδομάδες στην ανταλλαγή τους; Εκτός αν τα άτομα είναι εντάξει με αυτό-συνήθως όμως, τουλάχιστον ένα προσδοκά επικοινωνία από κοντά, σωματική, βλεμματική επαφή. Βγείτε ραντεβού. Και τα ραντεβού, άλλωστε, έχουνε εκσυγχρονιστεί δεν είναι ”πάστα-λεομονάδα”.

Αντί επιλόγου: τίποτα δεν είναι πρόστυχο, κριντς, παρατραβηγμένο ή γλυκούλι από μόνο του. Κυρία μου, αν σου αρέσει πολύ ένας τύπος, θα βρεις χαριτωμένο το να στείλει σφηνάκια στην παρέα σου, καθόλου παλιομοδίτικο και άβολο. Κύριέ μου, αν σου αρέσει πολύ μια γυναίκα, θα γουστάρεις να σου αγγίξει τα μαλλιά καθώς σου λέει κάτι στο αυτί για να την ακούσεις. Άβολο (αντικειμενικά) είναι να σε φλερτάρει ανορίωτα και έντονα κάποιος άνθρωπος που δε γουστάρεις με τίποτα. Και αυτό ισχύει διαχρονικά, από τον αιώνα τον άπαντα.  Επίσης, ο καθένας και η καθεμία μας, αργότερα ή γρηγορότερα, κουράζεται με το (ενδιαφέρον σε μεγάλο βαθμό) παιχνίδι των stories-ποιος το είδε, πότε το είδε, τι reaction έκανε. Έχει πλάκα, είναι γουστόζικο και κάπως ερεθιστικό, αλλά κάποτε τελειώνει. Και τέλος, οι μεγαλύτεροι άνθρωποι, οι 45ρηδες, οι 50ρηδες και βάλε, κρίνουν, ίσως με το δίκιο τους, ότι ο έρωτας έχει απο-ερωτικοποιηθεί. Ότι όλα είναι πιο φλατ, ότι χωρίς περιστροφές και ατελείωτες συζητήσεις, τα άτομα καταλήγουν ή δεν καταλήγουν στο ψητό.

Ίσως και να είναι μια μικρή, απολύτως δικαιολογημένη, ζήλεια: κάποτε, για την δυνατότητα να βρεθούν δύο νέοι άνθρωποι κάπου μόνοι τους και να φιληθούν, αγγιχθούν, κοιταχθούν κλαίγαν μάνες. Τους φαίνεται κάπως παράλογη η επιλογή των νέων να τα λένε ξαπλωμένοι καθένας στο κρεβάτι του, μέσα από το κινητό και να ΜΗΝ πίνουν έστω ένα ποτό μαζί ή να ΜΗΝ περπατούν χέρι χέρι. Και στους πατεράδες και τις μανάδες αυτών των σημερινών 50ετών και 60ετών εφήβων φαίνονταν παράλογα άλλα πράγματα. Οι παππούδες μας αντάλλασσαν άνθη και γράμματα, περίμεναν χρόνια ολόκληρα χωριστά. Οι γονείς μας έβγαιναν στα μπουζούκια, τις ταβέρνες και τα ροκόστεκα και κοπανιόντουσαν όλη νύχτα, πήγαιναν σχολή η δουλειά μεθυσμένοι. Κι εμείς, θέλουμε να γνωριστούμε ή να παίξουμε με τον άλλον/την άλλη από ασφαλή απόσταση, για αρχή, μέχρι να κάνουμε φάση. Γιατί, απλώς, η φάση που κάποτε ήταν το ζητούμενο, τώρα είναι το απολύτως εύκολο και δεδομένο. Τώρα, το ζητούμενο είναι η επικοινωνία. Και η επικοινωνία γίνεται-τι είπαμε;-με τους όρους της εποχής. Κάποτε «χαίρε!», κάποτε «καλησπέρα, τι κάνεις;», σήμερα «επ, καλά;». Μας αρέσει δεν μας αρέσει!

Δείτε επίσης: Τα ραντεβού δεν είναι όπως έναν αιώνα πριν. Ή μήπως είναι;