Το Let It Be, το ντοκιμαντέρ του Michael Lindsay-Hogg για τους Beatles, σε μια αποκατεστημένη έκδοση στο Disney+ από τις 8 Μαΐου 2024.

Το Let It Be του Michael Lindsay-Hogg που κυκλοφόρησε αρχικά τον Μάιο του 1970 συμπίπτοντας με τη διάλυση των Beatles, θα προβληθεί τελικά σε μια αποκατεστημένη έκδοση αποκλειστικά στη Disney+ στις 8 Μαΐου 2024.

Αυτό το εμβληματικό ντοκιμαντέρ, που προσφέρει μια προσωπική ματιά στις τελευταίες ημέρες του συγκροτήματος με τη μεγαλύτερη επιρροή στην σύγχρονη εποχή, έκανε εξαρχής εντύπωση με την ωμή αυθεντικότητά του και την πρωτοφανή πρόσβαση στα παρασκήνια των Fab Four.

Το Let It Be παρουσιάζει πολύ προσωπικές στιγμές των John Lennon, Paul McCartney, George Harrison και Ringo Starr, μαζί με τον οργανίστα Billy Preston, να συνθέτουν και να ηχογραφούν το ομώνυμο άλμπουμ που θα περιλάμβανε το ομώνυμο τραγούδι, το οποίο τελικά κέρδισε τοΌσκαρ Καλύτερου Πρωτότυπου Τραγουδιού.

Η ταινία κορυφώνεται με την αυτοσχέδια συναυλία τους στην οροφή της Apple Corps στο Λονδίνο, προσφέροντας ένα παράθυρο στην πολύπλοκη διαπροσωπική δυναμική τους και την αδιαμφισβήτητη μουσική τους ιδιοφυΐα.

Αυτή η αποκατεστημένη έκδοση, ενισχυμένη με τις τεχνολογίες αιχμής που χρησιμοποιήθηκαν επίσης για τη σειρά ντοκιμαντέρ του Peter Jackson The Beatles: Get Back, υπόσχεται μια επαναστατική ποιότητα εικόνας και ήχου.

Απευθυνόμενο στους λάτρεις των Beatles και στις νέες γενιές που θέλουν να ανακαλύψουν τη μαγεία ενός από τα πιο εμβληματικά συγκροτήματα, αυτό το ντοκιμαντέρ είναι κάτι περισσότερο από ένα απλό μουσικό αρχείο- είναι μια ζωντανή μαρτυρία για τη δημιουργικότητα και τον πολιτιστικό αντίκτυπο των Beatles.

Η αποκατάστασή του όχι μόνο αναζωπυρώνει το ενδιαφέρον για τους Beatles υπό το φως των πρόσφατων αποκαλύψεων του The Beatles: Get Back, αλλά προσφέρει επίσης μια μοναδική και συμπληρωματική προοπτική σε σχέση με αυτή που προσφέρει ο Peter Jackson.

Το άλμπουμ Let It Be

Είναι το τελευταίο άλμπουμ του αγγλικού ροκ συγκροτήματος The Beatles που κυκλοφόρησε, αν και ηχογραφήθηκε πριν σπό το Abbey Road, που κυκλοφόρησε νωρίτερα.

Το άλμπουμ αρχικά σχεδιαζόταν να κυκλοφορήσει πριν από το Abbey Road στα μέσα του 1969, υπό τον τίτλο Get Back, αλλά έμεινε προσωρινά στο ράφι, επειδή οι Beatles δεν ήταν αρκετά ικανοποιημένοι. Τελικά κυκλοφόρησε το 1970 σε μια νέα εκδοχή του Φιλ Σπέκτορ με το όνομα Let It Be.

Στις αρχές του 1970, ο Άλαν Κλάιν, ο νέος ατζέντης των Beatles, έφερε τον Σπέκτορ στην Αγγλία.

Μετά την εντυπωσιακή παραγωγή του στο σόλο σινγκλ του Τζον Λένον “Instant Karma!”, το οποίο έφτασε στο νούμερο 3, ο Σπέκτορ κλήθηκε από τον Λένον και τον Τζορτζ Χάρισον να μετατρέψει τις εγκαταλελειμμένες ηχογραφήσεις των Beatles για το Let It Be σε άλμπουμ.

Ο Σπέκτορ χρησιμοποίησε πολλές από τις τεχνικές παραγωγής του, κάνοντας σημαντικές αλλαγές στις ενορχηστρώσεις και τον ήχο ορισμένων τραγουδιών. Το άλμπουμ κυκλοφόρησε ένα μήνα μετά τη διάλυση των Beatles και ανέβηκε στους πίνακες επιτυχιών των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου δίνοντας και το νούμερο 1 σινγκλ στις ΗΠΑ “The Long and Winding Road”.

Οι προσθήκες του Σπέκτορ στο “The Long and Winding Road” εξόργισαν τον συνθέτη του, Πολ Μακάρτνεϊ. Εκτός από τον Μακάρτνεϊ, πολλοί μουσικοκριτικοί επέκριναν επίσης τη δουλειά του Σπέκτορ στο Let It Be.

Ο Σπέκτορ ισχυρίστηκε ότι αυτό οφείλεται εν μέρει σε δυσαρέσκεια με το ότι ένας Αμερικανός παραγωγός φαινόταν να “αναλαμβάνει” ένα τόσο δημοφιλές αγγλικό συγκρότημα. Ο Λένον υπερασπίστηκε τον Σπέκτορ, λέγοντας στο Rolling Stone: “Του δόθηκε το πιο άθλιο σύνολο κακών ηχογραφήσεων, με φρικτά συναισθήματα. Και αυτός το αξιοποίησε. Έκανε πολύ καλή δουλειά”.

Let It Be

Σύμφωνα με τα στοιχεία του αμερικανικού συνδέσμου δισκογραφικών εταιρειών (RIAA), οι Μπητλς αποτελούν το μουσικό συγκρότημα με τις μεγαλύτερες πωλήσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες, με 178 εκατομμύρια επιβεβαιωμένες πωλήσεις, ενώ παγκοσμίως εκτιμώνται σε πάνω από 600 εκατομμύρια αντίτυπα.

Επίσης τα τραγούδια τους κατέκτησαν περισσότερες φορές την 1η θέση στα βρετανικά τσαρτ και σημείωσαν περισσότερες πωλήσεις από οποιοδήποτε άλλο συγκρότημα.

Άλλα σημαντικά βραβεία που έχουν λάβει ως συγκρότημα είναι, 10 βραβεία Γκράμι, 1 βραβείο Όσκαρ για καλύτερη μουσική επένδυση, καθώς και έχουν συμπεριληφθεί ως συγκρότημα στην κατάταξη του περιοδικού Time για τα 100 άτομα του 20ού αιώνα με την μεγαλύτερη επίδραση. Ως ομάδα εντάχθηκαν το 1988 στο Rock and Roll Hall of Fame, ενώ εισήχθη και ο καθένας ατομικά από το 1994 έως το 2015 .