Το κουμπί του rewind πάει στο 2000 όταν στο ανατολικό Λονδίνο, αρχίζει να ξυπνάει από τα υπόγεια ηχεία το grime, ένα νέο μουσικό είδος που συνδυάζει το hip hop με το σκοτεινό post punk, την αγριεμένη garage, τα dance μπίτια και τη τζαμαϊκανή reggae.

Όσοι έχουν δει τη σειρά Top Boy στο Netflix, έχουν ακούσει σε αρκετές σκηνές κομμάτια από αυτή τη μουσική συμμαχία, που όπως λέει ο Roony Keefe aka Risky των Boy Better Know «Είναι από αυτά τα είδη που αν ασχοληθείς μία φορά, δεν φεύγει ποτέ από μέσα σου». Είναι από τους πρώτους που έβαλαν τις βάσεις για αυτόν τον επικό συνδυασμό στις κονσόλες και έφτιαξε τη σειρά από DVD «Risky Roadz» παρουσιάζοντας παραγωγούς, mcs και DJs, οι οποίοι διαμόρφωσαν τον ήχο και επηρέασαν πολλούς καλλιτέχνες.

Δύο δεκαετίες αργότερα, δεν έχει φύγει από τα θέματα συζήτησης. Με το ταμπελάκι των φουτουριστικών διαστάσεων, το grime κίνημα συνεχίζει να ταρακουνάει τους δρόμους της Αγγλίας επηρεάζοντας το στυλ των ρούχων και τη slang γλώσσα. Τώρα, ο Risky σε συνεργασία με το Μουσείο του Λονδίνου γιορτάζει τα 22 χρόνια ζωής του με την έκθεση «Monumental for Black British culture», που ξεκινάει στις 17 Ιουνίου και έχει ελεύθερη είσοδο.

Θα περιλαμβάνει ένα μεγάλο αρχείο από φωτογραφίες, βίντεο, memorabilia -όπως η πρώτη κάμερα του Risky- συνεντεύξεις, backstage υλικό και demo τραγουδιών που δεν έχουν κυκλοφορήσει ώστε να θυμηθούν όσοι έζησαν τη γέννηση του grime και να μάθουν οι νεότερες γενιές πώς ξεκίνησαν όλα. «Ήθελαν να κάνω κάποιες συνεντεύξεις μέσα στο ταξί μου με καλλιτέχνες της grime σκηνής και να κάνουμε βόλτες στην πόλη. Αυτό ήταν η πηγή έμπνευσης ολόκληρης της έκθεσης», ανέφερε ο Keefe.

Ένα από τα πρόσωπα που μιλάνε είναι ο Jammer, ο οποίος ως mc και παραγωγός ανέδειξε καινούριους mcs, κολεκτίβες και συγκροτήματα και τους στήριξε για πάνω από 20 χρόνια.Έφτιαξε αρχικά το στούντιο του στο υπόγειο κάτω από το σπίτι των γονιών του στο ανατολικό Λονδίνο και εξελίχθηκε σε ένα δημιουργικό hub για όποιον ήθελε να πειραματιστεί και να ηχογραφήσει άλμπουμ.

«Με πήρε ο Risky και μου είπε ότι δεν μπορούσε να κάνει αυτό το αφιέρωμα χωρίς να με φωνάξει να συμμετέχω. Μου εξήγησε πως  ήθελε να δείξουμε στον κόσμο πως χτίσαμε τα θεμέλια του grime και πως εξελίχθηκε το κίνημα. Το μόνο πράγμα που ξέραμε ήταν να κάνουμε καλύτερη τη ζωή μας μέσω της μουσικής. Το grime ήταν σαν την ψυχοθεραπεία μας. 50 άτομα στο δωμάτιο να φωνάζουν σε μικρόφωνα και να βγάζουμε από μέσα μας ό,τι μας προβλημάτιζε. Και μετά νιώθαμε καλύτερα και μαθαίναμε τα πάντα για τη ζωή και τους εαυτούς μας», δήλωσε στη Guardian ο Jammer.

5 εικόνες από αυτές που θα δουν οι Λονδρέζοι στην έκθεση:

Red Hot Entertainment

grime
Φωτ: Roony Risky Keefe

Η συγκεκριμένη κολεκτίβα δεν έκανε μεγάλη καριέρα αλλά το μικρό διάστημα που έπαιζαν, απέκτησαν πολύ μεγάλο κοινό και τη σεβάστηκαν όλοι οι καλλιτέχνες. Οι περισσότεροι την ξέρουν από τη μεγάλη τους επιτυχία Junior Spesh και το ανατολικό Λονδίνο την έχει μες την καρδιά του λόγω των αξέχαστων συναυλιών και επειδή έδωσαν χώρο σε όλα τα παιδιά διαφορετικών εθνικοτήτων και καταβολών να παίξουν μαζί τους στα κλαμπ και τις σκηνές.

Skepta at Club 333

Φωτ: Roony Risky Keefe

«Τράβηξα τη συγκεκριμένη φωτογραφία το 2006 στο σόου του Skepta, στο Club 33 στο Shoreditch του ανατολικού Λονδίνου. Ήταν μία από τις πρώτες φορές που τον είδα live και σάρωσε τα πάντα. Κατάφερε να γίνει σπουδαίος καλλιτέχνης από την αρχή πριν κερδίσει το βραβεία Merury και δει τους δίκους του να γίνονται πλατινένιοι σε όλο τον κόσμο», είπε ο Risky.

Jammer’s grime dungeon

Φωτ: John Chase/ Museum of London

Ο Jammer θυμάται από το DIY στούντιο του τα τζαμαρίσματα του Tinchy Stryder και πως όταν αυτός ο φοβερός τύπος ερχόταν στο υπόγειο οποιουδήποτε παραγωγού, τον έκανε να αισθάνεται ότι ήταν σημαντικός. Θεωρούσαν το συγκεκριμένο ταν μέρος ως ιερό και πολλοί grime καλλιτέχνες έκαναν τα πρώτα τους μουσικά βήματα εκεί, όπως οι D. Double, Skepta και Kano.

JME live at Eskimo Dance

Φωτ: Roony Risky Keefe

Η φωτογραφία του JME είναι από τη sold out συναυλία του to 2019 στο Eskimo Dance, ένα από τα μεγαλύτερα κλαμπ που έπαιζαν grime και άνοιξε στο νότιο Λονδίνο το 2002. 6.000 άτομα από όλη την Αγγλία βρέθηκαν στο κοινό του και έκαναν μυθικά moshpits σε μία χρονιά που πολλοί κριτικοί ισχυρίζονταν πως η σκηνή έχει πεθάνει.