Κυριακή, 10 Δεκεμβρίου 1967. Η είδηση του αεροπορικού δυστυχήματος που αφορούσε το Beechcraft H18, το private jet που μετέφερε τον Otis Redding και τη μπάντα του, τους Bar-Kays, σκάει σαν βόμβα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η αφροαμερικανική κοινότητα θρηνούσε ήδη για την δολοφονία του Malcom X [21 Φεβρουαρίου 1965], ενώ δεν ήταν προετοιμασμένη – όχι ότι θα μπορούσε – να αντιμετωπίσει τα επόμενα χρόνια ένα σερί θανάτων/δολοφονιών ανθρώπων που υπηρέτησαν ως ηγέτες και δυνατές προσωπικότητες [Martin Louther King Jr., Robert F. Kennedy κ.α.] τα κινήματα των πολιτικών δικαιωμάτων.

Ο θάνατος του Otis Redding, της πιο γλυκιάς soul και R&B φωνής, δημιούργησε εκκωφαντική κραυγή λύπης. Κανείς δεν μπορούσε να πιστέψει αυτό που είχε συμβεί. Όλοι είχαν την αίσθηση πως ο Redding ήταν «άφθαρτος», πως ήταν «ανάσα ζωής», πνεύμα που δεν παύσει ποτέ να υπάρχει, μία αστείρευτη πηγή ενέργειας.

Ο Ottis Redding και οι Bar-Kays είχαν πάει στο Μέμφις για μία ηχογράφηση και από εκεί θα κατέληγαν στο Κλίβελαντ για μία τηλεοπτική εμφάνιση. Σύμφωνα με τις αναφορές εκείνων των ημερών, ο καιρός ήταν άστατος και, ίσως, ακατάλληλος για να απογειωθεί το αεροπλάνο. Κάτι που αποδείχθηκε μόλις 6,5 χιλιόμετρα αργότερα, όταν η πτήση κατέληξε στα παγωμένα νερά της λίμνης Monona. Ο μοναδικός επιζών ήταν ο Ben Cauley των Bar-Kays, ο οποίος είχε αποκοιμηθεί, και λίγο πριν συντριβεί το Beechcraft H18 θυμάται τον Phalon Jones, μέλος του συγκροτήματος, να του λέει «Ωχ! Όχι». Ήταν η τελευταία του ανάμνηση από εκείνο το σύντομο αεροπορικό ταξίδι.

Λίγες εβδομάδες αργότερα, στις 8 Ιανουαρίου του 1968, θα κυκλοφορήσει εκείνη η ηχογράφηση που είχε πραγματοποιηθεί στο στούντιο της Stax Records. Το “(Sittin’ On) The Dock of the Bay” θα γίνει η πρώτη μεταθανάτια επιτυχία καλλιτέχνη που θα βρεθεί στο #1 των charts και η μεγαλύτερη όλης της καριέρας του Redding.

Λίγους μήνες αργότερα από τον θάνατό του, ακόμα ένα τραγούδι του θα φτάσει στην κορυφή. Η διασκευή του “Respect” από την Aretha Franklin, με προσαρμοσμένους στίχους στην γυναικεία πλευρά, βγαίνει στα δισκοπωλεία ως single από την Atlantic στις 29 Απριλίου του 1967 και θα καταλήξει ως το απόλυτο anthem για τα κινήματα των γυναικών.

Ωστόσο, ένα άλλο τραγούδι του Otis ήταν αυτό που άφησε ανεξίτηλα την σφραγίδα του στον χώρο των πολιτικών και κοινωνικών διεκδικήσεων της εποχής.

Το “Try a Little Tenderness” [κυκλοφόρησε ως single στις 14 Νοεμβρίου του 1966], αποτυπώνει το κοινωνικά συνειδητοποιημένο πνεύμα του Redding και ενώ μπορεί, φαινομενικά, να είναι ένα κομμάτι για κάποιο ρομάντζο, η ερμηνεία του το απογειώνει και ξεπερνάει τα πλαίσια των σχέσεων. Μέσω της φωνής του, η έκκληση για έλλειψη ευαισθησίας από κάποιον σύντροφο, μετατρέπεται σε έκκληση για κοινωνική ευαισθησία. Ο Redding μέσα σε μια γενικότερη αίσθηση κοινωνικής απογοήτευσης και σκληρότητας, καλεί τον κόσμο «να δοκιμάσει λίγη τρυφερότητα».

Για πολλούς, ο ύμνος των αγώνων για τα πολιτικά δικαιώματα [1954 – 1968] είναι το “Blowin In The Wind” του Bob Dylan από τον δίσκο “The Freewheelin’ Bob Dylan” [Columbia, 1963], αλλά η προσέγγιση του Redding στο “Try a Little Tenderness”, που αρχικά είχε ηχογραφηθεί από την Ray Nomble Orchestra το 1932 με την φωνή του Val Rosing, ήταν αυτή που έδωσε νέα ζωή στο τραγούδι και συγκίνησε ακροατές, μουσικούς και κριτικούς. Φυσικά, καθοριστικό ρόλο έπαιξαν και οι Booker T. & the M.G.’s ως session μουσικοί στην ηχογράφηση, όπως και η μουσική ιδιοφυία του Isaac Hayes που ανέλαβε την παραγωγή.

Ο Otis Redding ήταν ένας καλλιτέχνης που είχε πάντα το βλέμμα του στραμμένο στις κοινωνικές ανισότητες. Το περίεργο είναι πως άλλοι λευκοί – άρα και προνομιούχοι – καλλιτέχνες θεωρούνται πρωτοπόροι των διεκδικήσεων των sixties, ενώ η λίστα με τους Αφροαμερικανούς είναι πολύ μικρή.

Την στιγμή που οι Rolling Stones επωφελούνταν από τα R&B του Muddy Waters και του Howlin’ Wolf, δεν συνέβαινε το αντίστροφο. Όταν ο Redding το συνειδητοποίησε, αποφάσισε να προχωρήσει σε διασκευές προκειμένου να αυξηθεί η εκπροσώπηση των μαύρων στα charts. Με αυτό το σκεπτικό διασκεύασε το “(I Can’t Get No) Satisfaction” των Stones, αλλά και θεματικά/εορταστικά τραγούδια, όπως το “White Christmas” του Irving Berlin. Η κίνηση αυτή άνοιξε τον δρόμο και για άλλους Αφροαμερικανούς καλλιτέχνες, όπως ο Ray Charles και η Aretha Franklin, να διασκευάζουν τραγούδια των λευκών και να προκαλέσουν σχετική ανατροπή. Όπως η Βρετανική σκηνή οικειοποιήθηκε την Αφρικάνικη κουλτούρα, έτσι και αυτοί με την σειρά τους οικειοποιήθηκαν το στυλ τους.

55 χρόνια μετά τον θάνατο του, το ανήσυχο πνεύμα του Otis Redding συνεχίζει να λειτουργεί ως μουσική ομπρέλα των μειονοτήτων που βρέχονται από την καταιγίδα των κοινωνικών αδικιών.