Το σκηνοθετικό ντεμπούτο “Περασμένες Ζωές” της Σελίν Σονγκ ξεσήκωσε κοινό και κριτικούς με τις προβλέψεις να κάνουν λόγο ακόμα και για συμμετοχή της στις τελικές επιλογές για τα Όσκαρ. Αποτέλεσε την ταινία έναρξης του Διεθνούς Φεστιβάλ της Αθήνας Νύχτες Πρεμιέρας και εδώ και μερικά εικοσιτετράωρα γεμίζει τις χειμερινές αίθουσες στην πρωτεύουσα και τη Θεσσαλονίκη. Μία παραγωγή ικανή να ευαισθητοποιήσει, να συγκινήσει και εξηγήσει σε μεγάλο βαθμό δύσκολες αποφάσεις. Έχει μάλιστα αυτοαναφορικό χαρακτήρα για τη δημιουργό, καθώς κι η ίδια μετανάστευσε στα 12 της από την πατρίδα στον Καναδά.

Δύο νέα παιδιά μεγαλώνουν μαζί. Η μοίρα όμως έχει αποφασίσει σύντομα να τα χωρίσει. «Όταν αφήνεις κάτι πίσω σου, κερδίζει κάτι άλλο». Στην τρυφερή ηλικία που βρίσκονται δεν αποφασίσουν αυτά, αλλά οι γονείς τους. Η απώλεια της καθημερινής τριβής θα φέρει και στους δύο ένα ανεξίτηλο τραύμα. Θα το συνειδητοποιήσουν όταν ενωθούν μέσω του κόσμου των ηλεκτρονικών κοινωνικών δικτύων 12 χρόνια μετά. Χε Σανγκ και Να Γιανγκ, Νόρα πλέον στη καινούρια της ζωής μοιράζονται πολλές ώρες καθημερινά και προσπαθούν να κερδίσουν τον χαμένο χρόνο. Ο ένας όμως δεν παύει να βρίσκεται στη Σεούλ κι η άλλη στη Νέα Υόρκη. Το skype τους ενώνει, η χιλιομετρική απόσταση όμως είναι μεγάλη και το επικείμενο ραντεβού δεν μπορεί να γίνει νωρίτερα από έναν χρόνο μετά.

Ξαφνικά θα μπει πάγος στη σχέση τους. Ο χρόνος αντίθετα στα προγνωστικά δεν κυλάει υπέρ τους. Τυχαίες συναντήσεις τους απομακρύνουν, αλλά εκείνη η παιδική ανάμνηση παραμένει δυνατή. Η Νόρα θα προσπαθήσει μία σύνδεση. Δεν είναι εφικτή. Οι ζωές τους προχωρούν παράλληλα. Μία ακόμα κρίσιμη και καθοριστική αυτή τη φορά δεκαετία τους βρίσκει χώρια. Όταν πια έρχεται η στιγμή της ένωσης όλα είναι δύσκολα. «Κάποια ταξίδια τα πληρώνεις με τη ζωή σου». Ο Χε ουσιαστικά ψάχνει την εξιλέωση. Το απωθημένο του τον οδηγεί στο να περάσει τον Ατλαντικό.

Εκεί θα βρει ζεστασιά, όχι όμως αυτό που περιμένει. Γνωρίζει φυσικά τις συνθήκες πριν ξεκινήσει. Οι διαδοχικές ανατροπές μέχρι την τελευταία σκηνή δεν αφήνουν τον θεατή να καταλάβει τι έχει αποφασίσει η Νόρα. Έφυγε για να ζήσει το όνειρό της, για να ανοίξει τα φτερά της. Τα σύνορα της πατρίδας της την περιόριζαν. Δε θα μπορούσε να έχει την καριέρα του ονειρευόταν. Τώρα είναι πολύ αργά για να κάνει πίσω. Ένας συγγραφέας είτε κειμένων, είτε θεατρικών έργων θρέφεται άλλωστε από την ίδια του τη δουλειά. Το κράμα είναι παρ΄ όλα αυτά εκρηκτικό.

Τα βλέμματα κι η γλώσσα του σώματος υποδηλώνουν έλξη, ωστόσο αυτή μένει πάντα σε μία απόσταση ασφαλείας. Κανείς δεν αποφασίζει να κάνει την πρώτη κίνηση. Ούτε η παντρεμένη πρωταγωνίστριά μας, ούτε ο Χε που σέβεται την κατάσταση. Καταλήγουν σε μία υπαρξιακή ανάγνωση της κατάστασης, ίσως και λίγο μεταφυσική. Λειτουργεί ως μοχλός απελευθέρωσης της πλοκής το In-Yun και γίνεται η σύνδεση του χρονικού παρόντος με «περασμένες ζωές» και με αυτές που έρχονται. Κανείς δε γνωρίζει με σαφήνεια τι προηγήθηκε, ούτε φυσικά τι θα ακολουθήσει. Οι σκέψεις θολές, τα συναισθήματα περιπλέκονται και μέχρι τη στιγμή του αποχαιρετισμού η φόρτιση είναι τεράστια.

Καταλυτικής σημασίας ο ρόλος και η παρουσία του Άρθουρ. Ένα πραγματικό στήριγμα για τη Νόρα. Βιώνει κι αυτός τις μεγάλες του αμφιβολίες, ζηλεύει, αλλά την αφήνει να κάνει μία συνειδητή επιλογή. Δε θα της σταθεί εμπόδιο σε καμία περίπτωση, γιατί την αγαπάει πραγματικά. Μεγάλη επιτυχία που ενισχύει την απόδοση του σεναρίου έχουν οι στιχομυθίες και οι λήψεις που βαθαίνουν το μήνυμα. Οι σιωπές κι οι παύσεις αποτελούν επίσης σημείο κλειδί για να μεταδοθεί ο κόσμος του έργου σε αυτόν τον θεατών που παρακολουθούν με αγωνία αυτό το περίεργο τρίγωνο που δημιουργείται. Στο φινάλε είναι κι αυτοί ικανοί να μπουν σε κομβικό ρόλο και να κρίνουν πως θα έπρατταν σε αυτή τη συνθήκη που δημιουργήθηκε.