Όπως λένε κι οι ίδιοι, ο πρώτος είναι ο ντράμερ και ο δεύτερος, ο frontman. Είναι εντελώς αντίθετοι μεταξύ τους σε όλα, κι αυτό είναι ακριβώς το στοιχείο που τους ενώνει και απογειώνει τα καρέ τους. Εκεί ανάμεσα στα likes και τα σχόλια, μιλήσαμε για όσα ζουν εντός κι εκτός οθόνης και φυσικά κάναμε φωτογράφηση σε σημεία που έχουμε δει στο σινεμά («Tungsten» και «Πλατεία Αμερικής»).  

ΤΙΤΛΟΙ ΑΡΧΗΣ

-Πώς ξεκίνησε το πρότζεκτ;

Θανάσης: Μας σύστησε μία φίλη και κουμπώσαμε αμέσως κυρίως λόγω της αγάπης μας για το σινεμά. Ξεκινήσαμε να πηγαίνουμε μαζί να βλέπουμε κατά βάση ελληνικές ταινίες, που είναι πιο «ειδικός» ο Νίκος, και να σχολιάζουμε τα σημεία. Εκείνος σκέφτηκε την ιδέα για αυτό το πρότζεκτ και πριν τελειώσει καν την πρόταση, του είπα εννοείται πως είμαι μέσα. Μου φάνηκε ταιριαστό στη φάση μας γιατί βγήκε πηγαία όλο αυτό. Λίγο οι πολλές βόλτες στο κέντρο της Αθήνας που κάναμε έτσι κι αλλιώς κι από πριν, λίγο αυτή η τάση μας να αναγνωρίζουμε σημεία που έχουμε δει σε ταινίες, μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρον να ασχοληθούμε. Δεν θέλουμε να κάνουμε κριτική στις ταινίες στο κείμενο που συνοδεύουν το καρέ αλλά να περιγράψουμε τι νιώθουμε εμείς όταν τις βλέπουμε, σαν βίωμα δηλαδή.Ο Νίκος είναι πραγματικά το 70% γιατί κάνει πολύ μεγάλη προεργασία για να βρει τις σκηνές και τα μέρη. Βλέπουμε μεν μαζί ξανά τις ταινίες αλλά εκείνος ψάχνει τις λεπτομέρειες, σταματάει τα καρέ,  τα συγκεντρώνει, τα φωτογραφίζει όταν πηγαίνουμε μαζί και μετά συνεργαζόμαστε στο πώς θα φτιάξουμε το πλάνο. Τι θα ανεβάσουμε, πώς θα είναι το κείμενο που το γράφω εγώ, τι θα πετάξουμε. Αν μ’ αφήσεις, μπορώ να σου μιλάω ώρες γι’ αυτό.

-Με τι κριτήρια αποφασίζετε ποια ταινία θα επιλέξετε και μετά θα ανεβάσετε;

Νίκος: Ανεβάζουμε ταινίες ανάλογα και τι εποχή έχουμε για να πηγαίνουν κάπως παράλληλα με τη χρονική περίοδο. Επίσης προσπαθούμε να βγάλουμε στην επιφάνεια ταινίες που έχουν χαθεί και ψάχνουμε σε βίντεο κλαμπ γιατί δεν έχουμε κανένα τρελό αρχείο. Δεν σημαίνει πως ό,τι ανεβάζουμε αφορούν μόνο ταινίες που μας αρέσουν αλλά ο στόχος είναι να δείξουμε στον κόσμο τι υπάρχει και δεν το ξέρει επειδή είναι κρίμα ότι πολλές χάνονται στο χρόνο. Καταρχάς, πάντα πάμε σε εξωτερικούς χώρους. Δηλαδή σκηνικά, μαγαζιά και γενικά εσωτερικούς χώρους τα αποφεύγουμε με ελάχιστες εξαιρέσεις αν είναι κομβικά μέρη για τις ιστορίες κι επίσης αν υπάρχουν ακόμα. Μετά είναι και το αισθητικό κόμμάτι. Αν μας αρέσει το καρέ και κυρίως αν σημαίνει κάτι σημαντικό για την ταινία γιατί υπάρχουν αρκετά ωραίο που δεν σημαίνουν κάτι για τα σενάρια. Προσπαθούμε κάτα κάποιο τρόπο να αποδομίσουμε την ταινία χωρίς εννοείται να κάνουμε spoilers!

-Ποια ήταν οι πρώτη ταινία που σας «ένωσε»;

Θανάσης: Νομίζω ότι η πρώτη που πήγαμε ήταν η «Πλατεία Αμερικής».

-Με ποιες ξεκινήσατε και ποια σας δυσκόλεψε περισσότερο να βρείτε τα σημεία της;

Νίκος: Η πρώτη δική μου επιλογή ήταν το «Τσίου» και του Θανάση, τα «Φτηνά Τσιγάρα», που τα αγαπάμε κι οι δύο.Τώρα, μας έχουνε δυσκολέψει πολλές. Ας πούμε στα «Μήλα», όπου ήταν διευθυντής φωτογραφίας ένας ξένος, έδωσε τη δική του οπτική στην αισθητική της πόλης κάνοντας την πιο άχρονη. Βλέπεις πώς έχει γυρίσει τις σκηνές από περίεργες γωνίες και με τέτοιο στυλ, που δεν καταλαβαίνεις πάντα ποια είναι τα σημεία. Έχω βρει μέρη από το τηλέφωνο που φαίνεται ανάποδα στο τζάμι μέχρι τα credits που αναφέρουν οι περισσότεροι τα μέρη. Αλλά θέλουμε αυτό το έξτρα στοιχείο της λεπτομέρειας που δεν θα το βρει κάποιος εύκολα. Είναι πάντα ωραίο και πώς μεταμορφώνουν τα μέρη.

Θανάσης: Από άποψη δυσκολίας, πιστεύω ότι και η «Τετάρτη 4:45» ήταν λίγο ζόρικη. Ενώ έχουμε παρατηρήσει ότι όλες σχεδόν οι ταινίες περιστρέφονται σε μία κοντινή απόσταση, μερικών χιλιομέτρων, αυτή ήταν διάσπαρτη όχι μόνο στην Αθήνα αλλά στην Αττική. Οπότε κάποια ήταν αδύνατον να τα βρούμε και να πάμε.

Ο Θανάσης Υφαντής (αριστερά) και ο Νίκος Έρωτας βλέπουν παντού κινηματογραφικά καρέ / Photo: Κική Παπαδοπούλου / olafaq

-Υπάρχουν ιστορίες με τις οποίες έχετε ταυτιστεί, έχετε δει στοιχεία από τη ζωή σας και σας άλλαξε τον τρόπο που βλέπετε τα πράγματα γενικά;

Θανάσης: Θα πω πάλι τα «Φτηνά Τσιγάρα». Λίγο το vibe της Αθήνας, λίγο το καλοκαίρι στην πόλη, το ότι είχα επίσης μια ερωτική ιστορία που δεν απέδωσε, με επηρέασε κάπως γιατί είμαι και του ρομαντικού!
Νίκος: Δεν μπορώ να πω ότι υπάρχει μία ταινία που μπήκα στην ιστορία 100% και είδα τον εαυτό μου αλλά σε μεγάλο βαθμό, με επηρέασαν το «Τσίου» και το «Tungsten». Γιατί παρουσιάζουν το αποπνικτικό καλοκαίρι που είσαι μες την πόλη και όχι το γνωστό ειδυλλιακό καλοκαίρι στα νησιά και τις παραλίες.

-Τι ταινίες βλέπετε περισσότερο;

Νίκος: Έχω ένα κόλλημα με τον ελληνικό κινηματογράφο αλλά είμαι ανοιχτός να δω κι άλλα πράγματα. Θα δω και μπλόκμπαστερ επίσης, όπως πρόσφατα τον Batman. Ο Θανάσης όμως είναι η κινηματογραφική εγκυκλοπαίδεια εδώ!

Θανάσης: Εγώ προσπαθώ να βλέπω σινεμά γενικότερα. Πάω σίγουρα μία φορά την εβδομάδα, μπορεί και δύο αλλά το καλοκαίρι η συχνότητα εκτοξεύεται σε 3-4 φορές την εβδομάδα γιατί αγαπάω πάρα πολύ τα θερινά.  Προσπαθώ να μην βλέπω σε πλατφόρμες, εκεί θα δω πολύ συγκεκριμένα πράγματα, δεν κατεβάζω ταινίες και επιμένω να πηγαίνω στις αίθουσες. Σ’ αυτό το κομμάτι, είμαι κάθετος! Τον έχω κρατήσει έως τώρα αυτόν τον «ρομαντισμό» που λένε κάποιοι και μάλλον γι’ αυτό μου άρεσαν τα «Φτηνά Τσιγάρα»!

Νίκος: Εγώ πάλι με τις πλατφόρμες και το ίντερνετ, είμαι το άλλο άκρο!

ΥΠΟΘΕΣΗ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ

H Cinεύρεση γίνεται και αξεσουάρ κλειδιών / Photo: Κική Παπαδοπούλου / olafaq

-Όσον αφορά την πρωτοτυπία στα σενάρια στον νέο ελληνικό κινηματογράφο, για το οποίο συζητάμε αρκετά χρόνια ότι έχει ένα παρόμοιο μοτίβο και πώς αν κάποιος κάνει κάτι που έχει επιτυχία, τον ακολουθούν και άλλοι, τι πιστεύετε; Για μένα, δύο εξαιρέσεις σ’ αυτό ήταν το «Digger» και το «Θαύμα της Θάλασσας των Σαργασσών».

Θανάσης: Για το «Digger» συμφωνούμε και οι δύο και το «Θαύμα» ήταν πολύ καλό επίσης. Δεν έχεις άδικο γιατί γενικά έχουμε περάσει μια μεγάλη περίοδο αντιγραφής ειδικά με τον Λάνθιμο και το weird wave και δεν αποδόθηκε το ίδιο καλά από όλους. Και νιώθω ότι επειδή ο Λάνθιμος ήταν μια τομή για τα ελληνικά δεδομένα από όλες τις απόψεις αλλά ειδικά στο κομμάτι του σεναρίου (Ευθύμης Φιλίππου), τώρα αρχίζουμε σιγά σιγά και περνάμε σε μία άλλη φάση και βρίσκουμε κάποια πατήματα για να ορίσουμε μια νέα ταυτότητα.
Το σενάριο πάντα είναι πιο αδύναμο γιατί προσπαθούν πολλοί οι Έλληνες δημιουργοί να δώσουν βάση στο καλλιτεχνικό και σκηνοθετικό κομμάτι.

-Ένα βασικό θέμα δεν είναι το χτίσιμο των χαρακτήρων και η εξέλιξη της ιστορίας κι όχι να ασχολούμαστε συνέχεια με τα ίδια θέματα;

Νίκος: Το πρόβλημα με τον εγχώριο κινηματογράφο πιστεύω έχει αρχίσει και βρίσκει λύση. Αλλάζει, απλά όχι σε βαθμό που θα «έπρεπε» γιατί μην ξεχνάμε και τα πολλά πρακτικά ζητήματα που υπάρχουν. Αρκετοί δημιουργοί ίσως πάνε στην πιο safe επιλογή για να πάρουν επιχορήγηση ή για να συμβιβαστούν λίγο με την εποχή.

Το «Digger» που το λάτρεψα και το είδα 3 φορές, αν το αποδομήσεις λίγο πιο κυνικά είναι μια ιστορία ενός γιου και του πατέρα του σε μία επαρχιακή πόλη. Όμως, το παρουσίασαν με πολύ πετυχημένο τρόπο. Είχε έναν συνδυασμό ωραίων χαρακτήρων, ασύλληπτης διεύθυνσης φωτογραφίας και καλής παραγωγής και ήταν πραγματικά αυτό που λέμε ταινία για να τη δεις στην αίθουσα. Για παράδειγμα, ο σκηνοθέτης Άγγελος Φραντζής είναι απρόβλεπτος και κάθε ταινία του είναι τελείως διαφορετική. Έχει ένα δικό του στυλ αλλά κάθε φορά με φοβίζει γιατί δεν ξέρω τι θα δω! Μ’ αρέσει να ξέρω τι ακριβώς θα κάνει ο κάθε καλλιτέχνης αλλά από την άλλη, δημιουργικά, δεν μπορείς να κάνεις το ίδιο πράγμα. Με το weird wave αποκτήσαμε μια μανιέρα με την ελληνική οικογένεια και το δράμα.
Και ο Γιάννης Οικονομίδης, τον οποίο αγαπάμε, είχε μια παρόμοια θεματική στο «Μικρό Ψάρι», που για μένα είναι η καλύτερη του ταινία αλλά το προσέγγισε αλλιώς πήγε και στο πιο νουάρ.

«Από το ελληνικό σινεμά μου λείπει το σινεμά» / Photο: Κική Παπαδοπούλου / olafaq

-Δεν λέω να τρέχουμε ανέμελοι στα λιβάδια αλλά πιστεύω ότι μπορούμε να θίγουμε και άλλα θέματα πέραν των γνωστών και να περάσουμε έναν προβληματισμό, μέσα από ιστορίες μυθοπλασίας με μια ροή, χιούμορ και ωραία αισθητική. Εκτός από κάποιες εξαιρέσεις εννοείται, έχουμε ένα μικρό κόλλημα με τη σοβαροφάνεια;

Θανάσης: Εγώ θα προτιμούσα να τρέχουμε στα λιβάδια παρά να γίνεται αυτό που βλέπουμε και να αναπαράγουμε μια μιζέρια. Από το ελληνικό σινεμά, μου λείπε το σινεμά. Γιατί εδώ, θα πρέπει να αναδεικνύεται πάντα ένα ζήτημα και μόνο μία προβληματική. Π.χ είδα το «The French Dispatch» του Wes Anderson. Δεν είχε καμία προβληματική αλλά ήταν σινεμά! Δεν έθιξε κανένα θέμα και δεν με ένοιαξε. Είδα ωραία συμμετρία, χρώματα, όμορφη σκηνοθεσία και μου αρκούσε. Είναι κάποια πράγματα που τα ζητάς από μία τέχνη γιατί οκ. ο προβληματισμός μου αρέσει και δεν τον απορρίπτω φυσικά, αλλά κάνε και κάτι άλλο.

Νίκος: Ας πούμε το «Wasted Youth», που ήταν πάρα πολύ όμορφη ταινία,  έπεσαν να το φάνε. Ο Αργύρης Παπαδημητρόπουλος δεν την έκανε για να σου δείξει τα πάντα όπως γίνονται στην πραγματικότητα αλλά εμπνευσμένος από την πραγματικότητα, να πει τη δική του ιστορία και να θίξει μια προβληματική.

 ΣΙΝΕΜΑ Ο ΑΘΗΝΑΪΚΟΣ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ

Εδώ έχουν γυριστεί το «Tungsten» και η «Πλατεία Αμερικής» / Photo: Κική Παπαδοπούλου / olafaq

 –Το έχουμε απενεχοποιήσει πλέον στην Ελλάδα να πηγαίνουμε μόνοι μας στο σινεμά, στο θέατρο, για ποτό κλπ;

Θανάσης: Τα τελευταία χρόνια νιώθω πως ναι. Βλέπω πολλούς να έρχονται μόνοι στις αίθουσες και ειδικά στους θερινούς το καλοκαίρι, όπως φέτος που ίσως οι μισοί θεατές, αρκετές φόρες ήταν μόνοι. Όταν όμως ξεκίνησα να πηγαίνω μόνος, ένιωθα λίγο ενοχικά. Εγώ δεν έχω θέμα να μην είναι καλή μια ταινία, πάω σε όλες.

-Ποιες είναι οι αγαπημένες σας κινηματογραφικές αίθουσες στην Αθήνα και σε ποιες θέσεις κάθεστε συνήθως;

Θανάσης: Αγαπάω σίγουρα τους κινηματογράφους του κέντρου και πάω στον καθένα για διαφορετικούς λόγους κι ανάλογα την ταινία. Το Ιντεάλ, στο οποίο πάντα δεξιά και τελευταίες σειρές πίσω, το Άστορ, το Άστυ και η Έλλη είναι η πρώτη μου τετράδα. Από θερινά, μ’ αρέσουν πολύ η Αθηναία και η Ριβιέρα που έχει τις πιο ωραίες πολυθρόνες (γέλια)

Νίκος: Με κάλυψε ο Θανάσης γιατί εγώ ξεχνάω κι ονόματα! Όσον αφορά τις θέσεις, κι εγώ πάω λίγο προς τα δεξιά γιατί θέλω να έχω την οθόνη πιο πλάι και να εστιάσω λίγο καλύτερα. Επίσης εκτός από τα παραπάνω, μ’ αρέσει πολύ και η Ταινιοθήκη γιατί την έχω συνδέσει με πολλά συμβάντα και ωραίες εμπειρίες μ’ αυτή την αίθουσα.

-Έχετε μια ιστορία συνδεδεμένη με μια αίθουσα που θυμάστε πολύ χαρακτηριστικά;

Θανάσης: Θα σου πω κάτι πρόσφατο. Την παραμονή πρωτοχρονιάς πήγα στον Μικρόκοσμο να δω το «Matrix» και λόγω ημέρας, ήμουν μόνος μου στην αίθουσα κάτι που δεν το έχω ξαναζήσει. Έβγαλα παπούτσια, άπλωσα πόδια, ο υπάλληλος ήταν πολύ εξυπηρετικός σε σημείο που με ρώταγε αν κρυώνω ή αν ζεσταίνομαι για να ρυθμίζει το κλιματιστικό. Πιο πολύ χάρηκα τη φάση παρά την ταινία. Έτσι όπως το έζησα όμως μου φάνηκε καλύτερη κι η ταινία απ’ ότι ήταν στην πραγματικότητα.

«Προσπαθούμε να βγάλουμε στην επιφάνεια ταινίες που έχουν χαθεί και ψάχνουμε σε βίντεο κλαμπ γιατί δεν έχουμε κανένα τρελό αρχείο» / Photo: Κική Παπαδοπούλου / olafaq

-Τελικά, η Αθήνα είναι μια κινηματογραφική πόλη;

Θανάσης: Ναι, βγάζει κάτι κινηματογραφικό. Το θέμα είναι αν το βγάζει η ίδια η πόλη ή αν βγήκε μέσα από τις ταινίες. Τύπου έκανε η κότα το αυγό ή το αυγό την κότα; Είναι για μένα σαν το «Sin City».

Νίκος: Συμφωνώ 100%. Είναι πολυμορφική πόλη και μπορείς να γυρίζεις από ένα ρομαντικό love story μέχρι ένα θρίλερ. Βέβαια είναι και η οπτική του εκάστοτε δημιουργού το πώς θα προσεγγίζει το κάθε μέρος.

-Τι soundtrack θα βάζατε στην Αθήνα;

Νίκος: Θα είχε ένα μιξ από διάφορα. Θα μπορούσε να είναι από freestyle jazz μέχρι rap και rock.

Θανάσης: Εγώ νομίζω θα της ταίριαζε κάτι σε stoner rock. Κάτι βαρύ και δυνατό. Ίσως επειδή υπάρχει μια βαριά ατμόσφαιρά τώρα και λόγω της κατάστασης οπότε μου βγάζει κάτι τέτοιο.

-Ποιος θα τη σκηνοθετούσε καλύτερα;

Νίκος: Καλή τύχη μ’ αυτό! Πιστεύω θα ξεκινούσε με μία όμορφη και χαρωπή ιστορία και θα είχε ένα πολύ σκοτεινό τέλος με ένα wtf moment. Και σίγουρα θα ήταν τέλειο να γυριστεί σε μονόπλανο. Να ξεκινάς δηλαδή από κάτι καθως πρέπει και πιο κυριλέ και να καταλήγεις σε κάτι πιο «βρώμικο» και μυστήριο.

Θανάσης: Εμένα μου άρεσε να τη γυρίσει ο Wong Kar Wai. Μπορεί να αποδώσει τα στοιχεία της Αθήνας ένας τέτοιος σκηνοθέτης με παράλληλες ωραίες ιστορίες και να έδειχνε διάφορα σημεία με κοινό χρωματικό υπόβαθρο.

ΤΙΤΛΟΙ ΤΕΛΟΥΣ

«Η Αθήνα είναι πολυμορφική πόλη και μπορείς να γυρίζεις από ένα ρομαντικό love story μέχρι ένα θρίλερ» / Photo: Κική Παπαδοπούλου / olafaq

-Είστε από αυτούς που οι φίλοι σας ρωτάνε τι ταινίες να δουν;

Νίκος: Τον Θανάση ναι, εμένα όχι!

Θανάσης: Ναι, αλλά πλέον δυσκολεύομαι λίγο να προτείνω γιατί αυτό που μπορεί εμένα να μ’ αρέσει, για τον άλλον αν είναι κάτι πολύ ξένο και παράξενο οπότε γι’ αυτό εδώ και αρκετά χρόνια πηγαίνω και μόνος μου σινεμά.

-Θα θέλατε να βγει η cinεύρεση και εκτός Αθήνας;

Νίκος: Ναι το έχουμε σκεφτεί ήδη γιατί έχουμε βρει τα μέρη για κάποιες ταινίες. Αλλά και απο θέμα χρόνου είναι λίγο δύσκολο.

Θανάσης: Θέλουμε να κάνουμε ένα summer tour. Έχουμε και κάποιες ακραίες σκέψεις να πάμε στη λίμνη της Βόλβης για το «Ας περιμένουν οι γυναίκες», που είναι δύσκολο αλλά γενικά θέλουμε πολύ να βρούμε μέρη σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας.

-Με τι/ποιον γελάτε περισσότερο;

Θανάσης: Τελευταία, μας πιάνει ένα αβίαστο γέλιο βλέποντας ξανά τις ταινίες του Οικονομίδη. Δεν ξέρω αν αυτό είναι καλό ή όχι! Έτυχε να δούμε στο σπίτι με φίλους τη «Μπαλάντα» και γελάσαμε πολύ όπως και το «Σπιρτόκουτο» στη Στέγη.

Νίκος: Εμένα μου αρέσει η σάτιρα και αυτοσαρκασμός αλλά όχι επιτηδευμένα και όταν σου δείχνει κάτι ατόφιο όπως είναι. Επειδή είχαμε καιρό να τις δούμε, γέλασα πάρα πολύ. Νομίζω ότι θα χαιρόταν αν το άκουγε αυτό.

INFO ΓΙΑ ΤΟ ΣΚΟΝΑΚΙ ΣΟΥ
*Δες το Instagram τους