«Βυζάκια έξω λοιπόν / γοργόνα τέτοιων καιρών / στο χάος που μάς ενώνει», τραγουδούσε για την συνήθεια του τόπλες η Μελίνα Τανάγρη πριν από 35 περίπου χρόνια, όταν η «γυμνόστηθη επανάσταση» είχε έρθει και επισήμως και στην Ελλάδα.

Τον Αύγουστο, περισσότερο από κάθε άλλο μήνα του χρόνου, κυριαρχεί το τόπλες σε όλες τους τις μορφές.

Και όπως και όλα τα πράγματα και οι συνήθειες που μας κατακλύζουν, έτσι και το τόπλες έχει και αυτό την δική του ιστορία, ειδικά τα τελευταία 200 χρόνια, όταν και το γυναικείο (αλλά και ανδρικό ενίοτε…) στήθος δαιμονοποιήθηκε οπτικά και έπρεπε να περάσει δια πυρός και σιδήρου μέχρι να φτάσουμε στην δεκαετία του 1950, το χρόνικο ορόσημο της γέννησης του τόπλες.

Το τόπλες, όπως θα περίμενε κάποιος, έχει βαθιές κοινωνικές και ταξικές ρίζες.

Στην Ινδία, η γύμνια του στήθους ήταν ένδειξη της κοινωνικής τάξης και από τον 12ο έως τον 16ο αιώνα, μόνο οι γυναίκες της ανώτερης τάξης κάλυπταν τα στήθη τους.

Μέχρι το 1858, στη νοτιοδυτική περιοχή της Κεράλα, η πλειοψηφούσα εθνική ομάδα (Malayali) επέτρεπε μόνο στις γυναίκες που ανήκαν στις κάστες των Βραχμάνων (την οποία απάρτιζαν κυρίως ιερείς και δάσκαλοι) και των Kshatriya (που απάρτιζε η κυβερνώσα τάξη και η στρατιωτική ελίτ) να φορούν μπλούζα.

Στην Κεντρική Ευρώπη, η οποία πέρασε και κοτζάμ… Διαφωτισμό, το στήθος άρχισε να «ποινικοποιείται» αμέσως μετά την Γαλλική Επανάσταση και ενώ μέχρι τότε η δημόσια εμφάνιση του γυμνού στήθους ήταν πολύ περισσότερο συνηθισμένη από όσο είναι σήμερα.

Στους πίνακες ζωγραφικής της εποχής εκείνης, οι γυναίκες της βασιλικής αυλής μερικές φορές ζωγραφίζονταν με εκτεθειμένο τον έναν μαστό, ενώ η απεικόνιση και των δύο μαστών σε έναν πίνακα πιθανώς σήμαινε ότι ήσουν «ερωμένη» ή «παλλακίδα» του εκάστοτε βασιλιά.

Πίνακας του Gustave Courbet

Στη βικτωριανή εποχή είχαμε το απόλυτο αποκορύφωμα της δαιμονοποίησης του γυναικείου στήθους από την Βασίλισσα Βικτώρια της Αγγλίας, η οποία έριξε… Χ στην δημόσια εμφάνισή του.

Τότε ήταν που το στήθος έγινε θέαμα-ταμπού για όλους.

Στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, στις ΗΠΑ των αρχών της δεκαετίας του 1900 θεωρείτο «άσεμνο» τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες να εμφανίζονται τόπλες σε δημόσιο χώρο και ενώ μέχρι τότε δεν ήταν καν διαδεδομένες οι «διακοπές δίπλα στη θάλασσα». Οι άνδρες υποχρεώνονταν δια νόμου να φορούν ρούχα που κάλυπταν το στήθος τους, γι’ αυτό και λίγο μετά, γύρω στο 1920, εμφανίζεται και το ολόσωμο μαγιό που καλύπτει ολόκληρο το ανδρικό σώμα.

Η πρώτη… free the nipple επανάσταση – όλως παραδόξως – δεν έγινε από γυναίκες, αλλά από άνδρες: το 1935 σαράντα δύο Αμερικανοί συλλαμβάνονται επειδή έκαναν τόπλες. Οι 42 αυτοί άνδρες ξεσηκώθηκαν και διαδήλωσαν πεοκειμένου να κερδίσουν το δικαίωμα να κυκλοφορούν γυμνόστηθοι στη Νέα Υόρκη. Προηγουμένως, ήταν αναγκασμένοι, αν έβγαζαν το δασύτριχο στέρνο τους σε δημόσια θέα, να έρχονται αντιμέτωποι με συνθήματα από συντηρητικούς πολίτες όπως «δεν θέλουμε γορίλες στην παραλία μας».

Το ανδρικό τόπλες νομιμοποιήθηκε τελικά στις ΗΠΑ το 1936 και ακολούθησε η πρώτη τόπλες σκηνή σε ταινία, στο «Συνέβη μια Νύχτα» με πρωταγωνιστή τον Κλαρκ Γκέιμπλ.

Το τόπλες γεννήθηκε (και πεθαίνει;) στη Γαλλία

Το 1946 παρουσιάζεται στο Παρίσι το πρώτο μπικίνι ωστόσο πρέπει να φτάσουμε έχρι και τα τέλη της δεκαετίας του ’50 για να δούμε το πρώτο τόπλες από μια διάσημη σταρ της εποχής εκείνης, όταν η Μπριζίτ Μπαρντό αποφασίζει να προκαλέσει τα… χρηστά ήθη κάνοντας γυμνόστηθη μπάνια σε μια παραλία της Κυανής Ακτής.

Η «γυμνόστηθη επανάσταση» ξεκίνησε ακριβώς τότε (λίγο πριν ή λίγο μετά) με τη δημιουργία ενός αυστριακού σχεδιαστή ρούχων, του Rudi Gernreich, με έδρα του τη Νέα Υόρκη. Το μονοκίνι, ένα τόπλες μπικίνι παρουσιάστηκε το 1964 από το μοντέλο Peggy Moffitt, ωστόσο δεν επιτρεπόταν να φορεθεί δημοσίως (ακόμη).

Τα πράγματα στις ΗΠΑ αλλάζουν μόλις το 1986, όταν μια παρέα νεαρών, γυμνόστηθων Αμερικανίδων κορασίδων που κάνουν μπάνιο τόπλες συλλαμβάνονται από την αστυνομία. Το περιστατικό αυτό στάθηκε η αφορμή προκειμένου να αλλάξει η νομοθεσία περί τόπλες και έξι χρόνια μετά, το 1992, η Νέα Υόρκη είναι η πρώτη αμερικανική πολιτεία που επιτρέπει τη θέα του γυμνού στήθους σε δημόσιο χώρο.

Βέβαια, οι απανταχού μελετητές του φαινομένου και κοινωνιολόγοι εξακολουθούν να συμφωνούν σε ένα πράγμα: ότι η συνήθεια της ηλιοθεραπείας ή του μπάνιου με γυμνό στήθος, που γεννήθηκε στη Γαλλία κατά την δεκαετία του 1960, συνέβαλλε όσο λίγα στην σεξουαλική απελευθέρωση των γυναικών της εποχής εκείνης.

H Μπριζίτ Μπαρντό

Όμως, σύμφωνα με γάλλους κοινωνιολόγους αυτή η τόσο… χαλαρωτική πρακτική τείνει να χαθεί πλέον στη Γαλλία. Γιατί ενώ επί πολλές δεκαετίες, η χώρα υπερηφανευόταν πως ήταν η παγκόσμια κοιτίδα των τόπλες γυναικών στις παραλίες, τα τελευταία χρόνια μια νεότερη γενιά γυναικών αποφασίζει να μην καταφύγει στην συνήθεια του τόπλες μπάνιου, επικαλούμενη νέες… φεμινιστικές προτεραιότητες ή τον φόβο για καρκίνο του δέρματος.

Τα γαλλικά ΜΜΕ επιμένουν ότι οι πενηντάρες – αυτές, δηλαδή, που τέθηκαν μπροστάρισσες στους αγώνες της σεξουαλικής απελευθέρωσης των γυναικών – τείνουν να αποχωρίζονται ευκολότερα το στηθόδεσμό τους, ενώ οι σύγχρονες Γαλλίδες, ηλικίας 18 έως 30 ετών, απορρίπτουν το τόπλες.

Σε σχετική έρευνα που έγινε προ τριετίας στη Γαλλία, μόλις το 2% των Γαλλίδων κάτω των 35 ετών παραδέχθηκαν πως θα έκαναν μπάνιο ή έστω ηλιοθεραπεία τόπλες.

«Οι άνθρωποι είναι πολύ πιο πουριτανοί σήμερα», λέει η 63χρονη Γαλλίδα Μιριέλ Τραζιέ.

Αρκετοί Γάλλοι κοινωνιολόγοι θεωρούν πως οι Γαλλίδες σταμάτησαν να κάνουν μπάνιο τόπλες επειδή «δεν έχει το ίδιο… σοκαριστικό αποτέλεσμα, όσο πριν μισόν αιώνα, ενώ πλέον διατρανώνουν αλλιώς τον φεμινισμό τους».

Τοπλες στη παραλία την δεκαετία του 1970

Από τις πρώτες γραμμές του βιβλίου του «Σώματα γυναικών, βλέμματα ανδρών: Κοινωνιολογία του τόπλες» (1995), ο γάλλος κοινωνιολόγος Ζαν Κλοντ Κοφμάν προειδοποιεί τους αναγνώστες του ότι «πολύ φοβάμαι πως δεν θα ξαναδούμε γυμνό στήθος στην παραλία».

«Υπάρχει ένα τίμημα που πρέπει να πληρώσουμε όλοι μας, όσο τα πράγματα γύρω μας γίνονται ολοένα και πιο έξυπνα: κι αυτό είναι πως κινδυνεύουμε να χάσουμε για πάντα αυτή την αφελή ηρεμία που είχαμε συνηθίσει», γράφει ο γάλλος κοινωνιολόγος στην εισαγωγή του βιβλίου του.

Ο Κοφμάν πλέον υποστηρίζει, πως σε σχέση με την δεκαετία του 1960 και 1970 «η παραλία δεν είναι πλέον ένας χώρος ελευθερίας, όπου ο κάθε οργανισμός κάνει ό,τι θέλει. Κάθε χειρονομία, ακόμα και η μικρότερη, έχει συνέπειες. Και αν ο κοινωνικός έλεγχος είναι τόσο ισχυρός, αυτό συμβαίνει γιατί η παραλία αποτελεί μια από τις πιο τέλειες εκφάνσεις του δημόσιου χώρου και βίου».

Ένας ακόμη λόγος είναι πως οι νέες Γαλλίδες θεωρούν πως το νέο «μέσο» φεμινιστικής απελευθέρωσης δεν είναι πλέον η γύμνια του γυναίκειου σώματος, αλλά πράγματα όπως η ισότητα στους μισθούς και στον εργασιακό χώρο.

«Οι νεαρές Γαλλίδες σήμερα είναι βαθιά κομφορμίστριες. Καθώς κατάφεραν και πέτυχαν την σεξουαλική τους απελευθέρωση νωρίς, έγιναν τεμπέλες και την θεωρούν πλέον δεδομένη», καταλήγει με νόημα ο Κοφμάν.