Οι διακοπές στην παραλία μπορεί σήμερα να (μας) μοιάζουν με το πιο φυσικό πράγμα στον κόσμο.

Αλλά οι άνθρωποι δεν θεωρούσαν πάντα την παραλία ένα μέρος για χαλάρωση, ανάπαυση και διασκέδαση. Αντιθέτως, μέχρι πριν περίπου 200 χρόνια, οι άνθρωποι πραγματικά… έτρεμαν τις παραλίες και απέφευγαν κάθε είδους αλληλεπίδρασή τους με τη θάλασσα.

«Όπως τόσα πολλά πράγματα, όπως η ατμομηχανή, το τηλέφωνο και το πρώτο εμβόλιο, έτσι και οι σύγχρονες διακοπές στην παραλία εφευρέθηκαν στη Βρετανία. Οι διακοπές στην παραλία στην πραγματικότητα έγιναν δημοφιλείς στη Βρετανία στα τέλη του 18ου αιώνα και από εκεί εξαπλώθηκαν σε όλο τον κόσμο. (Αυτό δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι απέφευγαν εντελώς την παραλία πριν από τότε, αλλά οι διακοπές στην παραλία δεν ήταν πολιτιστικό φαινόμενο). Η προέλευσή του συνδέθηκε με τον τρόπο με τον οποίο η εκβιομηχάνιση αναδιαμόρφωνε τη Βρετανία εκείνη την εποχή, καθώς και με δημοφιλείς σύγχρονες ιατρικές θεωρίες που σήμερα ακούγονται παράξενες», αναφέρει το άρθρο της Washington Post.

Όπως γράφει η Daniela Blei σε ένα εξαιρετικό της άρθρο στο Smithsonian.com, σε παλαιότερες ιστορικές περιόδους οι άνθρωποι δεν έσπευδαν για χαλάρωση στην παραλία. Από την αρχαιότητα έως τον 18ο αιώνα, η παραλία προκαλούσε φόβο και ανησυχία στη λαϊκή φαντασία και ήταν συνώνυμο της ερημιάς και ενός μέρους όπου συνέβαιναν ναυάγια και φυσικές καταστροφές.

Ολα αυτά φυσικά προέρχονται από τη Βίβλο, όπου ο ωκεανός απεικονίζεται ως «μυστηριώδης και καταστροφικός». Που προκαλεί τον Μεγάλο Κατακλυσμό του Νώε και εμφανίζεται στη Γένεση με την ονομασία / χαρακτηρισμό «η μεγάλη άβυσσος» – δηλαδή ένα μέρος που ο άνθρωπος καλό θα ήταν να αποφεύγει.

«Στον κλασικό κόσμο, πολύ λίγοι αγαπούσαν τη θάλασσα και εκτιμούσαν τις παραλίες, ενώ ακόμα λιγότεροι ήταν εκείνοι που τολμούσαν να κάνουν μπάνιο. Οι αρχαίοι Ρωμαίοι μπορεί όντως να έχτιζαν τις βίλες τους σε παράκτιες περιοχές, ωστόσο δεν πήγαιναν σε αυτές προκειμένου να κάνουν διακοπές, τουλάχιστον όπως νοούνται σήμερα αυτές», γράφει ο Alain Corbin στο βιβλίο του The Lure of the Sea: The Discovery of the Seaside in the Western World, 1750-1840, ένα βιβλίο που η Blei αναφέρει στο άρθρο της.

Πώς οι παραλίες λοιπόν απέκτησαν τέτοια δημοφιλία; Εδώ έπαιξε το ρόλο της η διανόηση, η ποίηση και οι συγγραφείς του 18ου και 19ου αιώνα.

«Από το 1600 και το 1700, η θάλασσα άρχισε να εμφανίζεται στη γαλλική ποίηση με έναν πιο κολακευτικό τρόπο, ενώ τον 17ο αιώνα, οι ολλανδικοί πίνακες θαλασσογραφιών και παραλιών άρχισαν να φέρνουν τουρίστες στις παραθαλάσσιες πόλεις προκειμένου να δουν τις ίδιες εικόνες που είχε παρατηρήσει ο ζωγράφος», επισημαίνει ο Corbin, προσθέτοντας στη συνέχεια ότι:

«…η πρώτη βαθιά πολιτιστική εκτίμηση των πλεονεκτημάτων της θάλασσας και της παραλίας ξεκίνησε στην Αγγλία στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα, κυρίως λόγω των ιατρικών συνταγών της εποχής. Πολλοί γιατροί της εποχής εκείνης πίστευαν ότι το μπάνιο στα κρύα κύματα της θάλασσας ήταν ευεργετικό για καταστάσεις που ονόμαζαν “μελαγχολία”».

Οι επόμενοι που γοητεύτηκαν από τις θάλασσες ήταν οι γάλλοι ποιητές όπως ο Σεντ-Αμάν, ο οποίος σε ένα ποίημα του περιέγραφε το πώς παρέμεινε σε έναν ψηλό βράχο επί ώρες, κοιτώντας τον ορίζοντα και παρατηρώντας τους γλάρους να πετάνε.

Αυτό, τελικά, που έπαιξε μεγάλο ρόλο ήταν ένα φαινόμενο στις αρχές του 18ου αιώνα ονόματι “φυσική θεολογία” ή “ψυχοθεολογία”, όταν οι θρησκευόμενοι επιστήμονες συμβούλευαν τους πιστούς να προσφεύγουν προς ψυχολογική ανακούφιση στη θάλασσα, καθώς σύμφωνα με αυτούς, το «φυσικό τοπίο είναι το θέαμα που έχει προσφέρει ο Θεός στους ανθρώπους».

Ο Φράνσις Μπέικον στη συνέχεια υποστήριξε στα γραπτά του ότι το μπάνιο σε κρύα νερά προάγει τη μακροζωία και βοηθάει στην καταπολέμηση πολλών ασθενειών. Το πρώτο λουτρό χτίστηκε στην πόλη Μπράιτον το 1769 και, ουσιαστικά, ήταν το πρώτο σανατόριο στον κόσμο.

Κάπως έτσι προέκυψαν τα παραθαλάσσια θέρετρα κατά τον 18ο και 19ο αιώνα: ως τόπος ιατρικής θεραπείας και όχι ως τόπος χαλάρωσης και διασκέδασης. 

«Η επίσκεψη στη θάλασσα έγινε σταδιακά ένα είδος “ανταγωνιστικής δραστηριότητας” μεταξύ των ανώτερων τάξεων της Βρετανίας. Το 1783, ο πρίγκιπας της Ουαλίας, ο μετέπειτα βασιλιάς Γεώργιος Δ’, επισκέφθηκε το Μπράιτον αφού τον συμβούλεψαν ότι το μπάνιο στη θάλασσα θα βοηθούσε στην ουρική αρθρίτιδα από την οποία έπασχε. Στις δεκαετίες που ακολούθησαν, η μόδα εξαπλώθηκε στην ελίτ. Στην “Έμμα” της Τζέιν Ώστεν, για παράδειγμα, που εκδόθηκε το 1815, ο υποχόνδριος πατέρας της πρωταγωνίστριας συζητά ακατάπαυστα με τους φίλους της ανώτερης τάξης για τα οφέλη των διαφόρων παραλιών της Βρετανίας στην υγεία», αναφέρει το άρθρο του Smithsonian.

«Από εκεί και πέρα, η συνήθεια εξαπλώθηκε προς τα κάτω στην κοινωνική κλίμακα. Οι σιδηρόδρομοι που κατασκευάστηκαν στη Βρετανία στις αρχές του 19ου αιώνα έκαναν ένα ταξίδι στον ωκεανό προσιτό ακόμη και για τις κατώτερες τάξεις. Μέχρι τα τέλη του 1800, το Μπλάκπουλ είχε γίνει το πρώτο παραθαλάσσιο θέρετρο στον κόσμο για τους ανθρώπους της εργατικής τάξης», γράφει ο Τζον Γουόλτον του Πανεπιστημίου του Κεντρικού Λάνκασιρ.

Πράγματι, το 1841 ο σιδηρόδρομος μεταφέρει μαζικά ανθρώπους στο Μπράιτον και τότε είναι που αρχίζουν, κάπως επίσημα, οι καλοκαιρινές διακοπές των δυτικών ανθρώπων, με την σημερινή έννοια του όρου.

«Μέχρι το 1840, η παραλία σήμαινε κάτι καινούργιο για τους Ευρωπαίους. Είχε γίνει ένας τόπος ανθρώπινης κατανάλωσης- μια περιζήτητη “απόδραση” από την πόλη», γράφει η Blei.

Όπως τόσα πολλά πράγματα εκείνη την εποχή, οι παραθαλάσσιες διακοπές έγιναν ένα από τα πολιτιστικά εξαγώγιμα προϊόντα της Βρετανίας, που διαδόθηκαν τόσο από στόμα σε στόμα όσο και μέσω των εκπατρισμένων Βρετανών. «Μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα, παραθαλάσσια θέρετρα ξεφύτρωναν στη Νορμανδία, τη νοτιοδυτική Γαλλία, τη βόρεια Γερμανία και τη Σκανδιναβία», λέει ο Walton.

Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, είχαν εξαπλωθεί στην Αμερική – πρώτα στις ακτές της Νέας Αγγλίας και στη συνέχεια σταδιακά στον Μέσο Ατλαντικό και τον Νότο. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία, που λέμε.