Σήμερα νιώθεις κάπως ωραία και μόλις πέτυχες τον τέλειο φωτισμό -πρέπει να μοιραστείς το πρόσωπό σου με τον κόσμο, sharing is caring. Κάθεσαι μπροστά από το παράθυρο, παίρνεις πόζα, ανοίγεις μπροστινή κάμερα και…«Ο Χριστός κι ο δούλος, πώς είμαι έτσι;». Ξαναπαίρνεις πόζα, βάζεις φίλτρο, βγάζεις φωτογραφία. Έτσι ναι, αυτό αξίζει να γίνει story. Πάνω στο story υπάρχει και το όνομα του φίλρου-μάσκα που χρησιμοποίησες. Εντάξει, δεν το έχεις δα κρυφό. Το πρόσωπο της φωτογραφίας είναι πέρα για πέρα ψηφιακό, όλοι λίγο πολύ το καταλαβαίνουν. Χαλάλι, αρκεί να μη φανεί ο μαύρος κύκλος που έχει φτάσει στο ντεκολτέ και κάτι χθεσινοβραδινές πίτσες που ήρθαν και μαζεύτηκαν όλες κάτω από το σαγόνι.

Σε όποιο ιντερνετική γωνία κι αν συχνάζεις, το πιθανότερο είναι ότι έχεις πειραματιστεί κι εσύ με τα φίλτρα κάποια στιγμή. Και ναι, μπορεί να είναι διασκεδαστικά. Για την ακρίβεια, πριν λίγα χρόνια όταν πρωοεμφανίστηκαν στα social media, τα φίλτρα τα χρησιμοποιούσαμε περισσότερο για πλάκα (βλ. φίλτρα που σε μετατρέπουν σε σκύλο ή πριγκίπισσα της Disney ή UFO). Κάποια στιγμή άρχισαν να γίνονται αρκετά πιο low key και αληθοφανή, μέχρι που φτάσαμε σε σημείο αρκετοί να τα θεωρούν αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινής σοσιαλμιντιακής εμπειρίας.

Είναι σαφές ότι η συνεχής προβολή και κατανάλωση μη ρεαλιστικού ψηφιακού περιεχομένου αποτελεί κίνδυνο για την υγεία μας, πρόβλημα το οποίο τα social media όχι μόνο αποτυγχάνουν να αντιμετωπίσουν, αλλά ίσα ίσα οι αλγόριθμοι έχουν σχεδιαστεί για να το ενισχύουν. Στην εποχή των social media, η εμφάνισή μας έχει γίνει συνώνυμη της αξίας μας. Τα σώματά μας μετατρέπονται σε προϊόντα μάρκετινγκ. Πωλούνται και καταναλώνονται σαν εμπορεύματα στο διαδίκτυο, αφήνοντας την αυτοπεποίθησή μας έρμαιο αφηρημένων προτιμήσεων κι αντιλήψεων περί ομορφιάς. Για παράδειγμα, τα φίλτρα που αναφέρθηκαν παραπάνω, είναι διαβόητα για την ανάδειξη ευρωκεντρικών χαρακτηριστικών ομορφιάς, όπως πιο ανοιχτόχρωμα μάτια και μικρότερη μύτη. Εν τέλει, ο χρόνος που αφιερώνουμε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μπορεί να κάνει περισσότερο κακό παρά καλό διστρεβλώνοντας την αντίληψη του εαυτού μας και κατακρεουργώντας την αυτοεκτίμησή μας.

Οι ζωές μας, εδώ και χρόνια, κινούνται στο ίντερνετ, κοινονικοποιούμαστε στο ίντερνετ και το ίντερνετ ζυμώνει, δημιουργεί και καθορίζει την αισθητική της κουλτούρας μας, με τα social media να είναι η παιδική χαρά αυτού του φαινομένου. Στον βωμό της φευγαλέας ικανοποίησης των εκατοντάδων likes, θυσιάζουμε την αυτοπεποίθησή μας ξανά και ξανά. Αποτέλεσμα αυτού είναι οι χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης να νιώθουν όλο και πιο δυσαρεστημένοι με τα δικά τους χαρακτηριστικά κι αποκομμένοι από την πραγματική τους εικόνα, κάτι που παρατηρείται εντονότερα σε κορίτσια και γυναίκες.

Οι συνεχείς συγκρίσεις στις οποίες μας ωθούν με μαθηματική ακρίβεια οι αλγόριθμοι των social media, συχνά εκδηλώνονται υπό τη μορφή εσωτερικευμένης πίεσης, η οποία μπορεί να γίνει εξαιρετικά ανταγωνιστική. Συλλογικά, η διαδικτυακή σφαίρα μας φέρνει αντιμέτωπους με τις ανασφάλειές μας, με τον αριθμό των ακολούθων, τα likes και τα σχόλια να αποτελούν συνεχείς ψηφιακές υπενθυμίσεις της αξιολογικής μας κατάταξης.

Η επιστήμη μίλησε – Τα social media δολοφονούν την αυτοπεποίθησή μας

Σύμφωνα με μελέτη της Wall Street Journal, αυτή η επίδραση είναι πραγματική. Μάλιστα, σε εσωτερικό έγγραφο, το Facebook αποκάλυψε ότι γνωρίζει τις βλαβερές επιπτώσεις που έχουν οι εφαρμογές αυτές στις γυναίκες. Το έγγραφο ανέφερε, «το 32% των έφηβων κοριτσιών είπαν ότι όταν ένιωθαν άσχημα με το σώμα τους, το Instagram τους έκανε να αισθάνονται χειρότερα» και «μεταξύ των εφήβων που ανέφεραν σκέψεις αυτοκτονίας, το 13% των Βρετανών χρηστών και το 6% των Αμερικανών, ανέφεραν το Instagram ως παράγοντα αυτού».

Ωστόσο, αυτό το ζήτημα εκτείνεται πέρα ​​από τους εφήβους. «Παιδιά και ενήλικες όλων των ηλικιών μου εμπιστεύτηκαν ότι ντρέπονται όταν δημοσιεύουν φωτογραφίες χωρίς φίλτρα», λέει η ψυχίατρος, Δρ Leela R. Magavi. «Έχω αξιολογήσει μερικούς εφήβους καθώς και ενήλικες, άνδρες και γυναίκες, που έχουν συζητήσει την ιδέα να κάνουν πλαστική χειρουργική για να μοιάζουν περισσότερο με τη φιλτραρισμένη εκδοχή του εαυτού τους», λέει.

Και η έρευνα συμφωνεί. Μελέτες δείχνουν ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης επηρεάζουν σημαντικά τις τάσεις της πλαστικής χειρουργικής και οι άνθρωποι φέρνουν φιλτραρισμένες selfies τους στα ιατρεία ως πηγή έμπνευσης για τα αποτελέσματα που θα επιθυμούσαν.

Εκτός από τις αισθητικές επεμβάσεις, οι ειδικοί λένε ότι υπάρχει άμεση σχέση ανάμεσα στα φίλτρα των social media και τη χαμηλή αυτοεκτίμηση και τη σωματική δυσμορφία. «Βλέπω σίγουρα μια νέα τάση στις ανησυχίες για τη δυσμορφία του σώματος», λέει η Δρ Josie Howard, ψυχίατρος που ειδικεύεται στην ψυχοδερματολογία.

«Οι άνθρωποι αρχίζουν να περιμένουν από τον εαυτό τους να μοιάζουν με τον φιλτραρισμένο εαυτό τους και μπορεί να αποκτήσουν εμμονή να το πετύχουν αυτό στον πραγματικό κόσμο, κάτι που τους οδηγεί σε κατάθλιψη, άγχος, μοναξιά και απογοήτευση», λέει.

Το Κέντρο για την Καταπολέμηση του Ψηφιακού Μίσους συμπέρανε μέσα από πρόσφατη έρευνα ότι στο Tiktok στον μέσο έφηβο εμφανίζονταν βίντεο σχετικά με την εικόνα του σώματος κάθε 39 δευτερόλεπτα.

Από την άλλη, μια καναδική μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2019 έδειξε ότι ο χρόνος που αφιερώνεται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης θα μπορούσε να προκαλέσει ή να επιδεινώσει ανησυχίες σχετικά με την εικόνα του σώματός μας, εξηγεί η Δρ Magavi. «Αυτή η μελέτη υποστήριξε ότι μόλις πέντε λεπτά στο Facebook ή το Instagram θα μπορούσαν να μας επηρεάσουν αρνητικά».  Επιπλέον, από τους ερωτηθέντες της συγκεκριμένης έρευνας, τα κορίτσια και τα άτομα με χαμηλότερο κοινωνικοοικονομικό επίπεδο παρουσίασαν ακόμη πιο σοβαρά συμπτώματα κατάθλιψης. Άλλες μελέτες έχουν επινοήσει όρους όπως «δυσμορφία του Snapchat» ή τη «δυσμορφία της selfie» για να περιγράψουν αυτό το φαινόμενο.

Εκτός από τη χαμηλή αυτοεκτίμηση, τα social media μπορούν επίσης να διαιωνίσουν συναισθήματα μοναξιάς και απομόνωσης. «Την ίδια στιγμή που βλέπουμε την αυτοεκτίμηση των ανθρώπων να διαβρώνεται από την έκθεση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, βλέπουμε επίσης μια αυξανόμενη αίσθηση απομόνωσης επειδή αυτά τα φίλτρα δημιουργούν έναν αυτοενισχυόμενο βρόχο ανατροφοδότησης που οδηγεί τους ανθρώπους να περνούν περισσότερο χρόνο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αναζητώντας εικονική επικύρωση και λιγότερο χρόνο σύνδεσης στον πραγματικό κόσμο», εξηγεί η Δρ Howard.

Τι γίνεται όμως αν εσύ συνειδητοποιείς πλήρως ότι τα social media είναι ψεύτικα και εξακολουθείς να τα χρησιμοποιείς χωρίς να αισθάνεσαι ρητά κανένα αρνητικό συναίσθημα; Σύμφωνα με τους ειδικούς, υποσυνείδητα, τα social media μπορούν να έχουν τον ίδιο αντίκτυπο. «Αυτές οι εφαρμογές υποσυνείδητα εμφυτεύουν την έννοια της ατέλειας και της ασχήμιας, δημιουργώντας απώλεια αυτοπεποίθησης», λέει ο ψυχοδερματολόγος, Δρ. Francisco Tausk.

Υποσυνείδητα, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα φίλτρα μπορούν επίσης να υπενθυμίσουν στα άτομα επώδυνες στιγμές στη ζωή τους ή να αναδείξουν τις ανασφάλειές τους, και κατά συνέπεια, να εντείνουν τα συμπτώματα κατάθλιψης και άγχου. Ο υπερβολικός χρόνος που αφιερώνεται κοιτάζοντας φιλτραρισμένες εκδοχές του εαυτού μας μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη διάθεση, τον ύπνο και τη συνολική ψυχική και σωματική ευεξία μας.

«Ενώ οι επιπτώσεις μπορεί να γίνουν αντιληπτές για πρώτη φορά στους χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, γρήγορα εισχωρούν και διαπερνούν τα γενικά πρότυπα ομορφιάς και τις αισθητικές προσδοκίες όλων μας», λέει η Δρ Howard. «Έτσι, ακόμα κι αν κάποιος δεν ξοδεύει ώρες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, εξακολουθεί να εκτίθεται σε εικόνες και προϊόντα “φιλτραρισμένων” προσδοκιών».

Τι κάνουμε από δω και πέρα

Πώς μπορούμε να βγούμε από τον λάκκο της αρνητικότητας και της ανασφάλειας των social media; Το πρώτο βήμα είναι η συνειδητοποίηση, πραγματική, γνωστική και συνειδητή του «επίπλαστου» των social media. Οφείλουμε να υπενθυμίζουμε στον εαυτό μας ότι οι εικόνες που παιρνούν από τις οθόνες μας -ακόμη κι όταν δεν είναι επεξεργασμένες- δεν είναι παρά curated στιγμές από τη ζωή ενός χρήστη. Μιλάμε για ελάχιστα δευτερόλεπτα, προσεκτικά επιμελημένα κι επιλεγμένα, ώστε να συμβαδίζουν με τις αισθητικές επιταγές της εποχής. Είναι επίσης σημαντικό να έχουμε κάποια επίγνωση του πότε τα social media μας «σκαλίζουν» αισθήματα κατάθλιψης, άγχους και απομόνωσης.

Είναι σαφές ότι οι πλατφόρμες αυτές αποτυγχάνουν να μας προστατέψουν από αυτές τις αρνητικές ψυχικες συνέπειες. Αυτό σημαίνει ότι εμείς ως χρήστες καλούμαστε να διορθώσουμε τα λάθη των social media, δημιουργώντας ασφαλείς χώρους έκφρασης και κοινότητες αποδοχής στο ίντερνετ.

Η επίγνωση τυχόν πρώιμων προειδοποιητικών σημαδιών μπορεί να μας βοηθήσει να συνειδητοποιήσουμε πότε πρέπει να κάνουμε ένα διάλειμμα. Λίγος χρόνος μακριά από ψηφιακές οθόνες μπορεί να έχει μεταμορφωτικά αποτελέσματα για την ψυχική μας υγεία, βοηθώντας μας να προσέχουμε περισσότερο πώς χρησιμοποιούμε αυτές τις τεχνολογίες. Σύμφωνα με τους ειδικούς, αυτό το διάλειμμα πρέπει να διαρκεί τουλάχιστον τρεις εβδομάδες, το χρονικό διάστημα που χρειάζεται για να δημιουργηθεί μια νέα συνήθεια.

Το να έχουμε μεγαλύτερη επίγνωση του περιεχομένου που καταναλώνουμε, μπορεί να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τις εικόνες που βλέπουμε στο διαδίκτυο. Όσον αφορά τις εσωτερικευμένες μας πεποιθήσεις, αξίζει να σκεφτούμε σε ποιον βαθμό επιτρέπουμε στα social media να επιδεινώσουν τις ανασφάλειές μας, αποδεχόμενοι τον κόσμο όπως μας τον παρουσιάζουν οι αλγόριθμοι. Με το να καταναλώνουμε πιο επικριτικά τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και να επιλέγουμε που αφιερώνουμε χρόνο και ενέργεια, μπορούμε να πάρουμε την προσοχή μας πίσω. Και η προσοχή μας είναι η κινητήριος δυναμη των αλγόριθμων.

Οι αλγόριθμοι έχουν σχεδιαστεί ώστε να μας τροφοδοτούν συνεχώς μια προοπτική του κόσμου με βάση το ποιον ακολουθούμε, με τι ασχολούμαστε και τι μας αρέσει. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να επιμελούμαστε τη ροή μας στο ίντερνετ ώστε να λειτουργεί σαν κοιτίδα έμπνευσης κι ενδυνάμωσης. Σε τέτοιες περιπτώσεις, το unfollow μπορεί να είναι σωτήριο. Δε χρειάζεται να ακολουθούμε άτομα που -ακόμα κι αν δεν κάνουν τίποτα το μεμπτό- μας ωθούν στη λούπα της σύγκρισης ή μας δημιουργούν αρνητικά συναισθήματα ανασφάλειας, άγχους και ζήλειας, τα οποία δεν είμαστε σε θέση να διαχειριστούμε. Για ποιο λόγο να κρατάμε στη λίστα μας ανθρώπους που δε μας κάνουν να νιώθουμε ωραία;

Πριν κατακρίνουμε ένα άτομο για την παραπλανητική και ρετουσαρισμένη εικόνα που προβάλλει στους λογαριασμούς του, καλό θα ήταν να σκεφτούμε τις κοινωνικές κι αισθητικές επιταγές του συστήματος που μας επιβάλλει να είμαστε ωραίοι και προσεγμένοι πάντοτε. Είναι θλιβερό, αν το σκεφτείς, ότι ακόμη κι εμείς που δε βιοποριζόμαστε από τα social media και τις φωτογραφές μας τις βλέπουν 50, 100, 200 δικά μας άτομα, ακόμα κι εκεί νιώθουμε την ανάγκη να είμαστε όμορφα προϊόντα και να προσφέρουμε έστω μια στιγμιαία αισθητική ικανοποίηση στον θεατή. Παραμένουμε έτσι αγκυλωμένοι στην αισθητική ενός Αόρατου Βλέμματος. 

Τούτου λεχθέντος, εάν αρχίσουμε να ακολουθούμε άτομα που μας εμπνέουν θετικά και που προωθούν την αυθεντικότητά τους, ίσως τότε κι εμείς οι ίδιοι να αγκαλιάσουμε και να μοιραστούμε με τον κόσμο τη δική μας μοναδικότητα.