Μια από τις πιο θρυλικές ταινίες της δεκαετίας του 1980 έγινε μόλις 35 ετών και μαζί με τους νοσταλγικούς εορτασμούς, πολλά διεθνή ΜΜΕ βρήκαν αφορμή να επανεξετάσουν την συμβολή του εν λόγω φιλμ στην αναγνώριση του αυτισμού, θέμα το οποίο πραγματεύεται.

Ο «Άνθρωπος της Βροχής», το γνωστό «Rain Man», με τους Ντάστιν Χόφμαν και Τομ Κρουζ, βγήκε στις ελληνικές αίθουσες στα τέλη του Μαρτίου του 1989 και αμέσως προκάλεσε αίσθηση με την – τολμηρή για εκείνη την εποχή – θεματολογία της: ο Ρέιμοντ (Χόφμαν) είναι ένας αυτιστικός που πάσχει από σύνδρομο Ασπεργκερ.

Έχει κάποιες ιδιαίτερες ικανότητες καθώς μπορεί να αποστηθίσει έναν ολόκληρο τηλεφωνικό κατάλογο, να μετρήσει μέσα σε δέκατα του δευτερολέπτου τις 246 οδοντογλυφίδες που είναι πεσμένες στο πάτωμα καθώς και τα φύλλα της τράπουλας στο καζίνο.

Ωστόσο είναι «κοινωνικά» αδέξιος, δεν μπορεί να συναναστραφεί με άλλους ανθρώπους ή να κάνει απλούς καθημερινούς υπολογισμούς, ζώντας αποκλεισμένος σε έναν κόσμο και σε συνήθειες και εμμονές που έχει οργανώσει στο κεφάλι του.

Μέχρι που τον αναζητά ο αδερφός του Τσάρλι (Κρουζ), ένας εγωιστικός και εγωκεντρικός χαρακτήρας που το μόνο που (τον) θέλει είναι προκειμένου να διευθετήσει τις κληρονομικές του υποθέσεις – βασικά, είναι εκνευρισμένος που ο μεγάλος του αδελφός θα πάρει όλη την κληρονομιά του πατέρα τους ενώ ο ίδιος θα λάβει… μηδέν εις το πηλίκο.

Και κάπως έτσι, αναγκάζεται να τον γνωρίσει: μπαίνει σε μια κάμπριο Μπιούικ, απάγει τον Ρέιμοντ και μαζί ξεκινούν να κάνουν ένα ταξίδι που θα τους αλλάξει τη ζωή.

«Ο “Άνθρωπος της Βροχής” υπήρξε το καλύτερο πράγμα που θα μπορούσε ποτέ να συμβεί στον αυτισμό. Καμία δημόσια εκπαίδευση ή δημοσιοσχετίστικη προσπάθεια δεν θα μπορούσε να έχει την εντυπωσιακή ευαισθητοποίηση που ο “Άνθρωπος της Βροχής” προσέφερε σε εθνικό και διεθνές προσκήνιο», τονίζει μιλώντας στον Guardian ο δρ. Ντάρολντ Τρεφέρτ, ειδικός στον αυτισμό και το σύνδρομο Σαβάντ (Savant) καθώς και ιατρικός και επιστημονικός σύμβουλος στην ταινία.

«Η λέξη “αυτισμός” δεν υπήρχε πουθενά στο σενάριό μου. Κοιτώντας πίσω, «Ο Ανθρωπος της Βροχής” δεν ήταν ποτέ μια ιστορία για τον αυτισμό. Ήταν η ιστορία δύο χαμένων αδελφών, το ταξίδι τους και μετά η λύτρωσή τους», δήλωσε ο Μπάρι Μόροου, ο βραβευμένος με Όσκαρ σεναριογράφος της ταινίας.

To Rain Man προσέδωσε ορατότητα στην αποδοχή της διαταραχής

Ωστόσο σήμερα, 35 χρόνια μετά, είναι πασίδηλο το ότι η επιτυχία της ταινίας συνδέθηκε με την ευρεία αποδοχή της διαταραχής.

«Από πλευράς ιατρικής έρευνας και χρηματοδότησης, η συγκεκριμένη ταινία άνοιξε τον ασκό του Αιόλου», τονίζει με νόημα ο Μόροου.

«Ίσως η αλλαγή στη διάγνωση να είναι κάτι παραπάνω από σύμπτωση», συνοψίζει ο Τρεφέρτ, προσθέτοντας πως τα επόμενα χρόνια η διάγνωση των προσώπων που βρίσκονται στο φάσμα του αυτισμού αυξήθηκε σημαντικά ενώ μια έρευνα του 2010 επιβεβαίωσε πως η χρονιά που άλλαξε την πορεία της διαταραχής ήταν όντως… το 1988!

Υπάρχει φυσικά και η αντίθετη άποψη: όσων υποστηρίζουν πως η απεικόνιση του αυτισμού γίνεται στερεοτυπικά, σχεδόν χοντροκομμένα, ενώ πολλοί αναφέρονται μέχρι και στην «καρικατουρίστικη απεικόνιση των πασχόντων από Ασπεργκερ» από πλευράς του Χόφμαν.

Κάποιοι άλλοι, όπως η κριτικός κινηματογράφου του «New Yorker» Πολίν Κάελ αναρωτήθηκαν ήδη από την πρώτη ημέρα της προβολής της «γιατί οι άνθρωποι της ταινίας δεν είχαν απλά έναν αυτιστικό να παίζει τον συγκεκριμένο ρόλο;».

«Πολλοί λένε πως έβλαψε την ευαισθητοποίηση για τον αυτισμό και καταλαβαίνω την άποψή τους», αναφέρει ο Κρις Μπονέλο, από την οργάνωση Autistic Not Weird, που πάσχει και ο ίδιος από σύνδρομο Ασπεργκερ. Ωστόσο, λέει επίσης πως «καμία παρουσίαση του αυτισμού δεν πρόκειται ποτέ να ικανοποιήσει κανέναν γιατί είναι τόσο ευρύ το φάσμα του αυτισμού και οι αυτιστικοί τόσο πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους».

Προς όποια πλευρά κι αν γέρνει η πλάστιγγα, η αλήθεια είναι πως μετά τον «Άνθρωπο της βροχής» μια σειρά ταινιών βγήκαν στη μεγάλη οθόνη με θέμα τον αυτισμό, όπως τα φιλμ «Temple Grandin», «Mozart and the whale», «My name is Khan» και «Please stand by».

Rain Man

Η ιστορία του αληθινού «Ανθρώπου της Βροχής»

Ο Κιμ Πικ γεννήθηκε το 1951 στο Σολτ Λέικ της Γιούτα με έναν εγκέφαλο ο οποίος δεν είχε τη συστοιχία των νεύρων που συνδέει τα δύο ημισφαίρια.

Διαγνώστηκε με σύνδρομο Σαβάντ. Μέχρι την ηλικία των τεσσάρων χρόνων δεν μπορούσε να περπατήσει, ενώ η αναπτυξιακή του αναπηρία τον εμπόδιζε να κάνει μπάνιο μόνος του, μέχρι και να κουμπώνει μόνος του το πουκάμισο του.

Όμως το σύνδρομο Σαβάντ του έδωσε κάποιες εκπληκτικές ικανότητες καθώς μέχρι τα δύο του, ο Πικ μπορούσε ήδη να απομνημονεύσει τεράστιες ποσότητες πληροφοριών καθώς ήταν σε θέση, διαβάζοντας, να «σαρώνει» τη δεξιά σελίδα με το δεξί μάτι του και την αριστερή με το αριστερό!

Όπως έλεγαν οι επιστήμονες, το γεγονός ότι γεννήθηκε χωρίς σύνδεση μεταξύ των ημισφαιρίων του εγκεφάλου του, σήμαινε ότι ήταν σε θέση να επεξεργαστεί τόνους πληροφοριών ταυτόχρονα.

Ο Κιμ μπορούσε να ολοκληρώσει τα περισσότερα βιβλία σε λιγότερο από μια ώρα, ενώ θυμόταν σχεδόν όλα όσα είχε διαβάσει – είναι χαρακτηριστικό πως μπορούσε να δώσει λεπτομερείς κατευθύνσεις σε οδηγούς σε πόλεις σε ολόκληρο τον κόσμο με βάση χάρτες που μόλις είχε δει.

Επιπλέον, διέθετε μια αξιοσημείωτη μνήμη: για παράδειγμα, μπορούσε κάποιος να πει στον Πικ μια οποιαδήποτε μέρα στην ιστορία και εκείνος μπορούσε να του πει ποια ημέρα της εβδομάδας ήταν!

Rain Man

Ο πατέρας του τον αποκαλούσε χαριτολογώντας «Kimputer», ενώ άλλοι τον χαρακτήριζαν ως το «Έβερεστ της μνήμης», παρά το γεγονός το I.Q. του ήταν μόνο 87, με το 110 να θεωρείται ο ευρέως αποδεκτός μέσος όρος.

Ο Πικ συνάντησε τον Μόροου το 1984 σε ένα συνέδριο για αυτιστικούς και από την επόμενη ημέρα ο σεναριογράφος δεσμεύτηκε να μεταφέρει την ζωή του στο σινεμά.

Πέθανε το 2009 σε ηλικία 58 χρόνων από καρδιακή προσβολή σε νοσοκομείο του Σολτ Λέικ.

«Δεν νομίζω ότι θα μπορούσε κανείς να περάσει πέντε λεπτά μαζί του και να μην αλλάξει ελαφρώς την άποψή του για τον εαυτό του, τον κόσμο και τις δυνατότητές μας ως ανθρώπινα όντα», είπε ο Μόροου στην επιμνημόσυνη δέηση.

Τι είναι ο αυτισμός

Ο όρος «αυτισμός» προέρχεται ετυμολογικά από την ελληνική λέξη «εαυτός» και υποδηλώνει την απομόνωση ενός ατόμου στον εαυτό του.

Αρχικά, ο όρος αυτός χρησιμοποιήθηκε από τον Ελβετό ψυχίατρο Όιγκεν Μπλόιλερ (Eugen Bleuler) το 1911, για να χαρακτηρίσει κάποια άτομα με σχιζοφρένεια που είχαν χάσει την επαφή με την πραγματικότητα.

Στη συνέχεια, στις αρχές της δεκαετίας του 1940, δύο άλλοι ψυχίατροι, ο Λέο Κόνερ (Leo Konner) και ο Χανς Άσπεργκερ (Hans Asperger) περιέγραψαν περιπτώσεις παιδιών που παρουσίαζαν ελλείμματα στην κοινωνική ανάπτυξη, ιδιόμορφη γλωσσική ανάπτυξη και περιορισμένα στερεότυπα ενδιαφέροντα.

Ο Κόνερ θεωρεί τον αυτισμό μια εγγενή διαταραχή του συναισθήματος, ο οποίος αργότερα δημοσίευσε συμπεράσματα από 11 περιπτώσεις αυτιστικών παιδιών.

Στο πλαίσιο αυτής της διαταραχής εμποδίζεται ή δυσκολεύεται η ανάπτυξη ορισμένων ψυχολογικών δεξιοτήτων, που είναι ζωτικές για την ψυχική και κοινωνική επάρκεια του ανθρώπου.

Οι δεξιότητες αυτές σχετίζονται με την κοινωνική συναλλαγή, την αμοιβαιότητα, την επικοινωνία και την οργάνωση πρόσφορης και σκόπιμης δραστηριότητας. Στις περιοχές αυτές, τα αυτιστικά άτομα εμφανίζουν σημαντικές δυσκολίες και χαρακτηριστικές αποκλίσεις.

Τα χαρακτηριστικά αυτά είναι γνωστά ως «Τριάδα Διαταραχών Του Αυτισμού (Lorna Wing)» και αναφέρονται αναλυτικά παρακάτω:

Α. Στη λεκτική ή μη επικοινωνία (καθυστέρηση ή απουσία ομιλίας, ηχολαλία μιλά και σταματά ή μιλά ασταμάτητα για ένα θέμα). Το εύρος των δυσκολιών λόγου που σχετίζονται με τον αυτισμό είναι μεγάλο. Υπάρχουν ακραίες περιπτώσεις με πρόσθετες δυσκολίες λόγου και νοητική καθυστέρηση, που δεν αναπτύσσουν ποτέ προφορικό λόγο. Στο άλλο άκρο βρίσκονται άτομα με εξαιρετικά ανεπτυγμένες δεξιότητες λόγου, γραμματική, άρθρωση. Άλλα εμφανίζουν ευκολία στην εκμάθηση ξένων γλωσσών. Ωστόσο, παρουσιάζουν προβλήματα στις πτυχές της επικοινωνίας, όπως την κατανόηση και χρήση των εκφράσεων του προσώπου και των χειρονομιών.

Β. Στην κοινωνική αλληλεπίδραση (απουσία οπτικής επαφής και μίμησης, αδυναμία ομαδικού παιχνιδιού). Προβληματική, αποκλίνουσα και σοβαρή καθυστέρηση στην κοινωνική και ιδιαίτερα στη διαπροσωπική ανάπτυξη. Εσωκλείει άτομα που θεωρείται ότι παρουσιάζουν την τυπική μορφή του αυτιστικού φάσματος, αλλά και άτομα που ανταποκρίνονται στην κοινωνική επαφή, έστω και αν είναι ανίκανα να την αρχίζουν τα ίδια, καθώς και το ενεργητικό αλλά παράξενο παιδί που αναζητεί την κοινωνική επαφή είναι όμως αδέξιο κοινωνικά και δεν τα καταφέρνει. Είναι η πλευρά των αυτιστικών καταστάσεων που προκαλεί στους γονείς την πιο μεγάλη οδύνη καθώς και συναισθήματα ενοχής που δεν τα αξίζουν.

Γ. Στην ανάπτυξη της φαντασίας και της σκέψης που συνοδεύονται από εμμονική, τελετουργική ενασχόληση με αντικείμενα ή καταστάσεις, επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές, αντίδραση στην αλλαγή και άλλα συναφή. Πρόκειται για έλλειψη αυθόρμητης ανάπτυξης συμβολικού παιχνιδιού, ακόμη και όταν αυτό διδάσκεται. Το παιδί μπορεί να περιορίζεται στο στριφογύρισμα αντικειμένων, στην ενασχόληση με φώτα, και άλλα. Τα ικανά παιδιά με αυτισμό μπορεί να διαθέτουν φαντασία. Συνήθως όμως, είναι περιορισμένη, αν όχι, απούσα η διάκριση μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας. Ένα ποσοστό ατόμων έχει υστέρηση σε νοητικό, αντιληπτικό επίπεδο. Κάποια άλλα άτομα έχουν δείκτη νοημοσύνης και ικανότητες πάνω από αυτό που ορίζεται φυσιολογικό κανονικό.