«Πιο καλή η μοναξιά», λέει το λαϊκό σουξέ, αλλά κάποιοι και κάποιες την φοβούνται. Και ο φόβος αυτός του οδηγεί, τις οδηγεί σε σχέσεις -δεν είναι όλες τους πάντοτε αποτυχημένες. Έχουμε δει μεγάλους έρωτες ανθρώπων που ενώθηκαν λόγω πόθου και θαυμασμού να καταρρέουν, μιας που στα ζητήματα αυτά ασφαλής κανόνας πραγματικά μοιάζει να μην υπάρχει. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ο φόβος της μοναξιάς δεν αποτελεί το ιδανικότερο θεμέλιο για μια σχέση με σοβαρή προοπτική.

Πώς καταλαβαίνουμε, όμως, αν ο σύντροφός μας είναι μαζί μας απλώς επειδή είναι μόνος;

Υπάρχουν κάποια σημάδια. Παρατηρήστε: μήπως δεν έχει σχέδια εκτός από τα δικά σας; Παράλληλα, αν προκύψει κάτι έκτακτο-δηλαδή αν τον θυμηθεί κανείς- το έχει εύκολο να ακυρώσει κάτι δικό σας; Σας μιλά με εξοντωτικές λεπτομέρειες για την μέρα του, ασχολείται μόνο με αφηγήσεις γύρω από τα προσωπικά του ζητήματα και δεν πολυρωτάει για εσάς; Αν όλα αυτά συνυπάρχουν ως σημάδια, μαντέψτε για ποιον χτυπά η καμπάνα. Όχι ότι δεν υπάρχουν και άλλα. Μήπως έχετε διακρίνει έναν διαφορετικό εαυτό (του/της) όταν είναι μαζί σας και διαφορετικό με άλλα άτομα; Δεν μιλάμε τώρα για τα όσα μάς κάνουν πιο ρομαντικούς ή υπερβολικούς ή όλες εκείνες μας τις ποιότητες που οξύνει η ερωτικότητα. Μιλάμε για άλλον εαυτό, ο οποίος πιθανώς καθρεφτίζει δικά σας χαρακτηριστικά και προβάλλεται κατ’ αυτόν τον τρόπο από τον φόβο του συντρόφου σας μην σας χάσει. Αυτό μπορεί να ακούγεται ρομαντικό, όμως δεν είναι. Πολλές και πολλοί από εμάς μπορεί να έχουμε ακούσει στο τέλος μιας σχέσης ατάκες όπως: «Έπρεπε να στο έχω εξηγήσει νωρίτερα, δεν το έκανα, φοβήθηκα» ή «Όχι, φυσικά και βαριέμαι τα πάρτυ, αλλά νόμιζα πως επειδή εσένα σ’ αρέσουν πολύ, είναι καλό να δείχνω ενθουσιασμό». Ασπρίζουμε, παγώνουμε και συνειδητοποιούμε ότι μάλλον ήμασταν με άλλον άνθρωπο από αυτόν που νομίζαμε.

Κι από την άλλη, δεν είναι κακή ιδέα να αναρωτηθούμε κι εμείς για τους εαυτούς μας αντιστοίχως. Υπάρχει περίπτωση να μπήκαμε σε κάποια ιστορία από φόβο μην μείνουμε μόνοι, μόνες; Τίποτα παράλογο σε αυτό, απλώς ανθρώπινη αδυναμία που έχει τις εξηγήσεις της. Είναι πραγματικά σκληρή και δυσάρεστη η διαπίστωση ότι οι άνθρωποι φοβόμαστε τόσο πολύ τη μοναξιά που συχνά επιλέγουν να παραμείνουν σε μια σχέση με το λάθος άτομο. Κι αυτή η σχέση μπορεί να διαρκέσει χρόνια, δηλαδή να απασχολήσει ένα μεγάλο και σημαντικό κομμάτι της ζωής μας, κλέβοντας ενδεχομένως οξυγόνο από άλλες πτυχές που μπορεί να έχουμε ανάγκη να βιώσουμε και να εξερευνήσουμε.

Κάποιες φορές η πίεση των φίλων, της οικογένειας και της κοινωνίας γενικότερα να παντρευτείς ή να βρίσκεσαι σε μια σταθερή μακροχρόνια σχέση μπορεί να είναι ασφυκτική. Πράγμα που, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, αποτελεί παράγοντα πίεσης ιδίως για τις γυναίκες και ιδίως για τις γυναίκες άνω των 30. Μια βιαστική απόφαση που δημιουργείται όμως από τον φόβο της μοναξιάς μπορεί να οδηγήσει σε πραγματική δυστυχία. Και το χειρότερο; Στο τέλος της μέρας, της εβδομάδας, του μήνα να νιώθουμε ακόμα πιο μόνοι από ό, τι θα αισθανόμασταν αν δεν είχαμε μπει εξαρχής στην σχέση αυτή.

Στις σχέσεις που έχουν πια κουράσει, είναι πολύ συχνό φαινόμενο το ταίρι μας να έρχεται στο μυαλό μας μόνο όταν το χρειαζόμαστε: να μας εξυπηρετήσει σε μια δουλειά, να μας ακούσει όταν κανείς άλλος δεν είναι διαθέσιμος, να μας κεράσει στα τέλη του μήνα που έχουμε ξεμείνει. Επίσης, όταν τα πράγματα δεν πάνε καλά και παραμένουμε στην σχέση λόγω φόβου μοναξιάς, τείνουμε να μιλάμε με τους φίλους μας για τον άνθρωπό μας με αρνητικό πρόσημο συνεχώς. Όλο παραπονιόμαστε, όλο κάτι έχουμε να του/της προσάψουμε. Μάλλον, όμως, αποφεύγουμε να το πούμε στον άμεσα ενδιαφερόμενο! Τέλος, όταν κάνουμε συνεχώς παραχωρήσεις πιέζοντας τον εαυτό μας, θα χρειαστεί να ασχοληθούμε σοβαρά με την κατάσταση. Ως πότε θα παριστάνουμε ότι συμπαθούμε την παρέα με την οποία τρώμε κάθε Κυριακή; Οι Κυριακές μας είναι πολύτιμες κι όμως εμείς, για να μην είμαστε μαγκούφηδες, προτιμάμε να τις περνάμε με όλα αυτά τα ψώνια ή όλους αυτούς τους μίζερους τύπους (ή ό,τι είναι τέλος πάντων), και μάλιστα δεν εκφράζουμε στο άλλο μας μισό την δυσαρέσκειά μας.

Υπάρχει και κάτι άλλο: φοβόμαστε, στην τελική, ότι δεν μπορούμε ή ότι δεν αξίζουμε να βρούμε κάτι καλύτερο για την ζωή μας. Ανασφάλεια, αίσθηση ανικανότητας και ματαιότητας: και αυτά είναι συνήθεις και απολύτως νορμάλ ανθρώπινες αδυναμίες… Τα καλά στην ζωή έρχονται όταν είμαστε πραγματικά σε θέση να τα υποδεχθούμε. Όταν εκπέμπουμε προς τα έξω ότι είμαστε καλά με εμάς, με τους εαυτούς μας, έλκουμε συνήθως ανθρώπους που επίσης είναι σε ανάλογη κατάσταση. Κι αν μπορούμε να περάσουμε καλά με τους εαυτούς μας, τότε γινόμαστε και πιο επιλεκτικοί σε σχέση με την επιλογή συντρόφου, πράγμα που μπορεί αν οδηγήσει σε όμορφες, ποιοτικές, σημαντικές σχέσεις ζωής. Πώς σας ακούγεται αυτό;