Οι περισσότεροι έχουμε στο μυαλό μας τον Καναδά ως ένα φιλειρηνικό κράτος, την χώρα της Joni Mitchell, του Neil Young και του Drake, με καλές κρατικές υποδομές – σίγουρα καλύτερα απ’ αυτές των γειτονικών Η.Π.Α. – και αρκετό χιόνι, υπέροχα τοπία, ευγενικούς πολίτες, ατελειώτους δρόμους για υπέροχα road trips στην άγρια φύση, ο τόπος που παράγει το maple syrup για pancakes . Και όλα αυτά ισχύουν. Αλλά ο Καναδάς πρόκειται να τραβήξει τα βλέματα της παγκόσμιας κοινότητας και για ένα άλλο θέμα που κλιμακώνεται το τελευταίο διάστημα.

Την ευθανασία των ανθρώπων της χαμηλότερης οικονομικής τάξης.

Από πέρυσι, ο καναδικός νόμος, επιτρέπει στους ανθρώπους να επιλέξουν την ευθανασία, αφού δεν μπορούν να ζήσουν με αξιοπρέπεια. Το κράτος, γενναιώδορα θα καλύψει το κόστος της διαδικασίας, αφού όπως φαίνεται είναι προτιμότερο αυτό απ’ το να ξοδέψει χρήματα για καλύψει βασικές ανάγκες διαβίωσης των πολιτών του.

Όλα ξεκίνησαν το 2015, όταν το Ανώτατο Δικαστήριο του Καναδά επέτρεψε την υποβοηθούμενη αυτοκτονία, ακυρώνοντας την μέχρι τότε αντισυνταγματική προοπτική της ευθανασίας. Την επόμενη χρονιά το, το Κοινοβούλιο θέσπισε τη νομοθεσία “C-4” επιτρέποντας την ευθανασία, αλλά μόνο για όσους πάσχουν από κάποια ανιάτη ασθένεια και των οποίων ο φυσικός θάνατος θα ήταν «ευλόγως προβλέψιμος».

Πέντε χρόνια αργότερα, φτάνοντας στο 2022, το καναδικό κοινοβούλιο θέσπισε το νομοσχέδιο “C-7”, το οποίο κατήργησε την έννοια του «ευλόγως προβλέψιμου» θανάτου και ταυτόχρονα την «ανίατη» κατάσταση μιας ασθένειας. Πλέον, εφόσον κάποιος πάσχει από κάποια ασθένεια ή αναπηρία και δεν μπορεί ο ίδιος να καλύψει τις ιατροφαρμακευτικές ανάγκες του λόγω χρημάτων και συνθηκών, μπορεί να «επωφεληθεί» της επιλογής “Medical Assistance In Dying” (MAID) για να τερματίσει την ζωή του σε μία κρατική κλινική.

Έτσι, αρκετοί Καναδοί των χαμηλότερων οικονομικών στρωμάτων, αν και φυσικά θα προτιμούσαν να ζήσουν, στρέφονται προς το MAID αφού δεν βλέπουν προοπτική βελτίωσης των συνθηκών διαβίωσής τους.

Ένας άστεγος ζητιανεύει χρήματα κατά τη διάρκεια ακραίου ψύχους στην πόλη του Τορόντο (φωτ.: THE CANADIAN PRESS/Nathan Denette)

Πριν προχωρήσουμε, είναι σημαντικό να παραθέσουμε κάποια στατιστικά σχετικά με την φτώχεια στον Καναδά:

  • Σχεδόν το 15% των ατόμων με αναπηρία ζουν σε συνθήκες φτώχειας, εκ των οποίων το 59% είναι γυναίκες
  • Ο αριθμός των αστέγων που ζουν με αναπηρία ή ψυχική ασθένεια ανέρχεται στο 45% του συνολικού πληθυσμού των αστέγων
  • Το 21% των ανύπαντρων μητέρων μεγαλώνουν τα παιδιά τους ενώ ζουν σε συνθήκες φτώχειας (το 7% των ανύπαντρων πατέρων μεγαλώνουν τα παιδιά τους σε συνθήκες φτώχειας)
  • 1 στις 5 οικογένειες αυτόχθονων λαών, ζει σε συνθήκες φτώχειας, σε αντίθεση με 1 στις 20 μη αυτόχθονες οικογένειε
  • Σχεδόν το 15% των ηλικιωμένων ανύπαντρων ατόμων ζουν σε συνθήκες φτώχειας
  • Σχεδόν 2 εκατομμύρια ηλικιωμένοι λαμβάνουν το Συμπλήρωμα Εγγυημένου Εισοδήματος και ζουν με περίπου 17.000 δολάρια ετησίως. Ωστόσο, το βασικό βιοτικό επίπεδο στον Καναδά υπολογίζεται σε 18.000 δολάρια ετησίως για ένα άτομο που μένει μόνο του

Ο Καναδάς βρίσκεται πολύ χαμηλά στην λίστα με τις κρατινές δαπάνες κοινωνικής φροντίδας και ταυτόχρονα, σε πολλές περιπτώσεις, η πρόσβαση στο εθνικό σύστημα Υγείας απαιτεί τεράστιους χρόνους αναμονής για περίθαλψη ή ιατρική εξέταση. Ο βαθμός του συγκεκριμένου προβλήματος είναι τόσο μεγάλος, που το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας το 2005 δήλωσε ότι αυτοί οι χρόνοι αναμονής «αποτελούν παραβίαση του δικαιώματος στην ζωή».

Και γι’ αυτό, άνοιξαν την πόρτα στην ευθανασία…

Πλέον, οι αναφορές και οι καταγγελίες για κακομεταχείριση πολιτών και παρότρυνση απ’ το ιατρικό προσωπικό για χρήση της επιλογής MAID, είναι αρκετές. Βέβαια, αυτό ίσχυε και πριν την ψήφιση του “C-7”, αλλά πλέον υπάρχει και μια επιπλέον ανήθικη πλευρά της κρατικής αντιμετώπισης προς τους ασθενείς, λόγω της ευθανασίας.

Σύμφωνα με τo Spectator και τον Yuan Yi Zhu, ερευνητή του Nuffield College της Οξφόρδης, μια γυναίκα υπέβαλε αίτηση για MAID επειδή απλά «δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να συνεχίσει να ζεί», ενώ μια άλλη γυναίκα στο Οντάριο προέβει σε ευθανασία επειδή τα επίδοματα στέγασης δεν της επέτρεπαν να βρει καλύτερη κατοικία που δεν θα επιδείνωνε τις παραλυτικές αλλεργίες της. Μια ακόμη παρόμοια περίπτωση, είναι της γυναίκας που ζήτησε ευθανασία λόγω των χρεών που εκτοξεύθηκαν μέσα στην πανδημία και την κατέστησαν ανίκανη να πληρώνει για τη θεραπεία που διατηρούσε τον χρόνιο πόνο της σε υποφερτό επίπεδο.

Με αφορμή αυτή την τελευταία περίπτωση, να σημειώσουμε πως η παρούσα κυβέρνηση του Καναδά, προσέφερε στους ανάπηρους μια πρόσθετη οικονομικη βοήθεια 600 δολαρίων κατά την διάρκεια της πανδημίας, ενώ οι φοιτητές πανεπιστημίου έλαβαν 5.000 δολάρια.

Το Associated Press, πρόσφατα ανέφερε την τραγική ιστορία του Άλαν Νίκολς, ηλίκιας 61 ετών, ο οποίος οδηγήθηκε στην ευθανασία λόγως της απώλειας ακοής. Δεν είχε περάσει ένας μήνας απ’ όταν διαγνώστηκε με την συγκεκριμένη αναπηρία, όταν οι γιατροί – σύμφωνα με τις καταγγελίες της οικογένειάς του – τον βοήθησαν να ζητήσει να κάνει χρήση του MAID. Αντίστοιχες περιπτώσεις, έρχονται στο φως της δημοσιότητας και για στρατιώτες που επιστρέφουν στην πατρίδα τους και είτε έχουν κάποια αναπηρία λόγω συμμετοχής σε κάποια αιμματηρή μάχη είτε έχουν διαγνωστεί με το σύνδρομο του μετατραυματικού στρες.

Η κυβέρνηση του Καναδά επιμένει πως η υποβοηθούμενη αυτοκτονία έχει να κάνει με την ατομική αυτονομία, αλλά ταυτόχρονα, δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στα δημοσιονομικά οφέλη του νομοσχεδίου “C-7”.

Πριν τεθεί σε εφαρμογή το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, ο κοινοβουλευτικός υπεύθυνος του προϋπολογισμού της χώρας δημοσίευσε μια έκθεση σχετικά με την εξοικονόμηση κόστους που θα δημιουργούσε. Ενώ η προηγούμενη μέθοδος εφαρμογής του MAID μέσω του “C-4” εξοικονομούσε 86,9 εκατομμύρια δολάρια ετησίως, το “C-7” προέβλεπε πως θα εξοικονομούσε επιπλέον 62 εκατομμύρια ετησίως. Η υγειονομική περίθαλψη, ιδίως για όσους πάσχουν από χρόνιες παθήσεις, είναι αρκετά δαπανηρή για το κράτος. Όμως το MAID στοιχίζει μόλις 2.300 δολάρια ανά θάνατο. Και φυσικά, οι πολίτες που βασίζονται εξ ολοκλήρου στο Medicare [σ.σ. το κρατικό σύστημα υγείας του Καναδά] αποτελούν μεγαλύτερο βάρος για το δημόσιο ταμείο από εκείνους που έχουν κάποια ιδιωτική ασφάλιση.

Όπως γίνεται σε κάθε ανεπτυγμένη χώρα του Δυτικού κόσμου, έτσι και στον Καναδία, το νομοσχέδιο έχει φέρει και την ανάλογη πολιτική αντιπαλότητα μεταξύ των παρατάξεων στην επικαιρότητα. Οι αριστεροί δηλώνουν πως το “C-7” είναι μια προοδευτική προοπτική προς την κουλτούρα θανάτου (ευθανασίας γαρ) και οι δεξιοί – όντας αντιπολίτευση – προβάλλουν αποκλειστικά την αρνητική πλευρά του θέματος και εστιάζουν στις βλέψεις της κυβέρνησης Trudeau, η ευθανασία να είναι επιλογή και για τους «ώριμους έφηβους», ξεκινώντας απ’ την ηλικία των 12 ετών.

Σε μια παράλληλη κατάσταση με την δική μας «λίστα Πέτσα», τα αφειδώς επιδοτομούμενα Μέσα Ενημέρωσης του Καναδά, και κυρίως ο δημόσιος ραδιοτηλεοπτικός φορέας της χώρας, το CBC, το 2020 διαβεβαίωνε τους πολίτες ότι «δεν υπάρχει καμία σχέση μεταξύ της φτώχειας και του MAID». Στην πορεία, «σίωπησε» μπροστά στις καταγγελίες.

Οι ιστορίες Καναδών που επιλέγουν να πεθάνουν αντί να ζήσουν, θα συνεχίσουν να εμφανίζονται, όσο η φτώχεια συντριπτικά συνθλίβει την όποια ανθρώπινη φιλοδοξία για μια αξιοπρεπή ζωή, όπως κι αν την ορίζει ο καθένας. Ο Καναδάς θα συνεχίσει να δείχνει περισσότερο ενδιαφέρον για το δημοσιονομικό όφελος της υποβοηθούμενης αυτοκτονίας, παροτρύνοντας ασθενείς να επιλέξουν την «λύση» του MAID. Και εμείς, θα στεκόμαστε παρατηρητές αυτού του σκηνικού που ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια μας, μέχρι κάποια παρόμοια κυβερνητική πρόταση κατατεθεί και στην δική μας Βουλή.

Γιατί η φτώχεια δεν γιατρεύεται, αλλά συντηρείται μέσω του καθοδηγούμενου και συστημικού θανάτου.

Φωτ.: Zoe Vandewater / Unsplash