Από πάντα μου άρεσε να ακούω τους διαλόγους των παιδιών, αλλά πολύ περισσότερο τους μονολόγους τους. Και σήμερα το πρωί στο αεροπλάνο υπήρξε ένα τέτοιο περιστατικό από τον μπόμπιρα που καθόταν στη θέση ακριβώς πίσω από τη δική μου.
Λίγο πριν την απογείωση ξεκίνησε να λέει: «Είμαστε στο διάδρομο εκτοξεξης. Αυτό είναι πολύ κακό αλλά το έχουμε ξανακάνει, δεν το φοβάμαι. θα περάσουμε από οοοοοολο τον κόσμο σε 5, 4, 3, 2, 1, μηδεεεεεεεεεν!».
Σε μια στιγμή πνευματικής έκλαμψης ανάμεσα σε νερουλιασμένους αεροπλανικούς καφέδες, χαμογελαστούς αεροσυνοδούς, νυσταγμένους επιβάτες και σύντομες έντονες αναταράξεις, σκέφτηκα πως ο μπόμπιρας μάλλον είχε δίκαιο. Ο συλλογισμός του ήταν μια προσπάθεια να κατευνάσει ό ίδιος μόνος του τον φόβο που ένιωθε μέσω της εκλογίκευσης. Όσο τρομακτικό κι αν είναι το τερέν στο οποίο εισερχόμαστε, το έχουμε ξανακάνει. Ο φόβος δεν έχει καμία θέση εδώ. Και υποσυνείδητα μάλλον, αυτό το μικρό παιδί άνοιξε μια μεγάλη φιλοσοφική συζήτηση, ή καλύτερα, έναν φιλοσοφικό μονόλογο…
Ο Vygotsky παρατήρησε -όπως όλοι μας σίγουρα έχουμε διαπιστώσει- ότι τα παιδιά μιας ορισμένης ηλικίας συχνά μιλούν μεγαλοφώνως μόνα τους, αλλά σταδιακά καθώς μεγαλώνουν σταματούν. Υποστήριξε ότι καθώς αυτή η πρακτική υποχωρεί, ο εσωτερικός λόγος αρχίζει να παίρνει τη θέση της. Σύμφωνα με τον Vygotsky, ο εσωτερικός λόγος είναι απλώς εξωτερικός λόγος που έχει εσωτερικευτεί.
Στη λογοτεχνία ο εσωτερικός μονόλογος εστιάζει στη ροή των σκέψεων ενός πρωταγωνιστή. Ο τρόπος που μιλάμε στον εαυτό μας είναι συνειρμικός. Συναισθήματα, σκέψεις, αναμνήσεις, μελλοντικές προβολές περνούν από μπροστά μας, όπως οι εικόνες μιας ταινίας. Η αλληλουχία είναι εσωτερική, δεν εντοπίζεται παρά μόνο μέσα στην ιδιαίτερη ψυχοσύνθεση και ιστορία του υποκειμένου. Η φιλοσοφία από την άλλη, ενώ κατά κόρον καταπιάνεται με ζητήματα που υπάρχουν από την αρχαιότητα, τα τελευταία 15 περίπου χρόνια θα στρέψει κι αυτή το βλέμμα της στο ζήτημα του εσωτερικού λόγου. Ένα ζήτημα που βρίσκεται στη διασταύρωση της ψυχολογίας και της φιλοσοφίας.
Γνωστός και ως εσωτερικός μονόλογος, ο εσωτερικός λόγος είναι η φωνή που ακούμε στο κεφάλι μας, όταν σκεφτόμαστε ή όταν διαβάζουμε. Παραδόξως, η εμπειρική έρευνα έχει διαπιστώσει ότι δεν διαθέτουν όλοι αυτή την εσωτερική φωνή, αν και η πλειονότητα από εμάς την διαθέτει.
Η επιστήμη και η ψυχολογία της έχουν δώσει μεγάλη προσοχή. Γνωρίζουμε εδώ και πάνω από έναν αιώνα ότι η εσωτερική φωνή -ιδιαίτερα όταν διαβάζουμε ένα κείμενο- συνοδεύεται από μικροσκοπικές κινήσεις του λάρυγγα, δείχνοντας μια σαφή σύνδεση μεταξύ “εσωτερικής” και “εξωτερικής” ομιλίας.
Οι φιλόσοφοι έχουν προβληματιστεί για το θέμα του εσωτερικού λόγου στο παρελθόν. Ο γνωστός συμπεριφοριστής Gilbert Ryle θεώρησε ότι παίζει βασικό ρόλο σε αυτό που οι φιλόσοφοι αποκαλούν “αυτογνωσία“. Μαθαίνουμε για τους άλλους ακούγοντας τι λένε, και στο βιβλίο του, The Concept of Mind (Η έννοια του νου) του 1949, ο Ryle υπέδειξε ότι όταν “κρυφακούμε” τον εσωτερικό μας λόγο, είμαστε σε θέση να κάνουμε το ίδιο και για τον εαυτό μας.
Το εν λόγω φαινόμενο έχει κάνει την εμφάνισή του και σε άλλα φιλοσοφικά πλαίσια, αλλά δεν αποτελούσε, μέχρι πρόσφατα, θέμα διαρκούς προσοχής. Οι σύγχρονοι φιλόσοφοι φαίνεται να συνειδητοποιούν πλέον ότι η ψυχολογία δεν μπορεί να το εξηγήσει από ένα σημείο κι έπειτα: υπάρχουν ορισμένες πτυχές του εσωτερικού λόγου που μπορούν να ερμηνευθούν αποκλειστικά μέσω της θεωρητικής σκέψης.
Ψυχολογία εναντίον φιλοσοφίας
Ο εσωτερικός λόγος μέσα στα χρόνια έχει λάβει πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τους ψυχολόγους παρά από τους φιλοσόφους. Ο σοβιετικός ψυχολόγος Lev Vygotsky υπήρξε μια πολύ επιδραστική φυσιογνωμία στο θέμα αυτό.
Ο Vygotsky παρατήρησε -όπως όλοι μας σίγουρα έχουμε διαπιστώσει- ότι τα παιδιά μιας ορισμένης ηλικίας συχνά μιλούν μεγαλοφώνως μόνα τους, αλλά σταδιακά καθώς μεγαλώνουν σταματούν. Υποστήριξε ότι καθώς αυτή η πρακτική υποχωρεί, ο εσωτερικός λόγος αρχίζει να παίρνει τη θέση της. Σύμφωνα με τον Vygotsky, ο εσωτερικός λόγος είναι απλώς εξωτερικός λόγος που έχει εσωτερικευτεί.
Πολλοί φιλόσοφοι συμφωνούν, αλλά ορισμένοι αντιλαμβάνονται διαφορετικά το φαινόμενο, καθώς δεν υπάρχουν, απ’ όσο γνωρίζουμε, άλλες δραστηριότητες που να είμαστε σε θέση να εκτελέσουμε ταυτόχρονα σε εσωτερικό και εξωτερικό επίπεδο. Ορισμένοι φιλόσοφοι έχουν σκεφτεί ότι η εσωτερική ομιλία μπορεί να μην είναι στην πραγματικότητα ομιλία αλλά μια νοητική αναπαράστασή της.
Γιατί παράγουμε εσωτερική ομιλία, εφόσον κανείς άλλος δεν μπορεί να την ακούσει;
Ο Ray Jackendoff, για παράδειγμα, ισχυρίζεται ότι όταν παράγουμε εσωτερική ομιλία, φανταζόμαστε πώς ακούγεται η ομιλία, αλλά το κάνουμε με τρόπο που μιμείται τον τρόπο με τον οποίο θα εκφραζόμασταν αν μιλούσαμε φωναχτά. Στην πραγματικότητα δεν μιλάμε, αλλά μιμούμαστε την ομιλία.
Αυτός είναι ένας καθαρά θεωρητικός συλλογισμός, ο οποίος όμως δεν έχει στόχο να αμφισβητήσει ή να διαψεύσει τις προσεγγίσεις της ψυχολογίας. Αντιθέτως, εμπλουτίζει την εμπειρική έρευνα προσθέτοντας μια νέα πολύτιμη προοπτική.
Μιλάμε στον εαυτό μας;
Ένα ερώτημα στο οποίο μπορούμε να απαντήσουμε, τουλάχιστον εν μέρει, είναι γιατί παράγουμε εσωτερική ομιλία, εφόσον κανείς άλλος δεν μπορεί να την ακούσει; Υπάρχουν διάφορα οφέλη.
Η διατύπωση των σκέψεών μας με λέξεις μπορεί να βοηθήσει να αποσαφηνίσουμε τις σκέψεις μας και να τις κάνουμε πιο ακριβείς. Μερικές φορές μπορούμε να επεξεργαστούμε τις πραγματικές μας σκέψεις μόνο αν τις πούμε φωναχτά. Συχνά, στη προσπάθειά μας να λύσουμε ένα πρόβλημα ή να επεξεργαστούμε τα συναισθήματά μας, μιλάμε σε άλλους -ή ίσως γράφουμε τις ιδέες μας. Ο εσωτερικός λόγος έχει ανάλογο αποτέλεσμα.
Μπορεί να υπάρχουν και άλλα οφέλη. Η συνειδητοποίηση μιας υπάρχουσας σκέψης ή πεποίθησης με την εσωτερική έκφρασή της μπορεί να βοηθήσει στην προώθηση μιας διαδικασίας συλλογισμού, ακόμη και σε καθημερινά θέματα. «Αν είμαι στο σπίτι στις 6:30, μπορώ να μαγειρέψω δείπνο στις 7:30», μπορεί να πείτε από μέσα σας. Αυτό όμως φέρνει την επόμενη σκέψη: «Ω, αλλά η ταινία αρχίζει στις 7. Καλύτερα να πάρω φαγητό απ’ έξω αντί γι’ αυτό».
Αυτές οι απαντήσεις, ωστόσο, εξακολουθούν να αφήνουν ανοιχτό ένα ερώτημα: μιλάμε πράγματι στον εαυτό μας με τον ίδιο τρόπο που μιλάμε στους άλλους; Ή απλώς μιλάμε;
Ελέγξτε τη φωνή στο κεφάλι σας
Κάτι άλλο που αποτελεί τροφή για φιλοσοφική σκέψη είναι το ερώτημα αν ο εσωτερικός λόγος είναι μια ενέργεια ή κάτι που απλώς συμβαίνει.
Το να μιλάμε μεγαλοφώνως με φυσικό τρόπο, αποτελεί κατά κανόνα μια ενέργεια: μπορούμε να επιλέξουμε να το κάνουμε ή να μην το κάνουμε. Το ίδιο δεν μπορεί να ειπωθεί για την εσωτερική ομιλία, η οποία συχνά είναι απρόσκλητη, ή ακόμη και παρεμβατική και ανεπιθύμητη.
Μπορεί μα είναι πραγματικά δύσκολο να σιγήσουμε τον εσωτερικό μας μονόλογο, και το να το κάνουμε κατά βούληση είναι σχεδόν ανέφικτο. Τσεκάρετέ το και μόνοι σας, αυτή τη στιγμή που διαβάζετε αυτό το άρθρο: συγκεντρωθείτε στο να προσπαθήσετε να μη σκέφτεστε τίποτα και να σταματήσετε να παράγετε εσωτερική ομιλία. Το πιο πιθανόν να διαπιστώσετε ότι παραδόξως, ο εσωτερικός μονόλογος επιτείνεται, και ότι όσο περισσότερο προσπαθείτε να τον σταματήσετε, τόσο αυτός επιμένει. Έχει αποδειχθεί ότι καταστάσεις όπως το στρες, το άγχος ή η κατάθλιψη συνδέονται με τον εσωτερικό λόγο.
Μπορούμε να αποφασίσουμε να παράγουμε ένα συγκεκριμένο είδος εσωτερικού λόγου – να “πούμε” μια λέξη στο μυαλό μας – αλλά συχνά φαίνεται να συμβαίνει χωρίς να κάνουμε τίποτα απολύτως.
Τι είναι η δράση;
Μια πρόσφατη έρευνα υποστηρίζει ότι ο εσωτερικός λόγος δεν αποτελεί σχεδόν ποτέ ενέργεια, αν και το ερώτημα του τι καθιστά κάτι ενέργεια είναι από μόνο του φιλοσοφικό.
Μια διαδεδομένη θεωρία υποστηρίζει ότι οι ενέργειες είναι πράγματα που μπορούμε να προσπαθήσουμε να πραγματοποιήσουμε ή που απαιτούν προσπάθεια. Η παραγωγή εσωτερικού λόγου συχνά δεν απαιτεί καμία προσπάθεια, και όπως είδαμε στην πράξη, αγωνιζόμαστε ακόμη και για να τη σταματήσουμε. Αυτό φαίνεται να δείχνει ότι δεν είναι κάτι που προσπαθούμε να κάνουμε, αλλά ότι απλώς “συμβαίνει”.
Άλλες θεωρίες δράσης δίνουν ένα ανάλογο αποτέλεσμα: ο εσωτερικός λόγος δεν ταιριάζει σχεδόν ποτέ στον ορισμό.
Στις είκοσι τέσσερις ώρες της ημέρας, χρειάζεται να είσαι σιωπηλός για μια ώρα ή περίπου τόσο, όποτε είναι βολικό. Ο εσωτερικός διάλογος θα συνεχίζεται, αλλά εσύ μην συμμετέχεις.
Osho
Η φιλοσοφική έρευνα εντρύφησε στο θέμα της συνειδητής εμπειρίας γενικότερα. Ωστόσο, οι φιλόσοφοι δεν έστρεφαν ποτέ την προσοχή τους σε συγκεκριμένα νοητικά φαινόμενα. Η εσωτερική ομιλία είναι ένα μοναδικό είδος συνειδητής εμπειρίας, το οποίο φαίνεται να περιλαμβάνει μια τυπικά εξωτερική δραστηριότητα – την ομιλία – που λαμβάνει χώρα στο μυαλό. Η περεταίρω διερεύνησή της σίγουρα θα μας οδηγήσει σε συναρπαστικά μονοπάτια. Καθώς ο εσωτερικός λόγος μπορεί να λειτουργήσει τόσο αρνητικά -ως μια συνεχής άσκηση αρνητικής κριτικής όσο και αρνητικά – ως μια συνεχής διεργασία αναστοχασμού και ενδοσκόπησης που δυνητικά θα μπορούσε να συμβάλλει στην επίλυση προβλημάτων, στη βιωματική γνώση, την αυτοβελτίωση και εν τέλει στην αυτογνωσία και την ενδυνάμωση, και στην τελική, όπως λέει και ο Ινδός γκουρού Osho, ο εσωτερικός μονόλογος είναι ο διαλογισμός για πολυάσχολους!
✥ Δείτε επίσης: Τρεις παράξενες απόψεις για τη φιλοσοφία της μουσικής
Από πάντα μου άρεσε να ακούω τους διαλόγους των παιδιών, αλλά πολύ περισσότερο τους μονολόγους τους. Και σήμερα το πρωί στο αεροπλάνο υπήρξε ένα τέτοιο περιστατικό από τον μπόμπιρα που καθόταν στη θέση ακριβώς πίσω από τη δική μου.
Λίγο πριν την απογείωση ξεκίνησε να λέει: «Είμαστε στο διάδρομο εκτοξεξης. Αυτό είναι πολύ κακό αλλά το έχουμε ξανακάνει, δεν το φοβάμαι. θα περάσουμε από οοοοοολο τον κόσμο σε 5, 4, 3, 2, 1, μηδεεεεεεεεεν!».
Σε μια στιγμή πνευματικής έκλαμψης ανάμεσα σε νερουλιασμένους αεροπλανικούς καφέδες, χαμογελαστούς αεροσυνοδούς, νυσταγμένους επιβάτες και σύντομες έντονες αναταράξεις, σκέφτηκα πως ο μπόμπιρας μάλλον είχε δίκαιο. Ο συλλογισμός του ήταν μια προσπάθεια να κατευνάσει ό ίδιος μόνος του τον φόβο που ένιωθε μέσω της εκλογίκευσης. Όσο τρομακτικό κι αν είναι το τερέν στο οποίο εισερχόμαστε, το έχουμε ξανακάνει. Ο φόβος δεν έχει καμία θέση εδώ. Και υποσυνείδητα μάλλον, αυτό το μικρό παιδί άνοιξε μια μεγάλη φιλοσοφική συζήτηση, ή καλύτερα, έναν φιλοσοφικό μονόλογο…
Ο Vygotsky παρατήρησε -όπως όλοι μας σίγουρα έχουμε διαπιστώσει- ότι τα παιδιά μιας ορισμένης ηλικίας συχνά μιλούν μεγαλοφώνως μόνα τους, αλλά σταδιακά καθώς μεγαλώνουν σταματούν. Υποστήριξε ότι καθώς αυτή η πρακτική υποχωρεί, ο εσωτερικός λόγος αρχίζει να παίρνει τη θέση της. Σύμφωνα με τον Vygotsky, ο εσωτερικός λόγος είναι απλώς εξωτερικός λόγος που έχει εσωτερικευτεί.
Στη λογοτεχνία ο εσωτερικός μονόλογος εστιάζει στη ροή των σκέψεων ενός πρωταγωνιστή. Ο τρόπος που μιλάμε στον εαυτό μας είναι συνειρμικός. Συναισθήματα, σκέψεις, αναμνήσεις, μελλοντικές προβολές περνούν από μπροστά μας, όπως οι εικόνες μιας ταινίας. Η αλληλουχία είναι εσωτερική, δεν εντοπίζεται παρά μόνο μέσα στην ιδιαίτερη ψυχοσύνθεση και ιστορία του υποκειμένου. Η φιλοσοφία από την άλλη, ενώ κατά κόρον καταπιάνεται με ζητήματα που υπάρχουν από την αρχαιότητα, τα τελευταία 15 περίπου χρόνια θα στρέψει κι αυτή το βλέμμα της στο ζήτημα του εσωτερικού λόγου. Ένα ζήτημα που βρίσκεται στη διασταύρωση της ψυχολογίας και της φιλοσοφίας.
Γνωστός και ως εσωτερικός μονόλογος, ο εσωτερικός λόγος είναι η φωνή που ακούμε στο κεφάλι μας, όταν σκεφτόμαστε ή όταν διαβάζουμε. Παραδόξως, η εμπειρική έρευνα έχει διαπιστώσει ότι δεν διαθέτουν όλοι αυτή την εσωτερική φωνή, αν και η πλειονότητα από εμάς την διαθέτει.
Η επιστήμη και η ψυχολογία της έχουν δώσει μεγάλη προσοχή. Γνωρίζουμε εδώ και πάνω από έναν αιώνα ότι η εσωτερική φωνή -ιδιαίτερα όταν διαβάζουμε ένα κείμενο- συνοδεύεται από μικροσκοπικές κινήσεις του λάρυγγα, δείχνοντας μια σαφή σύνδεση μεταξύ “εσωτερικής” και “εξωτερικής” ομιλίας.
Οι φιλόσοφοι έχουν προβληματιστεί για το θέμα του εσωτερικού λόγου στο παρελθόν. Ο γνωστός συμπεριφοριστής Gilbert Ryle θεώρησε ότι παίζει βασικό ρόλο σε αυτό που οι φιλόσοφοι αποκαλούν “αυτογνωσία“. Μαθαίνουμε για τους άλλους ακούγοντας τι λένε, και στο βιβλίο του, The Concept of Mind (Η έννοια του νου) του 1949, ο Ryle υπέδειξε ότι όταν “κρυφακούμε” τον εσωτερικό μας λόγο, είμαστε σε θέση να κάνουμε το ίδιο και για τον εαυτό μας.
Το εν λόγω φαινόμενο έχει κάνει την εμφάνισή του και σε άλλα φιλοσοφικά πλαίσια, αλλά δεν αποτελούσε, μέχρι πρόσφατα, θέμα διαρκούς προσοχής. Οι σύγχρονοι φιλόσοφοι φαίνεται να συνειδητοποιούν πλέον ότι η ψυχολογία δεν μπορεί να το εξηγήσει από ένα σημείο κι έπειτα: υπάρχουν ορισμένες πτυχές του εσωτερικού λόγου που μπορούν να ερμηνευθούν αποκλειστικά μέσω της θεωρητικής σκέψης.
Ψυχολογία εναντίον φιλοσοφίας
Ο εσωτερικός λόγος μέσα στα χρόνια έχει λάβει πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τους ψυχολόγους παρά από τους φιλοσόφους. Ο σοβιετικός ψυχολόγος Lev Vygotsky υπήρξε μια πολύ επιδραστική φυσιογνωμία στο θέμα αυτό.
Ο Vygotsky παρατήρησε -όπως όλοι μας σίγουρα έχουμε διαπιστώσει- ότι τα παιδιά μιας ορισμένης ηλικίας συχνά μιλούν μεγαλοφώνως μόνα τους, αλλά σταδιακά καθώς μεγαλώνουν σταματούν. Υποστήριξε ότι καθώς αυτή η πρακτική υποχωρεί, ο εσωτερικός λόγος αρχίζει να παίρνει τη θέση της. Σύμφωνα με τον Vygotsky, ο εσωτερικός λόγος είναι απλώς εξωτερικός λόγος που έχει εσωτερικευτεί.
Πολλοί φιλόσοφοι συμφωνούν, αλλά ορισμένοι αντιλαμβάνονται διαφορετικά το φαινόμενο, καθώς δεν υπάρχουν, απ’ όσο γνωρίζουμε, άλλες δραστηριότητες που να είμαστε σε θέση να εκτελέσουμε ταυτόχρονα σε εσωτερικό και εξωτερικό επίπεδο. Ορισμένοι φιλόσοφοι έχουν σκεφτεί ότι η εσωτερική ομιλία μπορεί να μην είναι στην πραγματικότητα ομιλία αλλά μια νοητική αναπαράστασή της.
Γιατί παράγουμε εσωτερική ομιλία, εφόσον κανείς άλλος δεν μπορεί να την ακούσει;
Ο Ray Jackendoff, για παράδειγμα, ισχυρίζεται ότι όταν παράγουμε εσωτερική ομιλία, φανταζόμαστε πώς ακούγεται η ομιλία, αλλά το κάνουμε με τρόπο που μιμείται τον τρόπο με τον οποίο θα εκφραζόμασταν αν μιλούσαμε φωναχτά. Στην πραγματικότητα δεν μιλάμε, αλλά μιμούμαστε την ομιλία.
Αυτός είναι ένας καθαρά θεωρητικός συλλογισμός, ο οποίος όμως δεν έχει στόχο να αμφισβητήσει ή να διαψεύσει τις προσεγγίσεις της ψυχολογίας. Αντιθέτως, εμπλουτίζει την εμπειρική έρευνα προσθέτοντας μια νέα πολύτιμη προοπτική.
Μιλάμε στον εαυτό μας;
Ένα ερώτημα στο οποίο μπορούμε να απαντήσουμε, τουλάχιστον εν μέρει, είναι γιατί παράγουμε εσωτερική ομιλία, εφόσον κανείς άλλος δεν μπορεί να την ακούσει; Υπάρχουν διάφορα οφέλη.
Η διατύπωση των σκέψεών μας με λέξεις μπορεί να βοηθήσει να αποσαφηνίσουμε τις σκέψεις μας και να τις κάνουμε πιο ακριβείς. Μερικές φορές μπορούμε να επεξεργαστούμε τις πραγματικές μας σκέψεις μόνο αν τις πούμε φωναχτά. Συχνά, στη προσπάθειά μας να λύσουμε ένα πρόβλημα ή να επεξεργαστούμε τα συναισθήματά μας, μιλάμε σε άλλους -ή ίσως γράφουμε τις ιδέες μας. Ο εσωτερικός λόγος έχει ανάλογο αποτέλεσμα.
Μπορεί να υπάρχουν και άλλα οφέλη. Η συνειδητοποίηση μιας υπάρχουσας σκέψης ή πεποίθησης με την εσωτερική έκφρασή της μπορεί να βοηθήσει στην προώθηση μιας διαδικασίας συλλογισμού, ακόμη και σε καθημερινά θέματα. «Αν είμαι στο σπίτι στις 6:30, μπορώ να μαγειρέψω δείπνο στις 7:30», μπορεί να πείτε από μέσα σας. Αυτό όμως φέρνει την επόμενη σκέψη: «Ω, αλλά η ταινία αρχίζει στις 7. Καλύτερα να πάρω φαγητό απ’ έξω αντί γι’ αυτό».
Αυτές οι απαντήσεις, ωστόσο, εξακολουθούν να αφήνουν ανοιχτό ένα ερώτημα: μιλάμε πράγματι στον εαυτό μας με τον ίδιο τρόπο που μιλάμε στους άλλους; Ή απλώς μιλάμε;
Ελέγξτε τη φωνή στο κεφάλι σας
Κάτι άλλο που αποτελεί τροφή για φιλοσοφική σκέψη είναι το ερώτημα αν ο εσωτερικός λόγος είναι μια ενέργεια ή κάτι που απλώς συμβαίνει.
Το να μιλάμε μεγαλοφώνως με φυσικό τρόπο, αποτελεί κατά κανόνα μια ενέργεια: μπορούμε να επιλέξουμε να το κάνουμε ή να μην το κάνουμε. Το ίδιο δεν μπορεί να ειπωθεί για την εσωτερική ομιλία, η οποία συχνά είναι απρόσκλητη, ή ακόμη και παρεμβατική και ανεπιθύμητη.
Μπορεί μα είναι πραγματικά δύσκολο να σιγήσουμε τον εσωτερικό μας μονόλογο, και το να το κάνουμε κατά βούληση είναι σχεδόν ανέφικτο. Τσεκάρετέ το και μόνοι σας, αυτή τη στιγμή που διαβάζετε αυτό το άρθρο: συγκεντρωθείτε στο να προσπαθήσετε να μη σκέφτεστε τίποτα και να σταματήσετε να παράγετε εσωτερική ομιλία. Το πιο πιθανόν να διαπιστώσετε ότι παραδόξως, ο εσωτερικός μονόλογος επιτείνεται, και ότι όσο περισσότερο προσπαθείτε να τον σταματήσετε, τόσο αυτός επιμένει. Έχει αποδειχθεί ότι καταστάσεις όπως το στρες, το άγχος ή η κατάθλιψη συνδέονται με τον εσωτερικό λόγο.
Μπορούμε να αποφασίσουμε να παράγουμε ένα συγκεκριμένο είδος εσωτερικού λόγου – να “πούμε” μια λέξη στο μυαλό μας – αλλά συχνά φαίνεται να συμβαίνει χωρίς να κάνουμε τίποτα απολύτως.
Τι είναι η δράση;
Μια πρόσφατη έρευνα υποστηρίζει ότι ο εσωτερικός λόγος δεν αποτελεί σχεδόν ποτέ ενέργεια, αν και το ερώτημα του τι καθιστά κάτι ενέργεια είναι από μόνο του φιλοσοφικό.
Μια διαδεδομένη θεωρία υποστηρίζει ότι οι ενέργειες είναι πράγματα που μπορούμε να προσπαθήσουμε να πραγματοποιήσουμε ή που απαιτούν προσπάθεια. Η παραγωγή εσωτερικού λόγου συχνά δεν απαιτεί καμία προσπάθεια, και όπως είδαμε στην πράξη, αγωνιζόμαστε ακόμη και για να τη σταματήσουμε. Αυτό φαίνεται να δείχνει ότι δεν είναι κάτι που προσπαθούμε να κάνουμε, αλλά ότι απλώς “συμβαίνει”.
Άλλες θεωρίες δράσης δίνουν ένα ανάλογο αποτέλεσμα: ο εσωτερικός λόγος δεν ταιριάζει σχεδόν ποτέ στον ορισμό.
Στις είκοσι τέσσερις ώρες της ημέρας, χρειάζεται να είσαι σιωπηλός για μια ώρα ή περίπου τόσο, όποτε είναι βολικό. Ο εσωτερικός διάλογος θα συνεχίζεται, αλλά εσύ μην συμμετέχεις.
Osho
Η φιλοσοφική έρευνα εντρύφησε στο θέμα της συνειδητής εμπειρίας γενικότερα. Ωστόσο, οι φιλόσοφοι δεν έστρεφαν ποτέ την προσοχή τους σε συγκεκριμένα νοητικά φαινόμενα. Η εσωτερική ομιλία είναι ένα μοναδικό είδος συνειδητής εμπειρίας, το οποίο φαίνεται να περιλαμβάνει μια τυπικά εξωτερική δραστηριότητα – την ομιλία – που λαμβάνει χώρα στο μυαλό. Η περεταίρω διερεύνησή της σίγουρα θα μας οδηγήσει σε συναρπαστικά μονοπάτια. Καθώς ο εσωτερικός λόγος μπορεί να λειτουργήσει τόσο αρνητικά -ως μια συνεχής άσκηση αρνητικής κριτικής όσο και αρνητικά – ως μια συνεχής διεργασία αναστοχασμού και ενδοσκόπησης που δυνητικά θα μπορούσε να συμβάλλει στην επίλυση προβλημάτων, στη βιωματική γνώση, την αυτοβελτίωση και εν τέλει στην αυτογνωσία και την ενδυνάμωση, και στην τελική, όπως λέει και ο Ινδός γκουρού Osho, ο εσωτερικός μονόλογος είναι ο διαλογισμός για πολυάσχολους!