Όλες και όλοι ξέρουν το μανιτάρι Amanita muscaria. Ίσως να μην το ξέρουν με την επιστημονική του ονομασία, ίσως να μην το ξέρουν καν με την λαϊκή, αλλά σίγουρα έχουν κάπου πίσω στο μυαλό τους την στερεοτυπική εικόνα του κόκκινου, καλοσχηματισμένου μανιταριού με τον λευκό κορμό και τις άσπρες τελείες στο πάνω μέρος του «καπέλου» του.

Οι «millenials» που έχουν παίξει το παιχνίδι Super Mario σίγουρα θυμούνται, σχεδόν τους έχει χαραχτεί στη μνήμη, ότι τέτοια μανιταράκια έτρωγε ο συμπαθής υδραυλικός και για λίγο γινόταν υπερ-ήρωας. Επίσης η εικόνα είναι πολύ στερεοτυπική σε ζωγραφιές με ταράνδους και Άγιους Βασίλιδες, καθώς και σε ζωγραφιές γενικά τις βορειοευρωπαϊκής φύσης. Το σχέδιο εμφανίζεται επίσης στα «Στρουμφάκια» και σε αμέτρητα ακόμα καρτούν. Το συναντάμε επίσης στο αριστερό μέρος του πίνακα του Ιερώνυμου Μπος, «Ο κήπος των επίγειων απολαύσεων». Τι γίνεται συνεπώς με το μανιτάρι που όλοι το ξέρουν μα κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς κάνει και πώς ονομάζεται; Μέχρι πρόσφατα, ο περισσότερος κόσμος θεωρούσε πως το μανιτάρι δεν υπάρχει καν πως ήταν μάλλον μια αισθητική εξιδανίκευση. Και όμως υπάρχει, ακριβώς όπως στις ζωγραφιές.

Το μανιτάρι Amanita muscaria, γνωστό και στα ελληνικά ως «Αμανίτης ο Μυγοκτόνος» που αποτελεί και την ακριβή ελληνική μετάφραση της λατινικής του ονομασίας, κατάφερε να περάσει ως εικόνα σε τόσα διαφορετικά πολιτισμικά προϊόντα ακριβώς γιατί μέχρι πριν μερικούς αιώνες αποτελούσε ένα διάσημο, κυριολεκτικά, μανιτάρι.

Γηγενές είδος των ψυχρών – αλλά όχι πολύ ψυχρών – του βόρειου ημισφαιρίου, συναντάται στα δάση της Γερμανίας, της Βόρειας Γαλλίας, της Ρωσίας και στα σύνορα μεταξύ ΗΠΑ και Καναδά. Όπως βεβαιώνουν ανθρωπολογικές μελέτες, ένα αντικείμενο που χρησιμοποιείται για αιώνες, καταφέρνει να μείνει, έστω και παραποιημένο, στην κοινωνική μνήμη για έως και δύο αιώνες μετά την παύση – για οποιονδήποτε λόγο – της χρήσης του. Τέτοια είναι και η περίπτωση του Αμανίτη.

Ο Αμανίτης έμεινε τόσο βαθιά χαραγμένος στη μνήμη μας γιατί χρησιμοποιούταν από την αρχαιότητα μέχρι και τον 19ο αιώνα περίπου, ενώ σε κάποιες περιοχές της Ρωσίας, οι ηλικιωμένοι αγρότες γνωρίζουν ακόμα τις ιδιότητες του. Αρχικά ο Αμανότης χρησιμοποιούταν όντως ως μυγοκρόνο. Το μανιτάρι φρέσκο, και κομμένο σε φέτες περιβρεχόταν ελαφρώς με γάλα για να προσελκύσει τις μύγες και μετά από λίγο αυτές πέθαιναν.

Αυτή του η ιδιότητα οφείλεται σε δύο πολύ παρόμοιες στην σύνθεση νευροδραστικές ουσίες που περιέχει το μανιτάρι σε μεγάλες ποσότητες, την μουσκιμόλη και το ιμπονετικό οξύ. Παραδόξως αυτές οι δύο ουσίες, επενεργούν διαφορετικά στον οργανισμό, με την μια, το ιμπονετικό οξύ σε μικρές δόσεις να επενεργεί τονοτικά (με μεγαλύτερε δόσεις ίσως προκαλέσει ναυτία και εμετό) ενώ η μουσκιμόλη φαίνεται να έχει ηρεμιστικές ιδιότητες. Παρ’ όλα αυτά, στην ανεπεξέργαστη μορφή του, το μαντιάρι περιέχει τις δύο ουσίες σε τοξικά επίπεδα, και αν και δεν σκοτώνουν, μπορούν να είναι ιδιαίτερα βλαβερά για τον άνθρωπο, τόσο μακροπρόθεσμα, όσο και βραχυπρόθεσμα. Με λίγα λόγια, δεν προκαλούν καμία ευχάριστη εμπειρία. Ο θάνατος των μυγών έτσι και αλλιώς, αποδεικνύει την τοξικότητα του.

Οι παλιοί χωρικοί όμως ήξεραν να το μεταχειρίζονται με τέτοιο τρόπο ώστε να μετατρέπουν το μελύτερο μέρος του ιμπονετικού οξέως σε μουσκιμόλη, δημιουργώντας έτσι μια πληθώρα χρήσεων. Με την ανάμειξη του με γάλα (καθόλου τυχαίο), το μετέπειτα ψήσιμο του μανιταριού και η ανάμειξη του με ισχυρά οξέα, όπως το ξύδι ή το λεμόνι μπορούν να οδηγήσουν σε σχεδόν πλήρη μετατροπή του ιμπονετικού οξέως σε μουσκιμόλη. Ύστερα το μανιτάρι μπορεί να καταναλωθεί για ψυχαγωγικούς ή φαρμακευτικούς σκοπούς δε μικρές ποσότητες.

Η αντιαγχωτική και ψυχαγωγική χρήση του μανιταριού ήταν πασίγνωστη κατά τον μεσαίωνα, και το μανιτάρι αποτυπώνονταν σε φυσιοδιφικά κείμενα, στη λογοτεχνία και σε ζωγραφιές. Σχεδόν σε όλες τις περιοχές της Ευρώπης κάποιες από τις χρήσεις του ήταν γνωστές και διαδεδομένες. Έχει αναφερθεί πως στη Σιβηρία χρησιμοποιούταν σε σαμάνικες τελετουργίες ενώ αναφέρεται πως και οι πρώτοι χριστιανοί μυστικιστές είχαν γνώση του μανιταριού. Μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα, μέσω περαιτέρω βρασμού, για να χάσει όλες τις ψυχοτρόπες ουσίες του, χρησιμοποιούταν και ως φαγώσιμο μανιτάρι σε συνδυασμό με κρέας.

Αυτή είναι συνεπώς συνοπτικά η ιστορία του Αμανίτη. Σήμερα, με την άνοδο της εναλλακτικής ιατρικής και των αντίστοιχων υπό και αντί-κουλτούρων, το ενδιαφέρον για τον Αμανίτη έχει αναζωπυρωθεί. Η τεράστια πολιτισμική του διάδοση δείχνει πως κάποτε η – προσεκτική – χρήση του ήταν κοινός τόπος. Ποιος ξέρει, ίσως σε μια τόσο πιεσμένη και αγχώδη κοινωνία σαν τη σημερινή, η ανάκαμψη της χρήσης του Αμανίτη, μπορεί να είναι μια μικρή και προσωρινή, βοήθεια.