Οι συμπεριφορές και οι ιδεολογίες σε πολλές κοινωνίες μπορεί να αλλάζουν, αλλά πολλές προκαταλήψεις κατά της LGBT+ κοινότητας εξακολουθούν να υπάρχουν σε όλο τον κόσμο.

Στις ΗΠΑ, τα άτομα LGBT+ έχουν εννέα φορές περισσότερες πιθανότητες από τα μη LGBT+  άτομα να πέσουν θύματα βίαιων εγκλημάτων μίσους, σύμφωνα με μια έκθεση του Ινστιτούτου Williams, ενός ινστιτούτου έρευνας πολιτικής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Λος Άντζελες. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, περίπου το 20% των LGBT+ ατόμων έχουν βιώσει εγκλήματα μίσους τους τελευταίους 12 μήνες, σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη για τη φιλανθρωπική οργάνωση για τα δικαιώματα LGBTQ+ Stonewall.

Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι περισσότερα από τα 2/3 των LGBT+ ατόμων αποφεύγουν να πιαστούν χέρι-χέρι με τον/την σύντροφο τους δημόσια, ή να κάνουν ανοιχτά coming out, φοβούμενοι τις εχθρικές αντιδράσεις.

Οι οικογένειες δεν μπορούν να προστατεύσουν τους LGBT+ συγγενείς τους από όλες τις προκλήσεις που θα αντιμετωπίσουν – αλλά η ποιότητα της υποστήριξης από τους συγγενείς μας μπορεί να κάνει μεγάλη διαφορά. Στην πραγματικότητα, η οικογενειακή υποστήριξη είναι ένας σοβαρός προγνωστικός παράγοντας για την ευημερία των LGBT+ ατόμων σε όλη τη διάρκεια της ζωής.

Ωστόσο, η δήλωση ανοχής και η παροχή ουσιαστικής υποστήριξης μπορεί να είναι δύο πολύ διαφορετικά πράγματα.

Το βάρος της μυστικότητας 

Έχετε δοκιμάσει να κρατήσετε από τον κοινωνικό σας περίγυρο κρυφή την προσωπική σας ζωή; Δοκιμάστε, σε κοινωνικές συναθροίσεις και στην καθημερινότητά σας να πρέπει να αποκρύψετε το αν είστε με κάποιον/α, το ποιος σας συντρόφευε σε ένα ταξίδι, σε μία εμπειρία για να καταλάβετε το στρες και το βάρος που βιώνει όποιος αισθάνεται την ανάγκη να αποκρύψει την ταυτότητά του.

«Όταν έκανα πρώτη φορά come out, ένας συγγενής με ρώτησε γιατί έπρεπε να είμαι ανοιχτός για τη σεξουαλικότητά μου. Δεν θα μπορούσα να το αφήσω ανείπωτο, μου πρότειναν, και επομένως να αποφύγω την πιθανότητα προκατάληψης και εκφοβισμού; ‘Δεν χρειάζεται να πεις στους ανθρώπους τα πάντα για σένα’. Δεν είδα πώς θα ήταν δυνατό αυτό χωρίς να πω πολλά ψέματα, είπα. Ήταν πραγματικά αυτή η ζωή που ήθελαν για μένα;» αναφέρει ο Δημήτρης που ένιωσε πολύ έντονα την πίεση από την οικογένειά του σχετικά με το «τι θα πει ο κόσμος;».

Είναι μία μορφή υποκριτικής αποδοχής. Εμείς σε αποδεχόμαστε, αλλά ας το κρατήσουμε κρυφό μην τυχόν και έχεις θέματα με τη γειτονία, με την κοινωνία, κάτι που προσδίδει απίστευτο ψυχολογικό βάρος σε έναν άνθρωπο. Έρευνες δείχνουν ότι η απόκρυψη σημαντικών στοιχείων της ταυτότητάς μας  μπορεί να επηρεάσει τις σχέσεις και τη συναισθηματική μας ευημερία. Αυτό το συναίσθημα μάλιστα συχνά σωματοποιείται, έτσι ώστε να συνοδεύεται από μια σπλαχνική αίσθηση σωματικής αδυναμίας.

Μια μελέτη από τον Michael Slepian στο Πανεπιστήμιο Tufts διαπίστωσε ότι οι άνθρωποι που κρύβουν σημαντικά μυστικά – συμπεριλαμβανομένου του σεξουαλικού τους προσανατολισμού – τείνουν να υπερεκτιμούν πράγματα όπως την απότομη κλίση ενός λόφου ή την απόσταση από άλλο αντικείμενο σε ένα δωμάτιο και ήταν λιγότερο πρόθυμοι να βοηθήσουν με σωματικές εργασίες όπως η μετακίνηση βιβλίων. «Τα μυστικά βαραίνουν τους ανθρώπους», κατέληξαν οι ερευνητές.

Η απόκρυψη ενός βασικού μέρους της ταυτότητάς σας μπορεί επίσης να βλάψει την κοινωνική σας ζωή. Οι σχέσεις ευδοκιμούν με την αποκάλυψη των βαθύτερων σκέψεων και συναισθημάτων μας και τα μεγάλα μυστικά θα αποτελέσουν σημαντικό εμπόδιο σε αυτό.

Ακόμα κι αν κάποιος έχει εκφράσει τις σεξουαλικές του προτιμήσεις μπορεί να υπάρχουν συγκεκριμένες καταστάσεις στις οποίες μπορεί να επιλέξει να μην είναι ανοιχτός λόγω του φόβου της ανεπιθύμητης εχθρότητας ή της επιθετικότητας. Σε μια συνομιλία με έναν οδηγό ταξί, για παράδειγμα, κάποιος μπορεί να αποφύγει να αναφέρει τον ομόφυλο σύντροφό του σε περίπτωση που προκαλέσει αρνητική αντίδραση.

Ο Rin Reczek, κοινωνιολόγος στο Πανεπιστήμιο του Οχάιο τονίζει ότι σίγουρα δεν πρέπει να νιώθουμε καταναγκασμό να εξωτερικεύσουμε τη σεξουαλικότητά μας όταν δεν νιώθουμε άνετα να το κάνουμε. «Είναι πολύ λογικό να μην μοιράζεσαι τα πάντα με ανθρώπους που μπορεί να είναι ομοφοβικοί ή τρανσφοβικοί». Όσο κι αν θα θέλαμε να ζούμε ανοιχτά όλη την ώρα, πρέπει να ζυγίζουμε το κόστος, το οποίο μπορεί να υπερβαίνει τα οφέλη.

Ωστόσο, όταν στιγμιαία αισθάνεται κάποιος την ανάγκη να αποκρύψει την σεξουαλική του ταυτότητα, δημιουργεί μια άλλη μορφή ψυχικής πίεσης.

Ο Clayton Critcher, καθηγητής μάρκετινγκ, γνωστικής επιστήμης και ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Μπέρκλεϋ και η Melissa Ferguson, καθηγήτρια ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Yale, πραγματοποίησαν ένα πείραμα που μιμείται ελαφρά την εμπειρία ενός LGBT+ ατόμου που κρύβει την ταυτότητά του . Ζήτησαν από τους straight συμμετέχοντες να κάνουν 10λεπτες συζητήσεις σχετικά με τα ραντεβού και την οικογενειακή ζωή, χωρίς να αποκαλύψουν καμία ένδειξη για τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό. Αν μιλούσαν για τις προτιμήσεις τους για ραντεβού, για παράδειγμα, έπρεπε να περιγράψουν τον σύντροφό τους με όρους ουδέτερου φύλου.

Για να είμαστε ξεκάθαροι: αυτή ήταν μια πολύ ήπια προσομοίωση της εμπειρίας LGBT+, καθώς δεν υπήρχε πραγματικός κίνδυνος εχθρότητας αν τους ξέφευγε κάτι και μια μεμονωμένη αλληλεπίδραση 10 λεπτών είναι ελάχιστη σε σύγκριση με τη διαρκή απόκρυψη που μπορεί να περιλαμβάνει η πραγματική ζωή. Ωστόσο, οι straight συμμετέχοντες βρήκαν ότι η διανοητική εγρήγορση ήταν σημαντικά κουραστική, μειώνοντας τις βαθμολογίες τους σε επόμενα τεστ IQ μη λεκτικού συλλογισμού.

Το άγχος της μειοψηφίας

Οι προκλήσεις αυτών των αλληλεπιδράσεων και η συνεχής επίγνωση της άμεσης ή εμμεσης προκατάληψης συνεισφέρουν σε μια ψυχική επιβάρυνση που είναι γνωστή ως «στρες της μειονότητας».

Αυτό το είδος άγχους, που προκαλείται από την πίεση των διακρίσεων, μπορεί να έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην ψυχική ευεξία, συμπεριλαμβανομένου ενός αυξημένου κινδύνου κατάθλιψης και αυτοκτονίας σε σύγκριση με τα straight άτομα.

Ίσως ελπίζετε ότι το άγχος των μειονοτήτων θα μειωνόταν καθώς αλλάζουν οι συμπεριφορές στην κοινωνία, αλλά μια μελέτη του 2022 δεν βρήκε στοιχεία ότι αυτό το χάσμα υγείας μειώνεται σε χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, οι ΗΠΑ, ο Καναδάς ή η Νέα Ζηλανδία. (Πράγματι, μια ξεχωριστή μελέτη από τους Rin Reczek και Hui Liu στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν υποδηλώνει ότι το χάσμα στην υγεία μπορεί να αυξάνεται στις νεότερες γενιές.)

To άγχος του coming out

Στην καλύτερή τους περίπτωση, οι συγγενείς μας μπορούν να λειτουργήσουν ως φραγμός στις ανησυχίες μας, διευκολύνοντας την αντιμετώπιση των προκλήσεων που αντιμετωπίζουμε. Δυστυχώς όμως, οι οικογενειακές αλληλεπιδράσεις μπορούν επίσης να δημιουργήσουν περισσότερο άγχος. Η χειρότερη κατάσταση μπορεί να είναι η καθαρή εχθρότητα και η queerphobia.

Δεν είναι λίγα τα παραδείγματα στον περίγυρό μας, που γονείς προτιμούν να κόψουν οποιαδήποτε επαφή με το ομοφυλόφιλο παιδί τους καθώς δεν μπορούν να αποδεχτούν το σεξουαλικό προσανατολισμό του. Ωστόσο, υπάρχουν και άλλοι τρόποι που οι συγγενείς μπορούν να προσθέσουν άγχος στην ήδη τεταμένη κατάσταση.

Πολύ συχνές είναι οι περιπτώσεις που μέλη της οικογένειας επανειλημμένα απέτυχαν να λάβουν σοβαρά υπόψη την σεξουαλική προτίμηση του παιδιού τους όταν αποφάσισε να ανοιχτεί και να το κοινοποιήσει. Κάποιοι θα περιέγραφαν την ταυτότητα του ατόμου ως μια φάση ή θα τους έλεγαν ότι ήταν απλά μπερδεμένοι. Άλλοι θα προσπαθούσαν να χώσουν το θέμα κάτω από το χαλί και να αποφύγουν περαιτέρω συζήτηση.

Ακόμη και μικρά σημάδια περιέργειας από τους γονείς εκτιμήθηκαν ιδιαίτερα, αλλά συχνά οι γονείς έκαναν λίγη προσπάθεια για να κατανοήσουν τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν τα μέλη LGBT+. Για πολλούς από τους τους LGBTQ+ ενήλικες, οι γονείς δεν έδειχναν καμία περιέργεια ή ενδιαφέρον και έμμεσα τους ανάγκαζαν να επαναλάβουν τη διαδικασία, ώστε να βεβαιωθούν ότι έγιναν κατανοητοί και ότι τους είχαν πραγματικά ακούσει.

Στην έρευνά τους η Emma Bosley-Smith, καθηγήτρια κοινωνιολογίας στο Alma College στο Michigan και ο κοινωνιολόγος Reczek διαπίστωσαν ότι ακόμη και μερικοί από τους πιο ανοιχτούς και συμπεριληπτικού γονείς εξεπλάγησαν όταν άκουσαν ότι τα παιδιά τους αισθάνθηκαν ότι ήταν υπερβολικά αμέτοχοι και αδιάφοροι όταν τους πρωτοανακοίνωσαν τη σεξουαλικότητά τους. Πολλά άτομα LGBT+ θα ήθελαν λίγη περισσότερη ενθάρρυνση για να ανοιχτούν και να μοιραστούν τις εμπειρίες τους.

Κάθε οικογένεια θα έχει μοναδική δυναμική, επομένως δεν υπάρχουν συγκεκριμένοι και αυστηροί κανόνες για τους καλύτερους τρόπους υποστήριξης των μελών LGBT+, αλλά με βάση την έρευνά τους, οι Bosley-Smith και Reczek έχουν κάποιες προτάσεις.

Για τους γονείς και τους κηδεμόνες, το πρώτο βήμα είναι να δημιουργήσουν ένα περιβάλλον στο οποίο το φύλο και η σεξουαλικότητα μπορούν να συζητηθούν ελεύθερα χωρίς προκαταλήψεις, πριν καν το μέλος της οικογένειας επιλέξει να εξωτερικευτεί. Αυτό που μπορεί να φαίνεται σαν ένα αθώο αστείο θα μπορούσε να έχει μόνιμες συνέπειες για κάποιον που δεν έχει μιλήσει ακόμη για τη σεξουαλικότητα ή το φύλο του.

Εάν έχετε καταλάβει ότι ένα μέλος της οικογένειας είναι queer, μπορεί να είναι καλύτερο να ανοίξετε μια συζήτηση σχετικά με αυτό το γεγονός. Μερικές φορές αυτό είναι ευπρόσδεκτο και απαραίτητο – όπως αναφέρει ο Ν. ο οποίος ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Μετά από χρόνια που ένιωθε δυστυχισμένος σε μία πραγματικότητα επίπλαστη, προσποιούμενος ότι ήταν κάποιος άλλος, είχε φτάσει σε ένα είδος «συναισθηματικής κατάρρευσης». Βλέποντας την αγωνία του γιου του, ο πατέρας του αποφάσισε να θίξει το θέμα ο ίδιος:

«Ξέρουμε ότι είσαι ομοφυλόφιλος και πρέπει να αρχίσεις να το αντιμετωπίζεις», θυμάται του λέει. «Ο πόνος και η πίεση που βάζεις τον εαυτό σου δεν είναι υγιής». Για τον Ν. ήταν ένα σημείο καθοριστικό, καθώς τον βοήθησε να αποδεχτεί ανοιχτά την σεξουαλικότητά του και να μην αισθάνεται αναγκασμένος να κρύβει τον εαυτό του. Η κοινωνική πίεση είναι τέτοια που καμιά φορά, είναι πολύ δύσκολο να αποδεχτείς τη διαφορετικότητά σου από την κυρίαρχη ιδεολογία και το αφήγημα της ετεροκανονικότητας.

Αν και η πλήρης αδιαφορία είναι επιβλαβής, ορισμένα μέλη της οικογένειας LGBT+ θεωρούν ότι οι καλοπροαίρετοι συγγενείς τους πίεζαν αρκετά για να τους κάνουν να μιλήσουν για την ταυτότητά τους, κάτι που «έμοιαζε σαν μια μικρή παραβίαση των προσωπικών τους ελευθεριών». Ίσως είναι καλύτερο να δημιουργήσετε έναν ασφαλή χώρο για αυτές τις συνομιλίες όποτε το άτομο LGBT+ να αισθάνεται άνετα.

Όταν το μέλος της οικογένειας είναι έτοιμο να μιλήσει, η Bosley-Smith προτείνει να ρωτήσετε το άτομο πόσο θα ήθελε να συζητήσει, και να πείτε ρητά ότι θα θέλατε να έχετε περαιτέρω συνομιλίες όποτε θέλει να συζητήσει ξανά το θέμα. Αυτό τους επιτρέπει να ακολουθήσουν τη διαδικασία του coming out με τον δικό τους ρυθμό.

Ακόμα κι αν οι πρώτες συζητήσεις αποτύχουν, ποτέ δεν είναι αργά για να δείξετε υποστήριξη

Όταν η Λίλα, που μεγάλωσε στον Πειραιά αλλά τώρα ζει στο Άμστερναμ, ανακοίνωσε πρώτη φορά στη μητέρα της ότι είναι ομοφυλόφιλη, η αντίδρασή της ήταν κάπως ψυχρή. «Έμεινε απλώς σιωπηλή για λίγο και μετά, το πρώτο πράγμα που είπε ήταν ‘καλά, υποθέτω ότι δεν θα δω εγγόνια’ ». Με τον καιρό, έγινε πιο ανοιχτή, αλλά το θέμα παρέμενε δύσκολο να συζητηθεί.

Πρόσφατα, ωστόσο, έχει μπει σε μια μακροχρόνια σχέση και βιώνοντας τη συντροφικότητα των δύο κοριτσιών, αισθάνθηκε την ανάγκη να ζητήσει συγγνώμη για τον τρόπο που είχε αρχικά αντιδράσει. Η συγγνώμη σήμαινε περισσότερα από όσα φανταζόταν προηγουμένως, λέει. «Υποσυνείδητα, χρειαζόμουν να το πει αυτό. Και το γεγονός ότι το είπε από μόνη της, χωρίς να θίξω το θέμα ή να ρωτήσω, με έκανε να νιώσω μεγάλη ανακούφιση».

Κάθε άνθρωπος έχει δικαίωμα στην ελεύθερη έκφραση και η σεξουαλικότητα αποτελεί μία πτυχή της ταυτότητάς μας. Η απόκρυψή της δημιουργεί άγχος και ψυχική ανισορροπία που μακροπρόθεσμα είναι εξαιρετικά επιβλαβλή για την υγεία μας. Η αποδοχή του εαυτού μας είναι θεμέλιος λίθος της αυτοεκτίμησης και είναι σημαντικό να καλλιεργήσουμε μία συμπεριληπτική κοινωνία, απαλλαγμένη από προκαταλήψεις και στερεότυπα.