Ο θάνατος είναι ένα αναπόσπαστο μέρος της ζωής  – μια μυστηριώδης κορύφωση που όλοι οι άνθρωποι αναπόφευκτα αντιμετωπίζουν, προκαλώντας τους θαυμασμό και  παράλληλα τρόμο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η φροντίδα στο τέλος της ζωής των ανθρώπων είναι τόσο ζωτικής σημασίας. Ενώ μόνο μια μερίδα ανθρώπων πεθαίνει από σπασμένα κόκαλα, καρκίνο ή μια ανίατη ασθένεια, εντούτοις  αργά ή γρήγορα όλοι πεθαίνουμε. Το να έχουμε τη δυνατότητα  να φύγουμε με αξιοπρέπεια και σχετική άνεση από τον μάταιο τούτο κόσμο δεν θα έπρεπε να αποτελεί ένα σπάνιο προνόμιο.

Δυστυχώς, μια νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Journal of Pain and Symptom Management δείχνει ότι πολλές χώρες δεν προσφέρουν στους πολίτες τους έναν καλό θάνατο. Ο Eric Finkelstein – καθηγητής υπηρεσιών υγείας στο Duke-NUS Medical  School, στη Σιγκαπούρη, και εκτελεστικός διευθυντής του Κέντρου Lien Centre Ανακουφιστικής Φροντίδας – ηγήθηκε μιας διεθνούς ομάδας ερευνητών για τη διεξαγωγή μιας  έρευνας που αφορούσε τις παροχές ανακουφιστικής φροντίδας στο τέλος της ζωής σε διάφορες χώρες.

Ο Finkelstein και οι συνεργάτες του ξεκίνησαν αρχικά ορίζοντας την ποιότητα της παροχής φροντίδας στο τέλος της ζωής, εξετάζοντας 309 επιστημονικά άρθρα για να προσδιορίσουν τους παράγοντες που εμπλέκονται. Μερικοί από αυτούς που εντόπισαν περιελάμβαναν:

  • Αν οι χώροι όπου οι φορείς υγειονομικής περίθαλψης περιέθαλπαν τους ασθενείς ήταν καθαροί, ασφαλείς και άνετοι.
  • Οι φορείς υγειονομικής περίθαλψης έλεγχαν τον πόνο και την ταλαιπωρία στα επιθυμητά επίπεδα του ασθενούς.
  • Οι φορείς υγειονομικής περίθαλψης παρείχαν τα κατάλληλα επίπεδα και την ποιότητα των θεραπειών που παρατείνουν τη ζωή.
  • Το κόστος δεν αποτελούσε εμπόδιο για τον ασθενή να λάβει την κατάλληλη φροντίδα.

Οι ερευνητές κατέληξαν σε 13 παράγοντες συνολικά. Στη συνέχεια έκαναν έρευνα σε 1.250 οικογενειακούς φροντιστές σε πέντε διαφορετικές χώρες που πρόσφατα φρόντιζαν ένα αγαπημένο τους πρόσωπο που έχει πλέον πεθάνει για να διαπιστώσουν τη σχετική σημασία του κάθε δείκτη. Ιδού πώς κατατάχθηκαν οι παράγοντες:

Εν τέλει, οι ερευνητές αναζήτησαν εκατοντάδες εμπειρογνώμονες από 161 χώρες για να κατατάξουν τη φροντίδα στο τέλος της ζωής στην αντίστοιχη χώρα τους με βάση αυτούς τους σταθμισμένους παράγοντες, ζητώντας τους να απαντήσουν μια από τις ακόλουθες κλίμακες: «διαφωνώ απόλυτα, διαφωνώ, ούτε συμφωνώ ούτε διαφωνώ, συμφωνώ ή συμφωνώ απόλυτα» με το αν το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης της χώρας τους καλύπτει γενικά κάθε παρηγορητική ανάγκη. Για να είναι επιλέξιμοι, οι εμπειρογνώμονες έπρεπε να είναι «είτε 1) κρατικός εκπρόσωπος -παρηγορητικής φροντίδας της χώρας ή παρόμοιας εθνικής επαγγελματικής ένωσης με καθιερωμένο ηγετικό ρόλο, 2) φορέας υγειονομικής περίθαλψης (ιατρός, νοσηλευτής) που ασχολείται με την παροχή παρηγορητικής φροντίδας, ή 3) κυβερνητικός υπάλληλος ή ακαδημαϊκός με γνώση της παρηγορητικής φροντίδας στη χώρα».

Το Ηνωμένο Βασίλειο συγκέντρωσε την υψηλότερη βαθμολογία στη μελέτη, ακολουθούμενο από την Ιρλανδία, την Ταϊβάν, την Αυστραλία, τη Νότια Κορέα και την Κόστα Ρίκα. Αυτές ήταν οι μόνες χώρες που απέσπασαν βαθμό «Α», με βαθμολογία 90 και άνω. Η Ουκρανία, η Αργεντινή, η Νότια Αφρική και ο Λίβανος ήταν μερικές από τις 21 χώρες που έλαβαν βαθμό «Ζ», με βαθμολογία 60 ή κάτω.

Ο Finkelstein βρήκε τα αποτελέσματα αποκαρδιωτικά.

«Πολλά άτομα τόσο στον ανεπτυγμένο όσο και στον αναπτυσσόμενο κόσμο πεθαίνουν πολύ άσχημα – όχι στον τόπο της επιλογής τους, χωρίς αξιοπρέπεια ή συμπόνια, με περιορισμένη κατανόηση της ασθένειάς τους, αφού ξοδέψουν μεγάλο μέρος των αποταμιεύσεών τους και συχνά μετανιώνοντας για την πορεία της θεραπείας τους», ανέφερε σε δήλωσή του.

Το υψηλότερο εισόδημα, η καθολική υγειονομική κάλυψη και η ευρεία διαθεσιμότητα οπιοειδών για την ανακούφιση από τον πόνο σχετίζονταν γενικά με καλύτερες βαθμολογίες.

Σημειωτέον, οι Ηνωμένες Πολιτείες απέσπασαν ένα «Γ», καταλαμβάνοντας την 43η θέση μεταξύ των 81 χωρών με μέτρια βαθμολογία 71,5. Σχολιάζοντας το γιατί οι ΗΠΑ κατέλαβαν τόσο κακή θέση, ειδικά σε σύγκριση με άλλες χώρες υψηλού εισοδήματος, ο Finkelstein δήλωσε ότι οι Αμερικανοί συχνά ξοδεύουν τεράστια ποσά  χρημάτων σε υπερβολικές, συχνά μάταιες θεραπείες και χειρουργικές επεμβάσεις που αποσκοπούν στην παράταση της ζωής στη δύση της ύπαρξής τους – μερικές φορές μόνο για εβδομάδες ή μήνες – αντί να επικεντρωθούν στην εξασφάλιση της ποιότητας ζωής για τον χρόνο που τους απομένει.

Ένα βασικό μειονέκτημα της μελέτης είναι ότι η κατάταξη κάθε χώρας καθορίστηκε από τον μέσο όρο δύο μόνο εμπειρογνωμόνων. Ενώ οι ερευνητές κατέστησαν σαφές ότι οι εν λόγω εμπειρογνώμονες είναι αρκετά ενημερωμένοι και σεβαστοί, δεν φαίνεται καθόλου δίκαιο να αξιολογείται το σύστημα φροντίδας στο τέλος της ζωής μιας ολόκληρης χώρας με βάση τις απόψεις δύο μόνο ατόμων, καθένα από τα οποία είναι αναμφίβολα προκατειλημμένο από τις δικές του εμπειρίες.

Ζητήθηκε επίσης από τους εμπειρογνώμονες να διατυπώσουν τις σκέψεις τους σχετικά με το τι διευκολύνει την καλή φροντίδα στο τέλος της ζωής σε μια χώρα. Ομόφωνα, πρότειναν την επένδυση από την εκάστοτε εθνική κυβέρνηση σε μια ολοκληρωμένη φροντίδα και καθολική υγειονομική περίθαλψη με δωρεάν πρόσβαση σε υπηρεσίες παρηγορητικής φροντίδας.

➪ Δείτε επίσης: Πορνογραφία του θανάτου, μια άκρως ιδιωτική υπόθεση