«Αν κάποιος μου έλεγε ότι σε κάποια τριτοκοσμική χώρα κάπου στην Αφρική, με 90% αναλφάβητους, χωρίς σύστημα παιδείας, χωρίς σώματα ασφαλείας, χωρίς αστυνομία, χωρίς λιμενικό σώμα, χωρίς δικαστήρια, χωρίς ελεγκτικές αρχές, κάποιος ηλίθιος πέταξε ένα νέο άνθρωπο από το πλοίο της γραμμής και πνίγηκε στα απόνερα της προπέλας, θα θύμωνα μεν, αλλά θα έλεγα ότι είναι αναμενόμενο: Άγριοι…»

Αυτό το κάργα ρατσιστικό απέναντι σε (όλους συλλήβδην) Αφρικανούς πολίτες αναγράφει σε ένα προ ημερών άρθρο γνώμης του στον ιστότοπο Capital.gr ο 59χρονος αρθρογράφος Αγης Βερούτης, που όπως αναφέρει, άκρως ταπεινά, για τον εαυτό του, «το 2003 ξεκίνησα να δραστηριοποιείται επιχειρηματικά στο χώρο της παροχής υπηρεσιών και του Ίντερνετ. Είμαι μικρομεσαίος επιχειρηματίας. Γράφω και δημοσιεύω τις σκέψεις μου από το 2010, θεωρώντας καθήκον μου να ενημερώσω όσους περισσότερους Έλληνες μπορώ, αναλύοντας κάποια σημαντικά θέματα που έχουν διαστρεβλωθεί, και στηλιτεύοντας τις αιτίες της εξαθλίωσης της μεσαίας τάξης. Κείμενά μου έχουν αναδημοσιευτεί σε περισσότερα από 16.000 blogs».

Εγώ πάλι, προσπαθώντας ταυτόχρονα να ξεπεράσω το σοκ αυτού που μόλις διάβασα, πιστεύω το εξής: ότι αν κάποιος μου έλεγε ότι σε κάποια τριτοκοσμική χώρα κάπου στην Ευρώπη, με 60% συστημικούς ρατσιστές, χωρίς σύστημα παιδείας, χωρίς σώματα ασφαλείας, χωρίς αστυνομία, χωρίς λιμενικό σώμα, χωρίς δικαστήρια, χωρίς ελεγκτικές αρχές, κάποιος προσέλαβε κάποιον τύπο ονόματι Αγη Βερούτη για να γράφει επί πληρωμή τέτοιες ρατσιστικές αηδίες στο διαδίκτυο, θα θύμωνα μεν, αλλά θα έλεγα ότι είναι αναμενόμενο: Ελληνική δημοσιογραφία…

Και ναι, ασφαλώς, η ελληνική (αλλά και η διεθνής) δημοσιογραφία είναι πολλάκις υπόλογη για τον τρόπο που τα ΜΜΕ της παρουσιάζουν θέματα που αφορούν πρόσφυγες και μετανάστες. Για τον ρατσιστικό λόγο που διαχέεται από μικρά, μεσαία και μεγάλα κανάλια και ΜΜΕ της χώρας μας και τις συνέπειες που μπορεί να έχει σε μια ήδη ρατσιστική κοινωνία.

Για αρχή, η εξίσωση του όρου «μετανάστης» με τη λέξη «πρόσφυγας», που είναι εντελώς διαφορετικές έννοιες. Για τα ελληνικά ΜΜΕ, οι περισσότεροι είναι απλά «μετανάστες», αφαιρώντας με τον πανούργο αυτό τρόπο από τον «πρόσφυγα» το δικαίωμα που έχει στο άσυλο και από το Κράτος την υποχρέωση να παράσχει άσυλο και προστασία στον άνθρωπο αυτό που φεύγει κυνηγημένος από κάπου.

Δεν μιλάμε για συνώνυμες έννοιες. Τα ΜΜΕ ασφαλώς και το γνωρίζουν αυτό, απλώς τα περισσότερα επιλέγουν να τις χρησιμοποιούν με σκοπό… λαθραναγνώσεων.

Και μιας και μιλάμε για αναγνώσεις με «λαθραίο» τρόπο, υπάρχουν πολλοί τρόποι προκειμένου να «φυτευτεί» – α λα Inception – μια ιδέα στο συλλογικό υποσυνείδητο.

Μια ιδέα και μια άποψη ότι, λόγου χάρη, εξισώνεται, τεχνηέντως η λέξη «μετανάστης» με λέξεις όπως «λαθραίος» ή «λαθρομετανάστες» -από ποιά; Από τα ίδια ΜΜΕ που χρωστάνε σε Ασφαλιστικά Ταμεία και το ίδιο το κράτος εκατομμύρια ευρώ σε δημοσιογραφικές και άλλες εισφορές και, ουσιαστικά, υπάρχουν ακόμη «λαθραία» στον «αέρα».

Όταν η λέξη «πρόσφυγας», συνοδεύεται, διόλου τυχαία, από εκφράσεις όπως «υγειονομική βόμβα» ή «εκρηκτική κατάσταση».

Όταν υπάρχουν άνθρωποι και αρθρογράφοι όπως ο Αγης Βερούτης (που δεν είναι καν δημοσιογράφος, οπότε, πολύ βολικά για το συγκεκριμένο ΜΜΕ, δεν μπορεί καν να παρέμβει η ΕΣΗΕΑ, τουλάχιστον απευθείας πάνω στον αρθρογράφο) που γράφουν εν βρασμώ ψυχής, καρδιάς και συκωτιού και μετά παίρνουν και τα εύσημα, από ομοϊδεάτες του ρατσιστές, ότι δήθεν τα λέει «τσεκουράτα» και «έξω από τα δόντια».

Ή, τέλος, όταν ένα θέμα που αφορά το Προσφυγικό, συνοδεύεται, επίσης διόλου τυχαία, από ένα ρεπορτάζ για την «αύξηση της εγκληματικότητας» (γενικώς και αορίστως).

Και κάπως έτσι, δια της… τεθλασμένης ψυχολογίας, τα ΜΜΕ βρίσκουν τον τρόπο να μάς πλασάρουν το αφήγημα που θέλουν εκείνα.

Η ανωτέρω διαπίστωση φυσικά δεν ισχύει μόνο για τα ελληνικά ΜΜΕ. Το 2015, η Ύπατη Αρμοστεία τoυ ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες ανέθεσε στη Σχολή Δημοσιογραφίας του Κάρντιφ στην Ουαλία να διερευνήσει τι ήταν αυτό που κατηύθυνε την κάλυψη των θεμάτων που αφορούσαν το μεταναστευτικό στα μέσα ενημέρωσης πέντε ευρωπαϊκών χωρών: Ισπανία, Ιταλία, Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο και Σουηδία.

Από την έκθεση αυτή προέκυψε ότι τα βρετανικά ΜΜΕ ήταν τα πιο πολωτικά και αρνητικά διακείμενα απέναντι στους μετανάστες και τους πρόσφυγες.

«Το πιο σημαντικό είναι ότι διαπίστωσαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των χωρών, όσον αφορά στις πηγές που χρησιμοποίησαν οι δημοσιογράφοι, τη γλώσσα και τις λέξεις που χρησιμοποιούσαν, τους λόγους και τις αιτίες που έδωσαν για την αύξηση των προσφυγικών ροών και τις λύσεις που πρότειναν. Η Γερμανία και η Σουηδία, για παράδειγμα, χρησιμοποίησαν κατά συντριπτική πλειοψηφία τους όρους “πρόσφυγας” ή “άσυλο” και “αιτούντες άσυλο”, ενώ ο Τύπος της Ιταλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου προτίμησε τη λέξη “μετανάστης”. Στην Ισπανία, ο κυρίαρχος όρος ήταν “μετανάστης”», σημειώνει η έκθεση, προσθέτοντας ότι:

«Οι όροι αυτοί είχαν σημαντικό αντίκτυπο στο ύφος της συζήτησης σε κάθε χώρα. Τα ανθρωπιστικά θέματα ήταν πιο συνηθισμένα στην ιταλική κάλυψη απ’ ό,τι στη βρετανική, τη γερμανική ή την ισπανική. Τύπο. Τα θέματα απειλών (όπως το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας ή οι πολιτιστικές απειλές) ήταν τα πιο διαδεδομένα στην Ιταλία, την Ισπανία και τη Βρετανία. Συνολικά, ο σουηδικός Τύπος ήταν ο πιο θετικός απέναντι στους πρόσφυγες και τους μετανάστες, ενώ η κάλυψη στο Ηνωμένο Βασίλειο ήταν η πιο αρνητική και η πιο πολωμένη. Μεταξύ αυτών των χωρών που ερευνήθηκαν, τα δεξιά μέσα ενημέρωσης της Βρετανίας ήταν μοναδικά επιθετικά στις εκστρατείες τους κατά των κατά των προσφύγων και των μεταναστών».

Η παρούσα έκθεση παρέχει σημαντικές πληροφορίες για την κουλτούρα του Τύπου κάθε χώρας κατά τη διάρκεια μιας κρίσιμης περιόδου της διαμόρφωσης της ατζέντας για τη σημερινή προσφυγική και μεταναστευτική κρίση. Και αυτό που τελικά προκύπτει είναι ένα σαφές μήνυμα για την σωστή και εύρυθμη εργασία των ΜΜΕ.

Σύμφωνα, εξάλλου, με μια νέα, αμερικανική αυτή τη φορά, μελέτη,που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο International Journal of Communication, η παρακολούθηση πολλών δελτίων ειδήσεων μπορεί όντως να μας κάνει πιο προκατειλημμένους απέναντι σε μια συγκεκριμένη κατηγορία πληθυσμού, όπως π.χ. τους Αφροαμερικανούς.

Η ερευνήτρια Τemple Northup, καθηγήτρια Επικοινωνίας στο Πανεπιστήμιο του Χιούστον, εξήγησε ότι αυτό συμβαίνει πιθανώς επειδή η κάλυψη των τοπικών ειδήσεων τείνει να επικεντρώνεται στην εγκληματικότητα και όταν πρόκειται για αυτή την κάλυψη της εγκληματικότητας, οι τηλεοπτικοί σταθμοί καλύπτουν τα εγκλήματα που διαπράττουν οι μαύροι με τρόπο που είναι εντελώς δυσανάλογος με τα πραγματικά ποσοστά εγκληματικότητας.

Οι ερευνητές έδωσαν στα υποκείμενά τους ένα ερωτηματολόγιο σχετικά με τη στάση τους απέναντι στους Αφροαμερικανούς, καθώς και για το πόσες ώρες τοπικών ειδήσεων παρακολουθούσαν κάθε μέρα. Τα υποκείμενα έκαναν επίσης το Implicit Association Test (IAT), ένα εργαλείο που ο Anthony Greenwald και οι συνεργάτες του επινόησαν στα μέσα της δεκαετίας του 1990 και το οποίο χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της ασυνείδητης φυλετικής προκατάληψης, καταγράφοντας τις πεποιθήσεις για τις διάφορες ομάδες που έχουν οι άνθρωποι αλλά δεν θα παραδεχόντουσαν ποτέ.

Στη μελέτη της Northup, τα αποτελέσματα ήταν αποκαλυπτικά: «Με βάση τα ευρήματα της μελέτης στις ΗΠΑ, η μακροχρόνια έκθεση σε τοπικές τηλεοπτικές ειδήσεις, στις οποίες οι Αφροαμερικανοί απεικονίζονται συχνά και στερεοτυπικά ως εγκληματίες, προέβλεπε αυξημένες αρνητικές έμμεσες στάσεις απέναντι στους Αφροαμερικανούς. Οι τηλεθεατές που παρακολουθούσαν περισσότερες τοπικές τηλεοπτικές ειδήσεις επέδειξαν περισσότερες ασυνείδητες αρνητικές στάσεις απέναντι στους Αφροαμερικανούς», δήλωσε η Northup.

Οι συγγραφείς της μελέτης αναφέρθηκαν σε προηγούμενες έρευνες που δείχνουν ότι το έγκλημα «υπεραντιπροσωπεύεται στις τοπικές τηλεοπτικές ειδήσεις σε σχέση με τον πραγματικό αριθμό εγκλημάτων που πραγματικά συμβαίνουν σε μια κοινότητα» και ότι στο πλαίσιο αυτής της κάλυψης του εγκλήματος, οι μαύροι Αμερικανοί υπεραντιπροσωπεύονται ως εγκληματίες σε σχέση με τα πραγματικά ποσοστά εγκληματικότητας.

Συμπερασματικά: Να προσέχουμε, όλοι μας, ποιους επιλέγουμε για την ενημέρωσή μας γιατί η ελλιπής εν-ημέρωση, οδηγεί σχεδόν νομοτελειακά στην εν-αγρίωση της κοινωνίας.

Tα ΜΜΕ και η «Χάρτα της Ρώμης»

Η Χάρτα της Ρώμης είναι ένας Κώδικας Δεοντολογίας, ο οποίος, πέρα από την απαγόρευση σχολίων με ρατσιστικό και ξενοφοβικό περιεχόμενο, να αποτελεί οδηγό για το πώς πρέπει να καλύπτονται δημοσιογραφικά θέματα που αφορούν πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο.

Οι συστάσεις της Χάρτα της Ρώμης προς τους πάσης φύσεως δημοσιογράφους είναι συνολικά τρεις:

    1. Οι δημοσιογράφοι να δείχνουν προσοχή στις πληροφορίες που μεταδίδουν, να χρησιμοποιούν κατάλληλη ορολογία, να δείχνουν προσήλωση στην αλήθεια και να αποφεύγουν ανακρίβειες και υπεραπλουστεύσεις.
    2. Να προστατεύουν αυτούς τους ευάλωτους πληθυσμούς από τους κινδύνους που ενέχει η έκθεσή τους στα μέσα ενημέρωσης.
    3. Να προσφεύγουν στη συμβουλή εμπειρογνωμόνων ή οργανώσεων που γνωρίζουν αυτά τα θέματα, προκείμενου να μεταφέρουν στην κοινή γνώμη όσο το δυνατόν πιο σαφείς και περιεκτικές πληροφορίες.

Αντίστοιχα, στην Ελλάδα, υπάρχει και η δράση του Δικτύου «Χάρτα της Ειδομένης» για την ενίσχυση των δεοντολογικών αρχών στη δημοσιογραφική κάλυψη θεμάτων σχετικά με πρόσφυγες, μετανάστες και μειονότητες.

Η δράση παρουσιάστηκε σε συνέντευξη Τύπου το 2016, στην Ένωση Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Μακεδονίας-Θράκης. Ο πρόεδρος της ΕΣΗΕΜ-Θ, Νίκος Καρράς, επισήμανε ότι η πρωτοβουλία της Ένωσης, που ονομάστηκε «Χάρτα της Ειδομένης» για να θυμίζει το δράμα χιλιάδων προσφύγων, όπως αποτυπώθηκε με δραματικό τρόπο στην περιοχή, διήνυσε ήδη σημαντική διαδρομή ως προς την αποδοχή της από δημοσιογραφικές οργανώσεις και οργανισμούς υπεράσπισης ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο εξωτερικό.

Αναφέρθηκε επίσης στη σημασία που έχει η συνεργασία με το Τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ για τη συγκέντρωση δεδομένων σχετικά με διακρίσεις από τα ΜΜΕ, καθώς, μεταξύ άλλων, προσανατολίζει νεότερες γενιές της Ενημέρωσης στις δεοντολογικές αρχές της δημοσιογραφίας.

Ο συντονιστής του Δικτύου, δημοσιογράφος Παύλος Νεράντζης, τεκμηρίωσε την «αναγκαιότητα να διακριθεί το συγκεκριμένο θέμα ως προς την τήρηση της δεοντολογίας και περιέγραψε τον προσανατολισμό του Δικτύου στην ευαισθητοποίηση και την επιμόρφωση, που θα καλύψει την «γκρίζα ζώνη» ανάμεσα στην αυτορρύθμιση και τις παρεμβάσεις των πειθαρχικών οργάνων των Ενώσεων».

«Άρθρο 1ο: Οι δημοσιογράφοι έχουν την υποχρέωση να συμπεριφέρονται προς όλους τους πολίτες, ημεδαπούς και αλλοδαπούς, με βάση τις αρχές της ισοτιμίας και ισονομίας, χωρίς να κάνουν διακρίσεις με βάση την εθνοτική καταγωγή, τη χώρα προέλευσης, τη θρησκεία, το φύλο, το χρώμα, τη γλώσσα, τις πολιτικές πεποιθήσεις, την οικονομική κατάσταση ή την κοινωνική τους θέση», αναφέρει ο Κώδικας Αντιρατσιστικής Δεοντολογίας των Ελλήνων Δημοσιογράφων και ελπίζουμε σύντομα να το δούμε αυτό να συμβαίνει και στην πράξη.