Κάνοντας μια σύντομη έρευνα στο Ίντερνετ μέσα στο Σαββατοκύριακο που πέρασε, έπεσα πάνω σε ένα βουνό από άρθρα για τη μονογονεϊκότητα. Μόνο που όλα σχεδόν, με ελάχιστες – μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού – εξαιρέσεις, καταπιάνονταν είτε με τους κινδύνους που ελλοχεύουν αναφορικά με την ψυχολογία ενός παιδιού που μεγαλώνει σε μια μονογονεϊκή οικογένεια, είτε με τις οικονομικοκοινωνικές  δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι οικογένειες αυτές και πώς και σε τι βαθμό όλο αυτό επιδρά στην ψυχολογία τόσο του γονιού όσο και του παιδιού.

Η αλήθεια είναι πως απογοητεύτηκα. Όχι γιατί διαφωνώ με το αν και κατά πόσο οι μονογονεϊκές οικογένειες αντιμετωπίζουν όντως κάποιες επιπλέον δυσκολίες – οικονομικές σίγουρα – ή γιατί αμφισβητώ απαραίτητα τις έρευνες που γίνονται σχετικά με τις αρνητικές επιπτώσεις της μονογονεϊκότητας στην ψυχολογία των παιδιών. Απογοητεύτηκα γιατί αντιλήφθηκα ότι ακόμα και σήμερα σπανίως μιλάμε για την χαρά που κρύβεται σε αυτό το οικογενειακό μοντέλο, καθώς και για τον ιδιαίτερο δεσμό που αναπτύσσεται μεταξύ γονέα και παιδιού.

Η σχέση μεταξύ ενός μονογονέα με το παιδί του μπορεί να είναι πολύ ιδιαίτερη κι αυτό είναι κάτι που σπάνια βλέπουμε ή ακούμε ή διαβάζουμε. Αυτή η οικειότητα και η εγγύτητα που αναπτύσσεται σπάνια απεικονίζεται, ίσως γιατί κλωτσάει τόσο σκληρά στην κυρίαρχη αντίληψη ότι ένα παιδί είναι πάντα καλύτερα με δυο γονείς και ότι τα παιδιά μονογονεϊκών οικογενειών είναι εξ ορισμού αδικημένα.

Η αύξηση του αριθμού των μονογονεϊκών οικογενειών είναι μία από τις μεγαλύτερες κοινωνικές ροπές που παρατηρούνται τα τελευταία τριάντα χρόνια. Μεταξύ του 1990 και του σήμερα, ο αριθμός μονογονεϊκών οικογενειών αυξήθηκε σημαντικά και μαζί μεταβλήθηκε και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζεται η μονογονεϊκότητα. Ωστόσο, παρά τη συχνότητά της, η μονογονεϊκότητα εξακολουθεί συχνά να συνδέεται με υψηλά ποσοστά ανεργίας, φτώχειας και γονικής κατάθλιψης, ενώ τα παιδιά που μεγαλώνουν σε τέτοιες οικογένειες θεωρείται συχνά ότι τα καταφέρνουν λιγότερο καλά από παιδιά που μεγαλώνουν στις λεγόμενες πυρηνικές οικογένειες.

Λόγω της οικονομικής και κοινωνικής ευπάθειάς τους, οι μονογονεϊκές οικογένειες βρίσκονται στο επίκεντρο για πάνω από δυόμιση δεκαετίες. Παρ’ όλα αυτά, για πολλούς – φορείς εξουσίας και μη – η μονογονεϊκότητα θεωρείται «πρόβλημα». Μεγάλο μέρος όμως των ερευνών που καταλήγουν να χαρακτηρίζουν αυτό το μοντέλο οικογένειας προβληματικό βασίζονται σε τυποποιημένα στοιχεία και δεδομένα που δεν αναγνωρίζουν τον εξαιρετικό ρυθμό αλλαγής της έκτασης της μονογονεϊκότητας, καθώς και τη ρευστότητα και την ποικιλομορφία των μονογονεϊκών οικογενειών σήμερα. Ως εκ τούτου, η βάση πάνω στην οποία οικοδομείται ο δημόσιος λόγος γύρω από τη μονογονεϊκότητα είναι πολύ συχνά εντελώς ξεπερασμένη και ορίζει τις μονογονεϊκές οικογένειες – αλλά και όλες τις υπόλοιπες διαφορετικές από τη νόρμα μορφές οικογένειας – με βάση την πυρηνική μορφή.

Δυστυχώς, όσο κι αν θέλουμε να θεωρούμαστε προχωρημένοι σαν κοινωνία, η μονογονεϊκότητα συνεχίζει να στιγματίζεται. Υπάρχει πολλή κριτική εκεί έξω. Η δαιμονοποίησή της όμως δεν είναι μόνο άδικη και προβληματική, αλλά και εντελώς ανακριβής. Το γεγονός ότι ένα παιδί μπορεί να μεγαλώνει από έναν γονιό, αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι του λείπει αγάπη ή υποστήριξη. Ναι, η αλήθεια είναι ότι το να μεγαλώνει κανείς – ανεξαρτήτως φύλου – ένα ή περισσότερα παιδιά μόνος/η/ο μπορεί να είναι δύσκολο, μοναχικό και κάποιες στιγμές φαινομενικά αδύνατο. Η μονογονεϊκότητα όμως ταυτόχρονα μπορεί να είναι υπέροχη, γεμάτη χαρά και συναισθηματική πληρότητα.

Illustration: Daria Lisovsky

Πέρα από τις διάφορες επιστημονικές έρευνες που έχουν κυκλοφορήσει τα τελευταία χρόνια και στις οποίες βασίζεται σε ένα μεγάλο βαθμό ο τρόπος που αντιμετωπίζεται η μονογονεϊκότητα ακόμα και σήμερα, μεγάλο ρόλο στη διαμόρφωση των αντιλήψεων της κοινωνίας γύρω από το εν λόγω ζήτημα παίζουν και οι αναπαράσταση μονογονεϊκών οικογενειών σε βιβλία, ταινίες, σειρές και τα media γενικότερα. Οι αναπαραστάσεις αυτές συνήθως δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και πολύ συχνά δημιουργούν παρανοήσεις και προωθούν προβληματικά στερεότυπα.

Παρόλο που η μονογονεϊκότητα δεν αντιμετωπίζεται γενικά σαν άξιο λογοτεχνικό θέμα από πολλούς συγγραφείς μέχρι και σήμερα, στο μακρινό 1851 o Αμερικάνος συγγραφέας Nathaniel Hawthorne κατέγραψε με ασυνήθιστη γλυκύτητα και ειλικρίνεια τις είκοσι μέρες που ο ίδιος και ο πεντάχρονος γιος του πέρασαν αποκλειστικά οι δυο τους. Το μικροσκοπικό, αλλά κλασικό πλέον «Twenty Days with Julian and Little Bunny by Papa» αφηγείται με αμεσότητα και συγγραφική απλότητα τις τρεις καλοκαιρινές βδομάδες που πέρασαν πατέρας και γιος στα βουνά. Καθώς ο μικρός γιος του μένει για πρώτη φορά στην αποκλειστική του φροντίδα, ο Hawthorne κάνει έναν αφόρητα γλυκό απολογισμό της μονογονεϊκότητας, περιγράφοντας πώς, καθώς ο μικρός Julian μάζευε λουλούδια, ψάρευε με ένα φανταστικό καλάμι ή φιλοσοφούσε για τα ουράνια τόξα, ο ίδιος ερχόταν σε επαφή με το πνεύμα της παιδικής ηλικίας.

Περνώντας τις μέρες του με τον γιο του και το κατοικίδιο κουνέλι τους, ο Hawthorne ένιωθε σαν να ήταν ταυτόχρονα πέντε και πενήντα χρονών, σύντροφος στα παιχνίδια και καταξιωμένος συγγραφέας στο απόγειο της δόξας του, καθώς προσπαθούσε να γράφει πάρα την παιδική φλυαρία που είχε τώρα κατακλύσει τις σκέψεις του. Ο Hawthorne δίνει μια πολύ ειλικρινή περιγραφή των ημερών τους, των δραστηριοτήτων τους, αλλά και όλων των συναισθημάτων που ο ίδιος ως μοναδικός φροντιστής του γιου του κατά τη διάρκεια αυτού του σύντομου πειράματος μονογονεϊκότητας βίωνε για πρώτη φορά.

Ενάμιση αιώνα αργότερα και σε μια εποχή που το θέμα της μονογονεϊκότητας πραγματικά έκαιγε, μια τηλεοπτική σειρά ανέλαβε το δύσκολο έργο του να επαναπροσδιορίσει την εικόνα και το αφήγημα της μητέρας που μεγαλώνει μόνη της ένα παιδί. Η σειρά «Gilmore Girls», όσο κι αν κάποιοι ισχυρίστηκαν ότι ρομαντικοποιεί τη μονογονεϊκότητα, απέδωσε με πολύ μεγαλύτερη ειλικρίνεια τον πολύ ιδιαίτερο και δυνατό δεσμό που μπορεί να αναπτύξει ένα παιδί που μεγαλώνει μόνο με τη μητέρα του. Ως τότε, ήταν ελάχιστες οι ταινίες και οι σειρές που απεικόνιζαν κάτι παραπάνω από υγιείς μονογονεϊκές οικογένειες.

Το βιβλίο «The Hungover Games» της Sophie Heawood είναι μια ακόμα πιο σύγχρονη, τρυφερή και αστεία περιγραφή της μονογονεϊκότητας. Η δημοσιογράφος Sophie Heawood έχει γράψει στήλες για τη ζωή ως ανύπαντρη μητέρα και αυτό της το βιβλίο παρέχει όλο το backstory. Είναι μια αστεία, καυστική, μερικές φορές απελπιστική και βάναυσα ειλικρινής περιγραφή της τυχαίας εγκυμοσύνης, της ανύπαντρης μητρότητας και του πώς ό,τι δεν σε σκοτώνει σε κάνει πιο δυνατή, πιο πνευματώδη και πιο επινοητική.

Συνοψίζοντας λοιπόν, είναι αλήθεια ότι πολλές μονογονεϊκές οικογένειες ζουν σε συνθήκες οικονομικής ένδειας, και φέτος είναι δυστυχώς πολύ πιθανό να δούμε όλο και περισσότερους μονογονείς να αγωνίζονται για να κρατήσουν τα παιδιά τους ζεστά και να ταΐσουν. Είναι σημαντικό να το επισημάνουμε αυτό και να πιέσουμε για καλύτερη κυβερνητική στήριξη των μονογονεϊκών οικογενειών. Αλλά είναι επίσης ζωτικής σημασίας να αναγνωρίσουμε πως όσο δύσκολη κι αν είναι η μονογονεϊκότητα, είναι επίσης μια πολύ αποδεκτή μορφή οικογένειας, η πραγματικότητα της οποίας δεν χρειάζεται απαραίτητα να ταυτίζεται με τις ιδιαίτερες δυσκολίες που ενέχει. Το να μεγαλώνει κάποιος με έναν μόνο γονέα μπορεί να είναι και μια πολύ θετική συνθήκη.