«A job that slowly kills you / Bruises that won’t heal / You look so tired, unhappy / Bring down the government / They don’t, they don’t speak for us».

Πριν από 25 χρόνια οι Βρετανοί Radiohead κυκλοφόρησαν το σπουδαίο άλμπουμ «Ok Computer».

Οι στίχοι ενός εκ των τραγουδιών του άλμπουμ, του «No Surprises» («Οχι Εκπλήξεις»), έκαναν λόγο για «μια δουλειά που σε σκοτώνει σιγά-σιγά / πληγές που δεν επουλώνονται / Φαίνεσαι τόσο κουρασμένος και δυστυχισμένος / Ρίξ’ τε την κυβέρνηση / Γιατί δεν μας εκπροσωπεί».

Και ο Τομ Γιόρκ τραγουδούσε στο ρεφρέν τον τίτλο του τραγουδιού: «όχι εκπλήξεις, σας παρακαλώ».

Εδώ και καιρό ζούμε τις (διπλές) εκλογές του «No Surprises», σε μια μακρά προεκλογική περίοδο, η έναρξη της οποίας ουδέποτε ανακοινώθηκε επισήμως (γι’ αυτό και προκάλεσε επιπλέον πνευματικό κάματο σε όλους μας).

Δεν υπάρχουν, ευτυχώς, διλήμματα στη Δημοκρατία. Αλλά, δυστυχώς, ούτε και εκπλήξεις πλέον.

Τα δελτία ειδήσεων των καναλιών, στα τέταρτα που φιλοξένησαν τους πολιτικούς αρχηγούς, «πάτωσαν» σε τηλεθέαση. Δεν τα είδε κανείς.

Όλα είναι άνευρα, χλιαρά. Λες και οι εκλογές διεξάγονται με χορηγό τα λεξοτανίλ – που είναι πιθανό πολλοί ψηφοφόροι να «μπούκωσαν», βλέποντας για νιοστή φορά στις οθόνες τους τον Αδωνη Γεωργιάδη, τον μοναδικό άνθρωπο στον κόσμο που ξυπνάει ο ίδιος το ξυπνητήρι του, και την γνώριμη εκνευριστική τσιρίδα του.

Όλα είναι εκνευριστικά άνευρα και χλιαρά. Στην κεντρική πλατεία Αμαρουσίου, λίγο πιο κάτω από το σπίτι μου, τα εκλογικά περίπτερα και κέντρα του κάθε κόμματος παρεμέναν σχεδόν άδεια τις περισσότερες ώρες της ημέρας – κάποια από αυτά δεν είχαν καν άνθρωπο ΠΙΣΩ από τον πάγκο, πόσο μάλλον μπροστά του.

Σαν ο κόσμος να έχει συμφιλιωθεί με την μοίρα του. Σαν ο κόσμος να παρακολουθεί τα πολιτικά τεκταινόμενα, όχι ως ενεργός συμμετέχων και πρωταγωνιστής, ως όφειλε, αλλά ως άβουλος κομπάρσος.

Οι νέοι, οι σημερινοί 18αρηδες και 20άρηδες, οι «παρθενικοί ψηφοφόροι», δεν δείχνουν πρόθυμοι να ρίξουν και αυτοί «νερό στο μύλο» της αλλαγής σκηνικού – είναι σαν και αυτοί να κουράστηκαν νωρίς και να τα παράτησαν ακόμη νωρίτερα.

Ποιος θα μπορούσε να τους παρεξηγήσει ή να τους κακολογήσει, άλλωστε; Είναι η γενιά που πήγε Α’ Δημοτικού μεσούσης της οικονομικής κρίσης. Που μπήκε στο Γυμνάσιο μεσούντος του Μνημονίου.

Που είδε τα όποια όνειρά της να εξαϋλώνονται από το «Little Boy» της οικονομικής ύφεσης πριν καλά καλά ενηλικιωθούν (τόσο οι ίδιοι, όσο και τα όνειρά τους).

Θα πάνε και αυτοί στο κοντινό μέλλον σε «μια δουλειά που τους σκοτώνει σιγά-σιγά», θα αποκτήσουν «πληγές που δεν επουλώνονται», θα γίνουν και αυτοί «τόσο κουρασμένοι και δυστυχισμένοι» όπως οι αμέσως μεγαλύτερες γενιές και – το χειρότερο – δεν θα είναι σίγουροι ως προς το ποια κυβέρνηση φταίει για όλα όσα τόσο βίαια τους κληροδοτήθηκαν, όπως η σχεδόν συστημική ανεργία, η εργασιακή ανασφάλεια και η διαρκώς αυξανόμενη φτωχοποίηση.

Οπότε τι να κάνουν; Να πάνε να ψηφίσουν ή όχι; Έχει όντως νόημα ή καλύτερα να πάρουν την παρέα τους και να πάνε για μπάνιο;

Και, αν τελικά, πάνε να ψηφίσουν, τι να κάνουν; Να ακολουθήσουν την συμβουλή του Τομ Γιόρκ και να «ρίξουν την κυβέρνηση / Γιατί δεν τους εκπροσωπεί» ή όχι; «Απ’ την Κική και την Κοκό ποια να διαλέξουν»;

Είπαμε, η Δημοκρατία δεν έχει διλήμματα. Ή μήπως έχει και δεν το έχουμε καταλάβει ακόμη γιατί παραμένουν «επιμελώς ατημέλητα» και κρυμμένα, όπως οι σκελετοί στις ντουλάπες του καθενός από εμάς;

Το μόνο σίγουρο είναι ότι τα ίδια τα κόμματα δεν εμφάνισαν (ούτε θα κάνουν μέχρι τις ερχόμενες εκλογές) μια παρόμοια επαμφοτερίζουσα στάση: κινούνται σταθερά πάνω στο διαλεκτικό δίπολο «να αναφερθώ σε όλα τα SOS ζητήματα / να μην αναφερθώ σε «καυτές πατάτες» όπως π.χ. το περιβάλλον που θα μού χαλάσουν την γενική εικόνα».

Πόσο βαρετά είναι και αυτά τα ίδια τα κόμματα, αλήθεια. Πόσο βαρετοί είναι και οι επικοινωνιολόγοοι τους. Που το μόνο που τονίζουν, λες και είμαστε στο 1989 και ακόμη «ανοίγουμε ένα Apelia», συνεχίζουν τις υποσχέσεις και τα «θα», τα πάσης φύσεως ταξίματα.

Ας συνεχίσουν με τα τσάμπα(μάγκικα) ταξίματα και να δουν από πότε η αποχή στις εκλογές θα υπερβεί το 60%, σε μια χρονική συγκυρία όπου, ούτως ή άλλως, όλοι μας (μηδενός εξαιρουμένου, ίσως μόνο του happy traveller Πρωθυπουργού μας, που πραγματικά το διασκεδάζει σε κάθε δυνατή περίσταση) είμαστε οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά εξαντλημένοι.

Εξουθενωμένοι παντοιοτρόπως μετά από 13 χρόνια που ακούμε συνέχεια τη φράση «Θανάση, σφίξε και άλλο το ζωνάρι», 5-6 προγράμματα Μνημονίων, ένα δημοψήφισμα, μια εγκληματική οργάνωση με την μορφή πολιτικού κόμματος που ήρθε και (ευτυχώς) έφυγε (μακάρι για πάντα) και τη δεύτερη συνεχόμενη εκλογική διαδικασία, μετά από σχεδόν 100 χρόνια, που λαμβάνει χώρα μέσα στο καύσωνα και τη ζέστη του καλοκαιριού, έναν «θεσμό» της χώρας που δεν τόλμησε να πειράξει κανείς και ποτέ, γιατί ήταν πάντα «τα μπάνια του λαού».

Ανακυκλωμένα συνθήματα, ανακυκλωμένα προγράμματα, ανακυκλωμένα πρόσωπα, ανακυκλωμένες μπροσούρες κομμάτων, ανακυκλωμένες επικοινωνιακές κινήσεις – οι πολιτικοί αρχηγοί απευθύνονται, άκρως προβλέψιμα, στο TikTok μιλώντας στην Gen Z.

Ολη η προεκλογική περίοδος αποπνέει έναν αέρα βαρετής ανακύκλωσης – ίσως ό,τι πιο κοντινό καταφέρουν όλες οι παρατάξεις προς μια πιο «πράσινη οικονομία».

Ολα μοιάζουν να τα έχουμε ξαναδεί εις τη νιοστή, όλα είναι απελπιστικά γνώριμα, τόσο γνώριμα που μας προκαλούν απανωτά και επανειλημμένα χασμουρητά – και δίχως καν την ατμόσφαιρα «οικειότητας» που δημιουργεί, νομοτελειακά, αυτό το «κάτι γνώριμο».

Μια βαρεμάρα που είναι απευθείας απότοκο ενός εξίσου κουρασμένου και προβλέψιμου πολιτικού συστήματος, που αρνείται πεισματικά να μετασχηματιστεί προς κάτι το απείρως πιο μοντέρνο και σύγχρονο.

Οχι γιατί δεν θέλει. Αλλά γιατί απλά δεν μπορεί. Δεν δύναται.

Και το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να μας υπόσχεται μια σταθερότητα. Δίχως δυνητικούς συναγερμούς και απότομες εκπλήξεις.

No alarms and no surprises.

Οι εκλογές δεν συνιστούν απαραίτητα κριτήριο Δημοκρατίας

Ο περισσότερος κόσμος εκεί έξω νιώθει όπως ο Τομ Γιόρκ στο βιντεοκλίπ του «Νο Surprises»: να πνίγεται και να ασφυκτιά υπό ένα εξαρχής «πιασμένο» σύστημα. The system is rigged.

Μέσα στη κάσκα του νεοφιλελευθερισμού που γεμίζει από τα μπουγαδόνερα που ξέβρασε το «πλυντήριο» των προγραμμάτων του Μνημονίου που μας έστιψαν όλους μας σε θερμοκρασία 80 βαθμών -ούτε καν στα «ευαίσθητα», έτσι για το «γαμώτο» της υπόθεσης.

Αγκιστρωμένος όπως το ψάρι στο δόλωμα, ο κόσμος εκεί έξω νιώθει σαν να παίζει μονίμως μπλακ τζακ στο καζίνο της διεθνούς οικονομίας και να κερδίζει μονίμως η «μάνα». Ο γκρουπιέρης. Και ποτέ ο πελάτης.

Όλα είναι πολύ εκνευριστικά άνευρα και χλιαρά.

«Κανονικά», έγραψαν κάποιοι συνάδελφοι αρθρογράφοι σε άλλα ΜΜΕ. «Εκλογές υπό καθεστώς κανονικότητας», συμπλήρωσαν κάποιοι άλλοι.

«Κουραφέξαλα», θα σημειώνα εγώ με την σειρά μου.

Γιατί ο κόσμος, βαθιά μέσα του, κατανοεί ότι η Δημοκρατία αυτή τη στιγμή έχει έρθει αντιμέτωπη με τις χίμαιρες και τις πλάνες της.

Και οι χίμαιρες είναι αυτές που (την) κερδίζουν. Κατά κράτος.

Ό,τι συμβαίνει στην Ελλάδα, συμβαίνει σε πολλές χώρες της υφηλίου: η ίδια η ιδέα της Δημοκρατίας έχει χάσει κάθε πραγματικό νόημα και έχει διαστρεβλωθεί σε μια γραφική καρικατούρα όλων εμάς που πιστεύουμε ότι «αλλάζουμε το κόσμο» ρίχνοντας απλά ένα φάκελο μέσα σε ένα κουτί.

Το σύστημα είναι εξαρχής «πιασμένο» γιατί, τα τελευταία 20 χρόνια, η Δημοκρατία έχει εκφυλιστεί. Και εκφυλίσει και εμάς, με την σειρά της.

Έχει επαναπαυτεί στο ψυχολογικό «μαξιλαράκι» του ψήφου [«πηγαίντε ΟΛΟΙ να ψηφίσετε», ισχυρίζονται πολλοί πολιτικοί, αλλά ουδέποτε το εννοούν πραγματικά και από καρδίας] και όχι σε όλο το υπόλοιπο προαπαιτούμενο της Δημοκρατίας που υποτίθεται ότι πρέπει να είναι ο σκοπός της: η διαρκούς βελτιούμενη κοινωνία και η καλυτέρευση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών που ζουν, εργάζονται, ιδρώνουν και δραστηριοποιούνται εντός αυτής.

Η Δημοκρατία βαρέθηκε και αυτή με την σειρά της και αντί να αφοσιωθεί στην οικοδόμηση νέων, ακόμη καλύτερων κοινωνιών που θα προσφέρουν ένα πραγματικό νόημα στους ανθρώπους, σήκωσε τα πόδια ψηλά, τα έβαλε στο τραπέζι, τράβηξε το χαλί κάτω από τα πόδια εκατομμυρίων πολιτών και ψηφοφόρων και αντ’ αυτού τούς είπε: «τουλάχιστον, σε αφήνω να ψηφίζεις», λες και είναι αντίδωρο.

‘Ενα απλό ξεροκόμματο για εκατομμύρια κόσμου που βλέπει τους θεσμούς της Δημοκρατίας, όπως την Δικαιοσύνη, να πνέουν τα λοίσθια, να απογοητεύουν διαρκώς τους ορθά σκεπτόμενους πολίτες.

Για ποιο λόγο να παλεύουμε άλλο; Για να βλέπουμε ηθοποιούς-παιδοβιαστές και δολοφόνους 15χρονων να κυκλοφορούν ελέυθεροι εκεί έξω, αλλά να συλλαμβάνεται ένας τυχαίος τύπος που έγραψε στο προφίλ του στο Facebook «ΜΤΣΤΚ ΓΜΣ» ή «να πάρουμε τα όπλα να βγούμε στους δρόμους»;

Για ποιο λόγο να μην αποδεχτούμε απλά την μοίρα μας, ότι δηλαδή το οτιδήποτε συμβαίνει στην πολιτική σκηνή της χώρας μας δεν αποτελεί τίποτα άλλο από έναν αντιπερισπασμό από το πραγματικό έργο της Δημοκρατίας;

Οι εκλογές δεν συνιστούν απαραίτητα κριτήριο ευνομούμενης Δημοκρατίας. Υπάρχουν τόσες άλλες παράμετροι που πρέπει να πληρούνται και δεν το κάνουν αυτή την στιγμή.

Η ψήφος και οι εκλογές δεν μετατρέπουν, μαγικώ τω τρόπω, τη Δημοκρατία σε υγιή δημοκρατία.

Ας λουφάξουμε στην κουρασμένη μας καθημερινότητα. Βαριόμαστε. Και έχουμε κάθε καλό λόγο να το κάνουμε.

No alarms and no surprises.

Χωρίς συναγερμούς και πολλές εκπλήξεις.

Και μετά έρχεται η σιωπή. Του εκλογικού σώματος. Και στόματος.

Silent.