To 2023, άμεσα επηρεασμένο φυσικά από τις εξελίξεις των προηγούμενων ετών, αφού τίποτα δεν είναι αυτόφωτο και δε συμβαίνει ξαφνικά, ήταν μια χρονιά έντονων προκλήσεων. Ό,τι ήταν προ των πυλών, έφτασε πλέον στην πόρτα μας: κλιματική αλλαγή, πόλεμοι, ακροδεξιά, ακρίβεια, φτώχεια, τεχνητή νοημοσύνη. Μας χτύπησαν το κουδούνι, τους ανοίξαμε και τα υποδεχθήκαμε όλα στο σαλόνι μας. Δεν ξέρω αν ήμασταν καλοί οικοδεσπότες, αλλά σίγουρα δεν είχαμε και τους καλύτερους καλεσμένους.

Η δημοσιογραφία, εν μέσω πολλαπλών και πολυεπίπεδων κρίσεων, προσπάθησε -σε κάποιες περιπτώσεις- να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, και μέσα από τους 5 βασικούς ηθικούς κανόνες της -ακρίβεια, ανεξαρτησία, αμεροληψία, ανθρωπισμός, υπευθυνότητα- να μετατρέψει την ειδησεογραφία σε λειτούργημα. Τα κατάφερε; Όσον αφορά τη χώρα μας, τα δεδομένα δεν είναι και τόσο ενθαρρυντικά. «Η Ελλάδα είναι η χειρότερη χώρα της ΕΕ όσον αφορά την ελευθερία του Τύπου (και πάλι»], ήταν ο τίτλος ενός σχετικού άρθρου του Politico, ενώ φέτος ο Παγκόσμιος Δείκτης Ελευθερίας του Τύπου μας κατέταξε στην 107η θέση ανάμεσα σε 180 χώρες. Μερικοί συνάδελφοι, όπως ο Κωνσταντίνος Τσάβαλος, εδώ στο Olafaq, «ντρέπονται» που εργάζονται ως δημοσιογράφοι στην «Ελλάδα 107», και πώς να διαφωνήσεις μαζί τους.

Εκτός των παραπάνω, μια πραγματικότητα που διαμορφώνεται από διαφόρων ειδών παρεμβάσεων -πολιτικών και μη-, η δημοσιογραφία σε παγκόσμιο επίπεδο είχε να αντιμετωπίσει και μεγάλα κύματα απολύσεων. Όπως σημειώνει το Poynter, αν και οι απολύσεις στη δημοσιογραφία δεν είναι κάτι πρωτοφανές, το τέλος του 2022 έδειξε ότι ο κλάδος των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης οδεύει προς δύσκολες εποχές -ακόμα ένας χτύπος που ακούστηκε φέτος στην πόρτα μας.

Προς το τέλος του 2022, το CNN απέλυσε εκατοντάδες υπαλλήλους, ενώ η Gannett, η μεγαλύτερη αλυσίδα εφημερίδων των ΗΠΑ με έδρα την Ουάσιγκτον, μείωσε το ειδησεογραφικό της τμήμα κατά 6%. Ακολούθησαν οι ανακοινώσεις της Washington Post, της NBCUniversal και του ABC News που αφορούσαν απολύσεις για τις αρχές του 2023 -κάτι που έκαναν πράξη αργότερα- και ένα «λουτρό αίματος», όπως συνηθίζουν να λέμε οι Αμερικανοί.

Στις ΗΠΑ, για το 2023, τα μέσα ενημέρωσης είδαν τις περισσότερες περικοπές θέσεων εργασίας (2.681) από ό,τι το 2022 (1.511) και το 2021 (1.808), σύμφωνα με την Challenger, Gray and Christmas. Η συγκεκριμένη εταιρεία έχει καταγράψει συνολικά 20.324 απολύσεις στον κλάδο (μαζί με διάφορες θέσεις εργασίας εντός εταιρειών ειδησεογραφικών οργανισμών) μέχρι τον Νοέμβριο του ‘23, το υψηλότερο σύνολο απολύσεων από το 2020, η πρώτη χρονιά της πανδημίας Covid-19, στο οποίο έγιναν 30.211 περικοπές.

Αυτό που βλέπουμε από τις αναφορές του Poynter είναι ότι κανένα μέσο και επιχειρηματικό μοντέλο της ειδησεογραφικής βιομηχανίας στην Ηνωμένες Πολιτείες δεν κατάφερε να αποφύγει τις απολύσεις προσωπικού, και η λίστα των ειδησεογραφικών οργανισμών που προχώρησαν σε περικοπές προσωπικού περιλαμβάνει τα πάντα.

  • ABC News (50 άτομα)
  • Adweek (14 άτομα, 10% του προσωπικού)
  • Alabama Media Group (λίγο περισσότεροι από 100)
  • Barstool Sports (περίπου 100 άτομα, σχεδόν το 25%)
  • Bloomberg Industry Group (τουλάχιστον 14 άτομα)
  • Bustle Digital Group (περίπου 8% τον Φεβρουάριο, 21 άτομα τον Ιούνιο δηλαδή περίπου 5%)
  • BuzzFeed News (περίπου 60 άτομα)
  • Σταθμοί που ανήκουν στο CBS (περίπου 17 άτομα)
  • Cheddar News (6 τον Απρίλιο, περίπου 12 τον Ιούνιο)
  • CNBC (3% του προσωπικού των ΗΠΑ, λίγο περισσότερο από δώδεκα άτομα)
  • CoinDesk (το 16% του προσωπικού, 20 άτομα)
  • Condé Nast (σχεδόν 5%, περίπου 270 άτομα)
  • Dot.LA (8 άτομα)
  • Entertainment Tonight (λιγότερο από το 10%, κοντά στα 20 άτομα)
  • ESPN (περίπου 20 άτομα)
  • Fox News (την ερευνητική μονάδα τον Μάιο, 8 άτομα τον Ιούνιο)
  • G/O Media (13 τον Ιούνιο, 4 τον Σεπτέμβριο, 23 τον Νοέμβριο)
  • Gannett (κλείσιμο πολλών εκτυπωτικών μονάδων)
  • Grazia USA (όλο το προσωπικό αν και υπάρχουν σχέδια επανεκκίνησης)
  • Hearst Magazine (41 άτομα)
  • Insider Inc. (10% του προσωπικού)
  • KTLV (17 άτομα)
  • Lee Enterprises (ασαφές, αλλά ένα αρχείο της εταιρείας δείχνει 1.000 λιγότερους υπαλλήλους)
  • Lehigh Valley Public Media (περίπου 9 άτομα)
  • Los Angeles Times (περισσότεροι από 60 τον Ιούνιο, 9 τον Δεκέμβριο)
  • Mail Tribune (όλο το προσωπικό)
  • Morning Consult (δεκάδες τον Ιανουάριο, 7 τον Ιούνιο)
  • MTV News (όλο το προσωπικό)
  • National Geographic (17 άτομα)
  • NBC News και MSNBC (περίπου 7 άτομα)
  • New England Public Radio (περίπου το 20%, 17 άτομα)
  • New York Public Radio (το 6% του προσωπικού, 20 άτομα)
  • News Corp (το 5%, περίπου 1.250 άτομα)
  • NPR (περίπου το 10%, τουλάχιστον 100 άτομα)
  • Paper Magazine (μεταξύ 20 και 30 άτομα)
  • Southern California Public Radio (πάνω από 10%, 21 άτομα)
  • Texas Tribune (11% του προσωπικού, 11 άτομα)
  • The Athletic (περίπου το 4%, σχεδόν 20 άτομα)
  • The Hollywood Reporter (τουλάχιστον 3 άτομα)
  • The Washington Post (20 άτομα)
  • Vice Media (δεκάδες τον Απρίλιο, λιγότερο από 100 τον Νοέμβριο)
  • Vox Media (7% του προσωπικού τον Ιανουάριο, 4% τον Νοέμβριο)

Και αν αυτοί οι αριθμοί αφορούν τα μέσα στις ΗΠΑ, και όσα έρχονται στο φως της δημοσιότητας, φανταστείτε τι μπορεί να συμβαίνει στις υπόλοιπες μεγάλες χώρες αλλά και στην Ελλάδα όπου δεν υπάρχουν αντίστοιχα επίσημα στοιχεία.

δημοσιογραφία
Εικονογράφηση: Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

Αν και, σύμφωνα με τα στοιχεία της Challenger, Gray and Christmas, το 2023 δεν ήταν χειρότερη χρονιά για τον κλάδο από θέμα απολύσεων -όπως είπαμε, το 2020 κατέχει το ρεκόρ-, τα ποσοστά και οι εξελίξεις σηματοδοτούν μια απότομη στροφή για τη δημοσιογραφία σε σχέση με τις δύο προηγούμενες χρονιές, όταν μετά το σοκ της πανδημίας οι απολύσεις μειώθηκαν και μάλιστα, σε κάποιες περιπτώσεις, ορισμένα ειδησεογραφικά πρακτορεία επεκτάθηκαν. Τι άλλαξε λοιπόν;

«Νομίζω ότι στην αρχή της πανδημίας, οι άνθρωποι ήταν πρόθυμοι να είναι λίγο πιο “δημιουργικοί” για να φανούν πως έχουν ενσυναίσθηση απέναντι στο κοινό, σε μια εποχή παγκόσμιου πανικού. Ήταν πρόθυμοι να κάνουν πράγματα, όπως να μειώσουν τους χώρους γραφείων ή να δώσουν άδειες», δήλωσε Sara David, αντιπρόεδρος της Writers Guild of America (East), υπεύθυνη για τα διαδικτυακά μέσα.

«Αλλά αυτές τις μέρες, νομίζω ότι ειδικά κατά τη διάρκεια του τέταρτου τριμήνου όταν οι εταιρείες είναι λίγο απελπισμένες, για να φανεί ότι επιτυγχάνουν τους στόχους τους και για να κάνουν χαρούμενους τους διάφορους επενδυτές, οι άνθρωποι στρέφονται σε αυτά τα πραγματικά βάναυσα μέτρα προκειμένου να μειώσουν το κόστος».

Κάτι που επιβεβαιώνεται, κατά κάποιον τρόπο, και από τις δηλώσεις αρκετών επικεφαλής ειδησειδησεογραφικών οργανισμών όταν παραδέχθηκαν ότι είχαν υπερβεί το budget τους, γεγονός που τους ανάγκασε να προβούν σε απολύσεις όταν οι προβλέψεις τους ναύαγησαν. Όπως όταν η προσωρινή CEO της Washington Post, Patty Stonesifer, ανακοίνωσε τις εθελούσιες εξόδους τον Οκτώβριο του 2023, αποκάλυψε ότι οι προβλέψεις τους ήταν «υπερβολικά αισιόδοξες». Η ελπίδα της Stonesifer ήταν να μειώσει το προσωπικό το προσωπικό κατά 240 άτομα -η Washington Post έχει περίπου 2.500 υπαλλήλους.

Παράγοντες όπώς ο υψηλός πληθωρισμός (η νέα πανδημία) και η οικονομικά εξουθενωμένη διαφημιστική αγορά, ανάγκασαν τα ειδησεογραφικά πρακτορεία να μειώσουν τη ροή των ειδήσεών τους και έτσι αναπόφευκτα να μειωθεί και το κοινό τους.

Οι εφημερίδες δεν είναι βιώσιμες εδώ και πολλά χρόνια, ενώ πολλές εξαρτώνται από τα έσοδα της διαφήμισης στην διαδικτυακή τους παρουσία. Επιπλέον, πολλά μέσα ενημέρωσης ελέγχονται από διάφορα hedge funds που οι επενδυτές τους δεν έχουν καμία σχέση με τη δημοσιογραφία και δυσκολεύονται να βρουν κίνητρα για να στήριξουν την επιχειρηματική εξέλιξη.

Στις ΗΠΑ το 2023 έκλεισαν 130 εφημερίδες, σύμφωνα με τη Σχολή Δημοσιογραφίας Medill του Πανεπιστημίου Northwestern, ενώ συνολικά από το 2005 μέχρι και σήμερα σταμάτησαν να τυπώνονται σχεδόν 2.900 εφημερίδες. Δηλαδή, έχουν χάσει τη δουλειά τους περίπου 43 χιλιάδες δημοσιογράφοι. Και πώς, λοιπόν, ενημερώνεται ο κόσμος;

«Μεγάλο μέρος της κατανάλωσης ειδήσεων γίνεται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ακόμη και από τις μηχανές αναζήτησης», δήλωσε η Elisa Shearer, ανώτερη ερευνήτρια του Pew Research Center. «Είναι λιγότερο πιθανό να λαμβάνεις κάτι απευθείας από ένα ειδησεογραφικό πρακτορείο» σχολίασε.

Όπως είχα γράψει και σε ένα σχετικό κείμενο, οι μηχανές αναζήτησης, όπως το Google Search, το Bing της Microsoft και άλλες αντίστοιχες, παρουσιάστηκαν στην ψηφιακή ζωή μας όταν πλέον τα URL των site έγιναν πολύπλοκα και κανείς δεν μπορούσε να τα θυμηθεί, αλλά και για να λειτουργήσουν ως ψηφιακές πύλες στον κόσμο του ίντερνετ μέσω της λειτουργίας των links. Κάτι σαν διαδικτυακή βιβλιοθήκη, όπου το κτίριο είναι η μηχανή αναζήτησης και κάθε ιστοσελίδα ένα βιβλίο -περιλαμβάνοντας όχι μόνο τον τίτλο του, αλλά και το περιεχόμενό του.

Με την πάροδο του χρόνου, καταλήξαμε στο εξής: ό,τι δεν υπάρχει στο Google Search είναι σαν να μην έχει γραφτεί/ειπωθεί ποτέ.

Τα social media, κυρίως από το Facebook και έπειτα, άλλαξαν τελείως το παιχνίδι της ενημέρωσης και του περιεχομένου ψυχαγωγίας. Αφού εξουσίασαν την αλληλεπίδρασή μας με οτιδήποτε περιλαμβάνει την έννοια της κοινωνικότητας, τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης συνειδητοποίησαν ότι αν δεν εμφανιστεί κάτι σε ένα εξατομικευμένο με αλγόριθμο timeline είναι σαν να μην υπάρχει. Αυτό είχες ως αποτέλεσμα κάθε μεγάλο ή μικρό «μαγαζί», χρησιμοποιώντας τη δημοσιογραφική αργκό, να προτιμάει να χτίσει το κοινό του μέσω των πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης και όχι να επενδύσει στο αναγνωστικό κοινό που το προτιμάει χωρίς αλγοριθμικά “κόλπα” -γι’ αυτό άλλωστε δεν ευδοκιμούν, ειδικά στην Ελλάδα, συνδρομητικά πακέτα σε ειδησεογραφικά site.

Αλλά δεν είναι μόνο οι εφημερίδες που συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν πρόβληματα -αντίστοιχη καθοδική πορεία έχουν και τα περιοδικά. Το National Geographic απέλυσε και τους τελευταίους συντάκτες του τον Ιούνιο και το Popular Science έκλεισε το ψηφιακό περιοδικό του τον Νοέμβριου του 2023, τρία χρόνια μετά την κατάργηση της έντυπης έκδοσής του.

Αφού λοιπόν ο κόσμος προτιμάει να ενημερώνεται από το διαδίκτυο, και αφού όλα τα μέσα ενημέρωσης έχουν παρουσία εκεί, γιατί δυσκολεύονται να επιβιώσουν; Οι λόγοι ποικίλουν, αλλά το βασικό είναι ότι οι Big Tech εταιρείες, αυτές δηλαδή που τους ανήκουν οι μεγάλες πλατφόρμες που χρησιμοποιούμε καθημερινά για την ενημέρωσή μας, όπως το Google Search/Discover και το Facebook της Meta, έχουν το μεγαλύτερο μερίδιο στην ψηφιακή διαφημιστική αγορά κάνοντας δύσκολη τη ζωή για τα ειδησεογραφικά πρακτορεία να έχουν έσοδα, ανάλογα της αξίας του περιεχομένου που παράγουν.

Το συγκεκριμένο θέμα έχει δημιουργήσει έντονο προβληματισμό εδώ και χρόνια, αλλά προς το παρόν όσοι αγώνες έχουν δοθεί για να αλλάξει αυτή η σχέση έχουν πέσει στο γκρεμό. Φωτεινή εξαίρεση η περίπτωση του Καναδά με τη νομοθεσία C-18, όπου μετά από μια διαμάχη μηνών, η Google συμφώνησε να καταβάλει στις καναδικές επιχειρήσεις ειδήσεων 100 εκατομμύρια δολάρια ετησίως για να συμμορφωθεί με τον νόμο περί διαδικτυακών ειδήσεων της χώρας. Ο κανόνας είναι η περίπτωση του BuzzFeed που έκλεισε το βραβευμένο με Πούλιτζερ ειδησεογραφικό τμήμα του αλλά και το Vice που κατέθεσε αίτηση πτώχευσης.

«Όλες αυτές οι μεγάλες ψηφιακές επιχειρήσεις, που υποτίθεται ότι θα αντιπροσώπευαν το μέλλον της εθνικής ψηφιακής δημοσιογραφίας [σ.σ. αναφέρεται στις ΗΠΑ], δεν μπόρεσαν να τα καταφέρουν. Και με την αύξηση των επιτοκίων, ήρθε το τέλος του φθηνού χρήματος. Δεν είναι πραγματικά ξεκάθαρο πού είναι η κερδοφορία», δήλωσε ο Matt Pearce, δημοσιογράφος των Los Angeles Times για την κουλτούρα του διαδικτύου. «Έχουμε εφημερίδες που ανήκουν σε hedge funds και έχουν πλέον ξεπεράσει το BuzzFeed News. Αυτό είναι ενδεικτικό του πόσο άσχημα είναι τα πράγματα σε όλους τους τομείς για τα ψηφιακά μέσα ενημέρωσης».

δημοσιογραφία
Εικονογράφηση: Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

Όταν στις 20 Απριλίου του 2023 το BuzzFeed ανακοίνωσε ότι κλείνει ό,τι είχε απομείνει από το BuzzFeed News, ο κλάδος ταρακουνήθηκε. Όπως είχε σημειώσει και ο Διευθύντης Σύνταξης του Olafaq, Γιάννης Παπαϊωάννου, σε σχετικό του κείμενο, αυτή η εξέλιξη ήταν «ένα ακόμη βήμα στην πτώση της εταιρείας BuzzFeed – η μετοχή της, που κάποτε αποτιμούνταν σε 1,7 δισεκατομμύρια δολάρια, βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση από τότε που η εταιρεία εισήχθη στο χρηματιστήριο τον Δεκέμβριο του 2021. Σύμφωνα με τον Guardian, η επιχείρηση αξίζει λιγότερο από 100 εκατομμύρια δολάρια». Ωστόσο, αυτό που (μας) προβληματίσε περισσότερο εκείνη την περίοδο ήταν πώς ενώ το BuzzFeed προχωρούσε σε απολύσεις, ταυτόχρονα επένδυε στην Τεχνητή Νοημοσύνη.

«Το 2023, θα δείτε περισσότερο περιεχόμενο εμπνευσμένο από την Τεχνητή Νοημοσύνη να μετατοπίζεται από το στάδιο της Έρευνας & Ανάπτυξης σε μέρος μιας βασικής μας δραστηριότητας, βελτιώνοντας την εμπειρία των quiz μας, ενημερώνοντας τον καταιγισμό ιδεών μας και εξατομικεύοντας το περιεχόμενο που ετοιμάζουμε για το κοινό μας», έγραψε τότε σε ένα εσωτερικό του σημείωμα ο CEO του BuzzFeed, Jonah Peretti.

«Είναι δύσκολο να περιγράψω τους τρόπους με τους οποίους το συνολικό περιβάλλον πληροφόρησης θα χειροτερεύσει και νομίζω ότι η δημιουργική τεχνητή νοημοσύνη για το επόμενο έτος θα συνεχίσει να μολύνει την ποσότητα των σκουπιδιών στα οποία ουσιαστικά κολυμπάμε», δήλωσε ο Matt Pearce των Los Angeles Times, ο οποίος είναι επίσης πρόεδρος της Media Guild of the West.

Παρ’ όλα αυτά, η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να αποδειχθεί -με την κατάλληλη χρήση της- ένας σημαντικός σύμμαχος για τη δημοσιογραφία.

Ο Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος, visual journalist και news designer, που έχει εργαστεί σε κορυφαίους ομίλους μέσων μαζικής ενημέρωσης στην Ελλάδα και ήταν (βραβευμένος) παραγωγός στο διαδραστικό τμήμα του Al Jazeera English, γράφει σε ένα άρθρο του:

«Η τεχνητή νοημοσύνη είναι πλέον συνάδελφός μας στην αίθουσα σύνταξης και είναι έτοιμη να γίνει ακόμη πιο χρήσιμη, καθώς γίνεται πιο έξυπνη και βλέπουμε περισσότερες ευκαιρίες».

Και η αλήθεια είναι πως η ΤΝ έχει ήδη τόσο μεγάλες δυνατότητες, και ακόμα μεγαλύτερη δυναμική, που θα ήταν ολέθριο λάθος να μην αξιοποιηθεί από ειδησεογραφικούς οργανισμούς και δημοσιογράφους εν είδει αντίστασης σε κάτι καινούργιο. Ναι μεν έχει ικανότητες που τρομάζουν, σε τέτοιο βαθμό που το BuzzFeed αντικαθιστά ανθρώπους με γλωσσικά μοντέλα GPT, αλλά στο χέρι μας είναι να τις χρησιμοποιήσουμε με τέτοιον τρόπο που θα λειτουργήσουν υπέρ μας.

Για παράδειγμα, όπως σημειώνει ο κ. Αντωνόπουλος, «Τα μοντέλα GPT μπορούν να δημιουργήσουν πολλαπλούς τίτλους για ένα άρθρο, επιτρέποντας στους συντάκτες να επιλέξουν τον πιο κατάλληλο ή ελκυστικό για δημοσίευση. Μπορούν επίσης να συντάξουν γρήγορα μια σύντομη και περιεκτική περίληψη ενός εκτενούς άρθρου». Το όφελος σε αυτή την περίπτωση είναι η «εξοικονόμηση χρόνου στην αίθουσα σύνταξης» ενώ παράλληλα μπορεί «να καταστήσει τη δημοσιογραφία προσιτή σε ανθρώπους που δεν έχουν πολύ χρόνο να αφιερώσουν στην ανάγνωση ειδήσεων».

Ποιος θα μπορούσε, λοιπόν, να είναι ο στόχος της δημοσιογραφίας για το 2024; Τι πρέπει να κάνει για να καταφέρει να επιβιώσει σε ένα περιβάλλον που η πληροφόρηση έχει μετατραπεί σε περιεχόμενο και το περιεχόμενο δεν ανήκει αποκλειστικά στον δημιουργό, έτσι ώστε να επιβιώσει, αλλά στον μεσολαβητή; Ευθόνται τα social media για τη μη βιωσιμότητα των ειδησεογραφικών πρακτορείων; Ποιο είναι το μερίδιο ευθύνης που βαραίνει τους δημοσιογράφους, ξεχωριστά τον καθέναν αλλά και συλλογικά;

Το μόνο σίγουρο είναι ότι αν η δημοσιογραφία δεν επανεφεύρει τον εαυτό της, αναπόφευκτα κάποια στιγμή θα διαβάσουμε το κηδειόχαρτό της. Άλλωστε, οι ιστορίες δε χρειάζονται δημοσιογράφους για να μεταδοθούν στον κόσμο. Από την αρχαιότητα ως σήμερα, η βασική πηγή πληροφορίας είναι ο άνθρωπος, όχι κάποιο επάγγελμα. Το μέσο μετάδοσης της πληροφορίας εξελίσσεται και έτσι θα συνεχίσει -κανείς δεν μπορεί να βάλει φρένο σε αυτό. Ο δημοσιογράφος, ωστόσο, είναι απαραίτητος για να πλαισιώσει την ιστορία με τους 5 βασικούς κανόνες – αξίες που διαβάσατε αρχικά. Και οι αξίες, ως γνωστόν, δεν μπορούν να συγκριθούν μεταξύ τους, δεν υπερτερεί δηλαδή κάποια έναντι κάποιας άλλης, αλλά λειτουργούν όλες ταυτόχρονα. Αν καταφέρουμε να εντάξουμε αυτόν τον δημοσιογραφικό αξιακό κώδικα στον σύγχρονο κώδικα προγραμματισμού τεχνολογικών συστημάτων και στον αξιακό κώδικα της ζωής αυτής της περιόδου, νομίζω πως η δημοσιογραφία θα έχει κερδίσει τη μεγαλύτερη μάχη που έδωσε ποτέ.