Σε ηλικία 86 ετών έφυγε από τη ζωή ο συνθέτης, τραγουδοποιός και πιανίστας Δήμος Μούτσης.

Το πρώτο τραγούδι του Δήμου Μούτση ήταν το «Βρέχει ο Θεός» με ερμηνευτή τον Σταμάτη Κόκοτα. Η συνεργασία Γκάτσου και Μούτση συνεχίστηκε με τραγούδια όπως «Μην μου χτυπάς τα μεσάνυχτα την πόρτα», «Πειραιώτισσα» με τον ίδιο ερμηνευτή, «Σ΄ έβλεπα στα μάτια» με την Βίκυ Μοσχολιού. Το 1969 με το «Αύριο πάλι» με ερμηνευτή τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, «Με ένα παράπονο» με τον Μπιθικώτση αλλά και τον πρωτοεμφανιζόμενο Μανώλη Μητσιά. Το 1970 ανέθεσε ο Μάνος Χατζιδάκις στο Μούτση, τη φροντίδα της ενορχηστρώσης και της μουσικής διευθύνσης των τραγουδιών του στον δίσκο «Επιστροφή».

Όλα σε στίχους Νίκου Γκάτσου και με ερμηνευτές τον Γρηγόρη Μπιθικώτση και την πρωτοεμφανιζόμενη τότε Δήμητρα Γαλάνη. Στον δίσκο αυτό συμπεριλήφθηκαν τα τραγούδια του Χατζιδάκι «Μίλησε μου», «Φιλντισένιο καραβάκι», «Η πίκρα σήμερα», με ενορχηστρώσεις του Μούτση. Την ίδια εποχή ο Μούτσης συνεχίζει να γράφει επιτυχίες όπως το «Αυτά τα χέρια» (στίχοι Λευτέρη Παπαδόπουλου) και το «Στην Ελευσίνα μια φορά» (στίχοι Βασίλη Ανδρεόπουλου) με τον Μανώλη Μητσιά.

Μεγάλος σταθμός στην πορεία του ήταν ο «Άγιος Φεβρουάριος», που ηχογραφήθηκε στα τέλη του 1971 και κυκλοφόρησε αρχές του 1972. Στους στίχους ο Μάνος Ελευθερίου και ερμηνευτές οι Δημήτρης Μητροπάνος και Πετρή Σαλπέα. Ένα πολύ σημαντικό έργο που σφραγίζει όλη την πρώτη αυτή περίοδο, ανοίγοντας μάλιστα με αυτό το έργο, όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων, καινούργιους δρόμους στην ελληνική δισκογραφία. Στον δίσκο «Άγιος Φεβρουάριος» εκτός από το ομώνυμο τραγούδι θα ακούσουμε κι άλλα μεγάλα τραγούδια όπως: «Κι αν φταίει κανείς», «Το σπίτι στην ανηφοριά», «Η σούστα πήγαινε μπροστά», «Άλλος για Χίο τράβηξε» και άλλα.

Ακολούθησε το 1972 ο «Συνοικισμός Α» με στίχους Γιάννη Λογοθέτη (που είχε και το ψευδώνυμο Γιάννης Μιχαηλίδης) αλλά και Γκάτσου, Ελευθερίου και Βαρβάρας Τσιμπούλη. Ερμηνευτές ήταν οι Αντώνης Καλογιάννης και Βίκυ Μοσχολιού, με τραγούδια που έγιναν μεγάλες επιτυχίες, όπως τα «Άσπρα, κόκκινα, κίτρινα, μπλε», «Έτσι είν’ η ζωή» με τη Βίκυ Μοσχολιού, «Στο παράθυρο αγναντεύοντας» με τον Καλογιάννη, το λαϊκό ορχηστρικό «Ο χορός της λεβεντιάς» κλπ. Το 1973 κυκλοφορούν οι «Στροφές», άλλη μια λαϊκή και συνάμα πολύ μελωδική δίσκογραφική δουλειά του Δήμου Μούτση.

Με μόνη ερμηνεύτρια την Βίκυ Μοσχολιού και στίχους Πυθαγόρα, Λογοθέτη, Ελευθερίου, αλλά και Γκάτσου. Εκεί θα ακούσουμε επιτυχίες όπως: «Αγκαλιά και πλάι πλάι», «Και γειά χαρά», «Μια βραδιά στη Λάρισα», «Εγώ είμ’ εγώ» και το ατμοσφαιρικό «Στους μπαξέδες» που είναι αφιερωμένο στη μνήμη του Μάρκου Βαμβακάρη.

Το 1974 στη μεταπολίτευση, έρχονται οι «Μαρτυρίες», που περιλάμβανε τα τραγούδια του Μούτση που είχε κόψει η λογοκρισία της χούντας σε στίχους Μάνου Ελευθερίου, Γιάννη Λογοθέτη, Γιώργου Χρονά, Βαρβάρας Τσιμπούλη και του ίδιου του συνθέτη και τραγουδιστές το Μανώλη Μητσιά, τη Βασιλική Λαβίνα, σε μια από τις πρώτες δισκογραφικές της συμμετοχές και τον Χρήστο Λεττονό.

Το 1975 κυκλοφορεί την «Τετραλογία», ένας πρωτοποριακός κύκλος μελοποιημένης ποίησης βασισμένος σε ποιήματα των Κ.Π. Καβάφη, Κώστα Καρυωτάκη, Γιώργου Σεφέρη και Γιάννη Ρίτσου, με ερμηνευτές τον Μανώλη Μητσιά, τον Χρήστο Λεττονό και με την πρωτοεμφανιζόμενη τραγουδίστρια Άλκηστη Πρωτοψάλτη. Ακολούθησε το 1976 η «Εργατική συμφωνία», μουσική από το θεατρικό έργο του Γιώργου Σκούρτη «Απεργία». Το 1979 κυκλοφορεί το «Δρομολόγιο» πάνω σε στίχους του Νίκου Γκάτσου και με την ερμηνεία του Μανώλη Μητσιά. Στο «Δρομολόγιο» θα ακούσουμε κομμάτια όπως «Σαν τον Τσε Γκεβάρα», «Μακρυνή της αγάπης ώρα», «Ελλάδα Ελλάδα», «Στ΄ Αγιον Όρος» κλπ.

Το οριακό «Φράγμα» του Δήμου Μούτση

Το 1981 κυκλοφόρησε το «Φράγμα» σε στίχους Κώστα Τριπολίτη. Με τραγούδια όπως: «Delenda est (Ερηνούλα μου)», «Γράμμα από τη λεγεώνα των ξένων», «Νταλίκα» κλπ. Τα λαϊκά τραγούδια του δίσκου τραγουδήθηκαν από την μεγάλη ρεμπέτισσα Σωτηρία Μπέλου με τον Δήμο Μούτση να τραγουδάει μόνο το ρεφρέν από το πασίγνωστο «Δε λες κουβέντα».

Το «Δε λες κουβέντα» είναι, δικαιωματικά, ένα από τα σημαντικότερα τραγούδια της ελληνικής δισκογραφίας και η μυθολογία από πίσω του είναι εξίσου σημαντική όσο η μουσική του παρακαταθήκη.

Η αρχική άρνηση της Μπέλλου να ερμηνεύσει ένα «κωλοτράγουδο» (όπως το είχε χαρακτηρίσει) που στο ρεφρέν του είχε «μόνο όχι και όχι», τα εξώδικα που έστειλε κατόπιν στον Μούτση και την δισκογραφική προκειμένου το κομμάτι να μην κυκλοφορήσει, το πείσμα της που τελικά έγινε θαυμασμός όταν άκουσε την ολοκληρωμένη βερσιόν του, οι εκατέρωθεν συγγνώμες και, στο τέλος, μια θέση στο Πάνθεον των 10 σημαντικότερων ελληνικών τραγουδιών όλων των εποχών.

Οσον αφορά την ιστορία πίσω από το «κωλοτράγουδο», αυτή πάει ως εξής:

Βρισκόμαστε στο 1981 και η Μπέλλου συναντά τον Μούτση, ο οποίος της ζητάει ευγενικά να συμμετάσχει στο δίσκο «Φράγμα».

Η Μπέλλου θα έλεγε τρία τραγούδια στο άλμπουμ, ένα εκ των οποίων ήταν το «Δε λες κουβέντα», το οποίο ο Μούτσης προσπάθησε να το κάνει σε ζεϊμπέκικο ρυθμό, καθώς η Μπέλλου τού είχε ξεκαθαρίσει ότι λειτουργεί καλύτερα όταν τραγουδά πάνω σε ήχο μπουζουκιού.

Λίγο πριν κυκλοφορήσει ο δίσκος, η Μπέλλου πηγαίνει ένα πρωί στο σπίτι του Μούτση λέγοντάς του: «Τι τραγούδι είναι αυτό που μου έδωσες; Όλο «όχι» λέει. Δεν αυτό, δεν εκείνο, δεν το άλλο. Τίποτα αισιόδοξο. Ζήτησα από τον Πατσιφά να μην κυκλοφορήσει το τραγούδι και θα κάνω ασφαλιστικά μέτρα», του είπε φεύγοντας και βροντώντας την πόρτα πίσω της και αποκαλώντας το εμβληματικό τραγούδι ως… «κωλοτράγουδο»!

Λίγες μέρες αργότερα, η ίδια ξαναχτυπά το κουδούνι του σπιτιού του Μούτση κρατώντας ένα μπουκέτο λουλούδια για να τον ευχαριστήσει. «Τελικά, είμαι τυχερή που το τραγούδησα», του είπε και οι δυο τους τα ξαναβρήκανε, αφού πρώτα τα είχαν «σπάσει».

Το τραγούδι αυτό είναι σήμερα, 43 χρόνια μετά, απολύτως ενδεικτικό της δημιουργικής έξαρσης ανάμεσα σε δυο καλλιτέχνες ετερόκλητους και προερχόμενους από διαφορετικές μουσικές μήτρες, αλλά και απολύτως συγκλονιστικό ακουσμα από το πρώτο μέχρι το τελευταίο του δευτερόλεπτο.