Πλησιάζοντας τα 80 του έτη ο σπουδαίος γερμανός σκηνοθέτης δημιούργησε τις “Υπέροχες Ημέρες” (αρχικός τίτλος Tokyo Toilet). Όπως εύκολα κατανοεί κανείς ο τίτλος είναι διφορούμενος και σίγουρα κρύβει μέσα του μία χροιά ειρωνείας. Με το συνσεναριογράφο Τακούμα Τακασάκι ο Βέντερς δημιουργεί μία ιστορία που φαντάζει κουραστική, καθώς οι ρυθμοί της χαμηλώνουν, τα smartphones απουσιάζουν κι η δύναμη της εικόνας περιορίζεται στην κινηματογραφική μαγεία της εναλλαγής πλάνων. Στην πραγματικότητα μπροστά στα μάτια του θεατή περνάει ένας στοχασμός για τον χρόνο και την αέναη μάχη μαζί του. Βραβείο ανδρικής ερμηνείας για τον Κότζι Γιακούσο στις Κάννες και υποψηφιότητα της Ιαπωνίας για το Όσκαρ Διεθνούς Ταινίας στην τελική πεντάδα (με Io Capitano, Στο Γραφείο των Καθηγητών, Η Κοινωνία του Χιονιού και Ζώνη Ενδιαφέροντος).

Μέσα από την παρακολούθηση της ρουτίνας ενός καθαριστή ταξιδεύουμε στον κόσμο της εργασίας του σήμερα. Η μεγάλη διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι ο Χιραγιάμα αξιοποιεί τον ελεύθερό του χρόνο και δεν τον χαρίζει σε κανέναν. Φωτογραφίζει, αφουγκράζεται το μεγαλείο της φύσης και αναζητεί συντροφιά στις λέξεις των βιβλίων. Είναι φανερό πως ο Βέντερς κάνει μία προβολή δικών του αξιών και παθών στον ήρωά του και ταυτόχρονα με το όνομα που του δίνει δημιουργεί μία γέφυρα με το έργο του Όζου, καθώς Χιραγιάμα λεγόταν ο βασικός πρωταγωνιστής του στο “Φθινοπωρινό Απόγευμα” του 1962.

Στη διαδρομή ενός απλού ανθρώπου της διπλανής πόρτας υπάρχει η κόπωση, η θέληση, το φλερτ, ο έρωτας, τα ένοχα μυστικά του παρελθόντος. Ο Βέντερς αγγίζει όλα τα παραπάνω. Κάποια αναπτύσσονται ιδιαίτερα, άλλα υποβόσκουν. Όλα τους όμως έχουν διαμορφώσει αυτόν που η κάμερα ακολουθεί ασταμάτητα. Η μελαγχολία του πηγάζει από τα βιώματα, όπως πιθανώς κι η έλλειψη αυτοπεποίθησή του. Ταυτόχρονα η ευρύτερη μόρφωσή του και η ευγένεια που έχει κατακτήσει μέσα από προσωπική προσπάθεια τον οδηγεί στη βέλτιστη διαχείριση καθημερινών καταστάσεων, όπως η καθυστέρηση του συνεργάτη του στην αλλαγή βάρδιας.

Με τη συνοδεία απαλής μουσικής που κλιμακώνεται και δίνει μία ένταση όσο προχωράμε προς το φινάλε και στίχους που σηματοδοτούν όσα δεν μπορεί να εκφράσει ο Χιραγιάμα ξετυλίγεται η πλοκή. Μία ρουτίνα που απέχει από τους δικούς μας ρυθμούς, των συμπατριωτών του και του μοντέλου του δυτικού κόσμου που συνεχώς δημιουργεί ανάγκες που πρέπει να αφιερώσουμε χρόνο ώστε να τις καλύψουμε. Η σημασία του απλού, η χρησιμότητα του άχρηστου γίνονται πυξίδα για σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή που συμπορεύονται στον δρόμο προς μία προσωπική λύτρωση μέσα από αυτό το έργο.

Αρκετοί θα θεωρήσουν ρομαντική την ματιά του Βέντερς, ίσως και ξεπερασμένη και “καταδικασμένο” τον πρωταγωνιστή του. Από την άλλη πλευρά όμως σηκώνεται ένα ανάχωμα στην άκρατη και κυρίως στην άκριτη επέλαση της τεχνολογίας. Μπορεί ακόμα να επικοινωνήσει με τη γλώσσα του σώματος κι όχι πίσω από την ασφάλεια μίας οθόνης, να διαβάσει ένα βιβλίο και δεν έχει μεταφερθεί στα e-books, μπορεί να γράψει τις σκέψεις του σε χαρτί, να κυνηγήσει τις ευαισθησίες του φωτογραφίζοντας και κοιμηθεί ήσυχος τα βράδια. Μικρά κέρδη που μέρα με την ημέρα φτάνουμε να θεωρούμε πως ανήκουν σε μία άλλη εποχή.

Όλα αυτά όμως αποτελούν κομμάτια μίας μικρής προσωπικής επανάστασης. Ένα μήνυμα για την ανθρώπινη ιστορία που για χρόνια έζησε δίχως τον εθισμό του scrolling. Υπήρξε ζωή και τότε. Σε αυτή τη βάση χτίζει ο Βέντερς έναν πίνακα για την ελευθερία. Γνωρίζει καλά σε ποια εποχή απευθύνεται, αλλά θέλει να αφήσει το στίγμα του. Μάλιστα είναι αρκετοί αυτοί που διατυπώνουν την άποψη πως αληθινά ευτυχισμένοι είναι οι άνθρωποι που έκαναν έναν κύκλο και κατάφεραν να διαφύγουν από το εικονικό σύμπαν. Μένει ο χρόνος, την έννοια του οποίου με μαεστρική ακρίβεια πραγματεύεται η ταινία, να δείξει ποιος έχει δίκιο…