Ο Morrissey ηχογράφησε από πέρσι το νέο του άλμπουμ με τίτλο «Without Music The World Dies» και καθώς δεν αποτελεί πλέον μέρος του ρόστερ της Capitol Records, περιμένει από κάποια άλλη δισκογραφική εταιρεία να το κυκλοφορήσει μέσα στο 2024.

Γενικά τα έτη που λήγουν σε -4 είναι σημαντικά για τον Morrissey: το 1984 πήραν μπρος οι Smiths, το 2004 ήταν η μεγάλη του επιστροφή στην δισκογραφία, ενώ το 2014 για τον Morrissey χαρακτηρίστηκε με τις «αναταράξεις» από την αυτοβιογραφία του να αντηχούν ακόμα στο Νησί, λίγο αφού κυκλοφόρησε το δέκατο προσωπικό του άλμπουμ με τον –πάντα εύγλωττα ειρωνικό- τίτλο «World Peace Is None of Your Business» («Η παγκόσμια ειρήνη δεν είναι δική σου δουλειά») με τις κριτικές και τους κριτικούς να μιλούν για το πιο αδιάφορο άλμπουμ του εδώ και μια εικοσαετία. Και πράγματι, ο δίσκος του εκείνος δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο –είχαμε να ακούσουμε κάτι τόσο χλιαρό από τον Moz από το 1997 και εκείνο το αχαρακτήριστο Maladjusted άλμπουμ του.

Και όλα αυτά συμβαίνουν την ώρα που η μουσική βιομηχανία –αλλά κι αρκετά ταμπλόιντ- της Βρετανίας συνεχίζουν να ασχολούνται ακόμη με την αυτοβιογραφία του πρώην μέλους των θρυλικών Smiths, σχεδόν μια δεκαετία μετά την κυκλοφορία της από τις εκδόσεις Penguin Classics.

Στο υπέροχο πόνημα του, το οποίο και ξαναδιαβάσαμε ενδελεχώς μετά τις γιορτές, μάθαμε διάφορα πράγματα που δεν γνωρίζαμε για τον Μόρισεϊ, όπως το ότι ερωτεύτηκε για πρώτη φορά στη ζωή του στα μέσα της δεκαετίας του 1990, έναν συμπατριώτη του ονόματι Τζέικ Οουεν Γουόλτερς.

«Με ακολούθησε ως το σπίτι μου, μπήκε μέσα και έμεινε για δύο χρόνια. Για πρώτη φορά στη ζωή το αιώνιο «Εγώ» έγινε «Εμείς». Ήταν η πρώτη φορά που αισθάνθηκα ότι μπορώ να συνυπάρξω, να συμβιώσω με έναν άλλο άνθρωπο», γράφει χαρακτηριστικά στο Morrissey: Autobiography, όμως οι δυο προτάσεις αυτές θεωρήθηκαν, από τον αμερικανικό εκδοτικό οίκο τόσο… σοκαριστικές για το αναγνωστικό κοινό των ΗΠΑ, ώστε αφαιρέθηκαν από την αμερικανική έκδοση.

Επίσης, αναφέρει και ένα περιστατικό όταν ήταν 14 ετών κι ένας από τους δασκάλους του στο σχολείο, του χάιδευε… περίεργα το πόδι, την ώρα που του έβαζε αλοιφή στο χτυπημένο του γόνατο.

Επίσης, προς τιμήν του παραδέχεται πως αρχικά δεν του άρεσε καθόλου το «There Is a Light That Never Goes Out», ένα από τα αρχετυπικά τραγούδια της δισκογραφίας των Smiths. «Ζω με την ταπείνωση του ότι δεν μπόρεσα να δω ότι αυτό θα ήταν το πιο δυνατό και πιο διαχρονικό τραγούδι των Smiths. Πού και πού είναι μεγάλη ανακούφιση να κάνεις λάθος», λέει ο Morrissey, προσθέτοντας ότι το είχε πει στον Marr να μην το συμπεριλάβουν στο άλμπουμ «The Queen is Dead».

Ο Morrissey, η παιδική του ηλικία και η πατρότητα

Αποκαλύπτει, επίσης, ότι ήθελε να αποκτήσει παιδί ή, όπως το περιγράφει, «ένα κλαψιάρικο τερατάκι» με την Tina Dehgani με την οποία διατηρούσαν μια «νοικοκυρεμένη σχέση».

Επίσης, θυμάται να είναι εκεί, την πρώτη βραδιά που άνοιξε το θρυλικό κλαμπ του Μάντσεστερ Hacienda.

Όταν γνωρίστηκε με τον Johnny Marr, μετά από μια συναυλία της Patti Smith στο Μάντσεστερ, οι πρώτες κουβέντες του κιθαρίστα των Smiths στον Morrissey ήταν: «Έχει αστεία φωνή».

Όταν ήταν μαθητής, είχε πάρει μετάλλια ως δρομέας. Κέρδισε σχολικούς αγώνες στα 100 και τα 400 μέτρα.

Ο John Peel δεν πολυγούσταρε τους Smiths. Παρότι θεωρείται ότι με την ραδιοφωνική του εκπομπή είχε τεράστια συμβολή στη δημιουργία του θρύλου της μπάντας, δεν τους είχε δει ποτέ live.

Παραλίγο να τον απαγάγουν κάποτε στο Μεξικό, μετά από μια συναυλία του στην Τιχουάνα. Ο οδηγός του τον πήγε σε ένα πολύ σκοτεινό δρόμο, αλλά είχε μαζί του τον σεκιουριτά του που κατάφερε να τον βγάλει από το αυτοκίνητο και να τρέξουν μακριά πριν σκάσουν οι υπόλοιποι της σπείρας.

Για την παιδική του ηλικία ο Morrissey αφιερώνει αρκετές παραγράφους για να εκθειάσει τη βαρβαρότητα του διδακτικού προσωπικού στο σχολείο Σεν Μάρι στο Στρέτφορντ του Μάντσεστερ, το οποίο όπως λέει ο ίδιος ήταν «ένας καθημερινός καφκικός εφιάλτης». Και θυμάται «ένα γυμναστή που στεκόταν και κοιτούσε τα γυμνά αγόρια στο ντους κι έναν άλλο που με όσο πιο αργές κινήσεις γίνεται μού έβαζε αλοιφή στο πονεμένο μου καρπό. Στα 14 μου κατάλαβα πόσο ασήμαντα είναι τα αργά και αισθησιακά χάδια».

Μερικά ακόμη… ανάλεκτα από την αυτοβιογραφία του Morrissey

Για το… πολυθρύλητο μίσος του όταν οι φίλοι του γίνονται επιτυχημένοι:

Όταν ο παλιός μου φίλος Simon Topping [ο frontman του συγκροτήματος A Certain Ratio από το Μάντσεστερ] εμφανίστηκε στο εξώφυλλο του NME, πέθανα από χίλιους θανάτους θλίψης και ξάπλωσα στο δάσος για να πεθάνω.

Σχετικά με τις μουσικές προτιμήσεις του Johnny Marr:

Ο Johnny απελπίζεται από τα πράγματα όπως είναι και θέλει να τα αλλάξει. Το αγαπημένο του γκρουπ όλων των εποχών είναι οι [η folk-jazz μπάντα της δεκαετίας του ’60] Pentangle.

Σχετικά με τη δισκογραφική εταιρεία Rough Trade

Ό,τι κι αν ήταν η Rough Trade, σίγουρα πάντως δεν ήταν μια hip εταιρεία, και από την αρχή το προσωπικό της Rough Trade δεν χρειαζόταν ποτέ να φοβάται μια τυχόν σεξουαλική επίθεση εναντίον του από κάποιον.

Για τη διασημότητά του

Η κοινωνική μου θέση, λόγω ακτινοβολίας, κάνει πραγματικά άλματα μετά από πολλές δεκαετίες κοινωνικού αποκλεισμού.

Για ένα πρωινό που πέρασε μαζί με τον David Bowie

Ο Ντέιβιντ μού λέει: “Ξέρεις, έχω κάνει τόσο πολύ σεξ και ναρκωτικά που δεν μπορώ να πιστέψω ότι είμαι ακόμα ζωντανός” και εγώ του λέω δυνατά: “Ξέρεις, και εγώ αντίστοιχα έχω κάνει τόσο λίγο σεξ και ναρκωτικά που δεν μπορώ να πιστέψω ότι είμαι ακόμα ζωντανός””.

Σχετικά με τη Siouxsie Sioux, με την οποία έχει έρθει σε ρήξη προ ετών

Η Siouxsie με ρωτάει αν δεξιά ή αριστερά θα ήταν η καλύτερη κατεύθυνση για να βρει ένα ταξί, και παρόλο που το καλύτερο θα ήταν αριστερά, της προτείνω να στρίψει δεξιά. Είναι αγενές εκ μέρους μου, το ξέρω, αλλά εκείνη ήταν που το ξεκίνησε όλο αυτό μεταξύ μας.

Σχετικά με το πρωινό ξύπνημα

Σηκώνομαι στις 6 π.μ. για να είμαι «ποιητικά» ενεργός στις 6:30 – μια εμπειρία τόσο τρομακτική που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί δύο φορές.

Σχετικά με τα ψώνια

Πηγαίνω καθημερινά σε ένα μαγαζί για να αγοράσω πράγματα που δεν χρειάζομαι, γιατί θέλω ο ιδιοκτήτης να εξακολουθεί να αισθάνεται ότι βασίζεται πάνω μου, βρέξει-χιονίσει.

Σχετικά με τη μη εμφάνισή του στα «Φιλαράκια»

Τα Φιλαράκια έχουν γίνει η πιο δημοφιλής τηλεοπτική εκπομπή στον κόσμο, δείχνοντας τη ζωή όπως συνήθως τη ζει η προσεκτικά συντηρημένη αμερικανική εξωπραγματικότητα. Το καστ είναι φιλικό, και αμέσως με παίρνουν στην άκρη οι σεναριογράφοι και με ρωτούν αν θα δεχόμουν να εμφανιστώ για λίγα λεπτά στο εστιατόριο Central Perk, όπου μου ζητείται να τραγουδήσω «με μια πραγματικά καταθλιπτική φωνή». Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα από την πρόταση, κατεβαίνω από την έξοδο κινδύνου και αυτό είναι το αντίο μου στο Χόλιγουντ για άλλη μια φορά.