O λαϊκισμός είναι μια λέξη που απαντάται όλο και πιο συχνά στον δημόσιο λόγο. Καλούμενος να περιγράψει πολιτικά κινήματα από διαμετρικά  αντίθετα ιδεολογικά φάσματα ο λαϊκισμός αποδίδεται συνήθως ως κατηγορία. Ο Αμερικάνος Thomas Frank στο βιβλίο του «Λαός δίχως εξουσία» (εκδόσεις Εκρεμμές) δίνει την δική του εκδοχή περί του λαϊκισμού παρουσιάζοντας την ιστορία της άνθησής  του και τον αντίλογο προς αυτόν με επιχειρήματα που διαιωνίζονται μέχρι και το παρόν.

Το κόμμα του λαϊκισμoύ (Τhe People’s Party) εμφανίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και παρά τη βραχύβια πορεία του διεκδίκησε να υπάρξει ένας σθεναρός τρίτος πόλος ανάμεσα στο διπολισμό του Δημοκρατικού σχηματισμού και του Ρεπουμπλικανικού κόμματος. Η γέννηση του συνδυάστηκε με την εξάπλωση ενός κινήματος που φιλοδοξούσε να εκφράσει την πλειοψηφία των εργαζομένων και των χωρικών  που  χειμάζονταν από την  τρέχουσα οικονομική κρίση. Η παρουσία του προξένησε ένα κύμα αντίκρουσης των αιτημάτων του από τα εδραιωμένα κόμματα και των συμφερόντων που υπερασπίζονταν καθώς και ενός μακρόσυρτου κατηγορητηρίου, του οποίου ο αντίλαλος δεν σταμάτησε να ηχεί μέχρι και σήμερα.

Ο Thomas Frank με μια επισταμένη μελέτη της εποχής, και κυρίως της πολεμικής που περιέβαλε το κόμμα του λαϊκισμoύ, αναλύει τις κατηγορίες προσφέροντας μια απάντηση που αποκρούει τον αφοριστικό τους χαρακτήρα. Ο αμερικανικός λαϊκισμός συκοφαντήθηκε ως ένα κίνημα που εχθρευόταν την ετερότητα και τον πλουραλισμό, έθετε προσκόμματα στη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος φαλκιδεύοντας τους θεσμούς του. Σύμφωνα επίσης με τους επικριτές του υπήρξε ένα ρεύμα που βασιζόταν στην άγνοια και τα χυδαία ένστικτα  του πλήθους που πολλές φορές εξοβελίζει την ορθολογικότητα καταλήγοντας να αγκαλιάσει οπισθοδρομικές βλέψεις εκπορευόμενες από δημαγωγούς. Σε αυτήν την εξόχως αρνητική εικόνα του λαϊκισμού ο Thomas Frank δίνει την πραγματική διάσταση ενός κινήματος που ηττήθηκε ως πολιτικός πόλος, αλλά το πνεύμα της ισονομίας και της οικονομικής ισότητας επηρέασαν τις πολιτικές της χώρας μέσα στον 20ο αιώνα. Σύμφωνα με τον συγγραφέα ο λαϊκισμός,επηρεασμένος από τον Τζέφερσον και τον Τόμας Πέιν,εξέφραζε τη θέληση των πολλών να αποκτήσουν κοινωνική συνείδηση που θα μεταφραζόταν σε ίσες ευκαιρίες για όλους. Στεκόταν απέναντι στη μεγέθυνση του πλούτου στα χέρια λίγων και προσδοκούσε τη δίκαια κατανομή του.

Ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ και το New Deal, το οποίο επιχειρούσε να απαντήσει στους ισχυρούς κλυδωνισμούς που προξένησε το κραχ του ΄29 και την ανεπανάληπτη οικονομική κρίση που κυοφόρησε, απηχούσε αυτό ακριβώς το πνεύμα του λαϊκισμού και συμβόλιζε την εγκόλπωση του στο Δημοκρατικό κόμμα. Ο λαϊκισμός αποκλήθηκε ως ένα ρεύμα που εξέφραζε την περιστολή των ανισοτήτων και εναντιωνόταν στη αριστοκρατική θεώρηση της δημοκρατίας,  η οποία απεχθανόταν τη λογική των αφυπνισμένων μαζών και προτιμούσε η διαχείρισή τους να ανατίθεται σε επίλεκτα κοινωνικά ανώτερα στρώματα αρχίζει να ηττάται από τη δεκαετία του ΄70.

Είχε προηγηθεί μια δεκαετία που είδε τον Mάρτιν Λούθερ Κινγκ να δίνει έναν αγώνα για τη πάταξη των φυλετικών διαφορών, η οποία συνδυαζόταν με ένα λόγο καθαρά λαϊκιστικό: την ένωση των φτωχών και των λευκών εργατών με το βλέμμα προς τη συλλογική καλυτερεύση των συνθηκών εργασίας και ζωής. Ένα όραμα που είχε μείνει ημιτελές στα τέλη του 19ου αιώνα έβρισκε ένα σκαπανέα που ήθελε να το ολοκληρώσει. Ο αναβρασμός του ΄60 και οι ελπίδες που υποσχόταν θα έβρισκαν ένα νέο  αντίπαλο που φιλοδοξούσε να εκφράσει την πλειοψηφία του Αμερικάνικου λαού, τον ψευδολαϊκισμό του νεοφιλελευθερισμού. O Τhomas Frank ασκεί επίσης πολύ σκληρή κριτική και στην αναδυόμενη Νέα αριστερά, η οποία αδυνατούσε να πιάσει τον σφυγμό της λαϊκών τάξεων και πολλές φορές τις θεωρούσε αντίπαλο στο πρόγραμμα χειραφέτησης που πρότεινε.

Tο New deal -η κληρονομιά του οποίου φώτιζε τις πολιτικές και των δύο αντικρουόμενων πόλων της αμερικάνικης πολιτικής- τελικά οδήγησε προς το νεοφιλελευθερισμό: μια αλλαγή που ξεκινά από τα χρόνια του Ρήγκαν και εδραιώνεται με την προεδρία του Κλίντον σηματοδoτώντας μια πολιτική κατάσταση η οποία -όπως η προηγούμενη του new deal- έγινε καθολικά αποδεκτή. Τα μεταπολεμικά χρόνια του κρατικού παρεμβατισμού γαλουχημένα από την οικονομική σκέψη του Κέυνς,του κράτους πρόνοιας και της ρύθμισης της αγοράς, έδιναν τη σκυτάλη προς το αντίθετό τους: την υπαναχώρηση του κράτους από τη διασφάλιση των δημόσιων αγαθών, τις ιδιωτικοποιήσεις, τον θρίαμβο της ελευθερίας όπως αυτή γινόταν αντιληπτή ως συνώνυμη του θριάμβου της ελεύθερης αγοράς. Αυτό σηματοδοτούσε την ήττα του λαϊκισμού.

Η απρόσμενη εξέλιξη της εκλογής του Ντόναλντ Τραμπ έδωσε το έναυσμα για τις διαχρονικές κατηγορίες ενάντια στον λαϊκισμό να αναβιώσουν και με τις αιχμηρές του πτυχές να δώσουν μια ψευδεπίγραφη εικόνα της σύγχρονης πραγματικότητας. Ο  Τhomas Frank διατείνεται  πως όταν ένας πολιτικός σαν τον Τραμπ πολιτογραφείται ως λαϊκιστής καταδεικνύει την ένδεια του πολιτικού λεξιλογίου. Ο Τραμπ μπορεί να χαρακτηριστεί ως λαοπλάνος, ως δημαγωγός, ως κάποιος που επικαλείται πως εκφράζει τον λαό για να ανέλθει στην εξουσία, την οποία όταν κατακτά ανασκευάζει όσα υποσχέθηκε. Την ίδια ώρα ο Τραμπ είναι το σύμπτωμα μιας χρόνιας πληγής του αμερικανικού συστήματος που δείχνει την πλάτη του στις μάζες και τα αίτηματά τους, στην ανεργία και την ανέχεια, στους ανθρώπους που βλέπουν ψευδείς σωτήρες στα προβλήματά του. Ο λαϊκισμός  ως κατηγορία είναι το καταφύγιο των ελιτ προς όσους θέλουν την αντίθεσή τους προς την κυρίαρχη οικονομική πραγματικότητα και καταλήγει να συμπεριλαμβάνει στην αρνητική επικράτεια διαφορετικούς πολιτικούς και κινήματα που θέλουν να εκθρονίσουν τα θέσφατα του τεχνοκρατισμού.

Ο Thomas Frank μέσω μιας εκπληκτικής αφήγησης της πολιτικής ιστορίας της Αμερικής  καταφέρνει να σκιαγραφήσει και τη δική μας πραγματικότητα και για αυτό τον  λόγο το βιβλίο του είναι εξαιρετικά επίκαιρο. Ο συγγραφέας σίγουρα θα συμφωνούσε με την απόφανση του Λούτσε Ντ’Εράμο πως όποιοι χρησιμοποιούν το λαϊκισμό ως κατηγορία συνήθως βδελύσσονται τις μάζες, τις οποίες θέλουν να κυβερνούν χωρίς την πραγματική τους συναίνεση. Ο λαϊκισμός σαν έκφραση των λαϊκών αιτημάτων δεν είναι μια αρρώστια της εποχής, αντιθέτως, σύμφωνα με τον Thomas Frank, αποτελεί τον οδοδείκτη για την ίαση των πληγών της.