Πριν από λίγες ημέρες, –το είδωλο, κατά την ταπεινή μου γνώμη– η γιαγιά της Punk, Patti Smith απάντησε στην Taylor Swift, η οποία ανέφερε το όνομά της στο τραγούδι “The Tortured Poets Department” από το νέο ομώνυμο άλμπουμ της που μόλις κυκλοφόρησε.

Στο τραγούδι, η Swift αναφέρεται στην Smith και τον ποιητή Dylan Thomas στον στίχο: «Γέλασα μπροστά σου και είπα: “Δεν είσαι ο Dylan Thomas, δεν είμαι η Patti Smith / Αυτό δεν είναι το ξενοδοχείο Τσέλσι / Είμαστε σύγχρονοι ηλίθιοι”».

Πιστεύεται ότι το τραγούδι αναφέρεται στη βραχύβια σχέση της Taylor Swift με τον Matti Hally των 1975. Το σχόλιό της για τη Smith και τον Dylan ερμηνεύεται ως αναφορά στον αρχηγό των 1975 και στην ίδια με την έννοια ότι οι δυο τους δεν πρέπει να παίρνουν τους εαυτούς τους τόσο στα σοβαρά.

Tο Χόλιγουντ απέτυχε σε μεγάλο βαθμό να υιοθετήσει εκείνο τον στοργικό τρόπο με τον οποίο ο Robin Williams μας σύστησε το αξεπέραστο Dead Poet’s Society.

Η τραγουδοποιός και ποιήτρια Patti Smith αντέδρασε στην αναφορά του ονόματός της στο τραγούδι με ανάρτησή της στα social media με μια φωτογραφία της στην οποία εμφανίζεται να διαβάζει Dylan Thomas. «Αυτό σημαίνει ότι συγκινήθηκα που με αναφέρουν παρέα με τον μεγάλο Ουαλό ποιητή Dylan Thomas. Ευχαριστώ Taylor», έγραψε.

Αν και όλο αυτό το τρυφερό αλισβερίσι στα social media μεταξύ δύο γυναικών που αντιπροσωπεύουν δύο διαφορετικές γενιές με συγκίνησε (και δεν το λέω ειρωνικά), ο τίτλος του άλμπουμ που επέλεξε η Taylor Swift, με έβαλε σε σκέψεις. Με την κυκλοφορία του νέου της άλμπουμ και την ονομασία που του έδωσε λοιπόν, η Taylor Swift έκανε τρία αξιοσημείωτα πράγματα – ένα καλό, ένα κακό και ένα άσχημο.

Το καλό. Η Taylor Swift φέρνει την ποίηση στο επίκεντρο της mainstream κουλτούρας

Αυτό είναι κάτι πολύ αξιέπαινο και της το δίνω. Μετά το πέρας της χιλιετίας, ελάχιστες περιπτώσεις ποπ καλλιτεχνών μπορώ να σκεφτώ που να εφιστούν την προσοχή μας στην ποίηση και την τέχνη της γραφής.

Θυμάμαι ακόμα με αγάπη το 2002, όταν οι αφίσες για την ταινία “8 Mile” του Eminem τον έδειχναν να γράφει με μολύβι και χαρτί καθώς δούλευε πάνω στις ρίμες του.

Κάποια μορφή ποίησης βρήκε το δρόμο της προς το mainstream, από τα viral ποιήματα της Rupi Kaur στο Instagram, μέχρι τους στίχους του King Krule με την Beyoncé που διαβάζει το έργο του Warsan Shire στο Lemonade. Ανάμεσα σε αυτές τις στιγμές, ωστόσο, δεν υπήρξαν και πολλά αξιοσημείωτα στα οποία μπορούμε να ανατρέξουμε.

Υπήρξαν ομολογουμένως κάποιες προσπάθειες. Ωστόσο, οι περισσότερες από αυτές απέτυχαν να πυροδοτήσουν μια φλόγα που θα επανέφερε την ποίηση στην καθημερινότητά μας. Ιδιαίτερα στον κινηματογράφο. Είτε επρόκειτο για το ολέθριο εγχείρημα του Leonardo Di Caprio να ενσαρκώσει τον Rimbuad ,είτε για το όμορφο αλλά εν τέλει όχι και τόσο εντυπωσιακό Il Postino του 1995, το Χόλιγουντ απέτυχε σε μεγάλο βαθμό να υιοθετήσει εκείνο τον στοργικό τρόπο με τον οποίο ο Robin Williams μας σύστησε το αξεπέραστο Dead Poet’s Society. Ακόμα και το I Am Not Your Negro, το οποίο χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως ένα σύγχρονο αριστούργημα, δεν κατάφερε να κάνει και πολλά πολλά για να επαναφέρει την ποίηση στο mainstream.

Έτσι, και πάλι, μπράβο στην Taylor Swift που έβαλε την ποίηση και τους ποιητές στο επίκεντρο ενός πολιτιστικού χάρτη.

Το κακό. Η Taylor Swift διαιωνίζει ένα βαρετό κλισέ ότι η ποίηση έχει να κάνει μόνο με την αγάπη και τον ρομαντισμό.

Επειδή η στιχουργική παραγωγή της Taylor Swift είναι αυτό που είναι, κατά κάποιο τρόπο δυσφημίζει την ποίηση περιορίζοντάς την στον δικό της μεσαίωνα, όπου όλα επικεντρώνονται αποκλειστικά γύρω από την αγάπη και τα προβλήματα των οικονομικά προνομιούχων: First World Problems!

Η Etta, και ο Chet, αναμφισβήτητα δεν είχαν καμιά «κάψα» να μείνουν στην ιστορία ως «βασανισμένοι».

Σοβαρά τώρα. Αυτή η ιδέα ότι το αποκλειστικό αντικείμενο της ποίησης είναι η αγάπη και ο ρομαντισμός είναι πραγματικά ένα φρικτό κλισέ που πρέπει να εξοστρακιστεί οριστικά. Αν αυτό είναι το μόνο που μπορεί να προσφέρει η Taylor Swift, ας είναι, αλλά ας μην βγάζουμε συμπεράσματα από αυτό για το τι είναι πραγματικά ικανή να κάνει η ποίηση. Το να είσαι ποιητής δεν σημαίνει απλώς να κλαψουρίζεις, να δακρύζεις, να ψιθυρίζεις ρομαντικά στιχάκια και να αυτομαστιγώνεσαι για τις σχέσεις. Μπορεί να σημαίνει φυσικά και αυτό, αλλά δεν είναι μόνο αυτό.

Το άσχημο. Η Taylor Swift διαιωνίζει ένα πραγματικά επικίνδυνο στερεότυπο ότι είναι απαραίτητο να βασανίζεται κανείς για να γράψει ποίηση.

Όπως ο Allen Ginsberg που γράφει ότι είδε τα καλύτερα μυαλά της γενιάς του «διαλυμένα από την τρέλα, υστερικά γυμνά και λιμασμένα, να σέρνονται μέσα στους νέγρικους δρόμους την αυγή γυρεύοντας μιαν αναγκαία δόση…», κάθε γενιά έχει παρακολουθήσει άπειρους ευφυείς καλλιτέχνες της να καταρρέουν κάτω από το βάρος της ζημιάς που έχουν κάνει στον εαυτό τους από κάποια διαστροφική πεποίθηση ότι οφείλουν να υποφέρουν για να δημιουργήσουν. Και αυτό πρέπει να σταματήσει.

Taylor Swift

Η στυγνή πραγματικότητα του «βασανισμένου καλλιτέχνη» στην αληθινή ζωή δεν έχει τίποτα το ρομαντικό, τίποτα το ωραίο για να εκθειάσουμε και να εξυμνήσουμε.

Θυμάμαι κάπου που είχα διαβάσει πως όταν στις 18 Μαΐου του 1988 ανακάλυψαν το πτώμα του Chet Baker, του “James Dean της cool jazz” κατατσαλακωμένο και ματωμένο, σε ένα πεζοδρόμιο του Άμστερνταμ, κάτω από το παράθυρο του τρίτου ορόφου του ξενοδοχείου Πρινς Χέντρικ στο οποίο διέμενε, στην αρχή κανείς δεν τον αναγνώρισε. Χρόνια καταχρήσεων, ξύδια και ουσίες, είχαν καταντήσει τον 58χρονο Chet αγνώριστο – καμία σχέση με τον όμορφο και κομψό μινιμαλιστή αυτοδίδακτο μουσικό που με λίγες μόνο νότες μπορούσε να εκφράσει πράγματα που άλλοι δεν μπορούσαν χρησιμοποιώντας εκατό.

Παρόμοια, η σπουδαία Etta James, εκείνο το παράξενο πλάσμα με την απόκοσμη φωνή που δεν γνώρισε ποτέ τον πατέρα και την μεγάλωσαν δυο φίλοι της μητέρας της, που με τις τεράστιες επιτυχίες όπως το What you want me to do απέδειξε ότι έχει τεράστιο άστρο. Ένα άστρο που θα ποδοπατήσει στα μέσα της δεκαετίας του 60 καθώς θα επιδοθεί σε μια πορεία αυτοκαταστροφική. Σκληρά ναρκωτικά, περιττά κιλά, εντελώς ανάρμοστη συμπεριφορά, μικροσκοπικά φορέματα, κατάξανθα, σχεδόν καμμένα μαλλιά, παντρεύεται έναν επίσης ηρωϊνομανή και οι δύο τους θα μπλέξουν πολλάκις με το νόμο. Δεν αγαπά τον εαυτό της; Μπορεί. Αδυνατεί να βρει τις ισορροπίες της; Ίσως. «Τα κακά κορίτσια ήταν αυτά που μου άρεσαν. Ήθελα να είμαι μοναδική, να μην περνώ απαρατήρητη. Ήθελα να είμαι τόσο καθωσπρέπει όσο οι σημαντικές τραγουδίστριες της εποχής μου αλλά και τόσο φανταχτερή όσο οι πόρνες στους δρόμους του Χάρλεμ» είχε γράψει.

Η Etta, εκείνο το μικρό περίεργο κοριτσάκι με τα κόκκινα μαλλιά, τραγουδούσε στην εκκλησία Βαπτιστών του Αγίου Παύλου. Εκεί ο μαέστρος της χορωδίας της έριχνε γροθιές στο στήθος για να την κάνει να τραγουδήσει από την κοιλιά. Η Etta, και ο Chet, αναμφισβήτητα δεν είχαν καμιά «κάψα» να μείνουν στην ιστορία ως «βασανισμένοι».

Δεν θα ήταν υπέροχο αν η Taylor Swift είχε βγάλει ένα άλμπουμ που να αποτυπώνει όλα τα υπέροχα που μπορεί να προσφέρει η ποίηση; Όλους τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να σώσει, να θεραπεύσει και να εξανθρωπίσει;

Πόσες ακόμα φορές πρέπει να δούμε έναν αληθινά ταλαντούχο καλλιτέχνη να αυτοκαταστρέφεται, πιστεύοντας ότι η αυτοκαταστροφή είναι με κάποιον τρόπο ρομαντική και ποιητική και το εισιτήριο για μια καλλιτεχνική υπέρβαση;

Και μέχρι πότε θα συνεχίζουμε να το σιγοντάρουμε αυτό;

Το να εκμεταλλεύεσαι τόσο απροκάλυπτα το κλισέ του «βασανισμένου» ή «καταραμένου» ποιητή για το κέρδος –είτε εκούσια, είτε από αφέλεια- είναι, στην καλύτερη περίπτωση, ανεύθυνο και, στη χειρότερη, ασυγχώρητο.

Οι νέοι άνθρωποι σήμερα σε κάθε τους βήμα γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης από τις διαφημίσεις και το ασύστολο marketing του ύστερου καπιταλισμού, και έχουμε μια γενιά νέων ενηλίκων των οποίων η αντίληψη του εαυτού τους είναι πλέον τόσο διαστρεβλωμένη που θα είναι τυχερός όποιος καταφέρει να φτάσει υγιώς στη μέση ηλικία.

Θα μπορούσε δικαίως κάποιος να ισχυριστεί, ναι αλλά και ο Καρυωτάκης έγραψε την «Μπαλάντα στους άδοξους ποιητές των αιώνων», στο οποίο «οι Μπωντλαίρ εζήσανε νεκροί», οι «Βερλέν μαραίνονται»· Οι «Ουγκό με Τιμωρίες την τρομερή των Ολυμπίων εκδίκηση μεθούν» και «του κόσμου η καταφρόνια τους βαραίνει κι αυτοί περνούνε αλύγιστοι και ωχροί», αλλά εκεί θα απαντήσω απλώς ότι ο Καρυωτάκης είναι ο Καρυωτάκης, κατείχε ο ίδιος τα μέσα παραγωγής του, και επιπλέον, ήταν και ο ίδιος ένας βασανισμένος που νοσούσε από σύφιλη και κατάθλιψη.  Επομένως, δεν μπορούμε να του καταλογίσουμε κανενός είδους appropriation.

Δεν θα ήταν υπέροχο αν η Taylor Swift είχε βγάλει ένα άλμπουμ που να αποτυπώνει όλα τα υπέροχα που μπορεί να προσφέρει η ποίηση; Όλους τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να σώσει, να θεραπεύσει και να εξανθρωπίσει; Ένα άλμπουμ που θα έβαζε τη γραφή στο επίκεντρο με έναν τρόπο που θα έλεγε: «Ορίστε, έτσι μπορεί να μοιάζει η αυτονομία». Ένα άλμπουμ που έλεγε: «Πάρτε την πένα σας και γράψτε τη δική σας ιστορία». Ένα άλμπουμ που δεν θα εξυμνούσε την αυτοκαταστροφή, αλλά την αυτονομία;

Αντ’ αυτού, χρησιμοποίησε ένα κλισέ που είναι τόσο βαρετό όσο και επικίνδυνο, και ενώ μπορούμε να χαιρόμαστε που βλέπουμε και πάλι την ποίηση στον mainstream Τύπο και στον πολιτιστικό χάρτη, πρέπει ταυτόχρονα να είμαστε σε επιφυλακή για να διασφαλίσουμε ότι όποιος εμπνέεται από αυτό είναι σε θέση να κατανοήσει ότι το να βασανίζεται κανείς συναισθηματικά δεν αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για να γράφει ποιήματα. Ή, εν προκειμένω, για να μείνει στην ιστορία.

✶Δείτε επίσης: Η επιδραστικότητα της Dua Lipa δεν εντοπίζεται στη μουσική της