Ο Thomas Oxley έχει μια σχέση αγάπης-μίσους με το Black Mirror. Από τη μία, μπορεί να εκτιμήσει τη «συναρπαστική» γοητεία της εμβληματικής τηλεοπτικής σειράς, κι από την άλλη, την κατακρίνει για τεχνοφοβία και για τον τρόπο που παρουσιάζει το δυστοπικό μέλλον της ανθρωπότητας.

Ο Oxley είναι ο ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Synchron, μιας εταιρείας που δημιουργεί μια διεπαφή εγκεφάλου-υπολογιστή ή BCI. Μια διεπαφή εγκεφάλου -υπολογιστή ( BCI ), που μερικές φορές ονομάζεται διεπαφή νευρικού ελέγχου ( NCI ), διεπαφή μυαλού -μηχανής ( MMI ), άμεση νευρωνική διεπαφή ( DNI ) ή διεπαφή εγκεφάλου -μηχανής ( BMI ), είναι μια άμεση οδός επικοινωνίας μεταξύ ενισχυμένου ή ενσύρματου εγκέφαλου και μιας εξωτερική συσκευής. Τα BCI συχνά κατευθύνονται στην έρευνα, χαρτογράφηση, βοήθεια, αύξηση ή επιδιόρθωση ανθρώπινων γνωστικών ή αισθητηριακών-κινητικών λειτουργιών. Οι συσκευές αυτές λειτουργούν με το να κρυφακούουν τα σήματα που προέρχονται από τον εγκέφαλό σας και να τα μετατρέπουν σε εντολές που στη συνέχεια εκτελούν μια κίνηση, όπως η κίνηση ενός ρομποτικού βραχίονα ή ενός δρομέα σε μια οθόνη. Το εμφύτευμα λειτουργεί ουσιαστικά ως μεσάζων μεταξύ μυαλού και υπολογιστή. 

«Το Black Mirror είναι στέκεται τόσο αρνητικά ως προς την τεχνολογία, που καταλήγει να γίνεται δυστοπικό. Έχει φτάσει στο απολύτως χειρότερο σενάριο …  ενώ τόσα πολλά καλά πράγματα θα έχουν συμβεί για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο», λέει ο Oxley, αναφερόμενος στα επεισόδια της σειράς που δείχνουν ότι η τεχνολογία BCI χρησιμοποιείται με ηθικά αμφίβολους τρόπους, όπως για την καταγραφή και την αναπαραγωγή αναμνήσεων. Τα «καλά πράγματα» είναι αυτό που προσπαθεί να κάνει ο Oxley με την εταιρεία του. Στις 6 Ιουλίου, έγινε η πρώτη εμφύτευση της συσκευής της Synchron σε ασθενή στις ΗΠΑ σε νοσοκομείο της Νέας Υόρκης. (Ο άνδρας ασθενής, ο οποίος έχει χάσει την ικανότητα να κινείται και να μιλάει ως αποτέλεσμα της αμυοτροφικής πλευρικής σκλήρυνσης – είναι εκφυλιστική διαταραχή του νευρικού συστήματος. Η νόσος χαρακτηρίζεται από σπαστικότητα, δεσμιδώσεις και προοδευτική μυϊκή αδυναμία. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα δυσκολία στην ομιλία, κατάποση και εν τέλει διακοπή της αναπνοής. – ζήτησε ανωνυμία με το σκεπτικό ότι δεν επιθυμούσε να προωθήσει τη συσκευή προτού «βιώσει τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά της»).

Η συσκευή υπόσχεται στους ασθενείς τη δυνατότητα να ελέγχουν το ποντίκι του προσωπικού τους υπολογιστή και να το χρησιμοποιούν για να κάνουν κλικ. Αυτή η απλή κίνηση θα μπορούσε να τους επιτρέψει να στείλουν μήνυμα στο γιατρό τους, να κάνουν ηλεκτρονικές αγορές ή να στείλουν ένα ηλεκτρονικό μήνυμα. Ο ψηφιακός κόσμος έχει ήδη εισχωρήσει σε κάθε γωνιά της σύγχρονης ανθρώπινης ύπαρξης, παρέχοντας κάθε είδους υπηρεσίες – «αλλά για να τις χρησιμοποιήσετε, πρέπει να χρησιμοποιήσετε τα δάχτυλά σας», λέει ο Oxley. Για τα περίπου 5,6 εκατομμύρια άτομα που ζουν με κάποια μορφή παράλυσης στις Ηνωμένες Πολιτείες, η πρόσβαση στον ψηφιακό κόσμο δεν είναι αυτονόητος.

Μετά την έντονη κάλυψη από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης για την εταιρεία BCI του Elon Musk, Neuralink, θα σας συγχωρούσαμε αν νομίζατε ότι η τεχνολογία είναι μια νέα επιστημονική καινοτομία. Στην πραγματικότητα, υπάρχει εδώ και μερικές δεκαετίες. Αλλά εκτός από τη Synchron, η μόνη άλλη BCI που έχει εγκριθεί από την Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ είναι η συστοιχία Utah, μια μικροσκοπική συσκευή που αποτελείται από μια σειρά ηλεκτροδίων που εμφυτεύεται στον εγκέφαλο. Η εμφύτευση απαιτεί να κοπεί το τριχωτό της κεφαλής και τη διάτρηση του κρανίου. «Πρόκειται για κάτι πολύ επεμβατικό- δεν είναι κάτι που κάνεις για ψυχαγωγία -εκτός κι αν σου αρέσουν τα πολύ τα περίεργα πράγματα», λέει ο Konrad Kording, νευροεπιστήμονας υπολογιστών στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια.

Η πραγματική καινοτομία με τη συσκευή Synchron, λέει, είναι ότι οι χειρουργοί δεν χρειάζεται να ανοίξουν τον εγκέφαλό σας, καθιστώντας την πολύ λιγότερο επεμβατική και επομένως λιγότερο επικίνδυνη για τους ασθενείς. Η συσκευή, που ονομάζεται Stentrode, έχει σχεδιασμό που μοιάζει με πλέγμα και έχει μήκος περίπου όσο μια μπαταρία ΑΑΑ. Εμφυτεύεται ενδαγγειακά, δηλαδή τοποθετείται σε ένα αιμοφόρο αγγείο στον εγκέφαλο, στην περιοχή που είναι γνωστή ως κινητικός φλοιός, ο οποίος ελέγχει την κίνηση. Η τοποθέτηση περιλαμβάνει την κοπή της σφαγίτιδας φλέβας στο λαιμό, την εισαγωγή ενός καθετήρα και την εισαγωγή της συσκευής μέσω αυτής μέχρι τον εγκέφαλο, όπου, όταν αφαιρείται ο καθετήρας, ανοίγει σαν λουλούδι και φωλιάζει στο τοίχωμα του αιμοφόρου αγγείου. Οι περισσότεροι νευροχειρουργοί γνωρίζουν ήδη τη βασική προσέγγιση που απαιτείται για την τοποθέτησή του, η οποία μειώνει μια επέμβαση υψηλού κινδύνου σε μια διαδικασία που θα μπορούσε να στείλει τον ασθενή στο σπίτι του την ίδια κιόλας ημέρα. «Και αυτή είναι η μεγάλη καινοτομία», λέει ο Kording.

Η Synchron σημειώνει σημαντική πρόοδο. Τον Αύγουστο του 2020, η εταιρεία έλαβε άδεια από τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων FDA για ερευνητικές δοκιμές, επιτρέποντάς της να γίνει η πρώτη εταιρεία που διεξάγει κλινικές δοκιμές ενός μόνιμα εμφυτευμένου BCI. Για να φτάσει σε αυτό το σημείο χρειάστηκαν πέντε χρόνια και «πολλές ώρες δουλειάς» λέει ο Oxley. Μια δοκιμή στην Αυστραλία παρακολούθησε τέσσερις ασθενείς στους οποίους είχε εμφυτευτεί η συσκευή για 12 μήνες και απέδειξε ότι μια παρατεταμένη χρήση της συσκευής ήταν ασφαλής.

Η εταιρεία ασχολείται τώρα με το μέρος της ασφάλειας και της σκοπιμότητας των δοκιμών της – προσπαθώντας να διαπιστώσει αν η διαδικασία μπορεί να εκτελεστεί σε πολλούς ασθενείς χωρίς σοβαρές παρενέργειες. Οι δοκιμές αποσκοπούν επίσης στο να προσδιορίσουν κατά πόσο το εμφύτευμα μπορεί να επεκταθεί – αν για παράδειγμα θα μπορούσε να εμφυτευτεί στον εγκέφαλο όλων των ανθρώπων. Η Synchron σχεδιάζει να εμφυτεύσει τη συσκευή σε 15 ασθενείς πριν από το τέλος του 2022.

Η επόμενη φάση θα είναι μια βασική δοκιμή, στην οποία η Synchron θα πρέπει να αποδείξει ότι η τεχνολογία βελτιώνει σημαντικά πτυχές της ζωής των χρηστών της. Αυτό θα περιλαμβάνει διαβούλευση με τους ίδιους τους ασθενείς για να μάθουν τι ελπίζουν να κερδίσουν ή να επανακτήσουν με το εμφύτευμα αυτά. Εφόσον η δοκιμή πάει σύμφωνα με το σχέδιο, η εταιρεία θα υποβάλει στη συνέχεια αίτηση για έγκριση από τον FDA και θα διεκδικήσει τη διάθεση της συσκευής στο πλαίσιο του Medicare, του κρατικού προγράμματος ασφάλισης υγείας. Η μετάβαση μέσω του Medicare είναι ένα βασικό βήμα για να καταστεί η συσκευή όσο το δυνατόν πιο προσιτή σε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους, λέει ο Oxley. Ο ίδιος είναι ασαφής σχετικά με την τιμή του εμφυτεύματος, λέγοντας ότι θα κοστίζει «όσο ένα αυτοκίνητο» (αν και αρνήθηκε να πει τι μάρκα αυτοκινήτου).

Όμως, η ολοένα και μεγαλύτερη είσοδος της τεχνολογίας στον εμπορικό χώρο, έχει ως συνεπακόλουθα μια σειρά από ηθικούς, νομικούς και κοινωνικούς κινδύνους. Το βασικό συστατικό της συσκευής είναι τα νευρολογικά δεδομένα, τα οποία τυγχάνει επίσης να είναι μια εξαιρετικά ευαίσθητη επικηρυγμένη πληροφορία. Φυσικά προκύπτουν ερωτήματα: Πόσο καιρό θα πρέπει να αποθηκεύονται αυτά τα δεδομένα, για ποιο λόγο θα πρέπει να χρησιμοποιούνται εκτός της άμεσης εφαρμογής της συσκευής, σε ποιον ανήκουν τα δεδομένα και ποιος μπορεί να κάνει ό,τι θέλει με αυτά;

«Εάν πρόκειται για ιδιωτικές εταιρείες με εμπορικά συμφέροντα στα δεδομένα, υπάρχει κάτι κατά κάποιο τρόπο επικίνδυνο εάν μονοπωλούνται σε συγκεκριμένα χέρια;» λέει η Jennifer Chandler, καθηγήτρια νομικής στο Πανεπιστήμιο της Οτάβα, η οποία μελετά διεπιστημονικά τις επιστήμες του εγκεφάλου, του δικαίου και της ηθικής. Υπάρχουν ερωτήματα σχετικά με το τι θα συμβεί αν η εταιρεία ξεμείνει από χρήματα και χρεοκοπήσει – θα μπορέσουν οι ασθενείς να κρατήσουν τη συσκευή; Και αν θελήσουν να την αφαιρέσουν, η εταιρεία θα πληρώσει για την αφαίρεση; Αλλά οι διάφοροι ηθικοί δισταγμοί δεν θα πρέπει να απαγορεύσουν την εξέλιξη της τεχνολογίας, λέει ο Chandler. «Η άποψή μου θα ήταν: Να γνωρίζετε τα είδη των κινδύνων, των προβλημάτων, των προκλήσεων και να τα αντιμετωπίσετε έγκαιρα και να προετοιμαστείτε, επιδιώκοντας παράλληλα και τα οφέλη της».

Η αυξανόμενη ανταγωνιστικότητα στον χώρο των BCI αποφέρει θετικά και αρνητικά αποτελέσματα, λέει ο Ian Buckhart, στον οποίο εμφυτεύθηκε ένα BCI λίγα χρόνια μετά από έναν τραυματισμό του νωτιαίου μυελού που τον άφησε παράλυτο από το στήθος και κάτω. Ο Buckhart διαχειρίζεται το BCI Pioneers Coalition, μιας συλλογικότητας χρηστών BCI που μοιράζονται τις εμπειρίες τους. Η βιασύνη για να βγεί το προϊόν στην αγορά σήμαινε ότι τα πράγματα γίνονται ταχύτερα και μεγάλα ονόματα όπως ο Elon Musk έχουν τραβήξει την προσοχή στον τομέα. Από την άλλη πλευρά, «φροντίστε να βεβαιωθείτε ότι τα πράγματα γίνονται με τον σωστό τρόπο», λέει ο Buckhart, και συνεχίσζει, «Πρέπει να έχετε λίγη θετική πίστη σε αυτές τις εταιρείες ότι κάνουν τα πράγματα για τους σωστούς λόγους».

Μια μεγάλη ανησυχία στην κοινότητα των ατόμων με αναπηρία είναι ότι όλη αυτή η διαφημιστική εκστρατεία της BCI δεν θα οδηγήσει τελικά πουθενά. Ένα άλλο ερώτημα που απασχολεί τον Buckhart είναι πόσο καιρό μπορεί να παραμείνει με ασφάλεια στο σώμα η συσκευή. Η συσκευή της Synchron είναι μόνιμα εμφυτευμένη, κάτι που σύμφωνα με τον Oxley είναι πολύ βασικό για να καταστεί εμπορικά βιώσιμη – αλλά αποτελεί επίσης έναν παράγοντα που ο Buckhart πιστεύει ότι μπορεί να αποτρέψει ορισμένους ασθενείς.

Ο Oxley οραματίζεται ένα εκατομμύριο εμφυτεύματα ετησίως, όσα δηλαδή είναι τα stents και οι καρδιακοί βηματοδότες που εμφυτεύονται κάθε χρόνο. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του, αυτός ο στόχος απέχει περίπου 15 έως 20 χρόνια. «Αυτό που θέλω να καταλάβει ο κόσμος είναι ότι αυτή η τεχνολογία θα βοηθήσει τους ανθρώπους», λέει. «Φαίνεται να υπάρχει ένα θέμα γύρω από τις πιθανές αρνητικές πτυχές αυτής της τεχνολογίας ή το πού μπορεί να πάει, αλλά η πραγματικότητα είναι ότι οι άνθρωποι χρειάζονται αυτή την τεχνολογία και την χρειάζονται άμεσα».

*Με πληροφορίες από το Wired