Ας επιβιβαστούμε στο Σαράβαλο. Με τέσσερις τροχούς, παλιά αμορτισέρ και ένα μικρό πορτ μπαγκάζ, μπορεί να μας σουλατσάρει στην ποίηση, με τρόπο-γιατί όχι;-εύπεπτο, δημιουργικό, εμπνευστικό.

Η λογοτεχνία και η ποίηση δεν πρέπει να συνεχίσουν να φορούν τον μανδύα ενός ζόρικου «χόμπυ», που προορίζεται για Λέσχες Ελλήνων Συγγραφέων, Ακαδημίες και βαθιά, ερεβώδη κουλτούρα. (Δεν κάνουμε τζάμπα εδώ πέρα τα αφιερώματα για εκείνους τους καταπληκτικούς συγγραφείς που, όσο καταπληκτικοί και να είναι, είναι άνθρωποι και έχουν αφήσει κι αυτοί κάποιο ζόρικο βιβλίο στη μέση.)

Το Σαράβαλο, λοιπόν, είναι ένα ακομπλεξάριστο Insta προφίλ με πολύ δυνατό αριθμό followers που παρουσιάζει αγαπημένους-συνήθως κάπως σπαραξικάρδιους-στίχους από ελληνική ποίηση. Κι όταν λέμε ποίηση, εννοούμε από Κάλβο μέχρι Μαλβίνα, από νομπελίστες μέχρι κάποιο σύνθημα σε έναν τοίχο στον δρόμο.

Ο Ανδρέας Μαγδαληνός, ο άνθρωπος πίσω από το τιμόνι του Σαράβαλου, δεινός αναγνώστης ο ίδιος, ξύπνησε ένα πρωί και είπε να βάλει το λιθαράκι του-έστω ψηφιακά- για να ομορφύνει λίγο ο κόσμος. Του ζητώ να συστήσει τον εαυτό του σε εσάς, τους αναγνώστες του olafaq και απαντά:

«Ο Ανδρέας είναι ένας άγνωστος ακόμα και για μένα…Ακόμα τον αναζητώ σε στίχους, σε στροφές αγνώστων ποιητών πάνω σε ένα Σαραβαλο που αγκομαχάει στις ανηφόρες. Σίγουρα, δεν θα με βρεις σε βιογραφικά, εξάλλου ό,τι άξιζε από την ζωή μου έγινε στίχος. Ζω και μεγάλωσα στην Αθήνα όπου και γεννήθηκα πριν από 32 χρονια, εργάζομαι ως φιλόλογος. Ζω για το ταξίδι, την διδασκαλία και την ποίηση.»

Η ιδέα, λέει, του Σαράβαλου, του προέκυψε εντελώς αβίαστα πριν περίπου τρία χρόνια. Στον καιρό του lockdown, ο Ανδρέας ένιωσε την ανάγκη να μοιραστεί όσα διαβάζει, τον εμπνέουν και τον έχουν διαμορφώσει.

«Ξεκίνησα με γνήσια αγάπη για το βιβλίο, καθώς είχα παρατηρήσει ένα μεγάλο έλλειμμα στον ποιοτικό λόγο στα κοινωνικά δίκτυα», λέει στο olafaq  ο εμπνευστής του Σαράβαλου και συνεχίζει: «Η ποίηση για μένα είναι ο πιο τρυφερός τρόπος να αγαπάς, να ζεις, να εκφράζεσαι, να ταξιδεύεις, να χάνεσαι, αλλά και να βρίσκεσαι. Αν και αποτελείται από λέξεις, δεν μπορεί να περικλείεται η σημασία της σε αυτές αποκλειστικά. Η ζωή μου,πια, είναι τόσο συνυφασμένη μαζί της που δεν μπορώ και ούτε θέλω να τη φανταστώ μακριά της. Ημέρα χωρις ποίημα είναι χαμένη μερα.»

Φυσικά, υπάρχουν και άλλα προφίλ που προωθούν την ανάγνωση, την λογοτεχνία, ακόμα και την ίδια την δημιουργία, την συγγραφή. Κυριότερα, ίσως, καλλιεργούν μια καλή αισθητική γύρω από τα των βιβλίων. Σα να μας σκουντάνε γλυκά και να μας λένε: «ρε, είναι ωραίο πράγμα, ρε, το διάβασμα, ξεκόλλα, δεν είναι αυτό που θυμάσαι από το σχολείο»

Ο Ανδρέας μάς προτείνει μερικά τέτοια accounts:

Serifosland

monologospoetry

dromospoihshs

poiemart

Με ένα βιβλίο στο χέρι ο Ανδρέας, κλασικά

Ποιο είναι, όμως το πιο σημαντικό κομμάτι του όλου εγχειρήματος για εκείνον;

«Η επικοινωνία μου με συντρόφους στο ποιητικό αυτό ταξίδι. Η μεγαλύτερη επιτυχία της σελίδας και παράσημο της είναι ότι έφερε σε επαφή ανθρώπους που δεν είχαν ανοιξει σελίδα ποίησης στην ζωής τους με το βιβλίο. Πραγματικά νιώθω περήφανος για κάθε άτομο που εμπνεύστηκε από τη σελίδα και αναζήτησε ποιητικές συλλογές κλασικές, αλλά και λιγότερο γνωστές. Εξάλλου, γίνεται αγώνας από τη σελίδα να αναδείξει όσο γίνεται περισσότερους νέους ποιητές, θέλω το σαραβαλο να παράσχει βήμα σε κάθε καλλιτέχνη να εκφράσει τα συναισθήματα και να τα μοιραστεί οσο πιο διάπλατα μπορεί!»

Αυτό είναι πράγματι κέρδος. Και ένα από τα δεκάδες θετικά των social media.

 

Ανδρέας Μαγδαληνός-Σαράβαλο, σημειώσατε Χ

Είναι αδύνατον, λέει,  να ξεχωρίσει ένα στίχο. «Κάθε στιγμή μου τη βιώνω μέσα από ένα ποίημα, γίνεται να απαρνηθώ τις στιγμές μου;», αναλύει.

Στην τελική, όμως, παραδέχεται:

«Το ”Παράπονο” του Ελύτη πάντοτε με συγκλονίζει, η ”Σονάτα” του Ρίτσου με γονατίζει υπαρξιακά, η ”Θάλασσα” του Χριστιανόπουλου με καταπίνει, η ”Ιθάκη” του Καβαφη με ταξιδεύει, αλλά πάντα με στίχους του Καββαδία σαλπάρω εντός μου.»

«Mal du départ
Θα μείνω πάντα ιδανικός κι ανάξιος εραστής
των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων,
και θα πεθάνω μια βραδιά, σαν όλες τις βραδιές,
χωρίς να σχίσω τη θολή γραμμή των οριζόντων.»