Είμαστε παιδιά του έρωτα, από μία ή από πολλές απόψεις. Και, μαζί με τον Κύριο Θάνατο, ο Κύριος Έρωτας, κατακυριεύει και κυβερνά τις ζωές μας, καρυδότσουφλα στις φουρτουνιασμένες θάλασσές του, εμείς, και πάμε. Τον έρωτα τον εμπεδώνει κανείς μόνο βιώνοντάς τον. Αν δεν, όλα τα άλλα, όλες τις θεωρίες, τις απεικονίσεις, τις εξιστορήσεις τις ακούει καιτ ις βλέπει (να το πούμε λαϊκά;) βερεσέ. Το πιο εντυπωσιακό με τον έρωτα, σε επίπεδο καφενειακής ψιλοκουβέντας, είναι ότι έρχεται εκεί που κανείς και καμιά δεν τον περιμένει. Απρόσκλητος, γλυκός επισκέπτης. Κι ότι, ακόμα και τα άτομα που δεν είναι ο ορισμός των ρομαντικών ή που διατείνονται ότι δεν πιστεύουν στον φτερωτό θεούλη, την παθαίνουν, το παθαίνουν, το συμβαίνει. Μία φορά στην ζωή τους; Περισσότερες; Δεν έχει σημασία.

Τι λένε, όμως, πέντε γνωστοί φιλόσοφοι για τον έρωτα; Καμία από τις κάτωθι θεωρίες δεν είναι σημαντικότερη από την προσωπική εμπειρία του καθενός μας. Ίσως όμως μπορούν να φωτίσουν τον τρόπο που εξετάζουμε το φαινόμενο, που το αντιμετωπίζουμε, που το καλωσορίζουμε στις ζωές μας. Και βιοχημικά (επιστημονικά, δηλαδή) εξηγείται ο έρωτας, και ψυχολογικά και, φυσικά, ποιητικά. Ο λόγος όμως, επί του παρόντος, στους φιλοσόφους της καρδιάς μας (sic).

1. Πλάτων

Ο Πλάτωνας θεωρεί ότι ο έρωτας είναι μια εφαρμογή της ηθικής και ότι η ιδέα του έρωτα υπάρχει στο θεό σε καθαρή κατάσταση. Δεν έχει σχέση με την ηδονή που είναι φθαρτή και παροδική. Ο έρωτας, λοιπόν, μια ιδέα γεμάτη πάθος, αλλά όχι για τη σαρκική επαφή, αλλά για το ηθικό και φυσικό κάλλος. Επομένως, μπορούμε να μοιάσουμε στο θεό μόνο αν αγαπάμε την ομορφιά, χωρίς κάποια άλλη διέγερση, χωρίς δηλαδή να επιζητούμε τον αισθησιακό πόθο. Ο Πλάτωνας θεωρεί ότι έρωτας είναι η ανάγκη και η ορμή να γνωρίσουμε κάτι καινούριο και να το μάθουμε, με τον τρόπο που ένας ερωτευμένος αναζητά και θέλει να μάθει αυτόν που αγαπά περισσότερο. Έτσι και η ψυχή έλκεται από τις ιδέες, τις οποίες γνωρίζει πριν ακόμα ενωθεί με το σώμα του ανθρώπου. Το σημαντικό επομένως για τον Πλάτωνα είναι να κατανοήσουμε ότι η ψυχή και ο έρωτας μπορούν να ταυτιστούν και ότι ο έρωτας είναι η τάση μας να κατακτήσουμε, όχι η κατάκτηση per se. Σε αυτή τη θεωρία έχει βασιστεί όλη η ιδέα του πλατωνικού έρωτα, μιας φράσης και μιας ιδέας που αναφέρεται μέχρι σήμερα: ο ιδανικός έρωτας, ο ψυχικός έρωτας, όχι αυτός που σχετίζεται με την κατάκτηση των σωμάτων.

Ο Πλάτωνας συνέγραψε ολόκληρα συγγράμματα σχετικά, από τον «Φαίδρο» (το α’ μέρος) μέχρι το «Συμπόσιο», ενώ ο έρωτας τον απασχολεί σε όλο του το έργο. «Νομίζεις»,λέει ο Σωκράτης στο ”Συμπόσιο” του Πλάτωνα, «ότι ερωτεύεσαι μια ωραία γυναίκα ή έναν ωραίο άνδρα για το κορμί της/του, όμως στην πραγματικότητα ερωτεύεσαι όχι την ομορφιά αλλά την τελειότητα που βλέπεις επάνω τους και η τελειότητα αυτή δεν μπορεί παρά να είναι η αλήθεια, αφού η αλήθεια δεν μπορεί παρά να είναι τέλεια».

2. Σοπενάουερ

Δεν έχουμε καμία άλλη επιλογή από το να ερωτευτούμε, λέει ο μελαγχολικός Γερμανός, μιας που η βιολογία είναι πιο ισχυρή από τη λογική , γεγονός που μας καθιστά δυστυχισμένους.Θεωρεί μάλιστα ο Σοπενάουερ ότι ο ρομαντικός χαρακτήρας που αναπτύσσουμε είναι απλά μια ανθρώπινη εφεύρεση ερωτικής έκφρασης και δεν είναι τίποτα άλλο από ένας τρόπος εκπλήρωσης των σεξουαλικών αναγκών. Έτσι οδηγούμαστε στην ικανοποίηση των γενετήσιων ορμών, που εν τέλει πυροδοτεί την έναρξη της δημιουργίας ενός νέου ανθρώπου. Στη «Μεταφυσική της ερωτικής αγάπης», ο Σοπενάουερ διερευνά τι είναι αυτό που προκαλεί το ερωτικό πάθος στον άνθρωπο, τι είναι αυτή η τρέλα που κυριεύει τους ερωτευμένους και για ποιον λόγο εμφανίζεται στην ανθρώπινη ζωή, υποστηρίζοντας, τελικά, ότι το ερωτικό πάθος είναι μια «τρέλα» την οποία προκαλεί στα μεμονωμένα άτομα το γένος μας. Ο έρωτας για τον φιλόσοφο αυτόν είναι μια συνειδησιακή αυταπάτη των κεκαλυμμένων γενετήσιων ορμών.

3. Κίρκεγκωρ

Ο έρωτας για τον Κίρκεγκωρ είναι ένα αέναο γίγνεσθαι, μια συνεχής διαδικασία αναζήτησης. Θα μπορούσε ποτέ το άτομο να μάθει πραγματικά τον άλλον σε μια στιγμή; Το ενστικτώδες άγγιγμα, η εφήμερη επαφή, λέει ο Κίρκεγκωρ, μπορεί να μας συναρπάζει, αλλά μπορεί να μας αφήσει ξεκρέμαστους και μόνους, μετά το πέρας του. Ο έρωτας στη θεωρία του Κίρκεγκωρ έχει έναν προορισμό που αποδίδεται με την έννοια του «θρησκευτικού» σταδίου και επικυρώνεται με τον γάμο. Για εκείνον, ο τελευταίος αποτελεί τον προσανατολισμό του έρωτα. Συγκεκριμένα, τον χαρακτηρίζει «μέσο πρόσβασης στο υπερανθρώπινο», κάτι πέρα από τις γήινες απολαύσεις και δυνατότητες. Το άτομο σε αυτή τη συνθήκη δεν αγωνιά, ούτε απελπίζεται. Λειτουργεί ελεύθερο, ατομικά, αλλά και ως μέρος ενός όλου, ενός συνόλου.Ο γάμος δεν είναι μια συναλλαγή αλλά συνύπαρξη δύο ατόμων που επιθυμούν να μη σπαταλήσουν άλλο χρόνο σε άσκοπες αναζητήσεις. Θα μπορούσε να μοιάζει με το αντίστοιχο στάδιο της προσκόλλησης, αλλά όχι τόσο με το ερωτικό στοιχείο. Ο Δανός φιλόσοφος αναλύει πώς το άτομο θα φτάσει σε ένα σημείο που το πάθος δε θα εκφράζεται με τον πόθο αλλά με πνευματική έλξη, η οποία θα κατανικήσει τους εγωισμούς και όσα κρατούν δύο ανθρώπους μακριά από την ενότητά τους, σε επίπεδο βαθύ και ουσιαστικό. Το ζητούμενο για τον φιλόσοφο είναι ίσως να καταφέρουμε να ξεπεράσουμε το πρωταρχικό στάδιο και από αυτό το σημείο και μετά να αφοσιωθούμε στην ουσία του έρωτα που είναι η μετενσάρκωσή του σε αγάπη.

4. Judith Butler

Η νεότερη φιλόσοφος της λίστας και εν ζωή φιλόσοφος έχει εκφραστεί περί έρωτος, αφού μεγάλο μέρος του σημαντικού της φιλοσοφικού έργου αφορά στα φύλα, τις σχέσεις τους και τις αλληλεπιδράσεις τους.  Αν και η Butler δεν επινόησε τη θεωρία queer, ούτε είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για τη σηµερινή πολιτική των ταυτοτήτων φύλου, το έργο της πιστώνεται συχνά ότι συνέβαλε στο να γίνουν δυνατές αυτές οι εξελίξεις. Η επίδραση είναι αµφίδροµη: τα πολιτικά κινήµατα έχουν εµπνεύσει το έργο της.

Η Butler, όπως εύστοχα γράφει ο δημοσιογράφος Τριαντάφυλλος Δελησταμάτης, μάς υπενθυμίζει πως το να είµαστε ευάλωτοι είναι η ιδιότητα που κάνει τη ζωή δυνατή. Όλα τα σώµατα πρέπει να είναι κατά κάποιο τρόπο ανοιχτά στον κόσµο και στους άλλους. Πρέπει να µπορούν να δέχονται και να προσφέρουν: να τρώνε, να αναπνέουν, να µιλάνε, να συνάπτουν σχέσεις οικειότητας. Ένα σώµα που δεν µπορεί να το κάνει αυτό δεν µπορεί να είναι ζωντανό. Για να είµαστε πλήρως ο εαυτός µας, χρειαζόµαστε ο ένας τον άλλον. Ας δούμε μερικές σκέψεις της Judith Butler γα τον έρωτα και τι (δεν) είναι κατά την άποψή της: «Διαπιστώνει κανείς ότι ο έρωτας δεν είναι μια κατάσταση, ένα συναίσθημα, μια διάθεση, αλλά μια ανταλλαγή, άνιση, γεμάτη ιστορία, φαντάσματα, λαχτάρες που είναι λιγότερο ή περισσότερο ευανάγνωστες σε όσους προσπαθούν να δουν ο ένας τον άλλον με τη δική τους ελαττωματική όραση. (…) Κατά καιρούς, όταν γνωρίζω κάποιον – όταν κάποιος επιδιώκει να με γνωρίσει ή, πράγματι, να βρει σε μένα την αφορμή για αγάπη – με ρωτούν ποια είναι η ιδέα μου για την αγάπη, και πάντα καταρρέω. Υπάρχουν σαφώς εκείνοι που έχουν τις ιδέες τους για τον έρωτα, που μπαίνουν στις συζητήσεις τους, στις επιστολές τους, στις πρώτες τους συναντήσεις έχοντας κατά νου μια ιδέα για τον έρωτα. Αυτό είναι αξιοθαύμαστο κατά κάποιον τρόπο. Και ντρέπομαι κάπως για το γεγονός ότι δεν έχω απάντηση και ότι δεν μπορώ, τη στιγμή της πιθανής αποπλάνησης, [να έχω] μια γοητευτική άποψη για την αγάπη να προσφέρω σε αυτόν με τον οποίο μιλάω. Την αγάπη τη γνωρίζει κανείς κατά κάποιον τρόπο μόνο όταν καταστρέφονται όλες οι ιδέες του, και αυτή η αποδέσμευση από αυτά που γνωρίζει είναι το παραδειγματικό σημάδι της αγάπης

5. Νίτσε

Στην Θεωρία του σκοπού της ζωής», ο Νίτσε μάς αφοπλίζει, δίνοντας τον έρωτα μια διάσταση ενδιαφέρουσα:

«Αυτός που αγαπά θέλει να γνωρίζει αποκλειστικά το πρόσωπο που επιθυμεί, θέλει να εξουσιάζει απόλυτα, τόσο την ψυχή του, όσο και το σώμα του, θέλει να αγαπιέται μονάχα αυτός, να κυριαρχεί και να βασιλεύει μέσα στην άλλη ψυχή, σαν το υψηλότερο και πιο επιθυμητό αγαθό. (…) Πώς αυτή η άγρια φιληδονία, αυτή η παράφρονη αδικία της σεξουαλικής αγάπης, υμνήθηκε και θεοποιήθηκε τόσο πολύ σε όλες τις εποχές της ιστορίας, και ακόμα, πως έβγαλαν από την αγάπη αυτή την ιδέα της αγάπης σαν αντίθετο του εγωισμού, ενώ ίσως αντιπροσωπεύει την πιο αυθόρμητη έκφρασή του; (…) Αλλά ο Έρωτας πάντα κοροϊδεύει κάτι τέτοιους βλάσφημους· είναι οι μεγαλύτεροι ευνοούμενοί του. Βέβαια, υπάρχει εδώ κι εκεί πάνω σ’ ολόκληρη τη γη κι ένα είδος επέκτασης του έρωτα, όπου η φιλήδονη επιθυμία που αισθάνονται δυο άνθρωποι ο ένας για τον άλλον, παραχωρεί τη θέση της σε μια καινούρια επιθυμία, σ’ έναν καινούριο πόθο, σε μια ύψιστη, κοινή επιθυμία, την επιθυμία ενός ιδανικού που να τους υπερβάλλει και τους δυο τους. Αλλά ποιος γνωρίζει αυτή την αγάπη; Ποιος άνθρωπος την έζησε; Το όνομά της, το αληθινό της όνομα, είναι ΦΙΛΙΑ.»

Εδώ, μπορεί να μας θυμίσει και λίγο Αριστοτέλη που αποκάλεσε τον έρωτα «υπερβολή φιλίας». Δεν τον λες και τον πρώτο υπέρμαχο της ιδέας της ρομαντικής αγάπης τον Νίτσε, όμως, φαίνεται πως αντιλαμβάνεται τα χαρακτηριστικά της. Απλώς, πιστεύει ότι κανείς δεν έχει γνωρίσει ή ζήσει αυτή την αγάπη. Ας τον αφήσουμε να τον πιστεύει και, αν τολμάμε, ας την ζήσουμε εμείς. Εδώ και τώρα!

 

Σημείωση: Αν θέλετε να μάθετε περισσότερα για τις φιλοσοφικές περί έρωτος θεωρίες, αυτό το βιβλίο μάλλον σας ενδιαφέρει.