Τον τελευταίο χρόνο αρκετοί από εμάς γελάσαμε, ή έστω χαμογελάσαμε -μεταξύ άλλων- με τα άπειρα deepfake πολιτικά βίντεο που εμφανίζονταν από το ground zero του κυβερνοχώρου στις οθόνες μας ή μπορεί να μας τα έστελναν οι φίλοι μας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Όλα, ή σχεδόν τα περισσότερα είχαν σκοπό να χρησιμοποιηθούν ως νέα (αθώα) όπλα μιας εναλλακτικής πολιτικής σάτιρας. Ωστόσο, τα προαναφερθέντα (πολιτικά) βίντεο δεν είναι τα μοναδικά που κυκλοφορούν. Αρκετοί παραποιούν βίντεο, βάζοντας για παράδειγμα το πρόσωπο του πρωθυπουργού ή μιας διασημότητας στο πρόσωπο στο σώμα ενός άλλου, αλλάζουν και προσαρμόζουν αναλόγως τη φωνή, τις εκφράσεις και την κίνηση. Μια σχεδόν παρόμοια διαδικασία ακολουθείται με εργαλεία Τεχνητής Νοημοσύνης στις άπειρες φωτογραφίες που παράγουν οι μηχανές του Midjourney και του Dall-E, με το αποτέλεσμα να είναι τόσο αληθοφανές που, δυστυχώς, γίνεται δύσκολο να διερευνηθεί η αυθεντικότητα του χωρίς τα κατάλληλα εργαλεία. Οπότε, όσο οι μηχανές που παράγουν αυτό το περιεχόμενο “εκπαιδεύονται” όλο και περισσότερο, όλο και καλύτερα, τόσο το deepfake περιεχόμενο θα σταματήσει κάποια στιγμή να είναι αστεία υπόθεση πια. Αποτελεί πλέον όπλο και μιας άλλης πραγματικότητάς: απάτες, προπαγάνδα, ρητορική μίσους και εκβιασμοί είναι μόνο μερικές από τις χρήσεις του, με αποτέλεσμα οι παθόντες να ταπεινώνονται δημόσια, στο διαδίκτυο.
Ένα πρόσφατο παράδειγμα παθούντος του deepfake περιεχομένου, είναι η Taylor Swift, το οποίο μπορεί να γνωρίζετε, ήδη, αφού έγινε viral παίρνοντας αρκετά μεγάλος προεκτάσεις. Στις 24/01 κυκλοφόρησαν στη πλατφόρμα X (πρώην Twitter), deepfake φωτογραφίες, οι οποίες απεικόνιζαν την ποπ τραγουδίστρια γυμνή και σε διάφορες σεξουαλικές φαντασιώσεις, συγκεντρώνοντας πάνω από 27 εκατομμύρια προβολές και περισσότερα από 260.000 likes μέσα σε 19 ώρες πριν ανασταλεί ο λογαριασμός που δημοσίευσε τις εικόνες.
Το X (πρώην -και για εμάς πάντα- Twitter) μπλόκαρε όσες αναζητήσεις αφορούσαν στην Taylor Swift, αντιδρώντας έτσι στις αναρτήσεις deepfake εικόνων -σεξουαλικού προσανατολισμού- και μία ημέρα μετά δημοσίευσε μια ανακοίνωση σχετικά με την εμφάνιση των deepfake εικόνων, στην οποία ανέφερε ότι «αφαιρεί ενεργά όλες τις αναγνωρισμένες εικόνες» και λαμβάνει μέτρα κατά των λογαριασμών που τις δημοσιεύουν. Η πλατφόρμα, είναι γνωστό ότι απαγορεύει ρητά το μη συναινετικό γυμνό και τα συνθετικά και παραποιημένα μέσα, όπως όλοι γνωρίζουμε. Παρά την κλιμάκωση του ζητήματος τους τελευταίους μήνες, τεχνολογικές πλατφόρμες όπως η X / το Twitter, οι οποίες έχουν αναπτύξει τα δικά τους προϊόντα γεννητικής τεχνητής νοημοσύνης, δεν έχουν ακόμη αναπτύξει εργαλεία για τον εντοπισμό περιεχομένου γεννητικής τεχνητής νοημοσύνης που αντιβαίνει στις κατευθυντήριες γραμμές τους.
Η πλατφόρμα του Elon Musk, κινητοποίησε όλες τις δυνάμεις της προκειμένου να προστατευθεί η τραγουδίστρια και εμείς σκεφτόμαστε ότι το ίδιο θα έκανε και με οποιοδήποτε άλλο διάσημο πρόσωπο, τόσο τεράστιου βεληνεκούς. Όμως, εγώ αναρωτήθηκα τι θα γινόταν αν ανέβαιναν deepfake φωτογραφίες ή βίντεο στην Ελλάδα και είχαν στόχο εμένα, εσένα, τον απλό άνθρωπο ή κάποιον άλλο κοντινό μας πρόσωπο;
Ποια είναι η διαδικασία που πρέπει να ακολουθήσει ένας απλός -μη διάσημος- πολίτης;
Αυτό ήταν το ερώτημα που έθεσα στον δικηγόρο Βασίλη Τσιότσικα, ο οποίος ειδικεύεται στο ηλεκτρονικό εμπόριο, το ηλεκτρονικό έγκλημα, τα πνευματικά δικαιώματα και το δίκαιο του διαδικτύου.
«Αρχικά γίνεται καταγγελία στη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος και αν θέλει κάποιος μπορεί να υποβάλει και μήνυση, προκειμένου να αναζητηθούν οι δράστες. Συνήθως, υποψιάζομαι ότι οι δράστες είναι άγνωστοι, κάποιοι κακόβουλοι. Σημαντικό σε αυτή την περίπτωση είναι να αναζητήσουμε και να βρούμε τα στοιχεία ταυτοποιήσης του συγκεκριμένου λογαριασμού με ένα φυσικό πρόσωπο και αυτό μπορεί να συμβεί κατόπιν άρσεως του απορρήτου των τηλεπικοινωνιών, η οποία συμβαίνει με διάταξη από τον εισαγγελέα πρωτοδικών. Εδώ μιλάμε για την περίπτωση των ανθρώπων που εμφανίζονται και παρουσιάζονται ως κάποιοι τρίτοι. Στο deepfake, ουσιαστικά παίρνουμε το πρόσωπο κάποιου τρίτου ανθρώπου και το παρουσιάζουμε σα να έχει πει ή να έχει κάνει κάτι με σκοπό να το προσβάλλουμε. Το αδίκημα που πραγματοποιείται είναι η δυσφήμιση κατά βάση. Αν το πρόσωπο είναι επιστήμονας, κάποιος άλλος ή ενδεχομένως και κάποιο πολιτικό πρόσωπο, είναι αντιποίηση ιδιότητας ή προσώπου ως αδίκημα. Θα φέρω ως παράδειγμα εμένα ως πολίτη και όχι με την ιδιότητα του δικηγόρου. Αν κάποιος κυκλοφορήσει ένα βίντεο στο οποίο λέω κάτι, προφανώς αυτό είναι δυσφήμιση προς το πρόσωπό μου, γιατί εγώ δεν το έχω κάνει. Οπότε θα μηνύσω ή θα κάνω αγωγή για συκοφαντική δυσφήμιση ή για οτιδήποτε. Από εκεί και πέρα μπορώ να κάνω μήνυση και για προσβολή της προσωπικότητας. Επιπλέον, αν το deepfake περιεχόμενο προσβάλλει την ιδιωτική ζωή μου και τα προσωπικά ή ευαίσθητα δεδομένα μου, θα κάνω αντιστοίχως καταγγελία και γι’ αυτό το αδίκημα. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο εισαγγελέας είναι υπεύθυνος για να χαρακτηρίσει το είδος του αδικήματος. Αυτό που κάνει ο παθών είναι -ενδεχομένως με τη συνδρομή δικηγορού για να είναι εμπεριστατωμένο ορθά- να υποβάλλει καταγγελία ή μήνυση στις δημόσιες αρχές, δηλαδή στην εισαγγελία ή στην δίωξη ηλεκτρονικού εγκλήματος».
Αν η deepfake φωτογραφία που θα κυκλοφορήσει εμπεριέχει γυμνό περιεχόμενο, τότε τι διαφορετικό μπορεί να συμβαίνει, ρώτησα τον κ. Τσιότσικα, σκεπτόμενη την υπόθεση της Taylor Swift.
«Σαν πράξη είναι προσβολή της προσωπικότητας, προσβάλεται πάλι ένα πρόσωπο. Αν αυτό έχει και σεξουαλικό χαρακτήρα, πάει σε άλλη ποινική διάταξη, δηλαδή, στη συκοφαντική δυσφήμιση. Όμως εξαρτάται από την ηλικία του προσώπου. Δηλαδή μπορεί να είναι απλή πορνογραφία, πορνογραφία ανηλίκων, μπορεί να είναι σε πλημμεληματική ή κακουργηματική μορφή, αυτό εξαρτάται από τα πρόσωπο που εμφανίζονται στο deep fake περιεχόμενο. Διαχειριζόμαστε διαφορετικά τη κάθε περίπτωση και είναι άλλη η βαρύτητα του ζητήματος που τελείται εις βάρος του προσώπου».
Στη συνέχεια, αναρωτήθηκα και ζήτησα να μου αναφέρει τις πιθανές ποινές που μπορεί να επιβληθούν σε κάποιον για τη διάδοση deepfake περιεχομένου στο διαδίκτυο.
«Τα αδικήματα μπορεί να είναι είτε πλημμεληματικής φύσεως δηλαδή με ποινή φυλάκισης μέχρι 5 έτη, είτε κακουργηματικής φύσεως που η ποινή είναι άνω των 5 ετών και ενδεχομένως μέχρι 15. Η ισόβια κάθειρξη σε τέτοια αδικήματα δεν υφίσταται. Επίσης, μπορεί να γίνει εκβίαση με ένα deepfake. Πρόσφατα, είχα μία υπόθεση στην οποία κάποιος εσφαλμένα είχε στην κατοχή ένα βίντεο που υποτίθεται ότι εμφάνιζε το α πρόσωπο να κάνει κάποια πράγματα. Καλεί αυτό το πρόσωπο, του γνωστοποιεί ότι έχει αυτό το βίντεο στην κατοχή του και του είπε να κάνει κάτι προκειμένου να μην το δημοσιεύσει. Κάποιοι άλλοι ζητάνε χρήματα. Σε αυτές τις περιπτώσεις χρησιμοποιείται το περιεχόμενο με σκοπό την εκβίαση. Η εκβίαση, όμως, δεν είναι πάντοτε κακούργημα. Το οικονομικό αντίτιμο που ζητείται καθορίζει αν είναι πλημμέλημα ή κακούργημα».
«Τα deepfakes, αυτό μπορεί να συμβεί και σε κάποιον πολίτη, αλλά αυτό συμβαίνει κυρίως στους επώνυμους και περισσότερο στους πολιτικούς, οι οποίοι θα εμφανίζονται να έχουν κάνει ή να έχουν πει πράγματα πριν, μετά ή κατά το χρόνο ενός πολύ σημαντικού συμβάντος στη ζωή τους με αποτέλεσμα αυτοί οι άνθρωποι να καταστρέφονται κυριολεκτικά και να μην μπορούν ποτέ να αποκαταστήσουν τη φήμη τους, αυτό το φέρνω ως παράδειγμα. Βέβαια, στις περίπτωσεις ας πούμε του πρωθυπουργού ή του προέδρου της αξιωματικης αντιπολίτευσης ενδεχομένως να κινηθεί ολοκληρός ο κρατικός μηχανισμός, ενδεχομένως να εντοπιστούν οι δράστες πολύ σύντομα και ενδεχομένως να διαδοθεί η πληροφορία στα Μ.Μ.Ε. και να αποκατασταθεί η αλήθεια. Γενικά, είναι χρονοβόρα διαδικασία να αποδείξεις ότι πρόκειται ότι για ένα deepfake περιεχόμενο που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Στη συντριπτική πλειοψηφία, το πιο πιθανό είναι οι αρχές να ασχοληθούν άμεσα και μετά από κάποιο χρονικό διάστημα να αποκαλυφθεί η αλήθεια και ο δράστης πίσω από τη πράξη του deepfake. Ωστόσο, σύντομα θα είναι τόσο μεγάλος ο όγκος του ψεύτικου περιεχομένου που αφενώς θα κλονίζεται ούτως ή άλλως η πίστη των πολιτών σε ό,τι βλέπουν και αφετέρου η αποκατάσταση της αλήθειας θα διαρκεί περισσότερο. Θα δυσκολεύει η διαδικασία εντοπισμού του δράστη, όπως και ο έλεγχος και η ταυτοποίησή του από δημόσια αρχή -ότι το βίντεο ή η φωτογραφία δεν είναι πραγματικά και έχουν αλλοιωθεί τα τεχνικά του χαρακτηριστικά- ώστε στη συνέχεια να αποκαταστηθεί η αλήθεια».
➳ Σημείωση: Για τις ανάγκες του κειμένου κάλεσα 4 φορές τη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, αλλά οι γραμμές ήταν κατειλημμένες σε όλες τις προσπάθειές μου! Αν πράγματι, ήμουν κι εγώ μια παθούσα του deepfake φαινομένου, πόσο θα έπρεπε να περιμένω στην αναμονή, πόσο θα έπρεπε να προσπαθήσω μέχρι να καταφέρω να κάνω μια καταγγελία, ώστε να κινηθούν οι απαιτούμενες διαδικασίες;
Τον τελευταίο χρόνο αρκετοί από εμάς γελάσαμε, ή έστω χαμογελάσαμε -μεταξύ άλλων- με τα άπειρα deepfake πολιτικά βίντεο που εμφανίζονταν από το ground zero του κυβερνοχώρου στις οθόνες μας ή μπορεί να μας τα έστελναν οι φίλοι μας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Όλα, ή σχεδόν τα περισσότερα είχαν σκοπό να χρησιμοποιηθούν ως νέα (αθώα) όπλα μιας εναλλακτικής πολιτικής σάτιρας. Ωστόσο, τα προαναφερθέντα (πολιτικά) βίντεο δεν είναι τα μοναδικά που κυκλοφορούν. Αρκετοί παραποιούν βίντεο, βάζοντας για παράδειγμα το πρόσωπο του πρωθυπουργού ή μιας διασημότητας στο πρόσωπο στο σώμα ενός άλλου, αλλάζουν και προσαρμόζουν αναλόγως τη φωνή, τις εκφράσεις και την κίνηση. Μια σχεδόν παρόμοια διαδικασία ακολουθείται με εργαλεία Τεχνητής Νοημοσύνης στις άπειρες φωτογραφίες που παράγουν οι μηχανές του Midjourney και του Dall-E, με το αποτέλεσμα να είναι τόσο αληθοφανές που, δυστυχώς, γίνεται δύσκολο να διερευνηθεί η αυθεντικότητα του χωρίς τα κατάλληλα εργαλεία. Οπότε, όσο οι μηχανές που παράγουν αυτό το περιεχόμενο “εκπαιδεύονται” όλο και περισσότερο, όλο και καλύτερα, τόσο το deepfake περιεχόμενο θα σταματήσει κάποια στιγμή να είναι αστεία υπόθεση πια. Αποτελεί πλέον όπλο και μιας άλλης πραγματικότητάς: απάτες, προπαγάνδα, ρητορική μίσους και εκβιασμοί είναι μόνο μερικές από τις χρήσεις του, με αποτέλεσμα οι παθόντες να ταπεινώνονται δημόσια, στο διαδίκτυο.
Ένα πρόσφατο παράδειγμα παθούντος του deepfake περιεχομένου, είναι η Taylor Swift, το οποίο μπορεί να γνωρίζετε, ήδη, αφού έγινε viral παίρνοντας αρκετά μεγάλος προεκτάσεις. Στις 24/01 κυκλοφόρησαν στη πλατφόρμα X (πρώην Twitter), deepfake φωτογραφίες, οι οποίες απεικόνιζαν την ποπ τραγουδίστρια γυμνή και σε διάφορες σεξουαλικές φαντασιώσεις, συγκεντρώνοντας πάνω από 27 εκατομμύρια προβολές και περισσότερα από 260.000 likes μέσα σε 19 ώρες πριν ανασταλεί ο λογαριασμός που δημοσίευσε τις εικόνες.
Το X (πρώην -και για εμάς πάντα- Twitter) μπλόκαρε όσες αναζητήσεις αφορούσαν στην Taylor Swift, αντιδρώντας έτσι στις αναρτήσεις deepfake εικόνων -σεξουαλικού προσανατολισμού- και μία ημέρα μετά δημοσίευσε μια ανακοίνωση σχετικά με την εμφάνιση των deepfake εικόνων, στην οποία ανέφερε ότι «αφαιρεί ενεργά όλες τις αναγνωρισμένες εικόνες» και λαμβάνει μέτρα κατά των λογαριασμών που τις δημοσιεύουν. Η πλατφόρμα, είναι γνωστό ότι απαγορεύει ρητά το μη συναινετικό γυμνό και τα συνθετικά και παραποιημένα μέσα, όπως όλοι γνωρίζουμε. Παρά την κλιμάκωση του ζητήματος τους τελευταίους μήνες, τεχνολογικές πλατφόρμες όπως η X / το Twitter, οι οποίες έχουν αναπτύξει τα δικά τους προϊόντα γεννητικής τεχνητής νοημοσύνης, δεν έχουν ακόμη αναπτύξει εργαλεία για τον εντοπισμό περιεχομένου γεννητικής τεχνητής νοημοσύνης που αντιβαίνει στις κατευθυντήριες γραμμές τους.
Η πλατφόρμα του Elon Musk, κινητοποίησε όλες τις δυνάμεις της προκειμένου να προστατευθεί η τραγουδίστρια και εμείς σκεφτόμαστε ότι το ίδιο θα έκανε και με οποιοδήποτε άλλο διάσημο πρόσωπο, τόσο τεράστιου βεληνεκούς. Όμως, εγώ αναρωτήθηκα τι θα γινόταν αν ανέβαιναν deepfake φωτογραφίες ή βίντεο στην Ελλάδα και είχαν στόχο εμένα, εσένα, τον απλό άνθρωπο ή κάποιον άλλο κοντινό μας πρόσωπο;
Ποια είναι η διαδικασία που πρέπει να ακολουθήσει ένας απλός -μη διάσημος- πολίτης;
Αυτό ήταν το ερώτημα που έθεσα στον δικηγόρο Βασίλη Τσιότσικα, ο οποίος ειδικεύεται στο ηλεκτρονικό εμπόριο, το ηλεκτρονικό έγκλημα, τα πνευματικά δικαιώματα και το δίκαιο του διαδικτύου.
«Αρχικά γίνεται καταγγελία στη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος και αν θέλει κάποιος μπορεί να υποβάλει και μήνυση, προκειμένου να αναζητηθούν οι δράστες. Συνήθως, υποψιάζομαι ότι οι δράστες είναι άγνωστοι, κάποιοι κακόβουλοι. Σημαντικό σε αυτή την περίπτωση είναι να αναζητήσουμε και να βρούμε τα στοιχεία ταυτοποιήσης του συγκεκριμένου λογαριασμού με ένα φυσικό πρόσωπο και αυτό μπορεί να συμβεί κατόπιν άρσεως του απορρήτου των τηλεπικοινωνιών, η οποία συμβαίνει με διάταξη από τον εισαγγελέα πρωτοδικών. Εδώ μιλάμε για την περίπτωση των ανθρώπων που εμφανίζονται και παρουσιάζονται ως κάποιοι τρίτοι. Στο deepfake, ουσιαστικά παίρνουμε το πρόσωπο κάποιου τρίτου ανθρώπου και το παρουσιάζουμε σα να έχει πει ή να έχει κάνει κάτι με σκοπό να το προσβάλλουμε. Το αδίκημα που πραγματοποιείται είναι η δυσφήμιση κατά βάση. Αν το πρόσωπο είναι επιστήμονας, κάποιος άλλος ή ενδεχομένως και κάποιο πολιτικό πρόσωπο, είναι αντιποίηση ιδιότητας ή προσώπου ως αδίκημα. Θα φέρω ως παράδειγμα εμένα ως πολίτη και όχι με την ιδιότητα του δικηγόρου. Αν κάποιος κυκλοφορήσει ένα βίντεο στο οποίο λέω κάτι, προφανώς αυτό είναι δυσφήμιση προς το πρόσωπό μου, γιατί εγώ δεν το έχω κάνει. Οπότε θα μηνύσω ή θα κάνω αγωγή για συκοφαντική δυσφήμιση ή για οτιδήποτε. Από εκεί και πέρα μπορώ να κάνω μήνυση και για προσβολή της προσωπικότητας. Επιπλέον, αν το deepfake περιεχόμενο προσβάλλει την ιδιωτική ζωή μου και τα προσωπικά ή ευαίσθητα δεδομένα μου, θα κάνω αντιστοίχως καταγγελία και γι’ αυτό το αδίκημα. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο εισαγγελέας είναι υπεύθυνος για να χαρακτηρίσει το είδος του αδικήματος. Αυτό που κάνει ο παθών είναι -ενδεχομένως με τη συνδρομή δικηγορού για να είναι εμπεριστατωμένο ορθά- να υποβάλλει καταγγελία ή μήνυση στις δημόσιες αρχές, δηλαδή στην εισαγγελία ή στην δίωξη ηλεκτρονικού εγκλήματος».
Αν η deepfake φωτογραφία που θα κυκλοφορήσει εμπεριέχει γυμνό περιεχόμενο, τότε τι διαφορετικό μπορεί να συμβαίνει, ρώτησα τον κ. Τσιότσικα, σκεπτόμενη την υπόθεση της Taylor Swift.
«Σαν πράξη είναι προσβολή της προσωπικότητας, προσβάλεται πάλι ένα πρόσωπο. Αν αυτό έχει και σεξουαλικό χαρακτήρα, πάει σε άλλη ποινική διάταξη, δηλαδή, στη συκοφαντική δυσφήμιση. Όμως εξαρτάται από την ηλικία του προσώπου. Δηλαδή μπορεί να είναι απλή πορνογραφία, πορνογραφία ανηλίκων, μπορεί να είναι σε πλημμεληματική ή κακουργηματική μορφή, αυτό εξαρτάται από τα πρόσωπο που εμφανίζονται στο deep fake περιεχόμενο. Διαχειριζόμαστε διαφορετικά τη κάθε περίπτωση και είναι άλλη η βαρύτητα του ζητήματος που τελείται εις βάρος του προσώπου».
Στη συνέχεια, αναρωτήθηκα και ζήτησα να μου αναφέρει τις πιθανές ποινές που μπορεί να επιβληθούν σε κάποιον για τη διάδοση deepfake περιεχομένου στο διαδίκτυο.
«Τα αδικήματα μπορεί να είναι είτε πλημμεληματικής φύσεως δηλαδή με ποινή φυλάκισης μέχρι 5 έτη, είτε κακουργηματικής φύσεως που η ποινή είναι άνω των 5 ετών και ενδεχομένως μέχρι 15. Η ισόβια κάθειρξη σε τέτοια αδικήματα δεν υφίσταται. Επίσης, μπορεί να γίνει εκβίαση με ένα deepfake. Πρόσφατα, είχα μία υπόθεση στην οποία κάποιος εσφαλμένα είχε στην κατοχή ένα βίντεο που υποτίθεται ότι εμφάνιζε το α πρόσωπο να κάνει κάποια πράγματα. Καλεί αυτό το πρόσωπο, του γνωστοποιεί ότι έχει αυτό το βίντεο στην κατοχή του και του είπε να κάνει κάτι προκειμένου να μην το δημοσιεύσει. Κάποιοι άλλοι ζητάνε χρήματα. Σε αυτές τις περιπτώσεις χρησιμοποιείται το περιεχόμενο με σκοπό την εκβίαση. Η εκβίαση, όμως, δεν είναι πάντοτε κακούργημα. Το οικονομικό αντίτιμο που ζητείται καθορίζει αν είναι πλημμέλημα ή κακούργημα».
«Τα deepfakes, αυτό μπορεί να συμβεί και σε κάποιον πολίτη, αλλά αυτό συμβαίνει κυρίως στους επώνυμους και περισσότερο στους πολιτικούς, οι οποίοι θα εμφανίζονται να έχουν κάνει ή να έχουν πει πράγματα πριν, μετά ή κατά το χρόνο ενός πολύ σημαντικού συμβάντος στη ζωή τους με αποτέλεσμα αυτοί οι άνθρωποι να καταστρέφονται κυριολεκτικά και να μην μπορούν ποτέ να αποκαταστήσουν τη φήμη τους, αυτό το φέρνω ως παράδειγμα. Βέβαια, στις περίπτωσεις ας πούμε του πρωθυπουργού ή του προέδρου της αξιωματικης αντιπολίτευσης ενδεχομένως να κινηθεί ολοκληρός ο κρατικός μηχανισμός, ενδεχομένως να εντοπιστούν οι δράστες πολύ σύντομα και ενδεχομένως να διαδοθεί η πληροφορία στα Μ.Μ.Ε. και να αποκατασταθεί η αλήθεια. Γενικά, είναι χρονοβόρα διαδικασία να αποδείξεις ότι πρόκειται ότι για ένα deepfake περιεχόμενο που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Στη συντριπτική πλειοψηφία, το πιο πιθανό είναι οι αρχές να ασχοληθούν άμεσα και μετά από κάποιο χρονικό διάστημα να αποκαλυφθεί η αλήθεια και ο δράστης πίσω από τη πράξη του deepfake. Ωστόσο, σύντομα θα είναι τόσο μεγάλος ο όγκος του ψεύτικου περιεχομένου που αφενώς θα κλονίζεται ούτως ή άλλως η πίστη των πολιτών σε ό,τι βλέπουν και αφετέρου η αποκατάσταση της αλήθειας θα διαρκεί περισσότερο. Θα δυσκολεύει η διαδικασία εντοπισμού του δράστη, όπως και ο έλεγχος και η ταυτοποίησή του από δημόσια αρχή -ότι το βίντεο ή η φωτογραφία δεν είναι πραγματικά και έχουν αλλοιωθεί τα τεχνικά του χαρακτηριστικά- ώστε στη συνέχεια να αποκαταστηθεί η αλήθεια».
➳ Σημείωση: Για τις ανάγκες του κειμένου κάλεσα 4 φορές τη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, αλλά οι γραμμές ήταν κατειλημμένες σε όλες τις προσπάθειές μου! Αν πράγματι, ήμουν κι εγώ μια παθούσα του deepfake φαινομένου, πόσο θα έπρεπε να περιμένω στην αναμονή, πόσο θα έπρεπε να προσπαθήσω μέχρι να καταφέρω να κάνω μια καταγγελία, ώστε να κινηθούν οι απαιτούμενες διαδικασίες;