Στη ρουτίνα της καθημερινότητας συμβαίνουν διάφορα πράγματα, τα οποία λόγω συνθηκών και οικειότητας πλέον μαζί τους, δε μας κάνουν και τόσο εντύπωση. Για παράδειγμα, είναι δύσκολο να συνειδητοποιήσουμε πόση ώρα αφιερώσαμε στα social media κάνοντας ανούσιο scrolling αν κάποιος δε μας ταρακουνήσει από τη θέση μας, αλλά εξίσου μας διαφεύγει, σε εμάς τους γονείς, το πόση ώρα τα παιδιά μας απασχολήθηκαν μπροστά από μια οθόνη – η οποία δε χρειάζεται να είναι πάντα αυτή του κινητού ή ενός tablet για να αποδειχθεί κρίσιμη για την ανάπτυξή τους. Κάποιοι ενδεχομένως να ταυτιστούν με αυτή την συνθήκη, όντας γονείς, ενώ κάποιοι άλλοι σίγουρα θα το έχουν παρατηρήσει. Τα παιδιά δεν έχουν μόνο εντρυφήσει στην ψηφιακή ζωή, αποτελούν πλέον αναπόσπαστο κομμάτι της για τους δημιουργούς περιεχομένου και τους διαφημιστές.

Αυτά τα παιδιά, είναι τα παιδιά της ντοπαμίνης, και εμείς, οι μεγάλοι, τους μάθαμε να μη βαριούνται. Πόσο λάθος όμως είναι όλο αυτό;

Πώς και πόσο επηρεάζει τα παιδιά η έκκριση της ντοπαμίνης από τη χρήση κινητού

Η ευρεία χρήση των κινητών τηλεφώνων μεταξύ των παιδιών προκαλεί -εδώ και χρόνια- ανησυχίες σχετικά με τις επιπτώσεις της έκκρισης ντοπαμίνης που προκαλείται από το λεγόμενο «screen time» και την κατανάλωση περιεχομένου. Όπως καταγράφει το NPR, oι ειδικοί προειδοποιούν ότι η συχνή ενασχόληση των παιδιών με τις οθόνες μπορεί να δημιουργήσει μια μορφή εθισμού στην ντοπαμίνη. Η άμεση έξαρση της ντοπαμίνης που απελευθερώνεται όταν τα παιδιά αλληλεπιδρούν με τον ψηφιακό κόσμο ενισχύει αυτή τη συμπεριφορά, κάνοντάς τα να επιθυμούν περισσότερο χρόνο στην οθόνη, να παρακολουθήσουν «ακόμα ένα», όπως λένε τα ίδια, short στο YouTube, ακόμα ένα βίντεο στο TikTok. Αυτός ο φαύλος κύκλος του εθισμού οδηγεί τα παιδιά στο να δυσκολεύονται να αποχωριστούν την οθόνη ακόμη κι αν είναι κουρασμένα, αν έπρεπε να επικεντρωθούν σε άλλες δραστηριότητες ή, γιατί όχι, να βιώσουν και την αίσθηση της πλήξης. Όμως τα παιδιά αυτής της γενιάς, που γεννήθηκαν με ένα κινητό στραμμένο επάνω τους το οποίο αργότερα κατέληξε στο χέρι τους, δεν έχουν μάθει να βαριούνται.

Αυτή η συνεχής ροή της ντοπαμίνης στον οργανισμό ενός παιδιού μπορεί επίσης να επηρεάσει τον έλεγχο του παρορμητισμού, δημιουργώντας μια σταδιακά αυξημένη ανάγκη για άμεση ικανοποίηση από την απελευθέρωση της ντοπαμίνης. Ένα τέτοιο μοτίβο διαταράσσει την ικανότητά τους να ελέγξουν ή να μάθουν να διαχειρίζονται την ικανοποίηση και το ανικανοποίητο, να διατηρούν την προσοχή τους και να ρυθμίζουν αποτελεσματικά τα συναισθήματά τους. Επιπλέον, η υπερδιέγερση των οδών της ντοπαμίνης μπορεί να εμποδίσει την ανάπτυξη άλλων κρίσιμων περιοχών του εγκεφάλου, οδηγώντας σε προβλήματα – προκλήσεις για τον εστιασμό της προσοχής τους, την κοινωνική αλληλεπίδραση αλλά και τη συναισθηματική τους ανάπτυξη.

Σε σοβαρές περιπτώσεις, αυτή η ανατροφοδότησης της ντοπαμίνης μπορεί να συμβάλει σε παρουσίαση προβληματικών συμπεριφορών, γεγονός που, σύμφωνα με το Fatherly, ωθεί ορισμένους ειδικούς να προτείνουν ως λύση την «ψηφιακή αποτοξίνωση». Επιπλέον, η συνεχής έκκριση ντοπαμίνης λόγω της επαφής με τις οθόνες μπορεί να μειώσει την ικανότητα των παιδιών να βιώνουν την αίσθηση της χαράς από φυσικές πηγές, όπως μια αγκαλιά, ένα φιλί, έναν καλό λόγο ή μια καλή πράξη, καθιστώντας τα όλο και περισσότερο εξαρτημένα από τις ψηφιακές συσκευές για ευχαρίστηση και μειώνοντας σημαντικά την ικανότητά τους να βρίσκουν την ευτυχία στις καθημερινές δραστηριότητες.

Από την άλλη πλευρά, οι γονείς που ανησυχούν και προσπαθούν να διαχειριστούν την αυξανόμενη ενασχόληση του παιδιού τους με τις οθόνες βρίσκονται συχνά σε ένα αδιέξοδο, καθώς καλούνται να βρουν μια εξατομικευμένη λύση μόνοι τους, σε ένα πρόβλημα το οποίο η επιστημονική κοινότητα δεν μπορεί να προσφέρει κάτι περισσότερο πέρα από οδηγούς και συμβουλές, όπως η ψηφιακή αποτοξίνωση. Αυτή η συνθήκη οδηγεί συχνά τους γονείς σε μια κόντρα με το παιδί τους -το οποίο δεν μπορεί να αντιληφθεί τι συμβαίνει στον οργανισμό του και ούτε ενδιαφέρεται, όπως είναι λογικό, λόγω της ηλικίας του-, με χαμένο φυσικά το παιδί, από αναπτυξιακής άποψης, και ηττημένο τον γονέα.

«Δεν είστε εσείς εναντίον του παιδιού σας, αλλά μάλλον είστε εσείς εναντίον μιας “πειρατείας” της νευρικής οδού. Είναι η ντοπαμίνη που πολεμάτε. Και αυτή δεν είναι μια δίκαιη μάχη», είχε δηλώσει στο NPR η Emily Cherkin, σύμβουλος για το screen time των παιδιών.

Όταν τα παιδιά της ντοπαμίνης δεν έχουν το κινητό στα χέρια τους

Το μοτίβο συμπεριφορών και συναισθημάτων που αναπτύσσουν και παρουσιάζουν τα παιδιά που έχουν συνηθίσει -αν όχι εθιστεί- στην απελεύθερωση της ντοπαμίνης είναι, με κάποιες εξαιρέσεις, πανομοιότυπο.

Αν και τα περισσότερα εξαρτώνται από την ηλικία και την συναισθηματική νοημοσύνη του κάθε ατόμου, τα παιδιά που έχουν συνειδητοποιήσει ή κατανοήσει το μέγεθος του προβλήματος και προσπαθούν να περιορίσουν την ενασχόλησή τους με τις οθόνες αλλά δεν τα καταφέρνουν, οδηγούνται συχνά στα αισθήματα της ενοχής ή της ντροπής, κάτι που τους αναγκάζει να επιστρέψουν στη δραστηριότητα που τους προσφέρει ικανοποίηση, δηλαδή τη χρήση κάποιας συσκευής με οθόνη. Όταν τα παιδιά δεν έχουν πρόσβαση σε κάποια οθόνη, εμφανίζουν συχνά συμπτώματα στέρησης, όπως ευερεθιστότητα (θυμός ή απογοήτευση), άγχος και διακυμάνσεις της διάθεσης, γεγονός που υποδηλώνει τη φυσική εξάρτηση από την απελευθέρωση ντοπαμίνης από την οθόνη.

Φυσικά, αυτή η εξάρτηση επεκτείνεται και στις κοινωνικές τους αλληλεπιδράσεις, καθώς χωρίς τη συνεχή ροή ντοπαμίνης στον οργανισμό τους, τα παιδιά μπορεί να δυσκολεύονται να κοινωνικοποιηθούν είτε με συνομηλίκους είτε με ενήλικες, νιώθοντας πλήξη, αδιαφορία ή ακόμη να εκφράσουν και συμπεριφορές επιθετικότητας. Η απουσία ντοπαμίνης οδηγεί επίσης σε αυξημένη παρορμητικότητα, καθιστώντας δύσκολη τη διαχείριση των συναισθημάτων και της συμπεριφοράς.

Επιπλέον, τα παιδιά αυτά μπορεί να αναζητήσουν εναλλακτικές πηγές απελευθέρωσης ντοπαμίνης, στρεφόμενα σε άλλες ηλεκτρονικές συσκευές ή δραστηριότητες που παρέχουν παρόμοια έξαψη, όπως βιντεοπαιχνίδια, τροφές με ζάχαρη αλλά και στιγμές έντασης με άλλα παιδιά (τσακωμοί, βωμολοχίες κ.λπ.) – αυτή η συμπεριφορά υπογραμμίζει πιθανόν την ψυχολογική τους εξάρτηση από τους διόδους ανατροφοδότησης της ντοπαμίνης. Μπορεί επίσης να εξαρτώνται περισσότερο από την επιβράβευση των ενηλίκων για να αντισταθμίσουν την έλλειψη ντοπαμίνης από τη στέρηση της οθόνης.

Με την πάροδο του χρόνου, η παρατεταμένη έκθεση σε οθόνες μπορεί να οδηγήσει σε δομικές αλλαγές στον εγκέφαλο, συμπεριλαμβανομένης της πρόωρης συρρίκνωσης του φλοιού, επηρεάζοντας τον γνωστικό έλεγχο και τις γλωσσικές δεξιότητες. Σε ακραίες περιπτώσεις, η απουσία ντοπαμίνης μπορεί να προκαλέσει παλινδρόμηση της συμπεριφοράς, όπου τα παιδιά επιστρέφουν σε παλαιότερες, λιγότερο ώριμες συμπεριφορές, όπως τα ξεσπάσματα ή η γκρίνια, για να αντιμετωπίσουν τα συμπτώματα στέρησης.

παιδιά
Εικονογράφηση: Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

Και τώρα τι κάνουμε που τα παιδιά εθίστηκαν στην ντοπαμίνη;

Όταν τελείωσε το φετινό πάρτι γενεθλίων της Α., της κόρης μου, οι περισσότεροι αναρωτηθήκαμε γιατί τα παιδιά -κυρίως τα αγόρια- εμφάνισαν συμπεριφορές «χούλιγκαν», όπως -δυστυχώς- χαριτολογώντας τις χαρακτηρίσαμε. Αν και μόλις 9 χρονών, θα μπορούσαν κάλλιστα να ηγηθούν ενός πετάλου οργανωμένων οπαδών σε κάποιο γήπεδο ή να πρωταγωνιστήσουν στο βίντεο κλιπ ενός τράπερ.

Οι εικόνες και οι παραστάσεις που έχουν αυτά τα παιδιά, τα παιδιά της ντοπαμίνης, είναι υπερδιπλάσιες αυτών που είχαμε εμείς σε αντίστοιχες ηλικίες και στην ταχύτητα με την οποία τις αφομοίωσαν προφανώς και δεν πρόλαβαν να συνειδητοποιήσουν τι ακριβώς είναι αυτό που μόλις παρακολούθησαν, άκουσαν, ένιωσαν. Ο σύγχρονος τρόπος ζωής που περιβάλλει το άτομο με οθόνες, ανεξαρτήτως την ηλικία του, δεν προσφέρεται για περιορισμένη έκθεση στο οτιδήποτε, για μικρές αναζωογονητικές παύσεις, για στιγμές του απολύτως τίποτα, για ανασκόπηση και ενδοσκόπηση, για αναθεώρηση και φιλτράρισμα. Όλα περνάμε μπροστά απ’ τα μάτια μας σε χρόνο ενός swipe ή ενός scroll και ό,τι εμφανίστηκε μπροστά μας θεωρείται δεδομένο και πραγματικότητα.

Μαζεύοντας την επόμενη μέρα τα απομεινάρια ενός κατά τ’ άλλα επιτυχημένου πάρτι, σε σπίτι αυτή τη φορά, συνάντησα την κυρία που μένει στο ακριβώς δίπλα σπίτι. «Σας ευχαριστούμε για την κατανόηση και σας ζητούμε συγγνώμη για την αναστάτωση» της είπα, για να ακολουθήσει μια ενδιαφέρουσα συζήτηση με αρκετές αναφορές στα παιδικά πάρτι της εποχής μας. «Δεν ξέρω τι συμβαίνει με τα παιδιά, αλλά έχουν αλλάξει πολύ. Κάποτε χορεύαμε στα πάρτι -μούσκεμα γινόμασταν-, καθόμασταν και συζητούσαμε ποιος αγαπάει ποια και ποια δε θέλει ποιον, παίζαμε διάφορα παιχνίδια, δικά μας αυτοσχέδια αλλά και με ό,τι βρίσκαμε στο σπίτι του άλλου, γελούσαμε, κάναμε τα “δικά μας” – παιδικά πράγματα. Μου το έλεγε η κόρη μου ότι τα πράγματα δεν είναι όπως παλιά και με λυπεί που τελικά έχει δίκιο. Δεν ξέρω, ίσως φταίει που είναι συνέχεια με ένα κινητό στο χέρι».

Αυτά τα λόγια της γειτόνισσας είχαν πλέον λύσει τον γρίφο που κανείς μας δεν είχε σκεφτεί νωρίτερα. Επαναφέροντας στη μνήμη μου και άλλες αντίστοιχες συμπεριφορές στις οποίες είχα γίνει μάρτυρας στο παρελθόν και προσπαθώντας να ενώσω τα κομμάτια ενός παζλ (άτυπου ψυχογραφήματος), νομίζω πως το κρίσιμο στοιχείο είναι ο εθισμός των παιδιών στις οθόνες. Όσο είναι μακριά τους παρουσιάζουν τις συμπεριφορές που καταγράφηκαν παραπάνω και όσο είναι κοντά τους παραμένουν “ήσυχα”. Τα παιδιά της ντοπαμίνης δε θα μάθουν ποτέ να παρτάρουν.