Όσο μελωδικά κι αν το τραγούδησε το μακρινό 1942 ο Dooley Wilson, ένα φιλί δεν είναι ποτέ απλώς ένα φιλί. Είτε μιλάμε για τον περασμένο αιώνα, είτε για το καταιγιστικό κι αβέβαιο έτος 2022, το φιλί είναι πάντοτε ένας πανάρχαιος τρόπος έκφρασης – ένα χειρονομιακό λήμμα αναγνωρίσιμο από όλο τον κόσμο, ανεξαρτήτως καταγωγής ή μητρικής γλώσσας.

Κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα πότε αρχίσαμε οι άνθρωποι να φιλιόμαστε. Υπολογίζεται ότι τα φιλιά εμφανίστηκαν για πρώτη φορά πριν από περίπου 4000 χρόνια. Εκείνοι όμως οι οποίοι ανήγαγαν το φιλί σε τέχνη ήταν οι Ρωμαίοι. Κατά τον Μεσαίωνα αναπτύχθηκαν διάφορα είδη φιλιών που υποδήλωναν κοινωνική διαβάθμιση, ενώ αργότερα η χριστιανική εκκλησία υιοθέτησε μέρος της παλιάς ρωμαϊκής τελετουργίας του φιλιού στη θρησκευτική τελετή του γάμου. Το φιλί που δίνει ο γαμπρός στη νύφη ακόμη και σήμερα προέρχεται από εκείνη την εποχή.

Μέχρι τις αρχές του 17ου αιώνα, μια εποχή κατά την οποία η Ευρώπη μαστιζόταν από την πανούκλα, το φιλί στο στόμα είχε εξαφανιστεί από τη δημόσια πρακτική. Έτσι, αναπτύχθηκε μια ολόκληρη εθιμοτυπία χαιρετισμού, η οποία βασίστηκε στις – από μακριά κι αγαπημένοι – υποκλίσεις και τη χειραψία, που αναπτύχθηκε αυτήν ακριβώς την εποχή.

Το φιλί πέρασε στη σφαίρα της ιδιωτικής ζωής και για πολλά χρόνια περιορίστηκε εκεί. Θεωρήθηκε απρεπές, μέχρι που η γέννηση της Έβδομης Τέχνης το εισήγαγε και πάλι στη δημόσια σφαίρα και μάλιστα καθόλου δειλά. Ο κινηματογράφος σαφώς και δεν εφηύρε το φιλί, αλλά ενδεχομένως βοήθησε να γίνει πιο ουσιαστικό. Εκείνο που είναι σίγουρο είναι ότι οι κινηματογραφικές ταινίες – και ειδικά οι ταινίες του Χόλυγουντ – έκαναν το φιλί και πάλι ορατό. Καθιέρωσαν μια γοητευτική εικονογραφία για μια εμπειρία που, στην πραγματική ζωή, είναι συχνά πρόχειρη, αδέξια και όχι απόλυτα χαριτωμένη.

Το περιβόητο κινηματογραφικό φιλί των May Irwin και John Rice

Φυσικά, ο κόσμος θέλησε να μιμηθεί τα κινηματογραφικά φιλιά, αυτή τη μαρτυρική συνάντηση από δυο ζευγάρια χείλια που οι κινηματογραφιστές ήδη από τότε ανήγαγαν σε υψηλή τέχνη. Το κοινό φούντωσε από επιθυμία παρακολουθώντας την May Irvin και τον John Rice να φιλιούνται για δεκαοχτώ ολόκληρα δευτερόλεπτα στην τελευταία σκηνή του μιούζικαλ «The Widow Jones» του 1896.

Αφουγκραζόμενη  αυτήν τη διάχυτη επιθυμία, το 1911, η τότε δημοφιλής εταιρία τσίχλας Listerated Pepsin Gum έκανε κίνηση ματ, φτιάχνοντας έναν εύχρηστο οδηγό για το πώς να φιλήσει κανείς ένα κορίτσι. Ο εν λόγω οδηγός – που στις μέρες μας μάλλον θα είχε τον τίτλο «Πώς να φρικάρεις ένα κορίτσι» – περιείχε συμβουλές βήμα-βήμα, όπως παραδείγματος χάριν «μην της πεις τις προθέσεις σου», «μην ζητήσεις την άδειά της», «κοίτα την ονειροπόλα στα μάτια», «μην βιάζεσαι» και – προπαντός – «μη την φιλήσεις, μέχρι να βεβαιωθείς ότι χρησιμοποιεί Listerated Pepsin Gum, τη μόνη αντισηπτική τσίχλα που κάνει το φιλί ασφαλές».

Ο οδηγός αυτός αντανακλά έντονα τα έμφυλα πρότυπα εκείνης της εποχής, χτυπά φιλικά στην πλάτη τον άντρα κυνηγό που παίρνει αυτό που θέλει χωρίς να ρωτά και προειδοποιεί για το ανυπάκουο κορίτσι που δεν είναι πάντα έτοιμο να το φιλήσουν. Επιπλέον, το – απρόσμενο για την εποχή – μάρκετινγκ της εταιρίας φόρτωνε μεν όλο το βάρος στη γυναίκα, χωρίς όμως να προσφέρει και μια γυναικεία εκδοχή του ίδιου οδηγού.

Ο κινηματογράφος συνέχισε να δημιουργεί όλων των ειδών τις προσδοκίες σχετικά με το φιλί και την οικειότητα και αντίστοιχοι οδηγοί συνέχισαν να κυκλοφορούν κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα. Όλοι, όμως, ανεξαιρέτως – ακριβώς επειδή επηρεάζονταν από τα κινηματογραφικά φιλιά – εστίαζαν στο πώς αυτά έπρεπε να φαίνονται στους θεατές, τους εξωτερικούς παρατηρητές. Στις βωβές ταινίες της δεκαετίας του 1920, τα φιλιά έμοιαζαν συχνά μάλλον αδέξια. Ωστόσο, από τα μέσα της δεκαετίας του 1930, το Χόλυγουντ προσέφερε πιο στυλιζαρισμένες εκδοχές, κατά τις οποίες οι πρωταγωνίστριες σχεδόν πάθαιναν αυχενικό προκειμένου να επιτευχθεί το σωστό κοντινό πλάνο που ήθελε και τα δύο πρόσωπα των πρωταγωνιστών να φαίνονται πολύ καθαρά και – φυσικά – τον άντρα να φαίνεται πάντοτε σημαντικά ψηλότερος από τη γυναίκα – ένα στοιχείο ιδιαίτερα επίμονο στη ρομαντική εικονογραφία.

Το φιλί είναι μια μορφή τέχνης και, όπως όλες οι μορφές τέχνης, το κυρίαρχο στυλ αλλάζει ανάλογα με την εποχή. Έτσι, ενώ ένα φιλί μπορεί να ισοδυναμούσε με ένα happy end στη δεκαετία του 1950, αυτό άλλαξε με τη σεξουαλική επανάσταση της δεκαετίας του 1960 και στη συνέχεια άλλαξε ξανά με την επιστροφή στον ηθικό συντηρητισμό της εποχής Ρίγκαν στη δεκαετία του 1980. Με κάθε δεκαετία, η τέχνη του φιλιού γνώρισε σημαντικές αλλαγές ανάλογα με το τι συνέβαινε στην κουλτούρα μας εκείνη την εποχή, καθώς και με τους περιορισμούς που επιβάλλονταν στους κινηματογραφιστές. Η ιστορία του φιλιού στην οθόνη είναι γεμάτη με κρυφά νοήματα.

Κάνοντας μια αναδρομή στα πιο διάσημα φιλιά του Χόλυγουντ, βρίσκεται κανείς να κολυμπά σε μια θάλασσα κινηματογραφικής ρομαντικής σημειολογίας που από τις απαρχές του σινεμά ως σήμερα υπαγορεύει το πως φαντασιωνόμαστε και συχνά σκηνοθετούμε τα φιλιά της ζωής μας. Τα φιλιά, όπως όλα τα κινηματογραφικά πρότυπα και σύμβολα, συχνά αποκαλύπτουν πολύ περισσότερα από όσα τους αναγνωρίζουμε. Είναι ένα crush test για την πολιτισμική στιγμή στην οποία διαδραματίζεται μια ταινία. Ακολουθεί και κυλάει ανάλογα με το τι συμβαίνει στο κοινωνικοπολιτικό στερέωμα.

Το φιλί στην οθόνη δίνει μια εικόνα για το πώς αισθανόμαστε ως κοινωνία για την οικειότητα. Μας αναγκάζει να έρθουμε πρόσωπο με πρόσωπο με τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται οι γυναίκες, τόσο στην οθόνη όσο και εκτός αυτής. Μας αναγκάζουν να αντιμετωπίσουμε τη δική μας εσωτερικευμένη ομοφοβία, το ρατσισμό και τη στενοκεφαλιά όταν πρόκειται για το ποιος μπορεί να εκφράσει σωματική στοργή δημόσια. Υπό αυτό το πρίσμα, τα φιλιά μπορεί να είναι μια μορφή εξέγερσης, μια αντίσταση στα συντηρητικά ιδεώδη και μια μοναδική ερμηνεία της παρούσας στιγμής που δεν είναι ακόμα προφανής.