«Η σύγκριση είναι ο κλέφτης της χαράς», έγραψε κάποτε ο Θίοντορ Ρούσβελτ. Σήμερα, αυτός ο κλέφτης όχι μόνο παραμένει ενεργός, αλλά έχει βρει το τέλειο καταφύγιο: τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Εκεί, όπου κάθε σκρολάρισμα γίνεται μια αθέατη δίκη, κι εμείς οι ίδιοι γινόμαστε και δικαστές και οι κατηγορούμενοι. Πόσες φορές έχεις κρίνει τη ζωή σου με βάση ένα «καλοφωτισμένο» στιγμιότυπο από τη ζωή κάποιου άλλου; Ίσως περισσότερες απ’ όσες θα ήθελες να παραδεχθείς.
Στον ψηφιακό κόσμο, όπως και στον πραγματικό, η σύγκριση είναι ένα παιχνίδι που όλοι παίζουμε, συχνά χωρίς να το συνειδητοποιούμε. Οι ψυχολόγοι το αποκαλούν «κοινωνική σύγκριση». Εμείς απλώς το ζούμε, συχνά με μια γεύση γλυκόπικρης ματαίωσης. Στο διαδίκτυο, η σύγκριση αποκτά νέες, λαμπερές μορφές. Κάθε like, κάθε σχόλιο, κάθε μοιρασμένη ανάρτηση γίνεται ένας ψηφιακός δείκτης που μετρά – ή καλύτερα, ζυγίζει – την αξία μας σε σχέση με τους άλλους. Πόσες φορές δεν έχεις συγκρίνει τον αριθμό των καρδιών κάτω από το δικό σου ποστ με εκείνες των φίλων σου; Πόσες φορές δεν κοίταξες το σώμα σου στον καθρέφτη, ύστερα από μια ματιά στο προφίλ ενός influencer που μοιάζει να ξεπήδησε από κάποιον ονειρικό κόσμο γυμναστικής και λάμψης;
Για κάποιους άλλους, η σύγκριση παίρνει άλλες μορφές. Κάποιοι νέοι γονείς μπορεί να παρακολουθούν την ανάπτυξη του μωρού τους με την ίδια αγωνία που μετράει ένας κηπουρός τα πρώτα φύλλα που θα βγάλει ένα φυτό, προσπαθώντας απεγνωσμένα να καταλάβει αν το μικρό «μωρό» του είναι μπροστά ή πίσω από τα υπόλοιπα. Κι όταν οι άλλοι φαίνεται να προηγούνται, ο κόσμος γίνεται ξαφνικά μοναχικός. Είναι εκείνη η στιγμή που η σύγκριση δεν είναι απλώς μια σιωπηλή πράξη. Είναι μια μικρή προδοσία προς τον ίδιο μας τον εαυτό.
Τα social media, σαν μια απέραντη πασαρέλα, προβάλλουν το «ιδανικό». Ένα τέλειο σώμα, μια ιδανική σχέση, ένα ονειρικό ταξίδι. Το πρόβλημα είναι ότι αυτή η τελειότητα δεν είναι απλώς αληθοφανής. Είναι προϊόν επιμέλειας, φιλτραρίσματος, και κυρίως, μιας επιμελώς κρυμμένης πραγματικότητας. Αλλά εμείς; Εμείς την καταναλώνουμε αχόρταγα, σαν να είναι η μόνη αλήθεια.
Είναι, όμως, η αλήθεια; Μάλλον όχι. Όσο βλέπεις τις επιτυχίες των άλλων, τόσο οι δικές σου μοιάζουν με ψίχουλα. Όσο περισσότερο συγκρίνεσαι, τόσο πιο άσχημα αισθάνεσαι. Και είναι αστείο: οι ίδιες πλατφόρμες που υποτίθεται ότι μας φέρνουν πιο κοντά, στην πραγματικότητα μας απομακρύνουν από τον ίδιο μας τον εαυτό.
Έχεις αναρωτηθεί ποτέ γιατί επιτρέπεις αυτόν τον φαύλο κύκλο; Δεν φταίει μόνο το περιεχόμενο, αλλά κι εμείς που του δίνουμε χώρο στη ζωή μας. Ίσως, γιατί η σύγκριση φέρνει μια αλλόκοτη ηδονή. Μια στιγμιαία παρηγοριά ότι μπορούμε κι εμείς, αν προσπαθήσουμε λίγο παραπάνω. Αλλά, όμως, αυτή η ηδονή είναι τοξική. Δεν προσφέρει τίποτα άλλο παρά ένα φάντασμα ευτυχίας που ξεθωριάζει γρήγορα, αφήνοντας πίσω του το κενό.
Θυμάμαι μια φίλη μου, την Αναστασία, που κάποτε μού έλεγε ότι το Instagram είναι σαν μια μόνιμη βιτρίνα. Κοιτάς μέσα και βλέπεις ό,τι πιο λαμπερό, αλλά ποτέ δεν έχεις πρόσβαση σε αυτό που πραγματικά συμβαίνει πίσω από τις κουρτίνες. Πόσες ώρες χάθηκαν μπροστά σε μια οθόνη, αναλύοντας φωτογραφίες που δεν λένε τίποτα για την πραγματική ζωή; Πόσα βράδια πέρασαν χωρίς να κοιτάξεις στα μάτια έναν άνθρωπο, επειδή κοιτούσες το feed σου;
Και μετά έρχεται η ζήλια. Όχι η ευγενής, που σε εμπνέει να γίνεις καλύτερος, αλλά η άλλη, η σκοτεινή. Αυτή που σε κάνει να μισείς τον εαυτό σου γιατί δεν έχεις όσα νομίζεις ότι έχουν οι άλλοι. Και το χειρότερο; Ίσως αυτοί οι άλλοι να αισθάνονται το ίδιο, συγκρίνοντας τον εαυτό τους με άλλους «άλλους». Και κάπως έτσι μεγαλώνει ένας φαύλος κύκλος, από τον οποίο κανείς δεν βγαίνει κερδισμένος.
Αντί, λοιπόν, να κοιτάξουμε προς τα μέσα, προτιμούμε να κοιτάμε προς τα έξω. Είναι πιο εύκολο να θαυμάζεις τη ζωή κάποιου άλλου από το να έρθεις αντιμέτωπος με τη δική σου. Η σύγκριση γίνεται ένας τρόπος να αποφεύγουμε την αυτοκριτική, αλλά και μια παγίδα που μας κρατά δέσμιους.
Μπορούμε, όμως, να ξεφύγουμε; Η απάντηση είναι ναι, αλλά θέλει δουλειά. Πρώτα, χρειάζεται να αναγνωρίσουμε την ψευδαίσθηση. Να θυμόμαστε ότι αυτό που βλέπουμε online είναι μια σκηνοθεσία, όχι η πραγματικότητα. Έπειτα, πρέπει να σταματήσουμε να ψάχνουμε την αξία μας στα likes και στις καρδιές. Δεν είμαστε το άθροισμα των ψηφιακών αντιδράσεων που λαμβάνουμε.
Ίσως, το πιο δύσκολο, αλλά και το πιο λυτρωτικό, είναι να καλλιεργήσουμε την ευγνωμοσύνη. Να μάθουμε να εκτιμάμε όσα έχουμε, αντί να κυνηγάμε όσα νομίζουμε ότι μας λείπουν. Κι αν χρειαστεί, να αποσυνδεθούμε. Να πάρουμε αποστάσεις από την οθόνη και να επιστρέψουμε σε αυτό που έχει αληθινή σημασία: τις σχέσεις μας, την προσωπική μας εξέλιξη, τη ζωή. Εξάλλου, στο τέλος της ημέρας, η σύγκριση δεν μας καθορίζει. Μας καθορίζει το πώς επιλέγουμε να ζούμε, μακριά από την ανάγκη για επιβεβαίωση. Ας αφήσουμε, λοιπόν, την οθόνη. Και ας δούμε την αλήθεια που υπάρχει μπροστά μας.
➳ Διαβάστε επίσης: Πώς να αποφεύγετε τους τοξικούς ανθρώπους στη ζωή σας
«Η σύγκριση είναι ο κλέφτης της χαράς», έγραψε κάποτε ο Θίοντορ Ρούσβελτ. Σήμερα, αυτός ο κλέφτης όχι μόνο παραμένει ενεργός, αλλά έχει βρει το τέλειο καταφύγιο: τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Εκεί, όπου κάθε σκρολάρισμα γίνεται μια αθέατη δίκη, κι εμείς οι ίδιοι γινόμαστε και δικαστές και οι κατηγορούμενοι. Πόσες φορές έχεις κρίνει τη ζωή σου με βάση ένα «καλοφωτισμένο» στιγμιότυπο από τη ζωή κάποιου άλλου; Ίσως περισσότερες απ’ όσες θα ήθελες να παραδεχθείς.
Στον ψηφιακό κόσμο, όπως και στον πραγματικό, η σύγκριση είναι ένα παιχνίδι που όλοι παίζουμε, συχνά χωρίς να το συνειδητοποιούμε. Οι ψυχολόγοι το αποκαλούν «κοινωνική σύγκριση». Εμείς απλώς το ζούμε, συχνά με μια γεύση γλυκόπικρης ματαίωσης. Στο διαδίκτυο, η σύγκριση αποκτά νέες, λαμπερές μορφές. Κάθε like, κάθε σχόλιο, κάθε μοιρασμένη ανάρτηση γίνεται ένας ψηφιακός δείκτης που μετρά – ή καλύτερα, ζυγίζει – την αξία μας σε σχέση με τους άλλους. Πόσες φορές δεν έχεις συγκρίνει τον αριθμό των καρδιών κάτω από το δικό σου ποστ με εκείνες των φίλων σου; Πόσες φορές δεν κοίταξες το σώμα σου στον καθρέφτη, ύστερα από μια ματιά στο προφίλ ενός influencer που μοιάζει να ξεπήδησε από κάποιον ονειρικό κόσμο γυμναστικής και λάμψης;
Για κάποιους άλλους, η σύγκριση παίρνει άλλες μορφές. Κάποιοι νέοι γονείς μπορεί να παρακολουθούν την ανάπτυξη του μωρού τους με την ίδια αγωνία που μετράει ένας κηπουρός τα πρώτα φύλλα που θα βγάλει ένα φυτό, προσπαθώντας απεγνωσμένα να καταλάβει αν το μικρό «μωρό» του είναι μπροστά ή πίσω από τα υπόλοιπα. Κι όταν οι άλλοι φαίνεται να προηγούνται, ο κόσμος γίνεται ξαφνικά μοναχικός. Είναι εκείνη η στιγμή που η σύγκριση δεν είναι απλώς μια σιωπηλή πράξη. Είναι μια μικρή προδοσία προς τον ίδιο μας τον εαυτό.
Τα social media, σαν μια απέραντη πασαρέλα, προβάλλουν το «ιδανικό». Ένα τέλειο σώμα, μια ιδανική σχέση, ένα ονειρικό ταξίδι. Το πρόβλημα είναι ότι αυτή η τελειότητα δεν είναι απλώς αληθοφανής. Είναι προϊόν επιμέλειας, φιλτραρίσματος, και κυρίως, μιας επιμελώς κρυμμένης πραγματικότητας. Αλλά εμείς; Εμείς την καταναλώνουμε αχόρταγα, σαν να είναι η μόνη αλήθεια.
Είναι, όμως, η αλήθεια; Μάλλον όχι. Όσο βλέπεις τις επιτυχίες των άλλων, τόσο οι δικές σου μοιάζουν με ψίχουλα. Όσο περισσότερο συγκρίνεσαι, τόσο πιο άσχημα αισθάνεσαι. Και είναι αστείο: οι ίδιες πλατφόρμες που υποτίθεται ότι μας φέρνουν πιο κοντά, στην πραγματικότητα μας απομακρύνουν από τον ίδιο μας τον εαυτό.
Έχεις αναρωτηθεί ποτέ γιατί επιτρέπεις αυτόν τον φαύλο κύκλο; Δεν φταίει μόνο το περιεχόμενο, αλλά κι εμείς που του δίνουμε χώρο στη ζωή μας. Ίσως, γιατί η σύγκριση φέρνει μια αλλόκοτη ηδονή. Μια στιγμιαία παρηγοριά ότι μπορούμε κι εμείς, αν προσπαθήσουμε λίγο παραπάνω. Αλλά, όμως, αυτή η ηδονή είναι τοξική. Δεν προσφέρει τίποτα άλλο παρά ένα φάντασμα ευτυχίας που ξεθωριάζει γρήγορα, αφήνοντας πίσω του το κενό.
Θυμάμαι μια φίλη μου, την Αναστασία, που κάποτε μού έλεγε ότι το Instagram είναι σαν μια μόνιμη βιτρίνα. Κοιτάς μέσα και βλέπεις ό,τι πιο λαμπερό, αλλά ποτέ δεν έχεις πρόσβαση σε αυτό που πραγματικά συμβαίνει πίσω από τις κουρτίνες. Πόσες ώρες χάθηκαν μπροστά σε μια οθόνη, αναλύοντας φωτογραφίες που δεν λένε τίποτα για την πραγματική ζωή; Πόσα βράδια πέρασαν χωρίς να κοιτάξεις στα μάτια έναν άνθρωπο, επειδή κοιτούσες το feed σου;
Και μετά έρχεται η ζήλια. Όχι η ευγενής, που σε εμπνέει να γίνεις καλύτερος, αλλά η άλλη, η σκοτεινή. Αυτή που σε κάνει να μισείς τον εαυτό σου γιατί δεν έχεις όσα νομίζεις ότι έχουν οι άλλοι. Και το χειρότερο; Ίσως αυτοί οι άλλοι να αισθάνονται το ίδιο, συγκρίνοντας τον εαυτό τους με άλλους «άλλους». Και κάπως έτσι μεγαλώνει ένας φαύλος κύκλος, από τον οποίο κανείς δεν βγαίνει κερδισμένος.
Αντί, λοιπόν, να κοιτάξουμε προς τα μέσα, προτιμούμε να κοιτάμε προς τα έξω. Είναι πιο εύκολο να θαυμάζεις τη ζωή κάποιου άλλου από το να έρθεις αντιμέτωπος με τη δική σου. Η σύγκριση γίνεται ένας τρόπος να αποφεύγουμε την αυτοκριτική, αλλά και μια παγίδα που μας κρατά δέσμιους.
Μπορούμε, όμως, να ξεφύγουμε; Η απάντηση είναι ναι, αλλά θέλει δουλειά. Πρώτα, χρειάζεται να αναγνωρίσουμε την ψευδαίσθηση. Να θυμόμαστε ότι αυτό που βλέπουμε online είναι μια σκηνοθεσία, όχι η πραγματικότητα. Έπειτα, πρέπει να σταματήσουμε να ψάχνουμε την αξία μας στα likes και στις καρδιές. Δεν είμαστε το άθροισμα των ψηφιακών αντιδράσεων που λαμβάνουμε.
Ίσως, το πιο δύσκολο, αλλά και το πιο λυτρωτικό, είναι να καλλιεργήσουμε την ευγνωμοσύνη. Να μάθουμε να εκτιμάμε όσα έχουμε, αντί να κυνηγάμε όσα νομίζουμε ότι μας λείπουν. Κι αν χρειαστεί, να αποσυνδεθούμε. Να πάρουμε αποστάσεις από την οθόνη και να επιστρέψουμε σε αυτό που έχει αληθινή σημασία: τις σχέσεις μας, την προσωπική μας εξέλιξη, τη ζωή. Εξάλλου, στο τέλος της ημέρας, η σύγκριση δεν μας καθορίζει. Μας καθορίζει το πώς επιλέγουμε να ζούμε, μακριά από την ανάγκη για επιβεβαίωση. Ας αφήσουμε, λοιπόν, την οθόνη. Και ας δούμε την αλήθεια που υπάρχει μπροστά μας.
➳ Διαβάστε επίσης: Πώς να αποφεύγετε τους τοξικούς ανθρώπους στη ζωή σας