Το πρώτο σημάδι ότι κάτι δεν πηγαίνει καλά ήταν η κούραση. Στη συνέχεια διαταραχές στη μνήμη. Για μία γυναίκα κοντά στα 40 όλα οδηγούν στο συμπέρασμα πως βιώνει τη περιεμμηνόπαυση. Φυσιολογική συνέπεια της γήρανσης ή μήπως οφείλεται στο διανοητικό βάρος της ισορροπίας ανάμεσα στη δουλειά, την οικογένεια και τις κοινωνικές υποχρεώσεις;
Το να ξεχωρίσεις τι είναι περιεμμηνόπαυση και τι απλώς μέρος της ζωής είναι δύσκολο, αλλά η περίοδος πριν από την εμμηνόπαυση μπορεί να φέρει ανησυχητικά συμπτώματα – ειδικά γνωστικά, όπως δυσκολία στην ανάκληση ονομάτων και προβλήματα συγκέντρωσης.
«Γνωρίζουμε πλέον ότι έως και το 62% των περιεμμηνοπαυσιακών και μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών αναφέρουν αυτά τα [γνωστικά συμπτώματα], τα οποία μπορεί να είναι τόσο σοβαρά ώστε να προκαλέσουν φόβους για πρώιμη άνοια» λέει η Lisa Mosconi, διευθύντρια του Women’s Brain Initiative στο Weill Cornell Medicine στη Νέα Υόρκη.
Αν και για χρόνια αγνοούνταν ή αποδίδονταν απλώς στη φυσιολογική γήρανση, οι νευρολογικές επιπτώσεις της εμμηνόπαυσης προσελκύουν επιτέλους το επιστημονικό ενδιαφέρον. Είναι πλέον σαφές ότι κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου συμβαίνουν αλλαγές στον εγκέφαλο – και ότι κάποιες από αυτές μπορεί τελικά να είναι θετικές. Ακόμα περισσότερο αυτές οι αλλαγές δείχνουν ότι η εμμηνόπαυση μπορεί να προσφέρει ένα κρίσιμο παράθυρο – στάδιο για την προστασία της υγείας του εγκεφάλου. Το ερώτημα είναι πώς;
Η εμμηνόπαυση συμβαίνει όταν μία γυναίκα σταματά να έχει έμμηνο ρύση και οι ωοθήκες του παύουν να παράγουν σημαντικές ποσότητες οιστρογόνων και προγεστερόνης, των δύο βασικών σεξουαλικών ορμονών που ρυθμίζουν τη γυναικεία αναπαραγωγή. Αυτό συνήθως συμβαίνει μεταξύ των ηλικιών 45 και 55, αλλά μπορεί να συμβεί και νωρίτερα, είτε φυσικά είτε λόγω αφαίρεσης ή βλάβης των ωοθηκών. Η περιεμμηνόπαυση είναι η προειδοποίησης αυτής της μετάβασης, ξεκινώντας έως και μια δεκαετία πριν από την τελευταία περίοδο μιας γυναίκας.
Ο εγκέφαλος συνδέεται στενά με τις ωοθήκες μέσω ενός δικτύου αδένων και πολλές περιοχές του διαθέτουν υποδοχείς για τις αναπαραγωγικές ορμόνες επιτρέποντας σε αυτές να επηρεάζουν άμεσα τη λειτουργία του εγκεφάλου, την ανάπτυξη και τη γνωστική ικανότητα. Η πιο μελετημένη από αυτές είναι η οιστραδιόλη που παράγεται κατά τη διάρκεια των αναπαραγωγικών χρόνων μιας γυναίκας. Στον εγκέφαλο προστατεύει τους νευρώνες από βλάβες, διεγείρει την ανάπτυξη νέων και αλληλεπιδρά με τους νευροδιαβιβαστές που εμπλέκονται στη συγκέντρωση, την επεξεργασία πληροφοριών και τη ρύθμιση των συναισθημάτων.
«Κατά την εμμηνόπαυση, έχουμε αυτή τη βαθιά απώλεια της οιστραδιόλης συγκεκριμένα και αυτοί οι υποδοχείς οιστρογόνων στον εγκέφαλο μένουν, κατά κάποιον τρόπο, “πεινασμένοι”», λέει η Liisa Galea, η οποία μελετά τις σεξουαλικές ορμόνες και τη γνωστική λειτουργία στο Κέντρο για την Εξάρτηση και την Ψυχική Υγεία στο Τορόντο του Καναδά.
Αυτές οι ορμόνες δεν εξαφανίζονται απλώς από τη μια μέρα στην άλλη. «Είναι μια πολύ ασταθής διαδικασία, όπου το σύστημα καταρρέει μετά ενεργοποιείται ένα είδος εφεδρικής γεννήτριας που λειτουργεί για ένα διάστημα και στη συνέχεια το σύστημα αποτυγχάνει ξανά, γι’ αυτό και παρατηρούνται αυτές οι έντονες και πολύ ασταθείς ορμονικές διακυμάνσεις» εξηγεί η Claudia Barth, νευροεπιστήμονας στο Νοσοκομείο Diakonhjemmet στο Όσλο της Νορβηγίας.
Ο εγκέφαλος δεν ανταποκρίνεται καλά σε τέτοιες διακυμάνσεις. «Δεν μας αρέσουν οι ορμονικές εξάρσεις, δεν μας αρέσει η απότομη απόσυρση των ορμονών», λέει η Pauline Maki, διευθύντρια του Προγράμματος Έρευνας για την Ψυχική Υγεία των Γυναικών στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόις στο Σικάγο. «Αυτή η μεταβλητότητα πιθανότατα συμβάλλει επίσης στα προβλήματα μνήμης που βιώνουν πολλές γυναίκες κατά την περιεμμηνόπαυση».
Η «ομίχλη του εγκεφάλου» που πολλές γυναίκες αναφέρουν κατά την περιεμμηνόπαυση είναι πραγματική: μελέτες δείχνουν σταθερά ότι υπάρχει μια μικρή αλλά μετρήσιμη μείωση στην ικανότητα μάθησης και στην ανάκληση τόσο νέων πληροφοριών, όπως πρόσφατα κανονισμένα ραντεβού, όσο και ήδη γνωστών πληροφοριών όπως το όνομα του συζύγου. Αν και η γνωστική απόδοση παραμένει εντός φυσιολογικών ορίων για τις περισσότερες γυναίκες σε αυτή τη φάση – και ισοδύναμη με αυτή των ανδρών της ίδιας ηλικίας – περίπου 1 στις 10 βιώνει κλινικά σημαντική εξασθένηση.
Ορμονική θεραπεία υποκατάστασης (HRT) για τις γυναίκες που περνούν την εμμηνόπαυση σημαίνει τη λήψη ενός συνδυασμού οιστρογόνων και μιας ορμόνης που μιμείται την προγεστερόνη και μειώνει τον κίνδυνο καρκίνου της μήτρας. Επειδή τα οιστρογόνα, με την πάροδο του χρόνου μπορούν να προκαλέσουν υπερπλασία του ενδομητρίου και να αυξήσουν τον κίνδυνο καρκίνου, η χορήγηση μόνο οιστρογόνων προσφέρεται μόνο σε γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε υστερεκτομή (εγχείρηση που αφορά αφαίρεση της μήτρας).
Η έρευνες σχετικά με την HRT αποκάλυψαν σημαντικές λεπτομέρειες για το πως λειτουργούν οι σεξουαλικές ορμόνες στον εγκέφαλο. Σήμερα γνωρίζουμε ότι ο τύπος των οιστρογόνων παίζει σημαντικό ρόλο. Η χορήγηση οιστραδιόλης που δεσμεύεται πιο ισχυρά στους οιστρογονικούς υποδοχείς αύξησε τον αριθμό των νευρώνων. Περαιτέρω μελέτες σε ζώα δείχνουν ότι η συγχορήγηση της ορμόνης που υποκαθιστά την προγεστερόνη μαζί με την οιστραδιόλη αναστέλλει αυτή τη νευρωνική ανάπτυξη – κάτι που δημιουργεί μια πολύπλοκη εικόνα για την επίδραση των σεξουαλικών ορμονών στον εγκέφαλο και τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να ρυθμιστεί αυτή η επίδραση.
Η μελέτη του WHI έδειξε επίσης ότι ο χρόνος έναρξης της HRT είναι σημαντικός. Όταν ξεκίνησε η μελέτη οι περισσότερες γυναίκες άρχιζαν τη θεραπεία στις αρχές της δεκαετίας των 50, ωστόσο οι περισσότερες από τις συμμετέχουσες στις δοκιμές –που δεν είχαν προηγουμένως λάβει HRT– ήταν στα 60 ή 70 τους, πολλές φορές δεκαετίες μετά την τελευταία τους περίοδο. Αυτό έγινε κυρίως για στατιστικούς λόγους: αν θέλεις να διαπιστώσεις αν η HRT προλαμβάνει παθήσεις που σχετίζονται με την ηλικία, όπως το Αλτσχάιμερ και οι καρδιαγγειακές νόσοι θα πρέπει να περιμένεις πολύ καιρό για αποτελέσματα.
Νεότερα στοιχεία δείχνουν, ωστόσο, ότι μπορεί να υπάρχει ένα «παράθυρο ευκαιρίας» για την πρόληψη της άνοιας και ότι ορισμένες μορφές HRT είναι ευεργετικές αν ξεκινήσουν στην έναρξη των συμπτωμάτων της εμμηνόπαυσης ή λίγο μετά. «Η θεωρία είναι ότι κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ο εγκέφαλος μπορεί να είναι πιο δεκτικός στις θετικές επιδράσεις των εξωγενών οιστρογόνων στην εγκεφαλική υγεία, πιθανώς επιβραδύνοντας τη γνωστική έκπτωση» λέει η Mosconi, επικεφαλής της μελέτης. «Η έναρξη της ορμονικής θεραπείας πολύ αργότερα, ειδικά περισσότερα από δέκα χρόνια μετά την εμμηνόπαυση δεν φαίνεται να παρέχει τα ίδια γνωστικά οφέλη και μπορεί να ενέχει υψηλότερους κινδύνους».
Για ορισμένες γυναίκες – ιδίως για εκείνες που μπορεί να είναι πιο ευάλωτες στην πτώση των επιπέδων οιστραδιόλης κατά την εμμηνόπαυση – η αποκατάσταση από αυτές τις παροδικές γνωστικές προκλήσεις μπορεί να είναι πιο δύσκολη. Η αναγνώριση αυτών των γυναικών μπορεί να βοηθήσει τους επιστήμονες να εντοπίσουν ποιος διατρέχει υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης άνοιας και να διερευνήσουν κατά πόσο στοχευμένες παρεμβάσεις, όπως η HRT θα μπορούσαν να βοηθήσουν.
Μια ελπιδοφόρα προσέγγιση θα μπορούσε να είναι η αντιμετώπιση συγκεκριμένων συμπτωμάτων. Για παράδειγμα οι εξάψεις είναι ένα κοινό σύμπτωμα της εμμηνόπαυσης που πιστεύεται ότι οφείλεται στη μείωση των επιπέδων οιστρογόνων και στην επίδρασή τους στην περιοχή του εγκεφάλου που ρυθμίζει τη θερμοκρασία του σώματος.
Η έρευνα της Pauline Maki υποδηλώνει ότι οι σοβαρότερες εξάψεις, ιδιαίτερα όταν διαρκούν για πολλά χρόνια συσχετίζονται με χαμηλότερες επιδόσεις μνήμης, μικροσκοπικές αλλοιώσεις τύπου εγκεφαλικού και τη συσσώρευση πρωτεϊνών που συνδέονται με το Αλτσχάιμερ. Αυτό ίσως σημαίνει ότι οι εξάψεις επηρεάζουν άμεσα τα νευρωνικά κυκλώματα μνήμης στον εγκέφαλο, ενώ η αντιμετώπισή τους μπορεί να επηρεάσει την εξέλιξη της γνωστικής εξασθένησης.
Εκτός από τα οιστρογόνα, η εμμηνόπαυση επηρεάζει και άλλα ορμονικά επίπεδα, όπως της ωοθυλακιοτρόπου ορμόνης (FSH). Η FSH διεγείρει τις ωοθήκες ώστε να ωριμάσουν τα ωάρια και να παράγουν οιστρογόνα. Καθώς η παραγωγή ωαρίων μειώνεται και τα οιστρογόνα πέφτουν, τα επίπεδα της FSH αυξάνονται κατακόρυφα και παραμένουν υψηλά ακόμα και μετά την εμμηνόπαυση. Όμως οι υποδοχείς FSH βρίσκονται σε αφθονία και στον εγκέφαλο, κάτι που υποδηλώνει ότι η FSH παίζει ρόλο και στη γνωστική λειτουργία.
Οι περισσότεροι ειδικοί συμφωνούν ότι η συμβατική ορμονοθεραπεία αντικατάστασης (HRT), ιδιαίτερα όταν ξεκινά στην αρχή των συμπτωμάτων της εμμηνόπαυσης είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος για να καταπολεμηθούν τα βραχυπρόθεσμα γνωστικά συμπτώματα που συνδέονται με την περιεμμηνόπαυση. Η πρώιμη έναρξη της HRT μπορεί επίσης να βοηθήσει στο να διατηρηθούν τα επίπεδα της FSH υπό έλεγχο.
*Με στοιχεία από το ΝewScientist.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.