Δεν είναι λίγες οι φορές που έχω κοιτάξει φωτογραφίες του εαυτού και έχω σκεφτεί «πωωω, πώς είμαι έτσι;» ενώ δεν μπορούσα να ρίξω ευθύνες στον φωτογράφο, αφού τελικά δεν μου έφταιγε η λήψη, αλλά, πιθανότατα, ο τρόπος που έβλεπα τον εαυτό μου. Αν συμβαίνει και με εσάς το ίδιο, μην αγχώνεστε, είμαστε πολλοί. Μου έχει τύχει πολλές φορές σε διάφορα τουριστικά σημεία να ακούω κόσμο να δυσανασχετεί για την εικόνα του εαυτού του καθώς τον αντικρίζει στην οθόνη του κινητού μετά τη σχετική λήψη.

Και δεν είναι μόνο οι τουρίστες. Έχω φίλες, φίλους και γνωστούς οι οποίοι μου έχουν πει ότι έχουν το ίδιο πρόβλημα. Κάποιος μπορεί να μην νιώθει καλά με τη μύτη του, άλλος είναι πολύ ευαίσθητος με διπλοσάγονο, ο παράλλος νιώθει ότι δεν είναι τόσο όμορφος όσο νόμιζε ότι είναι και κάπου εδώ, ας σταματήσουμε να πάρουμε μια ανάσα, και να δούμε τι προκαλεί όλες αυτές τις συμ

– «Τι εννοείς δεν είσαι τόσο όμορφος, όσο νόμιζες;», τον ρώτησα.
– «Μα εδώ (έκανε ζουμ στο κινητό) έχω μία κοκκινίλα, εδώ (το ίδιο) ξεπροβάλλει ένα σπυράκι, εδώ (πάλι το ίδιο) φαίνονται οι πόροι και το κυριότερο, το πρόσωπο μου φαίνεται διαφορετικό», μου απάντησε ο φίλος μου.

Όσο περίεργο κι αν μου φάνηκε εκείνη τη στιγμή, είναι λογικό να βλέπουμε με διαφορετικό τρόπο το πρόσωπό μας, αφού σε μια φωτογραφία που τράβηξε κάποιος άλλος, δεν βλέπουμε τον εαυτό μας, όπως έχουμε συνηθίσει να τον κοιτάμε στον καθρέφτη. Βλέπουμε τον εαυτό μας μέσα από την ματιά του άλλου. Ναι, στον καθρέφτη, έχουμε συνηθίσει μία ανεστραμμένη εικόνα του εαυτού μας, μία “ανάποδη” εικόνα, το είδωλο αντανάκλασης. Και το είδωλο είναι μια λέξη σχεδόν “μαγική”, αφού καθώς κοιτάμε τον εαυτό μας στον καθρέφτη, ο εγκέφαλός τείνει να ωραιοποιεί την εικόνα μας. Ωραιοποιεί τις ατέλειες, τις ασυμμετρίες μας και ό,τι μπορεί μας ξενίζει. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι κανένα πρόσωπο δεν τέλειο, αφού η μία πλευρά του σώματός μας δεν είναι καθόλου, μα καθόλου, ίδια με την άλλη. Όμως, γιατί έχουμε μάθει να βλέπουμε όμορφο τον εαυτό μας στον καθρέφτη αλλά όχι σε μια φωτογραφία που τράβηξε ένας άλλος;

Η απλή επίδραση της έκθεσης και ο ρόλος του καθρέφτη

εαυτός
Φωτ.: Navid Sohrabi/ Unsplash

Ο ψυχολόγος Robert Zajonc έδωσε την απάντηση στο παραπάνω ερώτημα επινοώντας τον όρο “απλή επίδραση της έκθεσης“. Σύμφωνα με αυτόν, οι άνθρωποι αντιδρούν καλύτερα σε πράγματα που έχουν συνηθίσει να βλέπουν πιο συχνά. Αν δεν βγάζουμε συχνά φωτογραφίες και βλέπουμε τον εαυτό μας περισσότερο στον καθρέφτη παρά στην οθόνη του κινητού ή μιας φωτογραφικής μηχανής, είναι λογικό να μας αρέσει περισσότερο η αντεστραμμένη εικόνα μας και να νιώθουμε περίεργα ή παράξενα όταν κοιτάμε τον εαυτό μας σε μια φωτογραφία.

Βέβαια, μόνο εμείς θέλουμε να μας “βλέπουμε” έτσι, γιατί ο υπόλοιπος κόσμος προτιμά το μη αντεστραμμένο είδωλό μας, όπως δηλαδή έχει συνηθίσει να μας βλέπει.

Αυτό επιβεβαιώνεται από μία μελέτη του 1977 κατά την οποία οι συμμετέχοντος είδαν δύο εικόνες του εαυτού τους -μια εικόνα του πραγματικού τους προσώπου και μια κατοπτρική του εικόνα. Αν και οι άνθρωποι προτιμούσαν πάντα το είδωλο του εαυτού τους στον καθρέφτη, η μελέτη διαπίστωσε ότι οι φίλοι και η οικογένεια τους την “κανονική” τους εικόνα.

Αυτό υπενθυμίζουμε ότι συμβαίνει μόνο αν δεν έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε τον εαυτό μας σε φωτογραφίες, πράγμα σπάνιο για τη σημερινή εποχή που βλέπουμε καθημερινά τον εαυτό μας στο προφίλ μας στο Facebook και στο Instagram. Ανά τακτά χρονικά διαστήματα ζητάμε από φίλους και γνωστούς να μας βγάλουν φωτογραφία προκειμένου να ενημερώσουμε τους ακολούθους για τη ζωή μας δημιουργώντας μία δημοσίευση ή ένα story.

Πριν ανέβει η φωτογραφία περνάει από φίλτρα, photoshop και άλλα φίλτρα από άλλη εφαρμογή και άλλο photoshop που είναι πιο ακριβές με τις λεπτομέρειες του background και πάει λέγοντας. Πριν καταλήξουμε στο τελικό και επιθυμητό αποτέλεσμα, δεν μας αρέσει ο εαυτός μας, γιατί δεν αντιπροσωπεύει το τρέχον ιδανικό πρότυπο ομορφιάς του Instagram. Γι’ αυτό μίλησε η δημοσιογράφος Jia Tolentino το 2019 γράφοντας ένα κείμενο στο New Yorker με θέμα το Instagram Face, που αργότερα άρχισε να διαδίδεται ως όρο που χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα.

Αν θέλαμε να περιγράψουμε αυτό το πρόσωπο, θα λέγαμε ότι είναι αψεγάδιαστο, με τέλειες γωνίες και χαρακτηριστικά και είναι αυτό που μπορούμε να αναγνωρίσουμε ως «αντικειμενικά όμορφο», όπως για παράδειγμα τα πρόσωπα της Bella Hadid και της Kendall Jenner.  Τα αναγνωριστικά κριτήρια δεν είναι τελείως «αντικειμενικά» βεβαία, αφού μας έχουν επιβληθεί από την μόδα και συνεχίζονται να μας επιβάλλονται από τον αστραφτερό και τέλειο κόσμο των social media.

Κοιτώντας λοιπόν στην οθόνη του κινητού την αφιλτράριστη φωτογραφία του εαυτού μας, τείνουμε να αναζητάμε το τέλειο πρόσωπο του Instagram και όταν δεν το εντοπίζουμε, απογοητευόμαστε και τη σβήνουμε. Σβήνουμε τα δεδομένα του εαυτού μας γιατί δεν μας ικανοποιεί η εικόνα του και επομένως πιστεύουμε ότι δεν θα ικανοποιήσει ούτε και το βλέμμα των υπόλοιπων χρηστών αν τη δημοσιεύαμε, αφού και αυτοί λογικά θα έχουν πλάσει την ίδια αντίληψη περί ομορφιάς.

Αυτές είναι οι σκέψεις που κάνουμε συνειδητά ή υποσυνείδητα και μας ωθούν να μισούμε την εμφάνισή μας και αυτό οδηγεί στη μείωση της αυτοπεποίθησής μας. Αλλά δεν καλλιεργούν μόνο τα social media αρνητικά συναισθήματα για την εικόνα μας.

Πώς η προκατάληψη επιβεβαίωσης μας κάνει να μισούμε τον εαυτό μας

Υπάρχει μια ψυχολογική προκατάληψη που επίσης μας επηρεάζει όταν κοιτάμε φωτογραφίες του εαυτού μας, που ονομάζεται προκατάληψη επιβεβαίωσης. Πρόκειται για τη προκατάληψη που σε κάνει να σε μισείς, ένα φαινόμενο που παρατηρείται όταν οι άνθρωποι αναζητούν, ερμηνεύουν και απομνημονεύουν πληροφορίες με τρόπο που επιβεβαιώνει τις προϋπάρχουσες πεποιθήσεις τους.

Για να το πούμε πιο απλά, αναζητούμε πληροφορίες που θα επιβεβαιώσουν τις σκέψεις μας και συνήθως τις αναζητάμε μέχρι να έρθει η επιβεβαίωση ότι είχαμε δίκιο. Και όλο αυτό φυσικά συμβαίνει επειδή πιστεύουμε ότι γνωρίζουμε καλύτερα, καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο. Μα πώς είναι δυνατό αυτό που σκεφτόμαστε να μην ισχύει; Ο εγκέφαλός μας δεν μπορεί να το δεχθεί και γι’ αυτό δεν πρόκειται να παραδώσει εύκολα τα όπλα. Ακόμα κι αν δεν βρούμε ξεκάθαρα στοιχεία, κάπως θα φέρουμε όσα ήδη έχουμε συλλέξει στα μέτρα μας για να αποδείξουμε ότι έχουμε δίκιο. Θα δημιουργήσουμε μία πλάνη μέχρι να επιβεβαιωθούμε. Τόσο μακριά μπορούμε να φτάσουμε.

Ε, το ίδιο κάνουμε και με τις φωτογραφίες. Αν πιστεύετε ότι η μύτη σας δεν ωραία, δεν θα την βλέπετε ωραία σε καμία φωτογραφία. Αν πιστεύετε ότι είσαστε αμήχανοι, θα βλέπετε τον εαυτό σας πάντα αμήχανο. Όπως φαντάζεστε τον εαυτό σας, έτσι θα τον δείτε και για το αποδείξετε και στους υπόλοιπους θα φέρετε όσα επιχειρήματα και παρατηρήσεις μπορείτε, αλλά δεν θα τους πείσετε τόσο εύκολα, γιατί αυτοί δεν θα έχουν την ίδια εικόνα με εσάς.

Την επόμενη φορά που θα δείτε μια φωτογραφία σας αρχικά μην τη σβήσετε αμέσως. Απλά ΜΗΝ το κάνετε. Ό,τι διαγράφετε δε γυρίζει πίσω στο κινητό και τη φωτογραφική μηχανή. Χάνεται για πάντα.

Αφήστε να περάσει λίγος χρόνος πριν πατήσετε την επιλογή της “διαγραφής”, ιδανικά άμα έχετε διαθέσιμο αποθηκευτικό χώρο κρατήστε τη και απλά κάντε πώς δεν υπάρχει. Μπορεί κάποια μέρα κάνοντας μία αναδρομή, να σας ξυπνήσει κάποιο θετικό συναίσθημα ή να λειτουργήσει συμπληρωματικά σε μία ιστορία σας. Επίσης, με κάθε “διαγραφή” σπρώχνετε την αυτοπεποίθηση σας όλο και πιο χαμηλά και σκοπός είναι να την ποτίσουμε και να ανθίσει ξανά και όχι να μαραζώσει.

Α! Την επόμενη φορά που θα σκεφτείτε «μα καλά, πώς είμαι έτσι», θυμηθείτε ότι ο εγκέφαλός σας λέει ψέματα και ότι η εικόνα που έχετε στο μυαλό σας είναι μία κατασκευή των social media που θέλει να σας ωθήσει να αγοράσετε όσο περισσότερα προϊόντα και φίλτρα γίνεται για να την φτιάξετε. Όμως μαντέψτε, δεν θα έχετε ποτέ το επιθυμητό “τέλειο” αποτέλεσμα γιατί το πρότυπο του τέλειου θα αλλάζει συνεχώς ανάλογα με τις τάσεις της μόδας. Η τέλεια εικόνα όπως έχει κατασκευαστεί, είναι ένα χαμένο παιχνίδι.

Ας επικεντρωθούμε στο να αγαπήσουμε τον εαυτό μας και ας αρχίσουμε να εκτιμάμε περισσότερο μία φωτογραφικά όμορφη στιγμή. Μόνο έτσι θα μας αρέσει ο εαυτός μας στις φωτογραφίες, αλλά και γενικά.