Οι αλλαγές είναι δύσκολες για όλους. Είμαστε πλάσματα της συνήθειας, βολευόμαστε σε συγκεκριμένες ρουτίνες και τρόπους να κάνουμε πράγματα, και βρίσκουμε άνεση στο οικείο. Η διατάραξη της ρουτίνας μας είναι ένας ανεπιθύμητος αντιπερισπασμός, ακόμη και όταν γίνεται για το καλύτερο. Κάποιοι από εμάς φοβόμαστε την αλλαγή περισσότερο από άλλους, αλλά σε κανέναν μας δεν αρέσει όταν δεν πρόκειται για δική μας επιλογή. Αυτή είναι κατά τη γνώμη μου και η ουσία του ζητήματος. Ποιος επιλέγει πότε και πώς θα αλλάξουμε; Αν δεν είναι δική μας επιλογή, δεν είναι δική μας ιδέα, αντιστεκόμαστε και μάλιστα με σθένος.
Μιλούσα πρόσφατα με έναν φίλο και μου είπε ότι αυτός και η σύζυγός του έμαθαν πρόσφατα ότι το κτίριο στο οποίο ζούσαν την τελευταία δεκαετία είχε πουληθεί και ότι θα έπρεπε να μετακομίσουν. Είπε ότι στην πραγματικότητα σκεφτόντουσαν να ψάξουν για ένα νέο σπίτι, καθώς είχαν αρχίσει να «αισθάνονται λίγο στριμωγμένοι», αλλά τώρα δημιουργήθηκε μια επείγουσα ανάγκη, που δεν ήταν δική τους επιλογή.
«Το δύσκολο είναι να το χωνέψεις», είπε. «Παρόλα αυτά, αν θέλεις να προχωράς στη ζωή, οφείλεις να είσαι ανοικτός σε δυνητικότητες, ακόμα κι αν δεν το επέλεξες εσύ ο ίδιος» συμπλήρωσε.
Όπως τόσο σοφά επεσήμανε ο φίλος μου, πρέπει να είμαστε σε θέση να προχωράμε, και να αποδεχόμαστε την αλλαγή. Να αναπτύσσουμε στρατηγικές που να μας επιτρέπουν να επανεφεύρουμε τον εαυτό μας. Να παραμερίζουμε τον φυσικό μας φόβο για την αλλαγή και να υιοθετούμε έναν νέο τρόπο σκέψης. Αυτό απαιτεί τεράστιο θάρρος καθώς ο φόβος είναι μια ισχυρή δύναμη που διέπει την ικανότητά μας να λαμβάνουμε αποφάσεις.
Ωστόσο, είναι σημαντικό είναι να αποφεύγουμε να επιμένουμε πολύ σθεναρά σε αυτό που νομίζουμε ότι γνωρίζουμε. Αν έχουμε οποιαδήποτε ελπίδα να εξελιχθούμε, πρέπει να είμαστε ανοιχτοί σε νέα πράγματα.
Κάποτε βρέθηκα σε μια ξενάγηση ενός ζωολογικού κήπου στην Μελβούρνη από τους φύλακες του κήπου. Ήταν αρκετά συναρπαστικό. Μια ιστορία που θυμάμαι, συγκεκριμένα, αφορούσε τις καμηλοπαρδάλεις. Ο φύλακας του ζωολογικού κήπου μου έλεγε ότι οι καμηλοπαρδάλεις είναι ιδιαίτερα ευαίσθητες στις αλλαγές στο περιβάλλον τους. Έχοντας λίγες άμυνες, οι καμηλοπαρδάλεις είναι εκ φύσεως επιφυλακτικές απέναντι στα αρπακτικά.
Τη νύχτα, στεγάζονταν όλες σε έναν στάβλο, αλλά κατά τη διάρκεια της ημέρας, είχαν μια μεγάλη αυλή (πολλά στρέμματα) στην οποία μπορούσαν να περιφέρονται. Αν κάποιος άφηνε, ας πούμε, έναν κουβά πίσω τους, αφού είχε γεμίσει τη λεκάνη τους με τροφή ή άχυρο, καμία από τις καμηλοπαρδάλεις δεν θα έφευγε από την ασφάλεια του χώρου τους, μέχρι να απομακρυνθεί το παράνομο αντικείμενο. Ένας μικροσκοπικός, ακίνητος κουβάς θα θεωρούνταν ύποπτος και πιθανός κίνδυνος για όλα τα ζώα.
Τότε, σκέφτηκα, «Πόσο τρελό είναι αυτό; Τις λες και παρανοϊκές». Αλλά όπως είπε κάποιος κάποτε: «Επειδή είσαι παρανοϊκός, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν προσπαθούν να σε σκοτώσουν».
Υποψιάζομαι ότι όλοι μας είμαστε κάπως έτσι. Ίσως είμαστε απλώς λίγο πιο εκλεπτυσμένοι στον τρόπο που το εκφράζουμε, με αποτέλεσμα να εκδηλώνεται με πιο λεπτούς τρόπους. Όταν κάτι αλλάζει, ειδικά κάτι που μας είναι οικείο, μπαίνουμε αμέσως σε κατάσταση συναγερμού. Ακόμα κι αν δεν το αναγνωρίζουμε αμέσως. Φανταστείτε να επιστρέφατε σπίτι και τα έπιπλά σας είχαν μετακινηθεί από τη θέση τους. Δεν είναι κάτι δραματικό. Απλά αρκετά περίεργο ώστε εσείς, και πιθανώς μόνο εσείς, να το παρατηρήσετε. Θα το βλέπατε αμέσως και θα σκεφτόσασταν: «Τι στο διάολο;».
Ξαφνικά θα αναρωτιόσασταν αν κάποιος είχε μπει στο σπίτι σας όσο λείπατε. Ποιος θα μετακινούσε τα πράγματα με αυτόν τον τρόπο και γιατί; Θα ήσασταν σε κατάσταση συναγερμού και το γεγονός αυτό θα σας προκαλούσε την αντίδραση μάχης ή φυγής. Όλα εξαρτώνται από το πόσο ευαίσθητος είσαι και πόσο εναρμονισμένος είσαι με το περιβάλλον σου.
Φαίνεται ότι όλοι μας είμαστε βιολογικά ανθεκτικοί στην αλλαγή και επιφυλακτικοί απέναντι στους κινδύνους που μπορεί να παρουσιάσει η ανεπιθύμητη αλλαγή, τουλάχιστον όταν βρίσκεται έξω από τον έλεγχό μας Από την άλλη, η αλλαγή που εμείς επιλέγουμε, μπορεί να είναι αρκετά ευχάριστη και σημάδι ανάπτυξης. Μπορεί ακόμη και να την αποδεχόμαστε από καιρού εις καιρόν ως έναν απαραίτητο αντιπερισπασμό.
Ο Σάινφελντ λέει ότι ο πόνος δεν είναι παρά η γνώση που σπεύδει να καλύψει ένα κενό. Χρησιμοποιεί το παράδειγμα του να χτυπάτε το δάχτυλο του ποδιού σας στο πόδι του κρεβατιού. Υπήρχε ένα κενό στη γνώση, δηλαδή πού βρισκόταν το πόδι του κρεβατιού σε σχέση με το πόδι σας, και ο πόνος ήταν αυτή η γνώση που έσπευσε να καλύψει το κενό. Μερικές φορές, βιώνουμε την αλλαγή επειδή καταβάλλουμε συνειδητή προσπάθεια να το κάνουμε, και άλλες φορές, μας επιβάλλεται. Το τελευταίο συνήθως δεν μας αρέσει.
Αναφέρομαι συγκεκριμένα στην αλλαγή και όχι στις αντιξοότητες, που είναι κάτι διαφορετικό. Το να χρειαστεί ξαφνικά να αντικαταστήσετε τα φρένα του αυτοκινήτου σας, ενώ δεν έχετε τα χρήματα, μπορεί να προκαλέσει τεράστια αναστάτωση και μεγάλο άγχος, αλλά είναι απίθανο να αλλάξει την άποψή σας για τις μετακινήσεις. Δεν είναι πιθανό να ανταλλάξετε το αυτοκίνητό σας με ένα κανό και να αρχίσετε να κωπηλατείτε μέχρι τη δουλειά σας.
Δεν πρέπει παρόλα αυτά να ξεχνάμε πόσο σφιχτά κρατιόμαστε όλοι από τα τείχη που πιστεύουμε ότι μας κρατούν ασφαλείς, ακόμη και αν είναι τα ίδια που μας φυλακίζουν. Ένας τρόπος για να ανοιχτούμε στην αλλαγή είναι να προσπαθήσουμε λίγο περισσότερο να καταλάβουμε γιατί κάποιος άλλος αντιστέκεται τόσο πολύ στην αλλαγή σε οποιοδήποτε συγκεκριμένο θέμα ή ζήτημα. Βέβαια, σχεδόν πάντα πρόκειται για φόβο, αλλά μπορεί να είναι ένας λογικός φόβος. Σπάνια ξέρουμε ή μπαίνουμε στον κόπο να ρωτήσουμε. Απλά υποθέτουμε ότι είναι ανόητο, χαζό ή χωρίς νόημα.
Αν είστε πραγματικά ανοιχτοί και ειλικρινείς για να καταλάβετε γιατί κάποιος φοβάται την αλλαγή, αυτό θα σας επιτρέψει να εξετάσετε βαθύτερα τους δικούς σας φόβους, τόσο τους λογικούς όσο και τους παράλογους. Γιατί πιστεύετε ότι αυτό είναι σημαντικό; Γιατί αυτό το πράγμα έχει νόημα; Είναι πραγματικά σημαντικό ή απλώς σας είναι οικείο;
Ακόμη και ένας καλός λόγος δεν είναι πάντα αρκετά καλός για να αντισταθείτε στην αλλαγή. Η μετακόμιση, για παράδειγμα, σπάνια είναι ευχάριστη, αλλά η βραχυπρόθεσμη ταλαιπωρία μπορεί συχνά να οδηγήσει σε μακροπρόθεσμο κέρδος. Η αποφυγή της ταλαιπωρίας μπορεί να σας δώσει στιγμιαία ανακούφιση, αλλά μήπως προκαλεί μακροπρόθεσμες δυσκολίες απλώς και μόνο επειδή είναι ευκολότερο να μην κάνετε τίποτα; Πιθανόν. Είναι κάτι που αξίζει τουλάχιστον μια δεύτερη σκέψη.
Νομίζω ότι ίσως αξίζει να αναλογιζόμαστε, πού και πού, τι είμαστε διατεθειμένοι να αλλάξουμε στον εαυτό μας ή στις συνθήκες της ζωής μας.Τι πρέπει να αλλάξουμε; Τι φοβόμαστε να αλλάξουμε; Γιατί φοβόμαστε; Είναι ένας λογικός φόβος; Ποιο θα ήταν το πλεονέκτημα της αλλαγής; Αξίζει το ρίσκο; Τι θέλουμε πραγματικά από τη ζωή και τι θα χρειαστεί για να το πετύχουμε; Τίποτα δεν προκύπτει από το τίποτα. Αν δεν είστε 100% ικανοποιημένοι από την ζωή σας ως έχει, τότε είναι σίγουρο ότι θα πρέπει να αλλάξετε κάτι.
Επομένως, ποιο θα είναι αυτό;