Στις μέρες μας αναγνωρίζουμε πιο έντονα από ποτέ τα οφέλη της επαφής με τη φύση. Εκατοντάδες μελέτες που καταγράφουν τις θετικές επιδράσεις της φύσης μεταφράζονται πλέον σε πολιτικές υγείας και σε έργα ανασχεδιασμού των πόλεων, τα οποία στοχεύουν στο να ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να βγαίνουν έξω, ώστε να μειωθούν τα προβλήματα υγείας που συνοδεύουν τη σύγχρονη ζωή.
Όμως καθώς σπεύδουμε να αγκαλιάσουμε τη φύση και τα οφέλη που προσφέρει στην υγεία και την ψυχική μας ευεξία, ίσως αξίζει να σταθούμε και να σκεφτούμε ακριβώς που κατευθυνόμαστε. Ενώ ολοένα και περισσότεροι δίνουμε σημασία στον χρόνο που περνάμε σε «πράσινους» χώρους, νέα δεδομένα δείχνουν ότι οι «μπλε» χώροι – δηλαδή οι περιοχές δίπλα στο νερό – μπορεί να προσφέρουν ακόμη περισσότερα οφέλη.
Η ιδέα ότι η φύση μπορεί να μας προσφέρει μια ψυχική τόνωση δεν είναι καινούργια. Η ιαπωνική πρακτική του shinrin-yoku, ή αλλιώς «λουτρό στο δάσος» είναι μια καθιερωμένη παράδοση σύνδεσης με τη φύση μέσω όλων των αισθήσεων. Έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής τη δεκαετία του 1980 για τις ηρεμιστικές της επιδράσεις τόσο στο σώμα όσο και στο πνεύμα, μειώνοντας τον καρδιακό ρυθμό, τις ορμόνες του στρες και την αρτηριακή πίεση.
Έκτοτε επιδημιολογικές μελέτες επιβεβαίωσαν αυτήν την ιδέα, δείχνοντας ότι οι άνθρωποι που ζουν σε πιο πράσινες περιοχές τείνουν να έχουν καλύτερη ψυχική υγεία. Έμενε όμως η επιβεβαίωση με δεδομένα. Ο Mathew White από το Πανεπιστήμιο του Έξετερ στο Ηνωμένο Βασίλειο και οι συνεργάτες του θέλησαν να απαντήσουν σε αυτό το ερώτημα. Διαπίστωσαν σημαντικά οφέλη στην ψυχική ευεξία για όσους μετακόμισαν σε πιο πράσινες αστικές περιοχές. Για πρώτη φορά υπήρξε άμεση στήριξη της ιδέας ότι οι πράσινοι χώροι βοηθούν πραγματικά τους ανθρώπους να νιώθουν λιγότερο «πεσμένοι».
Διαθέτουμε πλέον αποδείξεις ότι η ψυχική τόνωση που προκύπτει από τη σύνδεση με τη φύση υπερβαίνει κατά πολύ την απλή αίσθηση ευτυχίας και ευεξίας. Ο κατάλογος των χαρακτηριστικών που μπορούν να βελτιωθούν περιλαμβάνει την προσοχή, τη δημιουργικότητα, τη μνήμη και άλλα. Η επαφή με τη φύση μπορεί επίσης να βοηθήσει στον ύπνο, να ανακουφίσει άτομα με άγχος ή κατάθλιψη και να μετριάσει συμπτώματα καταστάσεων όπως η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ). Αυτά τα ευρήματα δεν έχουν περάσει απαρατήρητα από τις αρχές: πολλές κυβερνήσεις προωθούν την ενσωμάτωση περισσότερων πράσινων χώρων στον αστικό σχεδιασμό, ενώ ορισμένοι γιατροί “συνταγογραφούν” χρόνο στη φύση ως μέρος της θεραπείας των ασθενών τους.
Η ιδέα ότι οι “μπλε χώροι” — δηλαδή οι περιοχές κοντά στο νερό — είναι πιο ωφέλιμοι από τους πράσινους άρχισε να διαφαίνεται περίπου πριν από μια δεκαετία. Τότε η Susana Mourato από το London School of Economics και ο George Mackerron από το Πανεπιστήμιο του Sussex “στρατολόγησαν” περισσότερους από 20.000 ανθρώπους σε όλο το Ηνωμένο Βασίλειο για να χρησιμοποιήσουν μια εφαρμογή στο κινητό, η οποία τους έστελνε ερωτηματολόγια σε τυχαίες στιγμές της ημέρας για το πως αισθάνονταν εκείνη την ώρα. Οι συμμετέχοντες έπρεπε να απαντούν άμεσα.
Οι ερευνητές συνέλεξαν πάνω από ένα εκατομμύριο απαντήσεις και εξετάζοντας τα δεδομένα τοποθεσίας των κινητών, διαπίστωσαν ότι οι άνθρωποι ένιωθαν σημαντικά πιο ευτυχισμένοι όταν βρίσκονταν στη φύση — οποιασδήποτε μορφής — σε σύγκριση με το αστικό περιβάλλον, ακόμα και όταν ελέγχονταν παράγοντες όπως η ημέρα της εβδομάδας ή ο καιρός. Οι θαλάσσιες και παράκτιες περιοχές όμως αποδείχτηκαν τα πιο “ευτυχισμένα μέρη με διαφορά”.
Τα οφέλη των “μπλε” χώρων
Οι παράκτιες περιοχές εμφανίστηκαν περίπου 6 μονάδες υψηλότερα σε μια κλίμακα ευτυχίας 100 βαθμών σε σύγκριση με τις αστικές περιοχές σύμφωνα με τους ερευνητές – διαφορά αντίστοιχη με το να επισκέπτεσαι μια έκθεση σε σχέση με το να κάνεις δουλειές του σπιτιού. Άλλοι τύποι φύσης, όπως τα βουνά, τα λιβάδια ή ακόμη και τα γλυκά νερά, συγκέντρωσαν πολύ χαμηλότερες βαθμολογίες.
Τα οφέλη δεν περιορίζονται μόνο στις παραλίες. Το έργο BlueHealth, μια συνεργασία ερευνητών από διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένου του Mathew White, απέδειξε πως οι μπλε χώροι έχουν καλύτερα αποτελέσματα τόσο για τη σωματική όσο και για την ψυχική μας υγεία. Το καλύτερο δυνατό σενάριο, σύμφωνα με τα ευρήματα τους, είναι να ζούμε κάπου όπου οι δύο αυτοί χώροι συνδυάζονται.
Είναι λογικό να μας αναζωογονεί η ύπαιθρος, αν αναλογιστούμε την προϊστορία μας. Στη δεκαετία του 1980, ο βιολόγος E.O. Wilson διατύπωσε την υπόθεση της βιοφιλίας, σύμφωνα με την οποία ο εγκέφαλός μας έχει “συνδεθεί” εξελικτικά με τη φύση λόγω του περιβάλλοντος στο οποίο αναπτύχθηκε το είδος μας – κάτι πολύ διαφορετικό από το αστικό τοπίο στο οποίο ζει σήμερα η πλειονότητα των ανθρώπων.
Μια άλλη θεωρία, η θεωρία αποκατάστασης της προσοχής προσφέρει επίσης εξήγηση για την ευεργετική επίδραση της φύσης. Σύμφωνα με αυτή, η προσοχή μας αποκαθίσταται μέσω της επαφής με το φυσικό περιβάλλον. Η προσοχή χωρίζεται σε δύο τύπους: ακούσια – όταν η προσοχή μας “αρπάζεται” από ερεθίσματα όπως ένας ενδιαφέρων διάλογος – και εκούσια, όταν συγκεντρωνόμαστε ενεργά σε κάτι, όπως η ανάγνωση ενός βιβλίου. Η δεύτερη απαιτεί πνευματική προσπάθεια και καταναλώνει ενέργεια. Η φύση με τα ήπια και ενδιαφέροντα ερεθίσματά της ενεργοποιεί την ακούσια προσοχή και επιτρέπει στον εγκέφαλο να “ξεκουραστεί”.
Αυτό εξηγεί και γιατί οι μπλε χώροι είναι ακόμη πιο ωφέλιμοι: διαθέτουν επαναλαμβανόμενα, φυσικά μοτίβα αλλαγής — το κύμα που σκάει, η παλίρροια που ανεβοκατεβαίνει, οι αντανακλάσεις του ήλιου στη θάλασσα. Οι μεταβολές στον ήχο και το φως ενισχύουν αυτό το φαινόμενο, προκαλώντας μία “ήπια γοητεία” που αποσπά θετικά την προσοχή μας και ίσως μετριάζει τις αρνητικές σκέψεις.
Επιπλέον, οι μπλε χώροι ενθαρρύνουν συμπεριφορές που δεν είναι δυνατές σε πράσινους χώρους: παιχνίδι στην άμμο, κολύμπι, επαφή με το νερό κ.ά. Πολλά παιδιά αναφέρουν ότι οι γονείς τους παίζουν περισσότερο μαζί τους όταν βρίσκονται στην παραλία. Αυτές οι εμπειρίες ενισχύουν τους κοινωνικούς δεσμούς και βελτιώνουν τη διάθεση. Ο White και η ομάδα του μελετούν αν η έκθεση σε “μπλε χώρους” κατά την παιδική ηλικία επηρεάζει τη ψυχική υγεία στην ενήλικη ζωή.
Μια άλλη πιθανή – αν και πιο αμφιλεγόμενη – εξήγηση για τα οφέλη των “μπλε” χώρων μας πάει ακόμα βαθύτερα στο εξελικτικό μας παρελθόν. Οι περισσότεροι εξελικτικοί βιολόγοι πιστεύουν ότι οι άνθρωποι διαφοροποιήθηκαν από τους υπόλοιπους πιθήκους στο γενεαλογικό δέντρο όταν εξαναγκάστηκαν να φύγουν από το δάσος και να μετακινηθούν στη σαβάνα. Όμως το 1960, ο βιολόγος Άλιστερ Χάρντι πρότεινε μια διαφορετική θεωρία: ότι οι ανθρώπινοι πρόγονοι μετακινήθηκαν από το δάσος προς τις ακτές και προσαρμόστηκαν σε ένα υδρόβιο περιβάλλον.
Αυτή η θεωρία, γνωστή ως υπόθεση του υδρόβιου πιθήκου επιχειρεί να εξηγήσει διάφορα χαρακτηριστικά του ανθρώπου, όπως τη σχετικά υψηλή μας ικανότητα στο κολύμπι, το σχεδόν άτριχο σώμα μας, ακόμα και τη δίποδη βάδισή μας – καθώς η ανάγκη να κρατάμε το κεφάλι μας έξω από το νερό θα μπορούσε να ήταν σημαντικός παράγοντας για την ανάπτυξη της όρθιας στάσης.
Αν και η θεωρία αυτή παραμένει ιδιαίτερα αμφιλεγόμενη, όπως σημειώνει ο Mathew White υπάρχουν αρκετά στοιχεία που δείχνουν ότι οι πρόγονοί μας περνούσαν χρόνο κοντά στο νερό. Μερικοί από τους πρώτους ανθρώπινους οικισμούς είναι γεμάτοι από απορρίμματα θαλασσινών, γεγονός που υποδηλώνει ότι η διατροφή τους βασιζόταν σε πρωτεΐνες υψηλής ποιότητας – κάτι που ίσως συνέβαλε στην ανάπτυξη του εγκεφάλου. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι είμαστε γενετικά προορισμένοι για διακοπές στην παραλία, αλλά δείχνει πως υπάρχει ένας βαθύς, εξελικτικός δεσμός με το νερό.
Αν έχεις την τύχη να ζεις κοντά στο νερό ή σχεδιάζεις να πας εκεί για διακοπές υπάρχουν τρόποι να αξιοποιήσεις στο έπακρο τα πιθανά οφέλη του. Η έρευνα του White και των συνεργατών του έδειξε ότι ο πιο ισχυρός δείκτης καλής ψυχικής υγείας δεν ήταν η απόσταση ή η διάρκεια παραμονής στη φύση, αλλά το ψυχολογικό δέσιμο με αυτήν.
Με άλλα λόγια αντί να πίνεις κοκτέιλ σε μια ξαπλώστρα, ίσως θα ήταν πιο ωφέλιμο να προσπαθήσεις να εμβαθύνεις την επαφή σου με το φυσικό περιβάλλον – για παράδειγμα φωτογραφίζοντας τη φύση, παρατηρώντας πουλιά με κιάλια ή εξερευνώντας μικρές λιμνούλες στα βράχια. Αυτές οι δραστηριότητες ενισχύουν την αίσθηση σύνδεσης με το τοπίο και κατ’ επέκταση τα ψυχικά οφέλη που αυτό προσφέρει.
Αν είσαι κολλημένος στην πόλη υπάρχουν ακόμη τρόποι να αποκομίσεις τα οφέλη των «μπλε» χώρων. Έρευνες έχουν δείξει ότι ακόμη και η θέαση εικόνων από τη φύση ή η παρακολούθηση ντοκιμαντέρ φυσικής ιστορίας μπορεί να αναπαράγει μερικά από τα ευεργετικά αποτελέσματα, ενισχύοντας τη θετικότητα και μειώνοντας τη βαρεμάρα. Η εικονική πραγματικότητα (VR) έχει επίσης αποδειχθεί αποτελεσματική στο να μιμείται τη θεραπευτική δύναμη της φύσης, πιθανότατα επειδή ενεργοποιεί αυτό το αίσθημα σύνδεσης.
Καθώς δίνεται όλο και περισσότερη προσοχή στο να κάνουμε τους αστικούς χώρους πιο «πράσινους», θα ήταν σοφό να σκεφτούμε και το πως μπορούμε να τους κάνουμε πιο «μπλε» και ενώ κάποιοι γιατροί ήδη συνταγογραφούν χρόνο στη φύση, ίσως ήρθε η ώρα να ακολουθήσουν το παράδειγμα των Βικτωριανών γιατρών και να αρχίσουν να δίνουν και “μπλε συνταγές”.
Για όσους από εμάς ήδη απολαμβάνουμε τον χρόνο δίπλα στο νερό, τώρα έχουμε και επιστημονική έγκριση να αποσυνδεθούμε από τις οθόνες, να κατευθυνθούμε προς την ακτή και να απολαύσουμε τα οφέλη που κατακλύζουν τον εγκέφαλό μας.
*Με στοιχεία από το Νew Scientist.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.