Η σχέση μεταξύ της τέχνης και του καλλιτέχνη είναι μοναδική. Κατά κάποιον τρόπο, η τέχνη ενός καλλιτέχνη είναι το δικό του παιδί, ένα προϊόν του, το οποίο καλλιεργείται με χρόνο και δουλειά μέχρι να μεγαλώσει, να αναπτυχθεί πλήρως και να ολοκληρωθεί, πριν αφεθεί ελεύθερο στον κόσμο για να χαράξει με τη σειρά του την δική του διαδρομή. Από την άλλη, ένας καλλιτέχνης είναι η τέχνη του, αποτελώντας αναπόσπαστο κομμάτι της ίδιας του της ταυτότητας. Για τον Άντονι Μπέρτζες, που το δικό του πνευματικό του τέκνο ήταν το Κουρδιστό Πορτοκάλι, φαίνεται ότι διατηρούσε συναισθήματα μάλλον… απορριπτικά.

Οι δεσμοί μεταξύ τέχνης και καλλιτέχνη συγχέονται ακόμη περισσότερο όταν πρόκειται για σκοτεινές ή βίαιες ιστορίες. Οι δημιουργοί των ταινιών τρόμου ή των slashers δεν θα έπρεπε, και γενικά συνήθως δεν στιγματίζονται, ως τρομακτικοί, κακοί άνθρωποι. Υπάρχει ένα σημείο στο οποίο η φαντασία πρέπει να μπει στο παιχνίδι και να δημιουργήσει ένα είδος απόστασης μεταξύ του ατόμου και της ιδέας που επινόησε και επεξεργάστηκε. Η συγγραφή, όπως ακριβώς η δημιουργία μουσικής ή η παραγωγή ταινιών, είναι μια δεξιότητα και ένα ταλέντο που περιλαμβάνει κόπο και προβληματισμό. Η ενασχόληση με την τέχνη απαιτεί μια διαφοροποίηση στην αντιμετώπιση του δημιουργού, των προθέσεών του και της θέσης που κατέχει στη συνέχεια το δημιούργημά του στον κόσμο.

Όμως για τον Μπέρτζες, το μυαλό που επινόησε τη νουβέλα του 1962 «Κουρδιστό πορτοκάλι», μια ιστορία για μια σαδιστική συμμορία που περιφέρεται στους δρόμους του δυστοπικού Λονδίνου, αυτή η διαφοροποίηση φαίνεται ότι χάθηκε εντελώς. Καθώς περνούσαν τα χρόνια, συνειδητοποιούσε όλο και περισσότερο ότι η κοινωνία δεν έπιανε το νόημα της δημιουργίας του και, αντίθετα, έμενε με μια αίσθηση ενοχής ή λύπης για το έργο που είχε παραδόσει στον κόσμο με τις καλύτερες προθέσεις.

Δεκάδες αδημοσίευτα  ποιήματα του συγγραφέα έχουν βρεθεί σε ένα μεγάλο αρχείο του που βρίσκεται στο Διεθνές Ίδρυμα Άντονι Μπέρτζες, ένα εκπαιδευτικό φιλανθρωπικό ίδρυμα στο Μάντσεστερ, όπου ο συγγραφέας γεννήθηκε το 1917.

Ανάμεσα σε σωρεία ερωτικών ποιημάτων που είχε γράψει ο Άντονι Μπέρτζες σε καθεμιά από τις δύο συζύγους του, υπάρχει ένας στίχος στον οποίο απορρίπτει το «Κουρδιστό πορτοκάλι», χαρακτηρίζοντας το, ως «μια βρώμικη φάρσα», προτρέποντας τους ανθρώπους να διαβάσουν Σαίξπηρ και Σέλεϊ.

«Η παρερμηνεία [του μυθιστορήματος] θα με καταδιώκει μέχρι να πεθάνω», έγραψε επίσης το 1985 στη βιογραφία του D.H. Lawrence, Flame into Being, «δεν έπρεπε να είχα γράψει το βιβλίο εξαιτίας αυτού του κινδύνου παρερμηνείας του». Είναι πολύ ισοπεδωτικό να ακούει κανείς ότι ένας καλλιτέχνης, αφού δούλεψε τόσο σκληρά και δημιούργησε κάτι τόσο εντυπωσιακό όσο αυτή η ιστορία, θα μπορούσε να καταλήξει να την θυμάται με θλίψη ή τύψεις. Αλλά στην πραγματικότητα, ο Μπέρτζες απογοητεύτηκε από τους αναγνώστες του.

Το Κουρδιστό Πορτοκάλι είναι μια πολιτική σάτιρα. Τοποθετημένο σε έναν δυστοπικό κόσμο, ακολουθεί τον πρωταγωνιστή Άλεξ και τη συμμορία των “Droogs” στις άγριες και βίαιες αποδράσεις τους, καθώς το κράτος βάζει σκοπό να τον σωφρονίσει. Όταν τελικά σωφρονίζεται, μετά από μια σειρά απίστευτα φρικτών βιασμών και βιαιοτήτων, στερείται ελεύθερης βούλησης και αυτόνομης ηθικής επιλογής. Συνολικά, πρόκειται για μια ιστορία για την ελευθερία, τη φύση του κακού και την ικανότητα για λύτρωση. Θέτει το ερώτημα αν είναι καλύτερο για έναν άνθρωπο να επιλέξει να είναι κακός ή να εξαναγκαστεί από το κράτος να είναι καλός, αφήνοντας την απάντηση στην ερμηνεία του αναγνώστη.

Με μια επινοημένη εφηβική γλώσσα, το «nadsat», δημιούργησε ένα εφιαλτικό όραμα της ανήσυχης νεολαίας. Ενέπνευσε τη λατρεμένη κινηματογραφική μεταφορά του Στάνλεϊ Κιούμπρικ το 1971, μια από τις πιο διαβόητες ταινίες που γυρίστηκαν ποτέ, με βίαιες και σεξουαλικά αποκαλυπτικές σκηνές που ενοχοποιούνται για αντιγραφή εγκλημάτων.

Όμως πολύ σύντομα, ο Μπέρτζες συνειδητοποίησε ότι οι αναγνώστες του δεν το είχαν πιάσει το πραγματικό νόημα του έργου. Αντί να κατανοήσουν το βαθύτερο νόημα, το μυθιστόρημα ερμηνεύτηκε ως εξιδανίκευση της βίας και έγινε ο αποδιοπομπαίος τράγος για κάθε βίαιη επίθεση. «Αν δύο καλόγριες βιαστούν στο Βατικανό, θα δεχτώ ένα τηλεφώνημα από μια εφημερίδα. Με θεωρούν κάποιου είδους εμπειρογνώμονα σε ζητήματα που αφορούν τη βία», είπε, υποστηρίζοντας ότι η αντίδραση επιδεινώθηκε σοβαρά από την κινηματογραφική μεταφορά του βιβλίου από τον Στάνλεϊ Κιούμπρικ.

Αφού η ιστορία επεκτάθηκε περισσότερο στον πολιτιστικό σχολιασμό, το όνομά της άρχισε να αναφέρεται όλο και περισσότερο σε τίτλους όπως «Η αστυνομία κυνηγάει τη συμμορία βιαστών από το Κουρδιστό Πορτοκάλι» ή « Ένα παιδί πεθαίνει στον πόλεμο για το Κουρδιστό Πορτοκάλι», συνδέοντας την ιστορία με εγκλήματα της πραγματικής ζωής, λες και τα είχε κατά κάποιο τρόπο μεθοδεύσει ο Μπέρτζες.

Παρομοίως, πολλές δεκαετίες μετά την κυκλοφορία της νουβέλας και πολλά χρόνια μετά την κινηματογραφική μεταφορά, η συνείδηση του Μπέρτζες δεν άντεξε άλλο. Αυτό που είχε ξεκινήσει ως ένα μεγαλοφυές έργο και μια σατιρική ιστορία που γράφτηκε στα γρήγορα κατά τη διάρκεια τριών ημερών μιας ανοιξιάτικης περιόδου έντονης έμπνευσης, είχε πλέον διαστρεβλωθεί πλήρως. Αυτό που θα έπρεπε να αποτελεί ένα εκπληκτικό πνευματικό τέκνο που ανέθρεψε ένας προικισμένος συγγραφέας, αντιμετωπιζόταν πλέον λες και ο Μπέρτζες είχε μεγαλώσει έναν ψυχοπαθή.

Επιπλέον, δεν ήταν μόνο ο Μπέρτζες που ανησυχούσε για τον αντίκτυπό του στο ευρύτερο κοινό, καθώς μετά από μια έντονη προπαγάνδα δεξιών εφημερίδων, συμπεριλαμβανομένων των Sun, Daily Mail και Telegraph, πολλά τοπικά συμβούλια απέτρεψαν την προβολή της ταινίας. Ο ίδιος ο Κιούμπρικ απέσυρε τελικά την ταινία – μια αυτοεπιβαλλόμενη απαγόρευση που διήρκεσε μέχρι το θάνατό του το 1999.

Μέχρι το 1986, στον πρόλογο μιας επανέκδοσης, ο συγγραφέας διέκοψε εντελώς τους δεσμούς του με το μυθιστόρημα. «Εγώ ο ίδιος θα ήμουν ευτυχής να το αποκηρύξω για διάφορους λόγους», είπε πριν αποδεχτεί με λύπη: «Φαίνεται ότι είναι πιθανό να επιβιώσει, ενώ άλλα έργα μου που εκτιμώ περισσότερο χάνονται στην αφάνεια». Καθώς το Κουρδιστό Πορτοκάλι παραμένει το πιο γνωστό του έργο, μάλλον είχε δυστυχώς δίκιο.

Ο Μπέρτζες, ο οποίος πέθανε το 1993, έγινε γνωστός ως σατιρικός μυθιστοριογράφος με την έκδοση του 1962 το «Κουρδιστό Πορτοκάλι», το οποίο θαυμάστηκε για τη γλωσσική του πρωτοτυπία, τη διερεύνηση ηθικών ζητημάτων και τη δυστοπική απεικόνιση των ναρκωτικών, της μουσικής και της νεανικής βίας. Τέλος, το «Κουρδιστό Πορτοκάλι», πέρα από αριστούργημα, αναμφισβήτητα θεωρείται κλασικό  έργο της λογοτεχνίας του 20ού αιώνα.

Δείτε επίσης: Wendy Carlos: H τρανς νονά της ηλεκτρονικής μουσικής