Οι ηλικιωμένοι ασθενείς που πάσχουν από προχωρημένο στάδιο άνοιας και Αλτσχάιμερ – της «ασθένειας του 21ου αιώνα», όπως το αποκαλούν –  πλέον μπορούν να ενσωματωθούν σε αρκετά χωριά και κοινότητες ονόματι Dementia Villages, τα οποία ξεπηδούν σε διάφορα σημεία του πλανήτη.

Την αρχή έκανε, προ μερικών ετών, το πειραματικό ολλανδικό χωριό Ντε Χόγκεβεκ όπου όλα έχουν σχεδιαστεί προσεχτικά ώστε να «ξεγελούν» τους ασθενείς-«κατοίκους» του, επιτρέποντάς τους να «ζουν» στη δική τους πραγματικότητα.

Οι ντόπιοι το αποκαλούν «Dementiaville», ήτοι «το χωριό της άνοιας»: μέσα στη μικρή αυτή πόλη, στα περίχωρα του Άμστερνταμ, ζουν πάνω από 150 ασθενείς που πάσχουν από προχωρημένο στάδιο άνοιας και Αλτσχάιμερ.

Το Ντε Χόγκεβεκ, που κόστισε 19,3 εκατ. ευρώ, με χρηματοδότηση σχεδόν αποκλειστικά από το ολλανδικό κράτος (17.8 εκατ. ευρώ) και μια χορηγία της τάξεως των 1.5 εκατ. ευρώ από τοπικές οργανώσεις, σχεδιάστηκε από την ολλανδική αρχιτεκτονική φίρμα Molenaar & Bol & VanDillen και άνοιξε επισήμως τις πύλες του τον Δεκέμβριο του 2009.

Το μότο και την ίδια στιγμή modus operandi της κοινότητας είναι ότι οι κάτοικοί του μπορούν να λειτουργούν πρωταρχικώς σαν άνθρωποι και κατόπιν σαν ασθενείς, καθώς οι υπεύθυνοι του όλου εγχειρήματος έχουν δημιουργήσει όλες τις συνθήκες προκειμένου να τους αφήνουν να ζουν στη δική τους πραγματικότητα: μέσα στο περιφραγμένο και εντελώς αυτόνομο χωριό που εκτείνεται σε σχεδόν τέσσερα εκτάρια γης, υπάρχει πάρκο, κομμωτήριο-μπαρμπέρικο, εστιατόριο, θέατρο, ταχυδρομείο και παντοπωλείο. Στα «καταστήματα» αυτά εργάζονται, σε μια… τρόπον τινά «μυστική» αποστολή, ως υπάλληλοι οι περίπου 250 νοσηλευτές που είναι επιφορτισμένοι με την φροντίδα των ασθενών, αναφέρει το ρεπορτάζ των New York Times.

Οι νοσηλευτές αυτοί, ωστόσο, δεν φορούν παραδοσιακές άσπρες ποδιές, αλλά είναι ντυμένοι με κανονικά ρούχα, ώστε να μην διαταράξουν την ψυχική ισορροπία των κατοίκων τους, οι οποίοι λόγω της άνοιας από την οποία πάσχουν, δεν αντιλαμβάνονται πως όσοι κυκλοφορούν και εργάζονται γύρω τους είναι εκπαιδευμένοι νοσοκόμοι.

Οι κάτοικοι ζουν σε κατοικίες του ανταποκρίνονται σε έναν από τους επτά διαφορετικούς «τρόπους ζωής» που οι ψυχολόγοι και οι επιστήμονες έκριναν ότι χαρακτηρίζουν την ολλανδική κοινωνία: αστικός (Stedelijk), χριστιανικός (Christelijk), μεγαλοαστικός-αριστοκρατικός (Goois), απλός και λιτός (Huiselijk), έθνικ (Indisch, με επιρροές από την ινδονησιακή οικιστική αρχιτεκτονική), σοφιστικέ (Cultureel, για όσους είναι ένθερμοι θιασώτες της κουλτούρας και του πολιτισμού) και ρουστίκ (Ambachtelijk). Κάθε σπίτι έχει 6-8 ενοίκους με δικά τους υπνοδωμάτια, με en suite μπάνιο, ενώ οι ένοικοι μοιράζονται μια μεγάλη τραπεζαρία που λειτουργεί κι ως σαλόνι.

Το κόστος για κάθε κάτοικο είναι περίπου 5.000 ευρώ το μήνα, ωστόσο τα ασφαλιστικά ταμεία της Ολλανδίας καλύπτουν ένα μεγάλο μέρος του μηνιαίου ενοικίου για τους ασφαλισμένους του.

Οι κάτοικοι έχουν πολλές ελευθερίες: είναι ελεύθεροι να εγκαταλείπουν τα δωμάτιά τους και να περπατούν καθημερινά στη μεγάλη πλατεία με το σιντριβάνι, τον κεντρικό δρόμο και τα μικρά σοκάκια, να κάνουν τις δουλειές τους και γενικά να έχουν μια φυσιολογική καθημερινότητα, σαν η άνοια να μην χτύπησε ποτέ την «πόρτα» τους. Στο χωριό δεν υπάρχουν αυτοκίνητα, ούτε λεωφορεία, ενώ οι συναλλαγές δεν γίνονται με χρήματα, προκειμένου οι ασθενείς-κάτοικοι να μην μπερδεύουν το μυαλό τους με περίπλοκες μαθηματικές πράξεις.

«Είμαι γύρω στα 45, παντρεμένη και έχω δυο μικρά παιδιά», λέει μια ασθενής ονόματι Τζο, που σηκώνεται κάθε μέρα, μιλάει με τις «φίλες της» (τις νοσοκόμες δηλαδή), και περιμένει πως και πώς να φτάσει το απόγευμα για να πάει και να παίξει μπίνγκο.

Ωστόσο, η πραγματικότητα είναι αρκετά διαφορετική: η Τζο είναι 87 ετών, ο σύζυγος της έχει πεθάνει και τα παιδιά της είναι 35-40 ετών με τις δικές τους οικογένειες. «Είναι πολύ σημαντικό να μην την διορθώσουμε και να μην της πούμε την αλήθεια», λένε οι ιθύνοντες του χωριού, «γιατί είναι ακριβώς αυτή η «φούσκα» μέσα στην οποία ζει η Τζο που την κάνει να είναι τόσο χαρούμενη κι αισιόδοξη».

Από παντού ξεπηδούν Dementia Villages

Ο Π.Ο.Υ. περιγράφει την «άνοια» ως όρο που καλύπτει διάφορες ασθένειες που επηρεάζουν τη μνήμη, τη σκέψη και την ικανότητα εκτέλεσης καθημερινών δραστηριοτήτων. Η νόσος του Αλτσχάιμερ είναι η πιο κοινή μορφή.

Κατά την τελευταία δεκαετία, καθώς ο αριθμός των περιπτώσεων άνοιας έχει αυξηθεί εκρηκτικά παγκοσμίως, έχουν ανοίξει περισσότερα «χωριά άνοιας» και dementia villages για ηλικιωμένους σε όλο τον κόσμο.

Όταν το Ντε Χόγκεβεκ άνοιξε για πρώτη φορά τις πόρτες του, υπήρχαν περίπου 35 εκατομμύρια άνθρωποι που ζούσαν με άνοια σε όλο τον κόσμο, σύμφωνα με τη ΜΚΟ «Διεθνή Οργάνωση Νόσου Alzheimer». Σήμερα ο αριθμός αυτός ξεπερνά τα 55 εκατομμύρια και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας αναμένει ότι θα φτάσει τα 78 εκατομμύρια μέχρι το 2030.

«Οι αριθμοί πασχόντων με άνοια αυξάνονται επειδή το μέγεθος του πληθυσμού αυξάνεται και ο πληθυσμός γερνάει», δήλωσε ο Dr. Tarun Dua, επικεφαλής της μονάδας Brain Health στο Τμήμα Ψυχικής Υγείας και Χρήσης Ουσιών του W.H.O. «Αυτό δεν είναι κάτι που πρόκειται να εξαφανιστεί ή να μειωθεί».

Η έκθεση, στη σύνταξη της οποίας συνέβαλε ο Δρ Ντούα, προειδοποίησε ότι η ιατρική κοινότητα βρίσκεται «πολύ πίσω ως προς την εξεύρεση μια θεραπείας για την άνοια έως το 2025», στόχος που τέθηκε το 2013 στη Σύνοδο Κορυφής για την άνοια στο Λονδίνο.

Κάπως έτσι, τα τελευταία χρόνια, από παντού ξεπηδούν εγκαταστάσεις σε όλο τον κόσμο – εμπνευσμένες από το ολλανδικό χωριό – οι οποίες προωθούν το ίδιο μοντέλο με το Ντε Χόγκεβεκ.

Στο Baerum της Νορβηγίας, έναν δήμο στα προάστια του Όσλο, το χωριό «Carpe Diem» άνοιξε το 2020. Σχεδιάστηκε ως πιλοτικό έργο για την αντιμετώπιση της φροντίδας ηλικιωμένων στη Νορβηγία, όπου ο αριθμός των ατόμων που ζουν με άνοια [περίπου 100.000] αναμένεται να διπλασιαστεί έως το 2050, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Journal of Alzheimer’s Disease.

Όπως και το ολλανδικό χωριό, έτσι και το Carpe Diem χρησιμοποιεί το καλά οργανωμένο περιβάλλον των 4,4 στρεμμάτων του – διώροφα και τριώροφα κτίρια σε ποικίλες αποχρώσεις τούβλου και ξύλου – για να δημιουργήσει έναν περιορισμένο αστικό χώρο όπου οι κάτοικοι μπορούν να περιφέρονται ελεύθερα, πάντα με μια διακριτική επίβλεψη.

Υπάρχει μια αστική πλατεία, διαμορφωμένοι χώροι, ένα ελικοειδές μονοπάτι και ένας δρόμος με μια παμπ, ένα κομμωτήριο και μια μπουτίκ. Το συγκρότημα, που σχεδιάστηκε από το Nordic Office of Architecture, περιλαμβάνει 136 κοινόχρηστες κατοικίες και 22 μονάδες υψηλής φροντίδας για άνοια.

«Η μεγαλύτερη διαφορά, ίσως, μεταξύ του Carpe Diem και άλλων γηροκομείων είναι ότι φέρνουμε και προσκαλούμε την τοπική κοινωνία στο χωριό μας», δήλωσε η Anne Grete Normann, υπεύθυνη του χωριού στο Carpe Diem, σε ένα βίντεο σχετικά με το έργο.

Στην άλλη άκρη της Γης, στην Ωκεανία, στην πόλη Bellmere της Αυστραλίας, η «NewDirection Care at Bellmere» αυτοχαρακτηρίζεται ως η πρώτη κοινότητα άνοιας στον κόσμο. Οι κάτοικοι ζουν σε σπίτια που μοιάζουν με τυπικά σπίτια – υπάρχουν 17 σε τέσσερα διαφορετικά στυλ, με επτά κατοίκους ανά σπίτι. Το «κέντρο της πόλης», κάτι σαν την ταινία Truman Show, περιλαμβάνει ένα γωνιακό κατάστημα, καφετέριες, ένα κομμωτήριο και έναν κινηματογράφο.

«Μοιάζει πολύ με ένα τυπικό προάστιο στην Αυστραλία», δήλωσε η Natasha Chadwick, ιδρύτρια της εγκατάστασης.

Αυτή η «μικροπόλη» «αναμειγνύει» ασθενείς με άνοια, συμπεριλαμβανομένων των νεότερων που πάσχουν από πρώιμη άνοια, με ηλικιωμένους κατοίκους που δεν έχουν διαγνωστεί καθόλου με άνοια, αλλά είναι… στη δύση της ζωής τους με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

«Οι άνθρωποι θέλουν να παραμείνουν στο σπίτι τους, θέλουν να ζουν στην κοινότητα», δήλωσε ο Δρ Ντούα, καταλήγοντας εμφατικά ότι:

«Νομίζω ότι αυτό είναι ένα σημαντικό μήνυμα. Έτσι, ακόμη και αν σκεφτούμε με όρους χωριών άνοιας, το πόσο κοντά είναι στην κοινότητα – αυτό είναι πολύ σημαντικό. Θα πρέπει οι πάσχοντες από άνοια να είναι μέρος της κοινότητας και όχι έξω από αυτήν».