Βρεθήκαμε ένα μεσημέρι στην πλατεία Μαβίλη τη στιγμή που γύρω του επικρατούσε ένα χάος. Πρόβες για τους «Επιτρέποντες» στο Φεστιβάλ Αθηνών στις 22 Ιουλίου, εξετάσεις των μαθητών του στις σχολές της Νέλλης Καρρά και Τεχνών 100 και το κλείσιμο του θέατρου Skrow μετά από 10 χρόνια. Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου είναι ο Jedi που πολεμάει πάντα με τον δικό του τρόπο διατηρώντας μια τρομερή ψυχραιμία και μία διαύγεια που δεν τον εγκαταλείπει ποτέ. Ξέρεις πως θα φύγεις μετά από παραστάσεις του και είτε συμφωνείς είτε διαφωνείς μαζί του, θα έχεις μάθει για κάτι που θα σου ξεβολέψει τον τρόπο σκέψης για να μετακομίσει σε άλλες πιο ανήσυχες γειτονιές και θα τον εκτιμάς ακόμα περισσότερο.

Τα δικά του έργα και οι ρόλοι του σε ιστορίες άλλων σε πολλές σκηνές και εντός του Skrow,  παρατηρούν τη ζωή και βρίσκουν εκείνους τους δρόμους με το εκτυφλωτικό φως που δεν βλέπει κανείς άλλος. Με το χιούμορ και την ανησυχία για νέα πράγματα να είναι μόνιμο συγκάτοικοι του, μαζί με τους Μαρία Φιλίνη, Σεραφείμ Ράδη, Κατερίνα Μαυρογεώργη και Νίκο Μαραμαθά άνοιξαν το θέατρο που αγάπησε η Αρχελάου και εξαπλώθηκε από στόμα σε στόμα σε όλη την Αθήνα. Γκρέμισε τα όρια των τοίχων, οι ήρωες του προκάλεσαν ωραίες συζητήσεις κι έγινε ένα στέκι, απ’ το οποίο φεύγαμε όλοι λίγο καλύτεροι.

Με αφορμή το κλείσιμο ενός μεγάλου θεατρικού κύκλου και την αρχή νέων καταστάεων, άρχισαν να τρέχουν οι παρακάτω γραμμές που ξεκίνησαν με συναυλίες-εμπειρίες ζωής και ταξίδια.

 

Πού θα ήθελες να είσαι τώρα;

Να κάνω ένα ταξίδι στην Ευρώπη. Αυτό που λέγαμε πριν για το Notting Hill σε συνδυασμό με μουσικό φεστιβάλ ή συναυλία, πολύ θα το ήθελα. Με τις συναυλίες συμβαίνει αυτό που συνειδητοποιείς το πέρασμα του χρόνου. Λες πότε τους άκουγα, πού ήμουν τότε, πόσοι τους άκουγαν πριν από εμάς, πότε τους είδα και τι έζησα. Επίσης, τώρα ειδικά θέλουμε όλοι να ξεδώσουμε και φαίνεται από την ανταπόκριση που έχουν όλες οι συναυλίες τώρα. Ακόμα κι εγώ που δεν είχα αυτή την τόσο έντονη κάψα, τώρα θέλω να πάω να κοπανηθώ και να μη με νοιάζει τίποτα.

φωτ. Κική Παπαδοπούλου / Olafaq

Υπάρχει μια συναυλία που θυμάσαι πιο έντονα;

Εκείνη που μου είχε μείνει πολύ έντονα είναι η συγκλονιστική συναυλία των Placebo στον Λυκαβηττό. Ήταν οργιαστική και εντυπωσιάστηκα τρομερά. Θυμάμαι πως μόλις ξεκίνησε, έφυγα από τις θέσεις που ήμασταν και κατέληξα στην αρένα να χορεύω σαν τρελός. Δεν το περίμενα ότι θα συνέβαινε αυτό γιατί μέχρι τότε, σκεφτόμουν ότι στους Placebo  πας για να ζήσεις μια εσωστρέφεια και να πέσεις στα πατώματα αλλά αυτοί έναν απίστευτο show. O Molko έκανε show ακόμα και όταν κάπνιζε και τραγουδούσε α καπέλα το “A song to say goodbye”. Αυτούς και τους Muse, τους αγαπάω πάρα πολύ.

Επίσης, γούσταρα πολύ πέρσι που πηγαίναμε με τον φίλο μου το Φουντούκο, -που είναι πάρα πολύ καλός μουσικός και πέρα από εφηβικός φίλος συνεργαζόμαστε κιόλας- στον Σωκράτη Μάλαμα και τον Θανάση Παπακωνσταντίνου και στην Αθήνα και σε νησιά. Όποτε πάμε σε συναυλίες μαζί, γινόμαστε πάλι έφηβοι.

Είναι κι ο Λυκαβηττός ένας χώρος που όταν έκλεισε, μαζί του ολοκληρώθηκε κι ένας κύκλος, όπως συμβαίνει τώρα με τους κινηματογράφους και άλλους χώρους που αγαπάμε.

Αυτό με το κλείσιμο των κινηματογράφων είναι τραγικό γιατί πολλές φορές δνε το παίρνουμε και είδηση-το ανακαλύπτουμε όταν πάμε να ψάξουμε μια προβολή.  Πλέον κάνουμε τα πάντα από μια οθόνη και δεν το λέω σαν παππούς. Απλά ας πούμε εγώ συνδρομές παντού και πέρα από τις σειρές που κολλάω γιατί είμαι φανατικός σειράκιας, σχεδόν όλες τις ταινίες τις βλέπω από το σπίτι. Θέλω πολύ να πηγαίνω σινεμά απλά πολλές φορές και με τα ωράρια μας, θα προτιμήσω να δω κάτι από κάποια πλατφόρμα. Ειδικά με το Disney+, που βγήκε πρν λίγες μέρες, έχω φτάσει σε σημείο να μην έχω τι να δω γιατί σχεδόν εξάντλησα τη λίστα!

Πώς διαχειρίστηκες το κλείσιμο του Skrow μετά απο 10 χρόνια;
Σκέφτηκα πως μια δεκαετία είναι ένα κεφάλαιο καθαρό και πως έκλεισε ένας κύκλος. Θα μπορούσε να φτάσει και τα 20 χρόνια αλλά από την άλλη, ήταν ένα πολύ νεανικό θέατρο, το οποίο αν συνέχιζε την πορεία του κανονικά, είχα στο μυαλό μου να εμπλουτιστεί με ομάδες νέων ανθρώπων που ξεκινούν τώρα και είχαμε επικοινωνήσει ώστε να γίνουν βασικοί πυρήνες του θεάτρου.

Συγκεκριμένα υπήρχε η ομάδα Επτάρχεια, που είχαμε συζητήσει να εμπλακούν πολύ ενεργά και έχουν οργανωθεί κι είχαν κάνει την καταπληκτική παράσταση «Γενική πρόβα αυτοκτονίας». Δεν ευόδωσε τελικά λόγω των εξελίξεων.Αυτό που με στεναχώρησε πιο πολύ ήταν ότι στη φάση που είμαι, το είχα πολύ ανάγκη να γίνει ένας χώρος που ανακαλύπτει συνεχώς καινούριους ανθρώπους με ωραίες ιδέες και να μη μένει ποτέ στάσιμος. Βέβαια, μπορείς πάντα να βρεις έναν άλλο χώρο να το κάνεις αλλά το κρίμα είναι ότι, όπως και σε όλη την Ευρώπη, συνειδητοποιείς πως ζεις σε μία πόλη που αλλάζει και μεταμορφώνεται συνέχεια χωρίς να υπολογίζουμε τις απώλειες.
Η τουριστική υπεραξία ανεβαίνει και πέφτει κατακόρυφα η αξία άλλων πραγμάτων. Χώροι όπως κλαμπ, θέατρα, σινεμά αρχίζουν και έχουν υποδεέστερη σημασία και σου λέει ο άλλος, «γιατί να μην κάνω ένα κτήριο γεμάτο airbnb διαμερίσματα ή να φτιάξω ένα χόστελ» αφού τα λεφτά που παίρνουν από τους τουρίστες, δεν μπορούν να συγκριθούν με τα ενοίκια των άλλων χώρων.

Το θέμα είναι πως σε σχέση με άλλες χώρες που το κάνουν αυτό, εδώ δεν δίνουν καμία σημασία στο πώς θα έχει μια συνέχεια ένας χώρος που έκλεισε και ο πολιτισμός θα περνάει πάντα σε δεύτερη μοίρα.

Αυτό με έναν τρόπο πάντα υπήρχε. Δηλαδή πάντα ίσχυες πως αν ήθελε να ανοίξεις ένα θέατρο με «underground αισθητική» -αυτό σε πολλά εισαγωγικά-με πειραματικές ομάδες με τις οποίες κάνετε την τρέλα σας και ανακαλύπτετε νεά πράγματα, να βρεις έναν χώρο με έναν τρελό με την καλή έννοια ιδιοκτήτη με παρόμοιες ανησυχίες, που να ξέρει πως εδώ θα γίνει ένα διαφορετικό θέατρο ή μια γκαλερί, όπως είχε γίνει με το Knot gallery του Θέμελη Γλυνάτση και μας έδωσε έμπνευση για το Skrow.Από την άλλη υπάρχουν τα μεγάλα και γνωστά θέατρα που είναι μιας άλλης αισθητικής. Οπότε κυριαρχεί μια λογική πως έχουμε τα «κανονικά» θέατρα και τα υπόλοιπα, τα πιο μικρά και εναλλακτικά μπορεί σιγά σιγά να κλείσουν γιατί δεν τα στηρίζει τίποτα.

Δηλαδή όταν σου λέει ο άλλος πως θα φτιάξει ένα κτήριο που θα κάνει τζίρο 3.000 τη μέρα, γιατί να παίρνει ένα χαμηλότερο ενοίκιο για ένα θέατρο; Το καταλαβαίνω αυτό που λένε η «βαριά βιομηχανία της Ελλάδας είναι ο τουρισμός» αλλά στο τέλος δεν θα μείνει τίποτα άλλο.

Φωτ: Κική Παπαδοπούλου / Olafaq

Και τελικά πού μπορεί να βρει στέγη το underground θέατρο;

Το θέμα είναι θέλουμε να συνεχίσουμε να το κάνουμε μ’ αυτό τον τρόπο; Θέλουμε να περάσουμε στην άλλη πλευρά και να κάνουμε κλασικά πράγματα ή αυτό που θέλουμε με όρια και συμβιβασμούς σε μεγάλα θέατρα; Δεν ξέρω ακόμα.

Στο Skrow πετύχατε ως ένα βαθμό όσα σκεφτόσασταν με τα παιδιά στην αρχή όταν το ξεκινήσατε;

Δεν νομίζω πως σχετίζεται με το να πετύχεις κάτι. Αυτό που αισθάνομαι είναι ότι αποκομίζεις εμπειρίες και γνώσεις. Οι γνωριμίες που κάναμε με όλους αυτού τους καλλιτέχνες που μας εμπιστεύτηκαν και ήρθαν να κάνουμε την τρέλα τους σε συνθήκες δύσκολες κάποιες φορές.

Θέλω η σχέση με την τέχνη, μέσα από μία τέτοια διαδικασία, να φέρει τη γνώση. Δεν πιστεύω ότι υπάρχουν άλλοι στόχοι. Και να αλλάξεις την κοινωνία φυσικά θες και είναι ωραίο που το κοινό θα ξεκινήσει έναν διάλογο μετά από κάποιες παραστάσεις. Το να πεις ότι πέτυχα γιατί πήγε πολύ καλά ένα πρότζεκτ, το θεωρώ λίγο βλακεία γιατί δεν θεωρώ πως είναι αυτοσκοπός στην τέχνη. Το θέμα είναι αν την επιτυχία ή την αποτυχία την κάνεις μέσα από μία στέρεη αναζήτηση γιατί αν κάνεις μια επιτυχία με μία κλασική συνταγή για μένα είναι λιγότερο σημαντικό. Ας αποτύχουμε ψάχνοντας.

Και προφανώς είναι ακόμα καλύτερα αν μ’ αυτή τη λογική έρθει η επιτυχία. Δεν θεωρώ θέατρο ότι «θα πάρω αυτούς τους ηθοποιούς από εκείνες τις τηλεοπτικές σειρές με τη μεγάλη απήχηση, θα πάω στο τάδε μεγάλο θέατρο, θα φωνάξω τον γνωστό σκηνογράφο και πάμε να ανεβάσουμε παράσταση». Και δεν είναι ευκολία αλλά αυτό που θέλει το κοινό.
Ενώ το θέατρο είναι καλό να συνδιαλέγεται με το κοινό με έναν πιο ανήσυχο τρόπο. Η κωμωδία να είναι καυστική και να σατιρίζει την πολιτική και τα δραματικά έργα να καταπιάνονται με πολίτικά και κοινωνικά θέματα. Όταν λοιπόν το θέατρο είναι εμπορικό πάει μέχρι ένα σημείο και δεν ενοχλεί ούτε «τσιμπάει».

Αυτό είναι που ουσιαστικά κρατάμε από το Skrow. Τις συζητήσεις μετά τις παραστάσεις και το πιο σημαντικό είναι πως ακόμα κι αν δεν συμφωνούσαμε, μας άρεσε η διαδικασία.

Είναι τέλειο αυτό και το ήθελα πολύ να συμβεί.Είχε μια ανοδική πορεία τα τελευταία χρόνια και είχαμε αποφασίσει να κινηθούμε με ολοκαίνουρια έργα, να έρθουν -όπως είχε γίνει κάποιες φορές- οι συγγραφείς να μιλήσουν και να εξελιχθεί ωραία.

Ισχύει πως δεν μας αρκεί πια να δούμε απλά μια παράσταση που όλα είναι άψογα αλλά δεν υπάρχει συναίσθημα;

Ναι. Για παράδειγμα, δεν είναι πολύ ωραίο που οι «Παίκτες» με έναν θίασο που εκτός από τον Ηλία Μουλά, δεν έπαιζε κανείς τους σε κάποια σειρά, πήγαν τόσο καλά και ήταν συνέχεια sold out; Έκαναν κάτι καταπληκτικό. Αποδόμησαν τελείως το έργο, του πρόσθεσαν «βρωμιά», ο Γιώργος Κουτλής έκανε την τρέλα του και επικοινώνησαν όλοι τέλεια, με αποτέλεσμα το κοινό να θέλει να το δει όλο αυτό.

Φωτ: Κική Παπαδοπούλου / Olafaq

Περάσαμε και μία φάση στο θέατρο που ανέβαιναν πολλές πειραματικές παραστάσεις, οι οποίες τελικά χάνονταν στη μετάφραση;

Βέβαια από τα πολλά τίποτα, στην πορεία φτιάχνεται ένα κάτι. Το τίποτα καμιά φορά είναι κι ένα ψάξιμο και διάφοροι υπαρξιακοί προβληματισμοί  για το τι κάνουμε γενικά στη ζωή και μετά να σκάσει μία παράσταση που μπορεί να είναι το σύνολο όλων αυτών των ανησυχιών και να βγει κάτι καινούριο.

Και στο Skrow ίσχυε το «από στόμα σε στόμα». Τι έχεις παρατηρήσει στη συμπεριφορά του κοινού;

Μόνο! Στο θέατρο ίσχυε πάντα αλλά ειδικά τα τελευταία χρόνια πως το κοινό μυρίζεται το στοιχείο στις παραστάσεις, που του προκαλεί αλλαγές στον τρόπο σκέψης. Με έναν μαγικό τρόπο όταν μια παράσταση έχει στον πυρήνα της ένα φως που θα σε ξεκουνήσει λίγο από την ασφαλή ζώνη σου, να σε ξεβολέψει και οι θεατές θα το δουν. Γι’ αυτό και το άλλο είδος θεάτρου δεν αρκεί. Χρειάζεται εννοείται για να ισορροπεί λίγο η κατάσταση αλλά για μένα το θέατρο είναι απόλυτα συνυφασμένο με την ανησυχία και γι’ αυτό σε πολλές  «underground» παραστάσεις με νέους ανθρώπους που έχουμε αγαπήσει, λειτουργεί το «από στόμα σε στόμα». Έχει συμβεί να παίζονται και σε μεγάλα θέατρα αλλά λιγότερες φορές.

Οπότε το θέμα είναι να μας μείνει ένα θέατρο, σαν ιδέα, όπως συνέβη ας πούμε με το Αμόρε.

Ναι. Όπως συμβαίνει επίσης και με το Bios και με χώρους που θεωρούνται μη θεατρικοί. Οι Blitz π.χ έχουν κάνει παραστάσεις σε νεοκλασικά σπίτια και μέσα σε ασανσέρ. Είναι ουσιαστικά μια εσωτερική ανησυχία που συνδέεται με τη μορφή που έχει αυτή η πόλη, η οποία παλιά ήταν πολύ πιο φιλόξενη.

Τι αλλαγές είδες σε σένα όσον αφορά τον τρόπο που αντιμετωπίζεις το θέατρο και τους ανθρώπους του από τότε που άνοιξες το Skrow έως τώρα;

Όταν τελείωσαν τις σχολές οι ηθοποιοί της δικής μου γενιάς, έζησαν μία μια πολύ ενδιαφέρουσα κατάσταση στο θέατρο. Τότε άρχιζε το Αμόρε να εμφανίζεται και να το μαθαίνουν όλοι και γενικά δεν υπήρχαν πολλές δημιουργικές σκηνές, ήταν πολύ συγκεκριμένες. Βιώσαμε να γίνεται θέατρο παντού και τώρα, βιώνουμε τη δυσκολία του να υπάρχει και να συντηρείται. Το πειραματικό θέατρο δεν υπήρχε σαν έννοια.  Δηλαδή πώς τα καταφέραμε έτσι; Και επειδή διδάσκω και στη δραματική σχολή της Νέλλης Καρρά, σκέφτομαι τι να πω στα παιδιά που τελειώνουν, αν είναι καλύτερα ή χειρότερα τα πράγματα σε σχέση με τότε.

Φωτ. Κική Παπαδοπούλου / Olafaq

Έχουμε κάνει και συνδυασμούς πειραματικού και εμπορικού θεάτρου.

Ναι είναι πιο «μπασταρδεμένα». Βλέπεις π.χ τώρα ότι ο Γιάννης Χουβαρδάς ανέβασε μία παράσταση με τεράστια παραγωγή αλλά είναι πειραματική. Πολλοί καλλιτέχνες πια που έχουν πειραματική φύση, πλέον είναι αναγνωρισμένοι και κάνουν μεγάλα πράγματα. Από την άλλη, ο πειραματισμός δεν σχετίζεται με το καινούριο και το μη γνώριμο;

Πάντως εγώ τώρα, μέσα από την εμπειρία του Skrow, τη συνύπαρξη με τη βασική ομάδα και τη συνεργασία με άλλους καλλιτέχνες που μας στήριξαν και ήταν πολύ όμορφο πώς «κούμπωσαν» μαζί μας, έμαθα πάρα πολλά πράγματα. Παιδιά όπως ο Μιχάλης Συριόπουλος, ο Γιάννης Σοφολόγης, ο Άγγελος Μπούρας, ο Μιχάλης Πανάδης, η Αριάδνη Καβαλιέρου, ο Σωτήρης Τσακωμίδης, ήρθαν από άλλους χώρους κάνοντας φοβερές δουλειές και έφτιαξαν μια νέα συνθήκη. Ανακαλύπταμε όλοι μαζί καινούρια πράγματα, ιδέες, προσεγγίσεις και έβγαινε κάτι πολύ ζωντανό.

Ποιο θεωρείς πως είναι το βασικό κίνητρο για να έρθουν τόσοι διαφορετικοί άνθρωποι σε έναν χώρο με έναν κοινό σκοπό;
Έχω καταλήξει πως το σημαντικότερο πράγμα στο θέατρο είναι το κείμενο, η σύγχρονη θεατρική γραφή. Και το συνειδητοποίησα μέσα από το Skrow. Το να ανακαλύψεις ένα κείμενο την κατάλληλη στιγμή που να μιλάει στην ψυχή σου και μια ομάδα να το αγκαλιάσει ώστε να το υλοποιήσουμε όλοι μαζί. Το θέατρο έχει κοινωνικό χαρακτήρα, όπως αυτό που ανέφερες με τις συζητήσεις που κάνει το κοινό μετά τις παραστάσεις, κι όλα ξεκινούν από το κείμενο.

Δεν έχουμε ανάγκη όμως και κάποιον από την ομάδα να μας εμπνεύσει;

Ναι και να υπάρχει μια κοινή και αγνή αναζήτηση. Εκεί, γίνομαι χαλί να με πατήσεις. Όταν είμαι κάπου και καταλαβαίνω πως τα κίνητρα είναι μόνο εμπορικά, λέω «οκ θα δώσω τον καλύτερο μου εαυτό αλλά εδώ δεν πολεμάμε για το καλό. Πολεμάμε για άλλους σκοπούς». Είναι σαν αυτό που λέει ο Αστερίξ στον Οβελίξ ότι θέλει να ξέρει για τι πολεμάει.  Αν ξέρεις ότι ο άνθρωπος που σε έχει φέρει κάπου υπηρετεί έναν καλό σκοπό, θες να πολεμήσεις γι’ αυτόν χωρίς δεύτερη σκέψη.

Με τους μαθητές που έχεις αναλάβει, τι προσέχεις περισσότερο στη διδασκαλία και στο τι θα πάρουν μαζί στη ζωή τους;

Έχω μία ευθύνη στο πώς θα τους μεταφέρω το οτιδήποτε και με απασχολεί πολύ να περάσει το οποιοδήποτε μήνυμα σωστά σ’ εκείνους. Ο κάθε άνθρωπος λαμβάνει τα πράγματα με τον δικό του τρόπο. Σ’ αυτό που αισθάνομαι τη μεγαλύτερη ευθύνη είναι να τους περάσω πως ο κάθε ηθοποιός είναι ένας αυτόνομος καλλιτέχνης, ο οποίος πρέπει να έχει άποψη, να συμμετέχει στα κοινά και να δουλεύει πάρα πολύ σε προσωπικό επίπεδο.

Ο ρόλος σου είναι το καλλιτεχνικό σου δημιούργημα. Δεν πας κάπου για να σου πει απλά ο σκηνοθέτης «κάνε αυτό, πήγαινε εκεί» και να τελειώσει η δουλειά σου. Δεν εννοώ να κοντράρονται αλλά να έχεις μια συνολική σκέψη για το πώς θες να βγει οτιδήποτε προς τα έξω. Για παράδειγμα να διαβάσεις 5 μυθιστορήματα που αφορούν την εποχή του εκάστοτε συγγραφέα, το έργο του οποίου ανεβάζεις ακόμα και να διαφωνήσεις με τον συγγραφέα και να το συζητήσεις με τον σκηνοθέτη.

Τώρα σε μία από τις δραματικές σχολές που κάνουμε τις «Μάγισσες του Σάλεμ» του Άρθουρ Μίλερ, κάποια στιγμή μελετώντας τη ζωή του συγγραφέα, ανακαλύψαμε πως είχε ένα παιδί, το οποίο μόλις γεννήθηκε, στο έστειλαν σε ίδρυμα. Ήταν τεράστιο ταμπού εκείνη την εποχή και συνέβαινε συνεχώς. Οπότε σκέφτεσαι πως έναν συγγραφέας που τον εκτιμάς πάρα πολύ, κάνει αυτό το άσχημο πράγμα. Συνάντησε τον γιο του πρώτη φορά όταν ήταν πια 30 χρονών, σε μία ομιλία που έδωσε για το θέατρο με ανθρώπους με ειδικές ανάγκες, όταν κάποιος του είπε πως το κοινό είναι ο γιος του. Μετά στην αυτοβιογραφία του, δεν τον ανέφερε καν.

Φωτ: Κική Παπαδοπούλου / Olafaq

Τελικά μπορούμε να διαχωρίσουμε τον καλλιτέχνη από τον άνθρωπο όταν κάνει φρικτά πράγματα;

Αυτός είναι ο λόγος που κάνουμε θέατρο. Έτσι κι αλλιώς το θέατρο πάντα ανοίγει ερωτήματα. Σ’ ένα πολύ ωραίο θεατρικό έργο, το οποίο μου είχε πει ένα φίλος, οι πρωταγωνιστές είναι κατάδικοι για εγκλήματα παιδοφιλίας που έχουν εκτίσει την ποινή τους και είναι σε κατ’οίκον περιορισμό. Κάνουν συναντήσεις με μία κοινωνική λειτουργό κάνοντας συζητήσεις για άσχημα πράγματα και το έργο ασχολείται αν αυτοί οι άνθρωποι έχουν δικαίωμα στη ζωή έχοντας υπάρξει τέρατα. Ο Kevin Spacey, ας πούμε, είναι σπουδαίος καλλιτέχνης ενώ κατηγορείται για παρενοχλήσεις και κακοποιήσεις; Και στις ελληνικές υποθέσεις, για τις οποίες καλύτερα να μη σχολιάσουμε, ισχύει το ίδιο.

Ποιο είναι το όριο της ανεκτικότητας;

Έχουμε ζήσει εποχές που η βία κρύβεται με περίτεχνο και ύπουλο τρόπο και τα τελευταία χρόνια απλά την παρατηρούμε περισσότερο. Γράφει ο άλλος μια μπούρδα στο facebook και δεν περνάει απαρατήρητη. Μιλάμε ανοιχτά πια αν είναι σεξιστικό, ρατσιστικό ή προσβλητικό το σχόλιο. Επίσης, κοιτάζουμε πράγματα που έγραψαν παλαιότερα κάποιοι αλλά τα προσπερνούσαμε και σκεφτόμαστε γιατί δεν αντιδρούσαμε ενώ  είναι φοβερό πόσο σεξιστικές είναι και κάποιες παλαιότερες διαφημίσεις.

Δεν πιστεύω ότι υπάρχει κάποια λεπτή ισορροπία. Όλη αυτή η βία, ο σεξισμός, οι κακοποιήσεις, που έχουν αποκαλυφθείς από τον καλλιτεχνικό χώρο, υπάρχουν σε τόσο μεγάλο βαθμό σε όλα τα επαγγέλματα, αλλά δεν τολμούν να μιλήσουν και παραμένουν ακόμα κρυφά τα περιστατικά. Φοβούνται ότι θα χάσουν τη δουλειά τους, έχουν οικογένεια και δεν είναι εύκολο να καταγγείλουν όσους τις παρενοχλούν.

Οι «Επιτρέποντες» που ανεβάζεις στην Μικρή Επίδαυρο, έχουν τέτοια περιστατικά.

Ναι και έχουμε κουφαθεί με το γεγονός πώς 2.500 χρόνια πριν, ο Μένανδρος λέει όλα αυτά τα πράγματα. Κι επειδή έκανα και την απόδοση, εντυπωσιάστηκα πως υπάρχει ένα τέτοιο κείμενο στα αρχαία. Υπάρχει ένα σημείο που λέει «Άσε τους θεούς που πιστεύεις, ο μόνο θεός που αξίζει να πιστεύεις και θα βρεις καλό ονομάζεται του ανθρώπου ο χαρακτήρας. Αν πιστεύεις αυτόν όλα θα πάνε καλά, αν τον παρατήσεις, χαλάει και σου καταστρέφει τη ζωή». Έπαθα πλάκα! Επίσης ο θίασος είναι φανταστικός με τον καθένα να βρίσκει δικούς του δρόμους να προσεγγίζουν τους χαρακτήρες και διαχειρίζονται τα πάντα με έναν μοναδικό τρόπο.

Φωτ: Κική Παπαδοπούλου / Olafaq

Σου έδωσε απαντήσεις;

Το βλέπω σαν ένα πάρα πολύ ωραίο παιχνίδι γιατί πρόκειται για έναν φοβερό εκπρόσωπο της κωμωδίας που φλερτάρει με τη commedia del’ arte. Όπως και το θέατρο που ήρθε αργότερα από τον Μολιέρο και τον Γουίλιαμ Σαιξπηρ. Είναι ένα έργο που έχει να κάνει με καθημερινούς ανθρώπους και επικρατεί ένα παιχνίδι από την πρώτη σκηνή του κιόλας, με κάποιες πόρτες που ανοιγοκλείνουν συνεχώς κι έχει μια μορφή μπουλβάρ.

Στην ιστορία λοιπόν, υπάρχει ένας βιασμός στη γιορτή της Αρτέμιδος και όταν ένας συγγραφέας σου φέρνει ένα γεγονός από την εποχή του, σαν χρονική τομή λειτουργεί πολιτικά με έναν πολύ ενδιαφέρον τρόπο χωρίς να χρειαστεί να επέμβεις. Είναι από μόνο του ένα σχόλιο.

Η κοπέλα μένει έγκυος και όπως και ο άντρας, δεν θυμάται ούτε εκείνη με ποιον έκανε σεξ, γεννάει το παιδί και το παρατάει στο δάσος. Όταν κάναμε μια ιστορική έρευνα, μάθαμε πως ο Μένανδρος ασχολείται μ’ αυτό το θέμα γιατί τότε ήταν πολύ της μόδας. Είχε γεμίσει το δάσος μωρά γιατί σ’ αυτές τις γιορτές γινόταν ο κακός χαμός και βίαζαν συνέχεια γυναίκες. Το εθιμοτυπικό τότε ήταν να βάζουν πάνω στα μωρά ένα κόσμημα ώστε αυτός που θα τα υιοθετήσει, να το πάρει και να έχει ένα οικονομικό «μαξιλαράκι» για να μεγαλώσει το παιδί και αλλά και να λειτουργεί σαν σύμβολο ώστε αργότερα, να μπορεί ο παιδί αν θέλει, να βρει τους βιολογικούς του γονείς.

Παίζει πολύ μ’ αυτό το σύμβολο ο Μένανδρος γιατί στην ιστορία του υπάρχει ένα δαχτυλίδι με το οποίο αναγνωρίζεται ο πατέρας. Τίθονται λοιπόν ζητήματα για τις σχέσεις των δύο φύλων, πώς μια κοινωνία δέχεται το θέμα του βιασμού αι την κατωτερότητα της γυναίκας, γιατί μια γυναίκα παντρεμένη ζει κλεισμένη μέσα στο σπίτι ενώ η εταίρα μπορεί να κυκλοφορεί ελεύθερη, πώς ο δούλος εκείνη την εποχή είναι υποδεέστερος και μπορούν να το σκοτώσουν ανά πάσα στιγμή. Και όπως ξέρουμε, η πάλη των τάξεων, δεν έχει τελειώσει ούτε τώρα.

Με την Επίδαυρο, έχουν αλλάξει λίγο τα κλισέ όσον αφορά τα κλασικά ανεβάσματα παραστάσεων;

Βλέπουμε πια πως υπάρχει μια ελευθερία στη φόρμα και ανεβαίνουν και πιο εναλλακτικές παραστάσεις για να δοκιμάσουν κάτι καινούριο. Πολλοί νέοι άνθρωποι ανεβάζουν πλέον τολμάνε να αποτύχουν. Το δικαίωμα στην αποτυχία είναι υπέροχο γιατί αυτό σημαίνει πειραματισμός.

Αποδεχόμαστε πια και καλύτερα την αποτυχία, δεν τη φοβόμαστε τόσο.
Υπάρχει ένας σεβασμός όταν βλέπεις πως ο άλλος έχει μια σοβαρή σχέση με τη δουλειά του. Εγώ ας πούμε, δεν θέλω να αγχώνομαι συνέχεια. Το αντιμετωπίζω ως κάτι με το οποίο πρέπει να συσχετιστώ μαζί του, είναι οι ηθοποιοί που θα έρθουν σε επαφή με το κείμενο και με μένα και χωρίς να πάθουμε καμία κρίση θα ασχοληθούμε όσο χρειάζεται για να πάμε το κάθε έργο παραπέρα. Φυσικά χρειάζεται πολύς χρόνος να είσαι ήσυχος. Ακόμα και αν δεν πάει καλά, θα μάθεις κάτι.

Πιστεύω πολύ ποιες είναι οι προθέσεις μας.Υπάρχουν ομάδες που υπάρχει πολύ σεβασμός και προστατεύουν και προσπαθούν να βρεθεί ένα καινούριο θέατρο χωρίς το κυνήγι της επιτυχίας. Για παράδειγμα σπουδαίοι καλλιτέχνες, όπως ο Νίκος Καραθάνος, αν κάνουν κάτι που μπορεί να μην πετύχει, πάλι αξίζει να το δεις γιατί τον σέβεσαι που τολμάει να κάνει κάτι για να ψαχτεί και ξέρεις πως στην πορεία θα κάνει ένα έργο που πάλι θα σ’ αφήσει με το στόμα ανοιχτό. Τους εμπιστεύεσαι τυφλά τέτοιους ανθρώπους. Και στη μουσική, θα σου μείνει στο τέλος ένα τραγούδι από ένα άλμπουμ όχι γιατί έγινε επιτυχία αλλά γιατί τη στιγμή που το άκουσες, κάτι σου άνοιξε και γνώρισες τον εαυτό σου.

Έτσι όπως είναι τώρα τα social media, λέμε εύκολα ότι μας αρέσει κάτι, το οποίο κράζουν όλοι;

Όχι τόσο και οκ καλό το κράξιμο αρκεί να μην αφορίζεις τους καλλιτέχνες και να μην είσαι απόλυτος. Για μένα ένας καλλιτέχνης τελειώνει όταν η τέχνη του γίνεται το κυνήγι του αποτελέσματος.

Από αυτό το κείμενο τι ήθελες να βγάλεις περισσότερο προς τα έξω τη δεδομένη στιγμή που όλα αυτά είναι στην επικαιρότητα;

Η αλήθεια είναι πως δεν ξέρω! Δεν δουλεύω ποτέ με σκοπό να βγει κάτι συγκεκριμένο προς τα έξω γιατί θεωρώ πως είναι ένας διδακτικός τρόπος σκέφτεσαι. Αυτό που μ’ αρέσει να κάνω είναι να συσχετίζομαι με το έργο και να παίζω. Να βλέπω τι ανταλλαγή ιδεών υπάρχει και αυτό το παιχνίδι να περνάει στους ηθοποιούς.

Ο λόγος που το επέλεξα είναι ότι εδώ και 2.500 χρόνια η σχέση των δύο φύλων δεν είναι ισορροπήσει ακόμα και η ταξική πάλη μάλλον δεν θα ισορροπήσει. Δεν είμαστε δούλοι αλλά είμαστε σκλάβοι. Βέβαια αυτό που συμβαίνει φέτος με τα ξενοδοχεία που δεν βρίσκουν  εργαζόμενους- σκλάβους, είναι χαρακτηριστικό δείγμα με το πώς αλλάζει λίγο η κατάσταση.

Φωτ: Κική Παπαδοπούλου / Olafaq

Δεν διαπραγματευόμαστε την ψυχική μας υγεία.

Έχεις δίκιο. Αν έχει αλλάξει ένα πράγμα είναι ότι κοστολογούμε την ευτυχία μας παραπάνω απ’ όσο παλαιότερα. Δηλαδή πολλοί σκέφτονται πως δεν έχει νόημα να δουλεύουν για 600 ευρώ και είναι καλύτερο να βγαίνουν με τους φίλους τους. Πλέον σκέφτεσαι περισσότερο για ποιο λόγο κάνουμε τα πάντα στη ζωή.

Έχεις περάσει από αυτή τη μεταβατική φάση; Τι προτεραιότητες βάζεις τώρα;

Την ξεχνάμε λίγο τη ζωή μας. Έχω ανακαλύψει για τον εαυτό μου πως ότι μ’ αρέσει πολύ να παρτάρω. Να βγω για ρακές, να ξενυχτάω με φίλους, να πηγαίνουμε συναυλίες κλπ ενώ παλαιότερα, το θεωρούσα αδιανόητο να γίνεται τόσο συχνά γιατί έβαζα τη δουλειά λίγο πιο πάνω απ’ αυτά. Οπότε τώρα, τα διαστήματα που χαλαρώνει και η δουλειά, το επιδιώκω περισσότερο. Αυτή την κοινωνική συναναστροφή να βγαίνουμε με άλλους ανθρώπους, να γελάμε, να συζητάμε, ξεχνάμε πόσο σημαντική είναι για την ψυχική μας υγεία.

Και στη ζωή δεν επιδιώκουμε πλέον να ζούμε με πιο χαμηλές ταχύτητες και κυρίως με χιούμορ;

Πρέπει να προσπαθεί κανείς να ανακαλύψει κάτι καινούριο και να μην είναι βιαστικός αυτός ο δρόμος. Πιστεύω πολύ στην καλλιέργεια για να βρεις με μία ησυχία όσα θα σε εξελίξουν.Το έχω πολύ ανάγκη και με πιάνω να γελάω υστερικά σε πολλές φάσεις (γέλια). Είναι έλλειψη ευφυίας να μην υπάρχει χιούμορ. Όταν ήμουν μικρότερος ήμουν και καλά πιο σοβαρός δεν πήγαινα σε τόσο mainstream μέρη που εβγαιναν οι φίλοι μου, διάβαζα πολύ Edgar Allan Poe, πήγαινα στο Decadence και στη συνέχεια φυσικά, αυτή η «σοβαρότητα» δεν άντεξε και εξελίχθηκε σε γελοιότητα και ατελείωτο χαβαλέ.

Επιστροφή στα ταξίδια. Πού θα προσγειωθείς όταν τελειώσουν οι παραστάσεις;

Στο Βερολίνο. Έχει ακυρωθεί δύο φορές λόγω του κορωνοϊού και μάλλον θα πέσει μετεωρίτης τώρα! (γέλια).

 

INFO ΓΙΑ ΤΟ ΣΚΟΝΑΚΙ ΣΟΥ
«Επιτρέποντες», 22 και 23 Ιουλίου στις 21:30
Μικρή Επίδαυρος
Απόδοση – Διασκευή – Σκηνοθεσία Βασίλης Μαυρογεωργίου
Σκηνικά Θάλεια Μέλισσα
Κοστούμια Βασιλική Σύρμα
Παίζουν: Δάφνη Δαυίδ, Άννα Καλαϊτζίδου, Γιώργος Πυρπασόπουλος, Μάριος Σαραντίδης, Λυδία Τζανουδάκη, Ιώβη Φραγκάτου
Συμμετέχουν (αλφαβητικά) Χρήστος Δαλκυριάδης, Διαλεκτή Πουρσανίδου
Μουσικοί (αλφαβητικά) Άρτεμις Βαβάτσικα, Νίκος Γκούμας, Γιώργος Φουντούκος