Αλίμονο, ποιος ο λόγος να γινόμαστε νοσταλγοί εποχών με στενότερες δυνατότητες και όρια στην επικοινωνία; Γιατί να μας λείπει, ας πούμε, η προ Internet εποχή, όταν χάρη στο Internet έχουμε μάθει τόσα πολλά, έχουμε δει και ακούσει πράγματα που ούτε ο νους μας θα μπορούσε να πάει πριν από μερικές δεκαετίες; Να, σαν αυτό εδώ το βίντεο, όπου ένα εξωτικό πουλί σε ένα μακρινό δάσος στολίζει τον χώρο του και χορεύει για να έλξει την παρτενέρ του, κι εμείς το βλέπουμε σα να βρισκόμασταν εκεί, δίπλα του, σε απόσταση αναπνοής.

Φαίνεται πως η εποχή μας εξοβελίζει την βαρεμάρα με συνεχή ερεθίσματα, χρώματα, εικόνες, λόγο, ήχο, πρόσωπα που κάτι λένε, γράφουν, κάνουν, δείχνουν. Το Internet μοιάζει με μια μαγική ονειροπαγίδα που μας πιάνει από παντού, μας κάνει να αισθανόμαστε ασφάλεια, ενδιαφέρον και χαρά, ενώ η πλοήγηση σε αυτό κατ’ ουσίαν μας ροκανίζει χρόνο από την μην ψηφιακή ζωή μας. Από την ζωένια ζωή μας, μέρος της οποίας είναι η πλήξη, η βαρεμάρα, η αφαίρεση, η καταβύθιση στις σκέψεις και τον εσωτερικό μας κόσμο.

Όπως έχει γράψει η καθηγήτρια Πανεπιστημίου Τιτίκα Δημητρούλια: «το Διαδίκτυο είναι μια σύνθετη οντότητα, που συναιρεί την πληροφορική δικτύωση με την κοινωνική, το βιολογικό με το μαθηματικό και το ηλεκτρονικό, τον ήχο, την εικόνα και το κείμενο, την απόλυτη ελευθερία και την καθολική επιτήρηση, την ουτοπία με τη δυστοπία, την παγκοσμιοποίηση και την αντιπαγκοσμιοποίηση, το χώρο με το χρόνο σε έναν ηλεκτρονικό χωρόχρονο στον οποίο διεξάγονται όλες οι ανθρώπινες δραστηριότητες».

Παλιά, οι άνθρωποι ζούσαν με τον κιρκάδειο ρυθμό τους, με το φως του ήλιου, με τις αντοχές του κορμιού τους, καταπονούσαν την σάρκα, δεν είχαν τόσο πολύ χρόνο για περίσκεψη και over thinking. Η ζωή ήταν πιο απλή και, συνάμα, πιο δύσκολη, απλώς γιατί μπορούσε να τελειώσει πολύ πιο εύκολα. Η πρόοδος και η εξέλιξη μάς έκανε υπερανθρώπους, φτιάξαμε γιγάντιους όγκους στις πόλεις, θεσπίσαμε πολιτισμό, οργανώσαμε τις κοινωνίες, τις ιδέες και τα συναισθήματά μας. Κάναμε τέχνη και πολιτική.

Το Internet είναι η χοάνη που όλα αυτά τα χωρά και τα περιλαμβάνει, τα προσφέρει δημοκρατικά στον κάθε ένα και την κάθε μία από εμάς: χρόνο και θέληση να έχουμε. Θα μπορούσαμε να το χρησιμοποιούμε μόνο για να διευκολύνουμε τις ζωές μας, να ενεργοποιούμε την κοινωνική μας ζωή, να διαβάζουμε και να κοιτάζουμε ενδιαφέροντα πράγματα. Όμως, το Internet γίνεται ο δεύτερος εγκέφαλος και η δεύτερη καρδιά μας, με έναν τρόπο παράδοξο. Κρατάμε το μυαλό και την καρδιά μας στα χέρια, σκρολάρουμε και κατευθύνουμε τις σκέψεις και τα συναισθήματά μας σύμφωνα με αυτό και τα ερεθίσματά του. Ο ιντερνετικός ρυθμός αντικατέστησε τον κιρκαδιανό.

Όπως αποκάλυψε μια (προδφεκαετίας!) μελέτη του Ινστιτούτου Πολιτικής της Τεχνολογίας στην Ουάσιγκτον, για κάθε ώρα που αφιερώνει ένας χρήστης Διαδικτύου στο σερφάρισμα «χάνει» περίπου 16 λεπτά από την εργασία του. Η πλοήγηση στη «θάλασσα» των ιστοσελίδων φάνηκε να επηρεάζει επίσης τον ύπνο και την κοινωνική ζωή των χρηστών, καθώς για κάθε ώρα στον διαδικτυακό κόσμο ο χρήστης στερείται επτά πολύτιμα λεπτά ύπνου και 17 λεπτά λιγότερες βόλτες στον έξω κόσμο-χρόνος ο οποίος αντιστοιχεί σε περίπου 18 ολόκληρες ημέρες μακριά από γνωστούς και φίλους τον χρόνο.

Με μια βαθιά βουτιά στα άδυτα του διαδικτύου, η οποία διαρκεί ώρες ατελείωτες, οι οποίες γίνονται μέρες, μήνες και χρόνια, είναι εύκολο, αν μη τι άλλο, να πιστέψουμε ότι ζούμε εγγύτερα στην ζωή που έχουμε ονειρευτεί. Είναι πιθανό να βαυκαλιζόμαστε ότι τα λέμε, τα σκεφτόμαστε και τα πράττουμε σωστά αφού τόσοι άλλοι λένε και δείχνουν τα ίδια. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα αποκτήσουμε διαστρεβλωμένη εικόνα για τους εαυτούς μας, μιας που στο Facebook όλοι ξεκαρδίζονται με ποστ μας, στο Instagram παραληρούν με την ομορφιά και το στιλ μας, στο X επηρεάζουμε κόσμο με τις ψαγμένες μας απόψεις. Και είναι αναπόφευτκο να αποσυνδεόμαστε κάθε μέρα και περισσότερο με όλα τα υπέροχα τρωτά της ανθρώπινης φύσης μας, η οποία μας χαρίζει το δικαίωμα στην μαγεία, το αναπάντεχο, την ομορφιά.

Έτσι, προσωπικά, δοκιμάζω εδώ και λίγα χρόνια το εξής τρικ: απαγορεύω στον εαυτό μου να κρατά κινητό στα ΜΜΜ και είτε διαβάζω ένα βιβλίο, είτε παρατηρώ τους ανθρώπους, είτε απλώς κοιτάζω τα παπούτσια μου. Το μυαλό μου με ευγνωμονεί τις στιγμές εκείνες που του επιτρέπω να αδειάσει, να μην είναι δημιουργικό, οξυμένο και γεμάτο νέες ιδέες και έντονες μνήμες. Να ζει στο τώρα και, αν επιθυμεί να αντλήσει ερεθίσματα, να το κάνει, αλλά να τα πάρει από την real life, αυτήν που έχει σάρκα, οστά, μυρωδιά, υπόσταση.

Εσείς πότε κοιτάξατε τα παπούτσια σας τελευταία φορά καθώς περιμένατε το λεωφορείο; Πότε σηκώσατε τελευταία φορά τα μάτια στον ουρανό να δείτε τα σύννεφα στον αστικό ουρανό;