Κυριακή βράδυ, Σινέ Θησείο. Ο θερινός κινηματογράφος είναι σχεδόν γεμάτος. Οι θεατές είναι κυρίως γυναίκες. Το θέμα της γαλλικής ταινίας “Jeunes Amants” είναι η ερωτική ιστορία μεταξύ μιας 71χρονης γυναίκας και ενός 45χρονου άντρα. Η Σόνια (Φανί Αρντάν), συνταξιούχος αρχιτέκτονας ξεκινά μια τρυφερή και παθιασμένη σχέση με τον εν ενεργεία Γιατρό Πιερ (Μελβίλ Πουπό). Η ωδή στον αγέραστο έρωτα –όχι με τον τρόπο που τον έχουμε συνηθίσει– δεν μοιάζει να αφορά το ίδιο πολύ και τα δυο φύλα. Ίσως γιατί η ελληνική κοινωνία έχει μάθει να δέχεται τον έρωτα με διαφορά ηλικίας μόνο στη περίπτωση που ένας ηλικιωμένος άντρας σχετίζεται με μια νεότερη γυναίκα. Η σχέση που βλέπουμε να εκτυλίσσεται στη μεγάλη οθόνη δεν εντάσσεται στις απεικονίσεις της καπιταλιστικής πατριαρχικής κοινωνίας. Ο πετυχημένος Γιατρός, με καριέρα, σύζυγο και παιδιά, θα νομιμοποιούταν να απατήσει τη γυναίκα του και να αναστατώσει την  οικογενειακή ζωή του για μια νεαρή ερωμένη. Δεν έχει το δικαίωμα να ερωτευτεί μια γυναίκα 25 χρόνια μεγαλύτερη του. Tο φιλμ, όπου η γοητευτική και επιβλητική Φανί Αρντάν ελκύει το ενδιαφέρον του Μελβίλ Ποπού, δεν ενθαρρύνει τα νομιμοποιημένα στερεότυπα που καταλήγουν στην κατασκευή της εικόνας της ηλικιωμένης ως εκείνης που οφείλει να έχει αποσυρθεί από τη σεξουαλική ζωή. Ιδίως όταν σχετίζεται με κάποιον που θεωρείται θελκτικός για την ίδια της την κόρη.

Ποιος αποφασίζει για το ποιος μπορεί να έχει δικαίωμα στη σεξουαλική έκφραση και στην ερωτική ικανοποίηση; Έχουμε την τάση να θεωρούμε τον έρωτα προνόμιο συγκεκριμένων ανθρώπινων κατηγοριών, οι οποίες προσδιορίζονται με κριτήριο τις περιρρέουσες αντιλήψεις περί σώματος στο πλαίσιο της κοινότητας που ζούμε. Έχουμε αποδεχτεί το ότι οι άνδρες μπορούν να δημιουργήσουν σχέσεις με νεότερες χωρίς να δέχονται αρνητική κριτική. Ένα γερασμένο γυναικείο σώμα είναι, όμως, ταυτόσημο με ένα σώμα με βλάβη στις κοινωνίες των αρτιμελιστικών αντιλήψεων. Ο έρωτας όμως είναι κάτι που βιώνεται πέρα από τα πρότυπα και τα στερεότυπα. Δεν ερωτευόμαστε την τελειότητα αλλά δεν μπορούμε να το παραδεχτούμε ούτε στον ίδιο μας τον εαυτό. Ίσως γιατί στην πραγματικότητα ερωτευόμαστε μόνο όταν αναγνωρίσουμε την έλλειψή μας και τη δώσουμε στον Άλλο. Και αυτό κάνουν οι δυο πρωταγωνιστές. Και γίνονται αντικείμενο σκληρής κριτικής ακόμα και από τους ( κατά κύριο λόγο άνδρες) κριτικούς κινηματογράφου. Ακόμα και αν δεν υπάρχει κάτι δραματουργικά συγκλονιστικό, το εύρημα της αντιστροφής φύλου ανάμεσα στους χαρακτήρες είναι αρκετό για να δούμε τη «σπίθα ανάποδα».

Η φράση του Γάλλου Προέδρου, ο οποίος έχει βρεθεί στο στόχαστρο των μίντια για την προσωπική του ζωή, αντανακλά την κυρίαρχη κουλτούρα γύρω από το θέμα. «Αν εγώ ήμουν 20 χρόνια μεγαλύτερος από την σύζυγό μου κανείς δεν θα σκεφτόταν ούτε για ένα και μόνο δευτερόλεπτο ότι δεν θα μπορούσα να είμαι ένας ερωτικός σύντροφος. Είναι επειδή εκείνη είναι 20 χρόνια μεγαλύτερη από εμένα που πολλοί άνθρωποι λένε: “αυτή η σχέση δεν έχει λογική, δεν είναι δυνατόν (να έχει βάση)”», είχε πει ο Εμμανουέλ Μακρόν, στο πλαίσιο μιας εκ βαθέων συνέντευξης, αναφερόμενος στην ιστορία του με την Μπριζίτ Τρονιέ με την οποία έχουν περίπου 25 χρόνια διαφορά… Και είχε δίκιο. Αποδεχόμαστε με μεγάλη ευκολία το αντίθετο. Οι αρτιμελιστικές αντιλήψεις καθορίζουν τον τρόπο που υπάρχουμε και που επιθυμούμε.

Τα γηρατειά, ιδίως των γυναικών, είναι μια κοινωνικά κατασκευασμένη έννοια που συνδέεται με ιδεολογικές και πολιτικές αντιλήψεις. Γι’ αυτό και  η πρόσληψη τους αλλάζει μέσα στο χώρο και στο χρόνο. Σχετικά πρόσφατα μια έρευνα της εταιρείας Insee που πραγματοποιήθηκε στη Γαλλία, έδειξε πως η εποχή που ο άντρας ήταν  ο μεγαλύτερος σε ηλικία, σε ένα ζευγάρι, ανήκει στο παρελθόν. Βάσει των στοιχείων μιας λίγο παλαιότερης μελέτης, το 16% των γυναικών ηλικίας 30-59 ετών,συμβιώνει με έναν σύντροφο αρκετά νεότερο από τις ίδιες.

Η αναπαράσταση της γηραιάς γυναίκας στην κοινωνία, στη λογοτεχνία και στον  κινηματογράφο μετασχηματίζεται αργά και βασανιαστικά. Ακόμα και μέσα από ένα ρομαντικό μελόδραμα, τα στερεότυπα αρχίζουν να καταρρίπτονται. Η Σόνια έχει δικαίωμα στις σαρκικές επιθυμίες και ο Πιερ μπορεί να  διεκδικεί να είναι μαζί της “όσο αναπνέουν ακόμα τον ίδιο αέρα”, όπως λέει, ενώ γνωρίζει πως έχει αναζωπυρωθεί η ασθένειας της.

Η ταινία υμνεί τη γενετήσια ορμή και τη συναισθηματική ανάγκη  όλων μας ανεξαιρέτως  ενώ απενοχοποιεί τη γυναικεία σεξουαλικότητα. Σε αυτή την κατεύθυνση απενεχοποίησης της γυναικείας σεξουαλικότητας είχε κινηθεί και η ταινία «Καλή Τύχη Λίο Γκράντε» όπου μια δασκάλα σε σύνταξη αποφασίσει να πληρώσει για μια σειρά ερωτικών συνευρέσεων με ένα νεαρό συνοδό για να γνωρίσει το σώμα της και να απολαύσει το σεξ. Οι Νεαροί Εραστές πάνε αρκετά βήματα πιο πέρα. Θίγουν το ερωτικό μοίρασμα χωρίς όρους.  Η έκφραση του ερωτισμού απελευθερώνει μια φλόγα, που αψηφά κάθε εξουσία.  Απ΄όπου κι αν προέρχεται.