Βλέπω οργή στα social και υψωμένες γροθιές. Κάθε μέρα μοιάζει να συμβαίνουν αίσχη και τέρατα. Καταγγελίες, εξαγγελίες, μηνυτήρια σημειώματα, δικομανία χωρίς δικαστές και εξώδικα, δάχτυλα που δείχνουν και παλάμες που μουντζώνουν, μάτια που κλαίνε, θυμός που συσσωρεύεται, αδικία που πνίγει. Ο κόσμος δεν είναι αγγελικά πλασμένος, όμως δεν είναι και τόσο διαβολικά όσο θέλουν (;) να τον παρουσιάζουν συνεχώς κάποιοι άνθρωποι. Σκέφτομαι, ως αντίδοτο στην δική μου γκρίνια και αγωνία, πόσους καλούς ανθρώπους έχω συναντήσει στην ζωή μου, πόσους συναντώ κάθε μέρα, πόσο τυχερή πρέπει να νιώθω και πώς όλο αυτό δεν μπορεί να αποτελεί μόνο δικό μου βίωμα και εμπειρία.

Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν ξέρω αν είναι Καλοί, πάντως δεν είναι Κακοί. Οι περισσότεροι θέλουν απλώς να ζήσουν ειρηνικά κι απείραχτα το σύντομο πέρασμά τους πάνω στην γη. Και αρκετοί, εντάξει, ίσως λίγοι, θέλουν να έχουν τα χέρια τους και την καρδιά τους ανοιχτά για τους συνανθρώπους τους, να βοηθούν όπως μπορούν. Θα ανασύρω δύο συγκεκριμένα περιστατικά από την δική μου καθημερινότητα την τελευταία εβδομάδα στον πλανήτη γη, στην χώρα Ελλάδα, στην πόλη Αθήνα, βάζοντάς τα στο μικροσκόπιο για τις ανάγκες αυτού του κειμένου.

Περιστατικό Πρώτο: Απώλεια κινητού σε ταξί και μπόλικη καλή τύχη

Μετά την παράσταση Medea Loading στον πολυχώρο ΠΛΥΦΑ κάπου στις σκοτεινιές του Κεραμεικού, βουτάω ταξί από τον δρόμο. Είχα μια μεγάλη, κουραστική μέρα, την επόμενη μέρα θα ταξίδευα για Θεσσαλονίκη. Όταν με κατεβάζει Κυψέλη ο ευγενής άνθρωπος, του οποίου ο γιος σπουδάζει δημοσιογραφία και πιάσαμε κουβέντα σχετικά με το επάγγελμα, σπεύδω προς την εξώπορτά μου, ανυπομονώντας για λίγο καυτό νερό πάνω μου και μερικές αγκαλιές με τα ζωάκια. Σε λίγα λεπτά, συνειδητοποιώ ότι κινητό δεν έχω και ότι κατά πάσα πιθανότητα είναι στο ταξί. Το κινητό όσο οδηγούσαμε στο βραδινό, στολισμένο κέντρο της πόλης, είχε 1% μπαταρία. Το πρωί είχε ξεκινήσει με 95% και, δυστυχώς, δεν το φόρτισα μες στην μέρα. Καμία ελπίδα να το βρω, αλλά παραμένω ψύχραιμη. Ταξιδεύω Θεσσαλονίκη χωρίς κινητό-δεν έχω μείνει μια και δυο φορές χωρίς κινητό, εντάξει. Σε δύο ημέρες λαμβάνω μέιλ από τον ταξιτζή και κανονίζουμε με το που επιστρέψω από τον Βορρά συνάντηση για να το παραλάβω. Κατάφερε να ξετρυπώσει το μέιλ μου και να με κάνει χαρούμενη. Συμπέρασμα: Ήταν ένας ευγενικός, καλός άνθρωπος, στάθηκα τυχερή. Οι ταξιτζήδες δεν είναι όλοι «μαλάκες ταρίφες», ούτε όλοι, φυσικά «καλοί άνυρωποι του μόχθου». Το προσωπικό μου στόρυ είχε αίσιο τέλος και that’ s it. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Κυρίως, όχι εξαγωγή συμπερασμάτων.

Περιστατικό Δεύτερο: Βία στο λεωφορείο

Τιγκαρισμένο 608 στάση ΟΤΕ στην Πατησίων. Όταν τα πετυχαίνω φίσκα, πάω με τα πόδια, εκείνο το απόγευμα συνέβη να κουβαλώ πράγματα και έπρεπε, πάση θυσία, να επιβιβαστώ. Έχω μια μικρή, εμεπιρική γνώση της σαρδελοποίησης στα ΜΜΜ ειδικά τις ώρες αιχμής και, για μερικές στάσεις, αντέχω. Αυτή η φορά ήταν εξόχως ζόρικη. Ένα νέο αγόρι σπρώχνει με βία μια μεσήλικη κυρία την ώρα που κατέβαινε και την ώρα που ανέβαινα. Ξένο αγόρι, ξένη κι η κυρία. Του λέω κοιτώντας τον στα μάτια ότι αυτό που έκανε είναι λάθος και να μην διανοηθεί να το ξανακάνει. Με αρπάζει από το χέρι και πάει να με κατεβάσει από το λεωφορείο για να «λογαριαστεί» μαζί μου. Με τραβάει για να με προστατέψει ένας άλλος κύριος. Ξένος κι αυτός. Μου λέει με τα σπαστά ελληνικά του «σε παρακαλώ, μην δίνεις σημασία». Μια κυρία, Ελληνίδα, άρχισε να ωρύεται. Πήρε σβάρνα τους μετανάστες και τους πρόσφυγες. Έβιρζε. Το παιδί που επιτέθηκε άρχισε να την βρίζει. Το μυαλό μου θόλωσε. Προσπάθησα να δώσω τέλος, έλεγα «ας ηρεμήσουμε». Γύρισα σπίτι με ταχυκαρδία και πολύ λυπημένη. Συμπέρασμα: Ήταν μια δύσκολη μέρα, μια περιττή ένταση στο λεωφορείο 608. Βίαιο άνθρωπο δεν σε κάνει η καταγωγή. Η φτώχεια, η πίεση, η ανάγκη στρίμωξε μερικές ψυχές σε ένα λεωφορείο της κακιάς ώρας. Όλοι κουρασμένοι, ταλαιπωρημένοι, κάποιοι λιγότερο, κάποιοι περισσότερο. Μπορεί εκείνο το πρωί να πέθανε ο πατέρας αυτού του παιδιού. Δεν αγιοποιώ, ούτε καταδικάζω. Κυρίως, δεν εξάγω συμπεράσματα.

Όχι συμπεράσματα από προσωπικά βιώματα. Τα βιώματα είναι σημαντικά και η επανάληψη κάποιων μοτίβων ή συμπεριφορών είναι λογικό να μας κάνουν να γενικεύουμε, να τσουβαλιάζουμε. Όμως, σκεφτείτε εκατομμύρια διαφορετικά βιώματα να αναχθούν σε παντιέρες και σε κανοναρχεία ζωής. Χάος, ορυμαγδός. O δικηγόρος Λευτέρης Αθανασόπουλος το έγραψε πολύ εύστοχα:

«Τα ατομικά παράπονα κάποιου από τη ζωή ή συγκεκριμένους ανθρώπους βρίσκονται συχνά πίσω από τις απόψεις του για γενικότερα κοινωνικά ζητήματα. Το αποτέλεσμα αυτού είναι να προβαίνει σε μια αυθαίρετη γενίκευση των δικών του προβλημάτων που αναγκαία θα φταίνε κάποιοι άλλοι, π.χ. κάποιος δεν βρίσκει γκόμενα και αναπτύσσει την άποψη ότι όλες έχουν κριτήριο τα λεφτά ή σε κάποια ηλικιακά ώριμη κοπέλα δεν κάθεται άνδρας για μόνιμη σοβαρή σχέση και άρα όλοι οι άνδρες είναι ανώριμοι και ανεύθυνοι. Ενώ αυτή η παγίδα είναι τόσο εμφανής, πέφτει πολύς κόσμος. Δεν θα αντιληφθούν εύκολα ότι οι προσωπικές τους αποτυχίες είναι αυτές τους οδηγούν σε αυτές τις απόψεις και ότι σε αυτές γενικεύουν το προσωπικό τους δράμα. Πρόκειται για μηχανισμό διαχείρισης της αποτυχίας που όμως τελικά την διαιωνίζει διότι λειτουργεί ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Η μιζέρια εξάλλου απωθεί τους άλλους και την ίδια την τύχη.»

Αυτή είναι η παγίδα ακριβώς. Αν νομίζουμε ότι όλοι οι ταξιτζήδες είναι καλοί και γίνουμε εντελώς απρόσκετοι πιθανώς θα χάσουμε την επόμενη φορά το κινητό μας. Κι αν φοβόμαστε ότι σε ένα φισκαρισμένο λεωφορείο θα φάμε καμιά ξανάστροφη, θα ταλαιπωρηθούμε χωρίς λόγο. Η ζωή είναι πολύ πλατιά και φορτωμένη αντιφάσεις για να καταλήγουμε αβασάνιστα σε συμπεράσματα τέτοιου τύπου. Το κλειδί είναι να επικοινωνούμε με τους άλλους ανθρώπους, να αφουγκραζόμαστε τις δικές τους εμπειρίες, να σκεφτόμαστε ότι καμιά φορά η τύχη είναι απλώς με το μέρος μας ή, για λίγο, μάς γύρισε την πλάτη, έτσι για να χαρούμε περισσότερο όταν θα μας χαμογελάσει ξανά. Κι αν δεν πιστεύουμε στην τύχη, ας διαφυλάξουμε εμείς μια λογική διαχείριση των κακοτυχιών και μια ψύχραιμη υποδοχή των ωραίων και των τυχερών μας. Χωρίς κρεσέντα. Απλώς με αναπνοές, όπως κάνουν όλα τα έμβια όντα.