Η κουζίνα ήταν πάντα ένας κεντρικός βιωματικός χώρος για τον άνθρωπο, είτε γύρω από τη φωτιά σε μία καλύβα την παλαιολιθική εποχή, είτε μπροστά από ένα πολυλειτουργικό φούρνο στη σύγχρονη μορφή.

Ο οριοθετημένος χώρος της κουζίνας, όπως φαίνεται, τίθεται εκτός μόδας. Τα γεύματα τρώγονται γύρω από το island ή στο μπαρ μιας open plan κουζίνας ή, το πιο πιθανό, στο τραπεζάκι του σαλονιού καθώς βλέπουμε την αγαπημένη μας σειρά και μασουλάμε μηχανικά την παραγγελία που μόλις κατέφθασε στην πόρτα μας. Και αυτό είναι εν μέρει λογικό καθώς είμαστε όλοι πιο απασχολημένοι από ποτέ, δουλεύουμε περισσότερο από ποτέ.

Η κουζίνα πριν από μερικά χρόνια αποτελούσε τον πιο χρηστικό και δημιουργικό χώρο του σπιτιού. Εκεί ξεκινούσε η οικογένεια τη μέρα της το πρωί, συγκεντρωνόταν το μεσημέρι, αναπαυόταν και περνούσε τον ελεύθερο χρόνο. Ήταν ένας χώρος που εκτός από την εστίαση, προσφερόταν ακόμα  για διασκέδαση, αποκτώντας ολοένα και πιο κεντρικό ρόλο στους κατοίκους του σπιτιού.

Ο Σουηδός εθνολόγος Orvar Lofgren χαρακτήρισε την κουζίνα ως «πολιτιστικό πεδίο μάχης», γιατί εδώ στον συμβολικό ομφαλό του σπιτιού, η μετεξέλιξη από το παλιό στο νέο είναι ιδιαίτερα εμφανής. Η αρχιτεκτονική του χώρου που σήμερα ορίζεται με την έννοια κουζίνα, βρίσκεται πάντα σε έναν διάλογο με την κοινωνία, την τεχνολογία, την οικονομία καθώς και τον τρόπο παραγωγής κι εργασιακών συνθηκών. Στοιχεία που οδήγησαν στην σημερινή μορφή ή και στην απαξίωσή της.

Θυμάμαι τον παππού μου τον Φρίξο να με μια πετσέτα στον ώμο να τηγανίζει μπαρμπούνια πάνω από τον μεγάλο φούρνο καθώς ο εξαερισμός έκανε ένα εκκωφαντικό βουϊτό που ωστόσο αποτελούσε κανονικότητα στα παιδικά μου αφτιά. Ο παππούς μου σχεδόν σαν χταπόδι με το ένα χέρι άνοιγε το ψυγείο να πιάσει το τυρί, με το άλλο στράγγιζε τα χόρτα κι έκοβε φρέσκο κόλιαντρο και με το άλλο έβγαζε την φρεσκοψημένη χαλουμόπιτα με δυόσμο και μυρωδικά από τον φούρνο. Εγώ καθόμουν και τον παρατηρούσα από την μικρή μασίφ πορτοκαλί τραπεζαρία της κουζίνας, με δίπλα μου ανοιχτή την πόρτα του πίσω μπαλκονιού απ’ όπου έμπαινε ο ζεστός λίβας του καλοκαιριού. Αργότερα, όταν οι γονείς μου σχόλαγαν, η αδερφή μου επέστρεφε από το νηπιαγωγείο και η γιαγιά μου από τις βόλτες στις φιλενάδες της, συγκεντρωνόμασταν όλοι γύρω από το τραπέζι, η γιαγιά  σιγομουρμούριζε κάτι μόνη της σαν προσευχή, κι ευχαριστούσε το θεό -αλήθεια τον παππού δεν θυμάμαι να τον έχει ευχαριστήσει ποτέ- και ριχνόμασταν με τα μούτρα στο φαγητό και σε συζητήσεις για το πώς ήταν η μέρα μας. Μερικές φορές υπήρχαν κι ένα ή και δύο καλεσμένοι στο τραπέζι, μιας και το συγκεκριμένο παρείχε τη δυνατότητα επέκτασης ώστε να «φιλοξενήσει» επιπλέον κόσμο.

Όταν αργότερα μετακομίσαμε σε δικό μας σπίτι, όλα αυτά αυτομάτως αποτέλεσαν μια πολύ παλιά ανάμνηση. Κουζίνα – σαλόνι, χωρίς να υπάρχει ουσιαστικά τραπέζι αλλά το λεγόμενο “island”, που η μεγαλύτερη επιφάνειά του μάλιστα καλυπτόταν από μια τηλεόραση. Ο καθένας έτρωγε στους δικούς του διαφορετικούς χρόνους, χωρίς να υπάρχει ένα πρόσωπο αναφοράς στη κουζίνα που περισσότερο έμοιαζε με κέντρο ανεφοδιασμού παρά με χώρο συγκέντρωσης. Φαί στο «πόδι», μια στάση να αρπάξεις κάτι από το ψυγείο, ή ακόμα και για να πάρεις κάτι να το φας στο υπνοδωμάτιό σου μπροστά από τον υπολογιστή καθώς τσατάρεις στο MIRC, τρέξιμο για δουλειές, σχολείο, φροντιστήριο και μαζέματα έξω σε εστιατόρια και, πολύ fast food φυσικά.

Οι τραπεζαρίες αποτελούσαν ανέκαθεν βασικό πυλώνα του ελληνικού σπιτιού. Αλλά σε κάποιο σημείο της πρόσφατης ιστορίας μας, σταματήσαμε να τις χρησιμοποιούμε με τον ίδιο τρόπο. Ο τρόπος ζωής μας έχει αλλάξει ριζικά από την παραδοσιακή αντίληψη της οικογενειακής συγκέντρωσης για να φάει ένα γεύμα μαζί μια καθορισμένη ώρα το μεσημέρι ή το βράδυ. Έχει γίνει πιο εύκολο να πετάμε έτοιμα γεύματα στο φούρνο μικροκυμάτων, να τρώμε έξω και τις συγκεντρώσεις με φίλους να τις μεταφέρουμε σε κάποιο εστιατόριο.  Οι άνθρωποι τρώνε έξω πολύ περισσότερο τώρα απ’ ό,τι πριν από 20 ή 30 χρόνια. Ακόμα κι όταν μαζεύονται στο σπίτι  συνήθως είναι για πίτσα, μπύρα και μπάλα στο σαλόνι, ή κάτι γρήγορο τελοσπαντων που δεν καθιστά το πέρασμα από την κουζίνα αναγκαίο.

Artwork: Olaf@ck Staff

Το τραπέζι της κουζίνας που κάποτε ήταν τόπος συγκέντρωσης για νόστιμα γεύματα, μια παρτίδα χαρτιά με φίλους ή ακόμα και για καφεδάκι και κουτσομπολιό, τώρα ενδεχομένως βρίσκεται στα πρόθυρα της εξαφάνισης.

Για πολλούς κατοίκους των πόλεων, η απουσία ενός πραγματικά καθορισμένου χώρου τραπεζαρίας έχει γίνει σταθερά η νέα κανονικότητα. Οι εργολάβοι και οι ιδιοκτήτες ακινήτων αντιθέτως προτείνουν το island της κουζίνας για φαγητό ως κατάλληλο υποκατάστατο. Πώς ακριβώς, λοιπόν, περάσαμε από τη φιλοξενία φίλων και συγγενών στο τραπεζοκαθίσματα για έξι άτομα σε σκαμπό μπαρ και στον πάγκο της κουζίνας;

Επιφανειακά, είναι εύκολο να κατηγορήσουμε για την κατάρρευση της τραπεζαρίας την ραγδαία ανάπτυξη της  βιομηχανίας του fast food. Όλοι μπορούμε να παραδεχτούμε ότι χρησιμοποιήσαμε μια εφαρμογή παράδοσης φαγητού τουλάχιστον μία φορά τον περασμένο μήνα. Οι στατιστικές φαίνεται να συμφωνούν, καθώς οι υπηρεσίες αναδιανομής φαγητού στην Ελλάδα είχαν μια εκρηκτική ανάπτυξη.

Πραγματικά, δεν υπάρχει τίποτα τόσο βολικό όσο το αγαπημένο σας εστιατόριο που έρχεται απευθείας στο σαλόνι σας καθώς ανάβετε το κλιματιστικό και βάζετε την αγαπημένη σας σειρά στο Netflix. Όταν η ανάθεση του επίπονου καθήκοντος του μαγειρέματος σε τρίτους είναι τόσο εύκολη όσο μερικά αγγίγματα σε μια οθόνη, είναι εύκολο να καταλάβει κανείς γιατί οι online παραγγελίες και παράδοση έχουν αυξηθεί 300% ταχύτερα από την κίνηση στα εστιατόρια.

Πιθανότατα η έλλειψη τεχνικών δεξιοτήτων στην κουζίνα να μην είναι ο μόνος ένοχος για την εξαφάνιση των καθορισμένων χώρων φαγητού. Η αύξηση του πληθωρισμού και των τιμών στο supermarket μπορεί επίσης να είναι εν μέρει υπεύθυνη. Όπως επίσης και οι τρελές τιμές των ενοικίων, αλλά και η διαμόρφωση χώρων ώστε να είναι τουριστικά εκμεταλλεύσιμοι. Και πώς μεταφράζεται αυτό; Διαθέσιμος χώρος = χρήμα. Οπότε, μια κουζίνα μπορεί κάλλιστα να περιοριστεί σε έναν βραστήρα κι έναν φούρνο μικροκυμάτων. Όσα περισσότερα δωμάτια χωρέσουν στα διαθέσιμα τετραγωνικά μέτρα, τόσο πιο επικερδές το προτζεκτ.

Οι εργολάβοι σε όλα τα αστικά τοπία έχουν συχνά προσπαθήσει να αυξήσουν τα έσοδά τους αυξάνοντας τον αριθμό των υπνοδωματίων σε ένα συγκεκριμένο ακίνητο, πολλές φορές με το τίμημα της απώλειας κοινόχρηστων χώρων διαβίωσης. Για παράδειγμα: ένα σχετικά μεγάλο διαμέρισμα ενός υπνοδωματίου, με τραπεζαρία, που αποφέρει 600 Ευρώ το μήνα, μπορεί συνήθως να μετατραπεί σε ένα μικρό διαμέρισμα δύο υπνοδωματίων, που αποφέρει 800 Ευρώ ή και περισσότερα μηνιαίως. Χωρίς να προστεθεί επιπλέον τετραγωνικό μέτρο στο ακίνητο, ένας ιδιοκτήτης σε αυτό το σενάριο μόλις αύξησε τα ετήσια έσοδά του κατά 200 Ευρώ.

Ως ενοικιάστρια, είμαι περίεργη να μάθω: είναι ο καθορισμένος χώρος της κουζίνας ένα must-have το 2023 ή έχει πάρει τον δρόμο της κασέτας VHS;

Σύμφωνα με τον σχεδιαστή εσωτερικών χώρων Bunny Williams, «το 99% των πελατών μου δεν τρώνε σε τραπέζι, αλλά ούτε και θέλουν να τρώνε στην κουζίνα». Η λύση του Williams είναι ίσως η πιο κλασική: να κάνει έναν συνδυασμό βιβλιοθήκης και τραπεζαρίας. Τα βιβλία και η τηλεόραση προσδίδουν μια αίσθηση θαλπωρής στο δωμάτιο, ενώ ένα μικρό στρογγυλό τραπέζι μπορεί να λειτουργήσει τόσο ως γραφείο όσο και ως χώρος για φαγητό. «Αυτές τις μέρες, μου αρέσει να βλέπω τις ειδήσεις ενώ τρώω», εξηγεί ο Williams.

Απόψε, κι εγώ θα δειπνήσω σε ένα τραπέζι αντίκα που λειτουργεί ως γραφείο, τραπέζι φαγητού και, περιστασιακά, ως βάση ενός σωρού από βιβλία, φάκελους, δίσκους και κουτιά από πίτσα.

Από τη μια αναπολώ εκείνη την κουζίνα του σπιτιού του παππού μου και σκέφτομαι ότι η κουζίνα αυτοπροσδιορίζεται ως ο χώρος στο σπίτι στον οποίο όλες οι αισθήσεις όραση, ακοή, γεύση, αφή και όσφρηση, απογειώνονται, μέσα σε μια ατμόσφαιρα που διαμορφώνεται από τις διαθέσεις και τις επιθυμίες των χρηστών της. Είναι ένα χαρακτηριστικό δείγμα πολιτισμού, μέσα σε ένα περιβάλλον στο οποίο εκδηλώνονται δράσεις και συναισθήματα που αναδεικνύουν κοινωνική και πολιτισμική ποιότητα στις ανθρώπινες σχέσεις.

Από την άλλη, ξέρω πως απόψε, θα δειπνήσω σε ένα τραπέζι αντίκα που λειτουργεί ως γραφείο, τραπέζι φαγητού και, περιστασιακά, ως βάση ενός σωρού από βιβλία, φάκελους, δίσκους και κουτιά από πίτσα και κάνω την σκέψη μήπως παραείμαι ρομαντική και πως ακόμα κι αν το σύγχρονο διαμέρισμά μας είχε μια οριοθετημένη κουζίνα, πιθανότατα θα είχε μετατραπεί σε χώρο εργασίας, και το τραπέζι της σε γραφείο. Αναρωτιέμαι, αν αυτό είναι απλώς θέμα πρακτικότητας και ότι ίσως εγώ απλά αντιστέκομαι ρομαντικά στην εξαφάνιση των «ωραίων πραγμάτων», όπως οι κουζίνες και η συγγραφή ερωτικών επιστολών.

Δείτε επίσης:Τα τραπέζια του καλοκαιριού μάς ενώνουν θαυμάσια